«Ορθόδοξος Τύπος» : Τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἐδῶ καί ἕνα αἰῶνα πρωτοστατεῖ μέσῳ τῆς Οἰκουμενικῆς κίνησης στήν δημιουργία «ἐκκλησίας», ἡ ὁποία θα εἶναι ἡ σύνθεση ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν συμπεριλαμβανομένης καί αὐτῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἡ Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων μέ τά δύο ὀχήματά της τόν Πολιτικό καί τόν Θρησκευτικό Οἰκουμενισμό, ὡς συγκοινωνοῦντα δοχεῖα σε πλήρη συνεργασία μεταξύ τους καθορίζουν τό μέλλον τῶν λαῶν και εἰδικότερα τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων. Γνωρίζει ὅτι ἡ πίστη εἶναι το βασικότερο στοιχεῖο στήν διαμόρφωση τοῦ χαρακτήρα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καί γιά αὐτό προσπαθεῖ να τήν ἀλλοιώσει. Τά δύο αὐτά σχήματα στήν ἐποχή μας ἔχουν ἑνιαία γραμμή καί συνεργάζονται γιά την ἐπιβουλή τῆς παγκόσμιας Κυβέρνησης καί τῆς παγκόσμιας Πανθρησκείας. Τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἐδῶ καί ἕνα αἰῶνα πρωτοστατεῖ μέσῳ τῆς Οἰκουμενικῆς κίνησης στήν δημιουργία «ἐκκλησίας», ἡ ὁποία θα εἶναι ἡ σύνθεση ὅλων τῶν ἐκκλησιῶν συμπεριλαμβανομένης καί αὐτῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ὄντας ἁλωμένο ἔχει ἀπεμπολήσει τήν πίστη τῶν Πατέρων σέ ἀντίθεση μέ την Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πού ἀντιστέκεται, λόγῳ τοῦ ἁπλοῦ κλήρου, τοῦ  μοναχισμοῦ καί τοῦ πιστοῦ λαοῦ.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ "ΕΡΩΤΗΣΙΣ Κ΄. Ἐκ ποίας δυνάμεως οἱ τὰ ἐναντία φρονοῦντες [καὶ πράττοντες] προφητεύουσι πολλάκις καί θαυματουργοῦσιν;

ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ. Τά σημεῖα, καὶ αἱ θαυματουργίαι, καί αἱ προρρήσεις, πολλάκις καὶ δι᾿ ἀναξίων κατά τινα χρείαν ἤ οἰκονομίαν γίνονται, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Βαλαὰμ καὶ τῆς ἐγγαστριμύθου. Καὶ πάλιν, οἱ Ἀπόστολοι, εὑρόντες τινὰ ἄπιστον, «ἐν τῶ ὀνόματι Χριστοῦ ἐκβάλλοντα δαιμόνια», καὶ κωλύσαντες αὐτόν, εἶπον τῶ Χριστῶ· καὶ εἶπε. «Μὴ κωλύετε αὐτόν· ὁ μὴ ὤν γὰρ καθ᾿ ὑμῶν», φησίν, «ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν». Οὐκοῦν ὁπόταν ἴδης καὶ δι᾿ αἱρετικῶν, καὶ διὰ ἀπἰστων σημεῖόν τι κατὰ κρῖμα Θεοῦ γινόμενον, μὴ θαμβηθῆς μηδὲ σαλευθῆς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Πολλάκις γὰρ καὶ ἡ πίστις τοῦ προσερχομένου ἐστίν, ἡ τὸ σημεῖον ποιήσασα, καὶ οὐχ ἡ ἀξία τοῦ ποιήσαντος. Καὶ γὰρ Ἰωάννης, ὁ μείζων πάντων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν, οὐ φαίνεταί τι σημεῖον πεποιηκώς· ὁ δὲ Ἰούδας πάντως πεποίηκε· καὶ γὰρ καὶ αὐτὸς μετὰ τῶν ἄλλων ἦν τῶν πεμφθέντων νεκρούς ἐγεῖραι καὶ λεπρούς καθᾶραι. Διὸ μὴ μέγα τι νομίσης, ἐὰν τινα ἀνάξιον, ἤ κακόπιστον, σημεῖον ποιοῦντα θεωρήσῃς. Οὐ δεῖ δὲ οὔτε ὀρθόδοξον ἄνδρα ἀπὸ σημείων καὶ προφητειῶν δοκιμάζειν, ὅτι ἁγιός ἐστι, ἀλλὰ ἀπὸ τῆς πολιτείας αὐτοῦ. Πολλοὶ γὰρ πολλάκις οὐ μόνον ὀρθόδοξοι ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ καὶ αἱρετικοὶ καί ἄπιστοι σημεῖα ἐπετέλεσαν, καὶ προεφήτευσαν κατά τινας οἰκονομίας, ὡς εἴρηται, συγχωρηθέντες ὑπὸ τοῦ Κυρίου, ὡς ἐπὶ τοῦ Βαλαάμ, καὶ Σαούλ, καί Ναβουχοδονόσορ, καὶ Καϊάφα ἔστιν εὑρεῖν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἐνεργῆσαν εἰς αὐτοὺς, ἀναξίους καὶ βεβήλους ὄντας δι᾿ αἰτίας εὐλόγους.

