Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ[:Γαλ.4,4-7]

ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ

«τε δ λθε τ πλρωμα το χρνου, ξαπστειλεν  Θες τν υἱὸν ατο, γενμενον κ γυναικς, γενμενον π νμον, να τος π νμον ξαγορσνα τν υοθεσαν πολβωμεν(: Όταν όμως συμπληρώθηκε ο χρόνος που είχε ορίσει η πανσοφία του Θεού, απέστειλε ο Θεός στον κόσμο τον Υιό Του, ο οποίος έγινε άνθρωπος από γυναίκα και υποτάχθηκε στον μωσαϊκό νόμο, προκειμένου να εξαγοράσει εκείνους που ήταν υποδουλωμένοι στην κατάρα του μωσαϊκού νόμου, για να λάβουμε την υιοθεσία που ο Θεός μάς είχε υποσχεθεί)»[Γαλ.4,4-5].

«τ πλρωμα το χρνου»:

Ο Οικουμένιος ερμηνεύοντας τη φράση «τ πλρωμα το χρνου» λέγει: «Ποιου πλήρωμα χρόνου; Εκείνου κατά τον οποίο έπρεπε να έλθει ο Χριστός. Διότι είχε προφητευτεί ο χρόνος της ελεύσεως του Χριστού από τον προφήτη Δανιήλ, που συνέβη επί της βασιλείας Καίσαρος Αυγούστου, όταν έγινε και η ένσαρκος οικονομία του Χριστού». Βλέπε και την ερμηνεία του «νν δ παξ π συντελεί τν αώνων ες θέτησιν μαρτίας δι τς θυσίας ατο πεφανέρωται (:Τώρα όμως μία φορά έγινε άνθρωπος, όταν τελείωσαν οι χρόνοι της Παλαιάς Διαθήκης, και φανερώθηκε στον κόσμο για να εξαλείψει την αμαρτία με τη θυσία Του)»[Εβρ.9,26]. Ο δε μακάριος Αυγουστίνος στα βιβλία περί Τριάδος ερμηνεύοντας το «τε δ λθε τ πλρωμα το χρνου» λέγει ότι όταν οι άνθρωποι έγιναν δεκτικοί και χωρητικοί της γνώσεως της αγίας Τριάδος και δεν βλάπτονταν από το κήρυγμα της τρισυποστάτου της Θεότητος, ώστε να πέσουν σε πολυθεΐατότε ήλθε ο Υιός του Θεού και αποκάλυψε στον κόσμο ότι έχει Πατέρα, και στη συνέχεια ότι είναι ο Θεός τρισυπόστατος. Αυτής της γνώσεως της αγίας Τριάδος δεν ήταν χωρητικοί οι Ιουδαίοι πριν από την ένσαρκο παρουσία του Υιού του Θεού. Βλέπε και την ερμηνεία του «ς γενόμην γ διάκονος κατ τν οκονομίαν το Θεο τν δοθεσάν μοι ες μς, πληρσαι τν λόγον το Θεο(:Αυτός ο λόγος του Θεού είναι το Ευαγγέλιο, που διακηρύττει τη σωτήρια βουλή του Θεού να σωθούν όλοι οι άνθρωποι διαμέσου του Χριστού. Και το σωτήριο αυτό σχέδιο του Θεού ήταν ένα μυστήριο κρυμμένο από την αρχή της ύπαρξης του χρόνου σ’ όλους τους αιώνες και τις γενεές, φανερώθηκε όμως τώρα με το κήρυγμα στους αγίους του, τους Χριστιανούς)»[Κολ.1,25],  για να μάθεις ότι αυτό ήταν οικονομία Θεού, το να φανερωθεί το μυστήριο του ευαγγελίου, όταν οι άνθρωποι έγιναν δεκτικοί, για να το εννοήσουν.

