Ο π. Θεόδωρος Ζήσης γράφει:

Αφού οι Επίσκοποι μνημονεύουν τόν Πατριάρχη καί επομένως υπόκεινται καί αυτοί στόν κανόνα: “ο κοινωνών ακοινωνήτω, ακοινώνητος έσται”· καί εγώ μνημονεύω τόν Επίσκοπό μου, ο οποίος μνημονεύει τόν Πατριάρχη, ο οποίος κοινωνεί μέ τόν Πάπα· καί εσείς οι λαϊκοί έρχεστε από μένα, ο οποίος μνημονεύω τόν Επίσκοπο καί κοινωνάτε καί μέ αποδέχεστε. Επομένως, μία σειρά –αυτή η σειρά τού παραπτώματος πού αρχίζει από τόν Πατριάρχη, αρχίζει σιγά-σιγά σάν συγκοινωνούν δοχείον, νά φθάνει σάν ευθύνη μέχρις εμάς!                                       

Αλλά ποιός από τόν κόσμο τά ξέρει αυτά; Οι περισσότεροι από τούς λαϊκούς, θά πούν: “Μά, αφού τό κάνει ο Πατριάρχης, αφού τό κάνει ο Πάπας, τί φταίω εγώ;”. Φταίς κι εσύ!  Δέν δικαιολογείται η  άγνοια...              Είμαστε όλοι υπεύθυνοι. Δέν είναι μόνον υπεύθυνος ο Πατριάρχης. Δέν είναι μόνον υπεύθυνος ο Επίσκοπος ο οποίος σιωπά καί η οποία σιωπή είναι τρίτο είδος αθεϊας. Είμαστε υπεύθυνοι καί εμείς οι Πρεσβύτεροι καί μαζί μέ εμάς, είστε καί σείς οι λαϊκοί, πού έρχεστε μαζί μέ μάς καί δέν μάς λέτε:  “Φεύγουμε εμείς”.

Άλλοτε πάλι βλέπω άδικους και αμαρτωλούς να είναι σε μεγάλο πλούτο και ανάπαυση....

Ένας γέροντας άγιος και ασκητής παρεκάλεσε μία φορά τον Κύριο να του διδάξη ποιά είναι η κρίση του. Διότι, είπε, βλέπω άλλοτε μεν ανθρώπους δικαίους και ευλαβείς να βρίσκωνται σε μεγάλη φτώχεια και δυστυχία. Άλλοτε πάλι βλέπω άδικους και αμαρτωλούς να είναι σε μεγάλο πλούτο και ανάπαυση. Άλλοτε πάλι πολλοί δίκαιοι και ευλαβείς να αδικούνται και να βασανίζωνται άδικα, πολλοί δε άδικοι και άξιοι θανάτου αμαρτωλοί και παράνομοι να ζουν και να πλουτίζουν. Τότε άκουσε φωνή που του έλεγε:

Είπε ο αββάς Ησαϊας:

“Εάν σου έρθει λογισμός να κατακρίνεις τον πλησίον για κάποιο αμάρτημά του, πρώτα να σκεφθείς ότι εσύ είσαι περισσότερο αμαρτωλός απ΄ αυτόν και εκείνα που νομίζεις ότι σωστά τα κάνεις, μην πιστέψεις ότι ήσαν αρεστά στον Θεό. Και έτσι δεν θα τολμήσεις να καταδικάσεις τον πλησίον”.