...Ἔγνωμεν γὰρ καὶ ἐπίσκοπον αἱρετικὸν ἐν Κυζίκω τῆ πόλει τῶν λεγομένων Μακεδονιανῶν, τῶν Πνευματομάχων, ὅτι ἐλαίαν τὸ δένδρον ἐκ τοῦ τόπου, ἐν ὦ ἴστατο, εἰς ἕτερον τόπον σχήματι εὐχῆς μετήνεγκεν, ὡς σκοτίζουσαν τὴν θυρίδα τοῦ ματαίου εὐκτηρίου αὐτῶν. Καὶ ἐπὶ δανειστοῦ δέ τινος ἀδίκου, χήραν γυναῖκα διασείοντος ἕνεκα χρέους αὐτῆς ἀνδρικοῦ, καὶ ἀπαιτοῦντος, οὐχ ὅσον ἦν τὸ δάνειον, ἀλλὰ πλεῖον, ἐγνωκὼς τοῦτο ὁ προλεχθεὶς αἱρετικὸς ἐπίσκοπος, μήπω ταφέντος τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς, ἀλλ᾿ ἔτι προκομιζομένου, κατέσχε τὴν κλίνην, ἐν ἧ κατέκειτο, παρεσκεύασε δῆθεν τόν νεκρόν λαλῆσαι, καὶ εἰπεῖν, πόσον ἦν τὸ ὀφειλόμενον χρέος τῶ ἐπιδανειστῆ αὐτοῦ. Τούτου δὲ τοῦ αἱρετικοῦ θανόντος καὶ ἐν τῶ μνήματι αὐτοῦ διάφοροι φαντασίαι καὶ σημεῖα ἐπετελέσθησαν. Διὰ τοῦτο τοίνυν οὐ δεῖ πᾶν σημειοφόρον ὡς ἅγιον παραδέχεσθαι, ἀλλὰ δοκιμάζειν, κατὰ τὸν λέγοντα. «Μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα, εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τόν κόσμον». Καὶ ὁ Ἀπόστολος, «Οἱ γὰρ τοιοῦτοι», φησί, «ψευδοαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ». Καὶ οὐ θαυμαστόν· «Αὐτὸς γὰρ ὁ Σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός». Οὐ μέγα οὖν, εἰ καί οἱ διάκονοι αὐτοῦ μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης, ὦν τὸ τέλος ἔσται κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν. Καὶ γὰρ ὁ Ἀντίχριστος ἐρχόμενος, κατὰ συγχώρησιν Θεοῦ, ποιήσει, ὑπουργούντων αὐτῷ δαιμόνων, πάμπολλα σημεῖα καὶ τέρατα ψεύδους, πρὸς ἀπώλειαν μὲν τῶν ἀπίστων, εἰς δοκίμιον δὲ τῶν πιστῶν" (P. G. 89, 517-524).

ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ: Μιμηθείτε τον απόστολο.

Αμάρτημα εξομολογημένο και μισημένο σβήνεται από το βιβλίο της δικαιοσύνης του Θεού. Έτσι, δεν θα καταλογιστεί στην τελική Κρίση. Αυτό έχοντας στο νου μας, ας φρονηματίζουμε πάντα τη ψυχή μας με την ελπίδα της σωτηρίας, διατηρώντας όμως αμείωτο μέσα μας το αίσθημα της αμαρτωλότητος. Ο Χριστός, με τη σταυρική του θυσία, έσκισε το χρεόγραφο όλων των ανομιών μας. Από μας ζητάει ζωντανή πίστη, ειλικρινή Εξομολόγηση, αγώνα εναντίον της αμαρτίας και μίσος για το κακό.