«γενμενον π νμον»:

Έτσι σύμφωνα με αυτούς ερμηνεύει το ρητό αυτό και ο Μέγας Βασίλειος λέγοντας: «Ο απόστολος προτίμησε την εμφαντικότερη φωνή, την  πρόθεση «κ», δηλαδή, και όχι την «διά», λέγοντας «γενόμενον κ γυναικός»· διότι το «διά τς γυναικός» επρόκειτο να δείχνει παροδική την έννοια της γεννήσεως, ενώ το «κ τς γυναικός» θα έδειχνε αρκετά δυνατή την κοινωνία της φύσεως του Τικτομένου προς αυτήν που το γέννησε»[Κεφάλαιο ε΄περί του Αγίου Πνεύματος]. Γι'αυτό και ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος στον λόγο που παρομοιάζει με τον μαργαρίτη τη γέννηση του Θεού Λόγου από την Παρθένο γράφει ότι εκείνο που λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς πως είπε ο άγγελος προς τη Θεοτόκο όταν την ευαγγέλισε, δηλαδή το «δι κα τ γεννώμενον γιον κληθήσεται υἱὸς Θεο(:Γι’ αυτό και το απολύτως αναμάρτητο και άγιο βρέφος που θα γεννηθεί με τον υπερφυσικό αυτό τρόπο, θα αναγνωριστεί ότι είναι ο ίδιος ο Υιός του Θεού)»[Λουκά 1,35], αυτό, λέγω, το ρητό, λέγει ο άγιος Εφραίμ, ότι έτσι είναι γραμμένο«δι κα τ γεννώμενον κ σου», σύμφωνα, δηλαδή, όπως λέγει εδώ ο Παύλος, «γενόμενον  κ γυναικός». «Μερικά όμως αντίγραφα», λέγει, «δεν το έχουν αυτό, κάνοντας χάρη στους αιρετικούς». Γι΄αυτό σύμφωνα με τον άγιο αυτόν, πρέπει υποχρεωτικά να προστίθεται το «κ σου», στο παραπάνω ευαγγελικό ρητό.

Λέγει ακόμη ο Φώτιος ότι το «γενόμενον  κ γυναικός» πρέπει να γράφεται με ένα ν και όχι με δύο, όπως με ένα ν γράφεται και το ακόλουθο: «γενόμενον πό νόμον», διότι «γεγέννηται» μεν ο Χριστός εκ Παρθένου, αλλά το «γεγέννηται» γράφεται με δύο ν, όμως και γεννάται, επειδή μία φορά από την Παρθένο «γεγέννηται». Εάν όμως και ο Θεολόγος Γρηγόριος λέγει: «Χριστός γεννται», αλλά το είπε αυτό, διότι τότε ήταν παρούσα η της Χριστού γεννήσεως ημέρα, και όχι διότι πάντοτε εκ Παρθένου γεννάται[Αμφιλόχ. Ζητήμ. πθ΄]. Αυτά λέγει ο σοφός Φώτιος, διότι εάν πούμε «γεννώμενον κ γυναικός» με δύο ν, φανερώνουμε ότι τώρα και πάντοτε γεννάται ο Χριστός, που είναι ψευδές· διότι το «γεννώμενον» είναι χρόνου ενεστώτος και παρατατικού. Αλλά στον Θεοδώρητο και σε άλλους, υπάρχουν γραμμένες και οι δύο μορφές, δηλαδή και «γενόμενον κ γυναικός» και «γεννώμενον».

Σημείωσε ακόμη ότι δύο σημασίες έχει το όνομα της γυναικός. Το ένα όνομα είναι κύριο, το δε άλλο καταχρηστικό. Κυρίως λοιπόν «γυνή» σημαίνει όλη τη φύση των γυναικών, είτε παρθένων είτε παντρεμένων, όπως και το όνομα «νήρ» δηλώνει τη φύση όλων των αντρών είτε αγάμων είτε υπό γάμο. Καταχρηστικά όμως και ειδικότερα «γυνή» είναι η παντρεμένη και όχι η παρθένος. Γι΄αυτό είπε ο Κύριος: «μν λέγω μν, οκ γήγερται ν γεννητος γυναικν μείζων ωάννου το βαπτιστο(:Αληθινά σας λέω, δεν έχει αναφανεί μεταξύ των ανθρώπων που γεννήθηκαν μέχρι τώρα από γυναίκες άλλος μεγαλύτερος ως προς την αξία από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή)»[Ματθ.11,11], δηλαδή γυναικών παντρεμένων και όχι παρθένων, όπως ερμηνεύει ο ιερός Θεοφύλακτος. Αφού όμως λέχτηκαν αυτά, το όνομα της γυναικός αρμόζει ο Παύλος εδώ ως κατάλληλο μόνο στην αγία Παρθένο, σύμφωνα μόνο με την πρώτη του σημασία, όπως το είπε και ο ευαγγελιστής Ιωάννης γι' αυτήν(όταν ο Κύριος απευθυνόταν προς αυτήν): «Τί μο κα σοί, γύναι;(:Τι κοινό υπάρχει, γυναίκα, ανάμεσα σε Εμένα που ως Μεσσίας και Υιός του Θεού ενεργώ τώρα με τη θεϊκή μου δύναμη, και σε σένα που με γέννησες ως άνθρωπο;)»[Ιω.2,4] και «Γύναι, δε  υός σου(:Γυναίκα, να ποιος από τώρα θα είναι ο γιος σου)»[Ιω.19,26]. Πιθανόν όμως το λέγει αυτό και ο Παύλος, διότι η αειπάρθενος Θεοτόκος- εθεωρείτο γυναίκα του τέκτονα Ιωσήφ, μολονότι δεν ήταν άντρας αυτής, αλλά μνηστήρας μόνο, μάλλον όμως φύλακας και προστάτης της.

«Οτι δ στε υοξαπστειλεν  Θες τ Πνεμα το υο ατο ες τς καρδας μν, κρζον· ββ  πατρ. στε οκτι ε δολος, λλ' υἱός· ε δ υἱός, κα κληρονμος Θεο δι Χριστο(:Ναι. Δεν είστε πλέον δούλοι, αλλά υιοί του Θεού. Και επειδή είστε υιοί του επουρανίου Πατρός, γι΄αυτό απέστειλε ο Θεός στις καρδιές σας το Πνεύμα του Υιού Του, το οποίο σας δίνει την πληροφορία και την παρρησία να απευθύνεστε στον Θεό με την κραυγή και την επίκληση: “Αββά”, δηλαδή “Πατέρα”. Άρα λοιπόν, σύμφωνα με όλα αυτά, εσύ που πίστεψες στον Χριστό δεν είσαι πλέον δούλος, αλλά είσαι κατά χάριν υιός του Θεού. Εάν λοιπόν είσαι υιός, είσαι συγχρόνως και κληρονόμος του Θεού. Και γίνεσαι κληρονόμος διαμέσου του Χριστού)»[Γαλ.4,6-7].

Γι'αυτό ο Οικουμένιος λέγει: «Πώς δεν είναι άτοπο οι Γαλάτες, αυτοί που έγιναν του Θεού, διαμέσου του Χριστού και του Πνεύματος, να επιστρέφουν πάλι στον νόμο; Και πρόσεξε έμφαση της Αγίας Τριάδος. Ο Πατήρ απέστειλε, ο Υιός σαρκώθηκε και το Πνεύμα συνέργησε, το οποίο εισερχόμενο στις καρδιές μας διδάσκει να λέμε: “ββά  Πατήρ”».

Εβραϊκό όνομα έβαλε εδώ ο Παύλος και δεν είπε μόνο ο πατήρ, αλλά «ββά  ὁ πατήρ», για να δείξει με αυτό τη γνησιότητα και επιπλέον, για να δείξει ότι το όνομα αυτό έχουν συνήθεια να φωνάζουν προς τον πατέρα τους τα γνήσια τέκνα.

Με ποιον τρόπο έδειξε ο Παύλος γνησιότητα λέγοντας εβραϊκά ββά, όπως λέγει ο Χρυσόστομος; Και πώς το όνομα αυτό ββά είναι γνώρισμα των γνησίων υιών, όπως λέγει ο Χρυσόστομος και ο Θεοφύλακτος; Απορώ. Μήπως λοιπόν έδειξε ο Παύλος με το εβραϊκό αυτό όνομα ββά τη γνησιότητα, που έχουν οι Χριστιανοί με τον Χριστό; Διότι, όπως Εκείνος, κατά φύση Υιός όντας του Πατρός, χρησιμοποίησε το εβραϊκό αυτό όνομα στην προσευχή λέγοντας: «ββ  πατρ»[Μάρκ.14,36: «ββ  πατήρ, πάντα δυνατά σοι(:Αββά, Πατέρα μου, όλα είναι δυνατά σε Σένα)»]· έτσι και εμείς οι Χριστιανοί, οι κατά χάριν υιοί του ίδιου Πατρός γεννηθέντες, το ίδιο εβραϊκό όνομα χρησιμοποιούμε φωνάζοντας ες τς καρδας μν«ββ  πατρ». Είναι και το όνομα αυτό ββά γνώρισμα των γνησίων υιών, καθόσον όλα σχεδόν τα βρέφη, σαν να κινούνται από τη φύση, ονομάζουν τον Πατέρα τους «μπαμπά», που είναι το ίδιο με το ββ. Και δεν αναφέρω ότι το ββά μυστικά περιέχει και το πρώτο στοιχείο των γραμμάτων του εβραϊκού και ελληνικού αλφαβήτου, που είναι το άλεφ ή το άλφα, το οποίο εκφωνείται με μεγάλο άνοιγμα του στόματος. Και γι΄αυτό πρώτα το άλφα φωνάζουν τα βρέφη, όταν πέσουν από την κοιλία της μητέρας τους, κλαυθμηρίζοντας και «α,α» κράζοντας.