Εάν οι ορθόδοξοι χριστιανοί ηκολούθουν επισκόπους φρονούντας τα των ετεροδόξων, που τότε Ορθοδοξία;

Εάν όμως αυτήν την γνώμην ( του Αγίου Ιγνατίου) ηκολούθουν πάντες οι χριστιανοί κατά γράμμα, να ακολουθούν δηλαδή τους επισκόπους εις πάντα, αλλοίμονον τότε, ούτε Ορθοδοξία, ούτε Εκκλησία, ούτε Ορθόδοξος χριστιανός θα υπήρχε σήμερον. Εάν οι ορθόδοξοι χριστιανοί ηκολούθουν τους πατριάρχας και επισκόπους, Απολιναρίους, Μακεδονίους, Ευτυχέας, Διοσκόρους, Σαββελιο-Σεβήρους, Ευσεβίους, Αθηναγόρους, Βαρθολομαίους και μυρίους άλλους, και εδέχοντο και ησπάζοντο τα φρονήματά των, που τότε Ορθοδοξία; Που χριστιανός ευσεβής και ορθόδοξος; Και τι λέγω ανθρώπους πατριάρχας και μητροπολίτας, και δεν λέγω Συνόδους; Διότι 348 τον αριθμόν συνήλθον εν έτει 754 εν Κωνσταντινουπόλει, Πατριάρχαι, Μητροπολίται, Επίσκοποι κ.λ.π. Ο αριθμός 348 είναι πολύ σεβαστός. Εν τούτοις τον τότε πατριάρχην Κωνσταντίνον και τον βασιλέα Κοπρώνυμον και τους 348 Μητροπολίτας, πολλοί μοναχοί, κληρικοί και λαϊκοί δεν τους ήκουσαν, απεσχίσθησαν απ’ αυτών, τους ήλεγχον και τους απεκάλουν κακοδόξους και εικονομάχους. Άρα γε οι τοιούτοι είναι σχισματικοί, αιρετικοί, κακόδοξοι, κολασμένοι, αναθεματισμένοι, και μαζί με αυτούς και ημείς που προσκυνούμεν και σεβόμεθα, σχετικώς και κατά την παράδοσιν, τας αγίας εικόνας;

Τά στολίδια τῶν γυναικῶν -- Από τόν βίο τοῦ Ὁσίου Πέτρου:

Κάποτε ὁ Ὅσιος μέ θαῦμα γιάτρεψε τήν ἄρρωστη μητέρα τοῦ Θεοδωρήτου Ἐπισκόπου Κύρου. Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἔγραψε καί τόν βίο τοῦ Ὁσίου Πέτρου καί μάλιστα προσθέτει τό ἑξῆς περιστατικό. Ὁ Ὅσιος, λέγει, δέν γιάτρεψε μόνο τό σῶμα τῆς μητέρας του, ἀλλά καί τήν ψυχή. Διότι ἡ μητέρα του στολιζόταν μέ διάφορα χρυσά καί μεταξωτά, περιδέραια κ.λπ. Ὁ Ὅσιος μέ ἕνα πολύ σοφό παράδειγμα, τήν ἔπεισε νά τά ἀπορρίψη ὅλα αὐτά λέγοντας τά ἑξῆς. Ὅπως κάποιος ἄριστος ζωγράφος, ὅταν κατασκευάση μέ μεγάλη τέχνη κάποια εἰκόνα, καί δῆ κάποιον ἄλλον ἄτεχνο ζωγράφο νά βάλη ἄλλα χρώματα σέ αὐτήν ὀργίζεται, ἔτσι καί ὁ Πλάστης καί ζωγράφος Θεός ὀργίζεται, ὅταν οἱ γυναῖκες (τώρα τελευταῖα καί οἱ ἄνδρες) βάζουν φτιασίδια καί στολίζουν τό σῶμα τους μέ τά μάταια καί σιχαμερά στολίδια. Διότι κατά αὐτόν τόν τρόπο κατηγοροῦν τόν Θεό ὅτι εἶναι ἀμαθής καί ἄτεχνος καί δέν γνώριζε νά τίς δημιουργήση ὄμορφες καί ὡραῖες. Καί δέν σκέπτονται ὅτι ὁ Θεός κάνει ὅλα ὅσα θέλει, γνωρίζοντας ὅμως τό συμφέρον, δέν δίνει σέ ὅλους καί σέ ὅλες αὐτό πού θά ἀποβῆ βλαβερό στίς ψυχές τους, καθώς τέτοιο εἶναι καί τό σωματικό κάλλος.