Επιπλέον το «ββά» περιέχει και την πρώτη συλλαβή, που αποτελείται από τα γράμματα, η οποία είναι το «βα»για να δειχτεί και από τα δύο αυτά ότι ο άνθρωπος αμέσως μόλις γεννηθεί και όταν αρχίζει να συλλαβίζει και να ψελλίζει, με μυστηριακό τρόπο επικαλείται το γλυκύτατο, και από ολόκληρη την κτίση επιποθητό όνομα του ουρανίου Πατρός. Γιατί όμως ο Χριστός δύο φορές είπε στην προσευχή το «Πατήρ»; Μερικοί λέγουν διότι όχι μόνο ως Θεός είχε τον Θεό Πατέρα Του, αλλά και ως άνθρωπος. Ή επειδή στην προσευχή Του, υπαινισσόμενος τους δύο λαούς, που επρόκειτο να πιστέψουν σε Αυτόν, οι οποίοι εβραϊκά και ελληνικά επρόκειτο να ονομάζουν Πατέρα τους τον Θεό. Πρώτο όμως τέθηκε το εβραϊκό, διότι οι Εβραίοι πρώτοι πίστεψαν στον Χριστό και δεύτερο τέθηκε το ελληνικό, διότι και οι Έλληνες δεύτεροι από τους Ιουδαίους πίστεψαν. Σκέψου όμως αγαπητέ, ότι την υιοθεσία μας χάρισε ο Υιός λέγοντάς μας να προσευχόμαστε ως εξής: «Πάτερ μν» και τελείωσε το Πνεύμα το Άγιον, κράζοντας στις καρδιές μας: «ββ  πατρ». Από παλαιότερα όμως μας την υποσχέθηκε αυτήν την υιοθεσία ο Πατήρ λέγοντας: «σομαι μν ες πατρα, κα μες σεσθ μοι ες υος κα θυγατρας(:Και θα γίνω πατέρας σας και εσείς θα είστε υιοί μου και θυγατέρες μου)»[Β΄Κορ.6,16]. Το ότι είναι σωστή η ανωτέρω ερμηνεία που κάναμε, μαρτυρεί και ο σοφός Θεοδώρητος λέγοντας: «Γνώρισμα των νηπίων είναι το να αποκαλούν ἀββά τους πατέρες. Νήπιοι όμως ως προς τον παρόντα βίο ήσαν όσοι αξιώθηκαν την υιότητα με το βάπτισμα, προσδοκώντας την αληθινή και τέλεια στον μέλλοντα αιώνα».

Λέγει επίσης ο Θεοδώρητος τα εξής στην ερμηνεία στο χωρίο εκείνο: «Το “ββά” πρόσθεσε την παρρησία εκείνων που καλούν διδάσκοντες· διότι τα παιδιά, έχοντας μεγαλύτερο θάρρος προς τους πατέρες, και επειδή δεν έχουν ακόμη τέλεια τη διάκριση, αυτή τη φράση χρησιμοποιούν συχνότερα. Έτσι και εμείς για την ανέκφραστη φιλανθρωπία Του και την αμέτρητη αγαθότητα ονομάζουμε «Πατέρα», όπως διαταχθήκαμε, των όλων τον Ποιητή, αγνοούμε όμως πόσο μεγάλη είναι η μεταξύ μας διαφορά, μη γνωρίζοντας καλά ούτε τους εαυτούς μας και αγνοώντας εντελώς τη φύση Του».

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Βενεδίκτου ιερομονάχου αγιορείτου, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία των δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου, τόμος πρώτος, σελ. 161-162[υποσημείωση αγίου Νικοδήμου στο Ρωμ.8,15] και 865-868, Έκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄, Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2020.
  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
  • Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.

Δεν υπάρχουν σχόλια: