Πρὸς Τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γρεβενῶν κ. Δαβίδ Ἐντιμοτάτη Μητρόπολις Γρεβενῶν Γρεβενά

Σεβασμιώτατε,

 

Μετά βαθυτάτου σεβασμο προστρέχουμε ταπεινς στν πνευματικ Σας πατρικ καρδία, ς πιστ μέλη τς ρθοδόξου κκλησίας, διατυπώνοντες ντονον νησυχίαν κα πόνον ψυχς δι τν πικρατοσαν κκλησιαστικν κατάστασιν.

 

Σεβασμιώτατε, ς γνωστν κα μολογημένον, ποστολικ κα πατερικ παράδοσις τς κκλησίας μς καλεί ν διακόπτωμεν κοινωνίαν μ τος πισκόπους κενους, ο φανερς διδάσκουν κα στηρίζουν αρετικ φρονήματα. Μετ λύπης διαπιστομε τι Παναγιώτατος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, καθς κα ερ Σύνοδος τς κκλησίας τς λλάδος, χουν ποδεχθε κα ποστηρίξει τ ψηφίσματα τς λεγομένης «γίας κα Μεγάλης Συνόδου» τς Κρήτης (2016), ποία παρεκκλίνει σαφς π τν ρθόδοξον μολογίαν.

 

τι δε, μετ δύνης παρακολουθομε τν κκλησιαστικν κοινωνίαν μ τν σχισματικν κα χειροτόνητον κ. πιφάνιον Ντουμένκο, ποος οτε κανονικς χειροτονήθη, οτε χει κκλησιολογικν νομιμότητα, ς σαφς κφράσθηκε κα π λλων ρθοδόξων Πατριαρχείων.

 

Δι᾿ ατος τος λόγους, κα π τ βάρος τς εθύνης πέναντι ες τ Σμα το Χριστο, Σς παρακαλομε θερμς ν ξετάσετε, ν φόβ Θεο, τν διακοπ τς μνημονεύσεως το Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως κα τς ερς Συνόδου τς κκλησίας τς λλάδος, μέχρι τς μετανοίας κα διορθώσεως τς κκλησιαστικς πορείας των.

 

ναγκαία ατη πράξις, συμφώνως με τν γίαν Παράδοσιν κα τς εροκανονικς διατάξεις, δν συνιστ σχίσμα, λλ φύλαξιν τς ρθοδόξου Πίστεως κα προστασίαν τν πλν κα κατηχήτων πιστν π τν πλάνην το συγκρητιστικο Οκουμενισμο. Διότι, πς δύναται ν συνεχίζεται μνημόνευσις προσώπων πο «οκ ρθοτομοσι τν λόγον τς ληθείας»; 

 

Σεβασμιώτατε, ρθοδοξία διέρχεται κρίσιμον σταυροδρόμιον. χομεν νάγκην φωτεινν ποιμένων, μολογητν τς Πίστεως, οτινες θ διακρίνωνται δι τ θάρρος κα τν λήθειαν ν γάπ. π’ ατ, προσευχόμεθα Κύριος ν φωτίζει τν ερν Σας Σεβασμιότητα ν λάβη πόφασιν σύμφωνον πρς τ φρόνημα τν γίων Πατέρων.

 

Μετ βαθυτάτου σεβασμο κα υικς γάπης.

 

Χριστιανοί Ορθόδοξοι 

Διερωτάται τις, ποίον Θεόν δοξολογούν;

Ο διαθρησκειακός συγκρητισμός σχετικοποιεί την ευαγγελικήν αλήθειαν. Προχωρεί ακόμη ούτος και εις το λατρευτικόν επίπεδον. Ορθόδοξοι Ιεράρχαι η και Πρωθιεράρχαι συμμετέχουν εις πανθρησκειακάς εκδηλώσεις ως της Ασσίζης ή εις κοινάς συμπροσευχάς και δοξολογίας μεθ’ ετεροδόξων και ετεροθρήσκων, και δη Ιουδαίων και Μουσουλμάνων. Διερωτάται τις, ποίον Θεόν δοξολογούν;...

Οι Άγιοι Απόστολοι εκήρυττον εις τας Συναγωγάς, αλλά Ιησούν Χριστόν και τούτον Εσταυρωμένον, διό και ηκολούθουν διωγμοί, φυλακίσεις, βασανιστήρια και θάνατοι....

Είπε ο αββάς Ησαϊας:

“Εάν σου έρθει λογισμός να κατακρίνεις τον πλησίον για κάποιο αμάρτημά του, πρώτα να σκεφθείς ότι εσύ είσαι περισσότερο αμαρτωλός απ΄ αυτόν και εκείνα που νομίζεις ότι σωστά τα κάνεις, μην πιστέψεις ότι ήσαν αρεστά στον Θεό. Και έτσι δεν θα τολμήσεις να καταδικάσεις τον πλησίον”.

π. Θεόδωρος Ζήσης:

Ἐνδεικτικὰ ἀναφερθήκαμε στοὺς δύο αὐτοὺς μεγάλους ἀγωνιστὰς καὶ ὑποστηρικτὰς τῆς καλῆς ἑνώσεως καὶ τῆς καλῆς εἰρήνης (Ἰωσὴφ Βρυέννιο καὶ Γεννάδιο Σχολάριο), ποὺ ἐκφράζουν διαχρονικὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ὁποία ἀπὸ τὸν περασμένο αἰώνα προωθεῖ τὴν κακὴ ἕνωση μὲ σοφιστικὰ ἐπιχειρήματαὅπως γράφει  Γεννάδιος Σχολάριοςκαὶ ἀποκαλεῖ τὸν πάπα ὄχι ἁπλῶς «ἅγιο», πρᾶγμα ποὺ κατακρίνει  Ἰωσὴφ Βρυέννιοςἀλλὰ ἁγιώτατο καὶ σεβασμιώτατο καὶ ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ κανονικὸ ἐπίσκοπο Ρώμηςθυμιάζουσα αὐτὸν ὡς «εὐλογημένον ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου» καὶ μνημονεύουσα τὸ ὄνομά του σὲ ὀρθόδοξη ἀκολουθία καὶ πλεῖστα ἄλλαὍταν  «Ὀρθόδοξος Τύπος» ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο Ἀθηναγόρας ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλει τὴν κακὴ ἕνωση εἶχε ἀντιμέτωπη στὸ σύνολό της σχεδὸν τὴν Ἐκκλησία τῆς ῾Ελλάδος καὶ ἰσχυρὲς θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις τωρινὸς Πατριάρχης τὴν ἔχει σύμμαχοκαὶ οἱ θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἐξασθενοῦνἀκόμη καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος.

Του μακαριστού γέροντα Χρυσοστόμου Σπύρου

…Ποία υπήρξεν η στάσις των Ορθοδόξων έναντι της παναιρέσεως του Οικουμενισμού; Ενταύθα η έκπληξις ανακόπτει τον λόγον και η λύπη επιβραδύνει την σκέψιν. Τα γενόμενα είναι άξια θρήνου μάλλον ή διηγήσεως. Τα γνωρίζετε κάλλιον παντός άλλου! Είναι αναντίρρητον ότι, και μία μόνον απλή σύγκρισις της συγχρόνου εκκλησιαστικής καταστάσεως και της του παρελθόντος τοιαύτης, δημιουργεί βαρυτάτην κατάθλιψιν εις τον αληθή εραστήν της Ορθοδοξίας. Το πάλαι, δια την παράβασιν ενός και μόνον ιερού κανόνος, έστω απλής ηθικής τάξεως και ευταξίας, εξεγείρετο πλήθος κληρικών και λαϊκών, αγωνιζομένων άχρι δεσμών και φυλακής, εξοριών και αυτού του θανάτου, μη υποστελλόντων όμως ουδέ μέχρι κεραίας την ευθαρσή ομολογίαν των! Απηύθυνον το του Προδρόμου «ουκ έξεστί σοι» εις βασιλείς και Πατριάρχας, ουδέν προτιμώντες της του Χριστού Εκκλησίας και της ευνόμου Αυτής λειτουργίας! Σήμερον, εξ αντιθέτου, ενώ πορθείται σύνολος η των Πατέρων διδασκαλία και τα περί την πίστιν ναυάγια πυκνά, «σιγά των ευσεβούντων τα στόματα» (Μ. Βασιλείου επιστ. 92), η των ποιμένων παρρησία, πλην ελαχιστοτάτων εξαιρέσεων, ουδέ ίχνη διασώζει αγωνιστικής διαθέσεως των αρχαίων πατέρων, τα των αιρέσεων κύματα όντως δεινά και πολλά και «βράχος» ουδείς…

Ο Μητροπολίτης Τυχικός αποπέμφθηκε από την Πάφο από υποστηρικτές αιρετικών δογμάτων (Από τον εκλεκτό αδελφό μας Δρ. Δημήτριο Χατζηνικολάου)






Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)

 Τι είναι εκείνο το οποίον ο Θεάνθρωπος δίδει εις τον άνθρωπον και το οποίον κανείς άλλος δεν ημπορεί να του δώση; Είναι η νίκη κατά του θανάτου, της αμαρτίας και του διαβόλου, η Αιωνία Ζωή, η Αιωνία Αλήθεια, η Αιωνία Δικαιοσύνη, το Αιώνιον Αγαθόν, η Αιωνία Αγάπη, η Αιωνία Χαρά:  όλον το πλήρωμα της Θεότητος και των θείων τελειοτήτων. Ή όπως ο Απόστολος λέγει: ο Θεάνθρωπος δίδει εις τους ανθρώπους «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, όσα ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν» (1 Κορ. 2, 9).  Πράγματι, μόνον Αυτός, ο θαυμαστός Θεάνθρωπος είναι το «εν ου έστι χρεία» (πρβλ. Λουκ. 10, 42) δια τον άνθρωπον, εις όλους τους κόσμους του και εις κάθε ζωήν του. Δια τούτο μόνον ο Θεάνθρωπος δικαιούται να ζητή από τους ανθρώπους εκείνο το οποίον κανείς άλλος δεν ετόλμησε να ζητήση. Δηλαδή, να Τον αγαπά κάθε άνθρωπος περισσότερον από τους γονείς, από τους αδελφούς, τας αδελφάς, τα τέκνα, τους φίλους, την γην, τους αγγέλους, από οποιονδήποτε και ο,τιδήποτε εις όλους τους ορατούς και αοράτους κόσμους (Ματθ. 10, 37-39. Λουκ. 14, 26. Ρωμ. 8, 31-39).

Διαχρονικαὶ θέσεις

Ο Παπισμὸς δεν απεκήρυξε τας κακοδοξίας και τας αιρέσεις του. Ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος πραγματοποιεί  την ψευδοένωσιν κάμνων απαραδέκτους υποχωρήσεις και συμβιβασμοὺς μετὰ των Παπικών. Οφείλει όμως να γνωρίζῃ ότι πάσα Ένωσις, αγνοούσα την δογματικὴν ένωσιν εν τη Ορθοδόξω πίστει,  καταδικάζεται ως ανίερον πραξικόπημα υπὸ της Πανορθοδόξου Εκκλησιαστικής Συνειδήσεως, οι δε Επίσκοποι, οι οποίοι  αποτολμούν πραξικοπηματικὴν ένωσιν,  εκπίπτουν αυτομάτως της Ορθοδόξου Πίστεως και  ευρίσκονται εις την παράταξιν των Εξωμοτών, φέροντες ως άλλοι Βησσαρίωνες, το αιώνιον στίγμα του προδότου της Ορθοδοξίας.

Περιφρονήσατε τον θρησκευτικό Οικουμενισμό.

Τα κηρύγματα των ποικίλων παγκοσμιοποιήσεων, περιφρονήσατέ τα. Προπαντός δε στον θρησκευτικό τομέα, τον Οικουμενισμό. Κλείστε τ’ αυτιά σας και σφίξετε την ορθόδοξη πίστη μέσα στην καρδιά σας.

Ανάπαυση μέσα στο μόχθο …! -- του αειμνήστου Ιωάννου Κορναράκη, Καθηγητού Παν. Αθηνών

Η βασική επιδίωξη των τεχνολογικών κατακτήσεων εντοπίζεται εύστοχα στην εξασφάλιση κάθε φορά και τελειότερων ανέσεων μέσα στην περιοχή του ανθρωπίνου βίου. Η τεχνολογική πρόοδος δηλαδή υπηρετεί δουλικά και ασταμάτητα μια βασική αδυναμία της ανθρωπίνης προσωπικότητος, την ακατάσχετη τάση για άνεση, για ανάπαυση!

Φαίνεται ότι η νοσταλγία του Παραδείσου, την οποία και ο Μπερδιάγιεφ υπογραμμίζει, συμπυκνώνεται σήμερα (στην κοσμική της διαστροφή) σε μια ψυχική ροπή προς την αμεριμνησία, τη νωχέλεια, την ανάπαυση του σώματος και του νου. Ο τεχνολογικός αιώνας μας, όπως διαμορφώνει τη ζωή μας, εντείνει συνεχώς την ψυχική δίψα για άνεση, για ανάπαυση. Ήδη ο αιώνας αυτός κατόρθωσε να περιορίσει πολλές αναγκαίες εργασίες του ανθρώπου στην απλή πίεση ενός διακόπτη ή ενός ηλεκτρικού πλήκτρου. Έτσι ο σύγχρονος τεχνολογικός άνθρωπος εμπιστεύεται τις προσδοκίες και τις κρυφές αγωνίες του, για ανάπαυση και άνεση, σε μερικά θαυματουργικά κουμπιά. Θέλει να κινεί μόνο το δακτυλάκι του σε κάθε βασικό ή δευτερεύον έργο της ζωής και … τίποτε περισσότερο!! Ο σωματικός κόπος και μόχθος του φαίνεται σαν μια αδικαιολόγητη αδικία της φύσεως, σαν μια προσβολή της «αριστοκρατικής» του υποστάσεως. Θέλει, όσο μπορεί, να … κάθεται! Να αναπαύεται και να τρυγά τις ευχάριστες μόνο εμπειρίες της ζωής! Η τεχνολογική πρόοδος τον έχει κακομάθει αθεράπευτα..                                                 

Η αναζήτηση της ανέσεως και της αναπαύσεως από τον σύγχρονο άνθρωπο, με μια συνεχώς αυξανομένη μανία, είναι ένα σύμπτωμα αρκετά ανησυχητικό. Γιατί δείχνει πως ο άνθρωπος αυτός είναι κουρασμένος, πολύ βαθειά κουρασμένος!
Η κόπωση του αυτή ίσως να προέρχεται βασικά από το γεγονός, ότι ψυχολογικά έχει παραιτηθεί ο άνθρωπος αυτός από τον αγώνα της ζωής. Ή τουλάχιστον από το γεγονός, ότι αγωνίζεται με αγχώδη τρόπο να παραιτηθεί από τον αγώνα της ζωής. Η δυνατότητα των θαυμαστών ανέσεων, που ο ίδιος θα μπορούσε να απολαύσει ή που οι άλλοι απολαμβάνουν, τον παροτρύνει ασυνείδητα σε μια ξέφρενη αναζήτηση της αναπαύσεως και μάλιστα της σωματικής. Αλήθεια, αγωνίζεται να … μην αγωνίζεται!
Αλλά βέβαια η ψυχολογική θέση που παίρνει ο σύγχρονος άνθρωπος μπροστά στο μόχθο της ζωής είναι θέση φυγής. Η τεχνολογία με τις «μαγικές» της υποσχέσεις για ανάπαυση και… ραθυμία δεν είναι το πρωταρχικό αίτιο αυτής της καταστάσεως, αλλά ένας παράγων που εντείνει μια πολύ βαθειά σύγκρουση μέσα στην ψυχή αυτού του ανθρώπου: τη σύγκρουσή του με τον ίδιο τον εαυτό του. Η δίψα για άνεση που εντείνει η τεχνολογική πρόοδος ευρίσκει κατάλληλο έδαφος στη βασική ψυχική σύγκρουση του ανθρώπου. Γιατί, αλήθεια, εκείνος που δεν αγωνίζεται συνειδητά να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του με τη δύναμη ενός αυθεντικού ιδανικού της ζωής, διασπαθίζει τον εαυτό του στις απεγνωσμένες προσπάθειες για εσωτερική και εξωτερική ανάπαυση. Ξοδεύεται ψυχολογικά και πνευματικά σε μια αγχώδη προσπάθεια που επιδιώκει να κατακτήσει το τέλος, χωρίς να έχει βιώσει την αρχή. Φθείρεται σε μια επιδίωξη υπαρξιακής κερδοσκοπίας και φιλαργυρίας, χωρίς να έχει καταθέσει κανένα «κεφάλαιο» αυθεντικού μόχθου στο ταμείο της ζωής. Καταντά λοιπόν ένας αξιοθρήνητος Δον Κιχώτης που εμπαίζει τον ανόητο υπηρέτη του! Αγωνίζεται θεατρινίστικα κερδίζοντας τελικά την πικρή εμπειρία της ψευδαισθήσεως. Ο αγώνας του είναι πράγματι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να παραιτηθεί από τη ζωή, γι’ αυτό διψά την ανάπαυση, κυνηγά την άνεση!
Η θέση του ασκητού της ερήμου είναι κι’ εδώ διαμετρικά αντίθετη. Θα έλεγε κανείς «παράλογη», αφού επιδιώκει τον ψυχικό και σωματικό μόχθο για να βιώσει την ανάπαυση.
Και πρώτα-πρώτα η ασκητική σκέψη θεωρεί την περιφρόνηση της αναπαύσεως σαν βασική αρετή. «Προ δε πασών των αρετών, η της αναπαύσεως καταφρόνησις». Η περιφρόνηση αυτή εξασφαλίζει στο ασκητικό πνεύμα την ελευθερία του βιώματος. Γιατί όποιος έχει πάρει μια αρνητική θέση έναντι της αναπαύσεως και της «τρυφής», μοιάζει μ’ ένα πανέτοιμο σε κάθε στιγμή πολεμιστή. Ο σωματικός αλλά και ψυχικός μόχθος είναι λοιπόν ένα αφυπνιστικό βιωματικό στοιχείο, όταν εντάσσεται μέσα στην προσπάθεια της πνευματικής ζωής του ανθρώπου. «Η γαρ ελπίς της ζωής ταύτης χαυνοί την διάνοιαν». Εκείνος που στηρίζει τις φιλοδοξίες του στις ανέσεις και τις αναπαύσεις αυτής της ζωής αποχαυνώνεται παραλυτικά. «Η ανάπαυσις και η αργία, απώλεια ψυχής εστί και πλείω των δαιμόνων δύνανται βλάψαι αύται». Μόνον δε «οι άφρονες προτιμώσι την μικράν ανάπαυσιν την εγγύς, υπέρ την απέχουσαν βασιλείαν, αγνοούντες, ότι κρείσσον υπομείναι κολάσεις εν τω αγώνι, υπέρ το αναπαυθήναι εν τη στρωμνή της επιγείου βασιλείας εν κατακρίσει ραθυμίας». Η ακατάσχετη τάση για ανάπαυση ψυχική και σωματική συσκοτίζει τον νου και διαταράσσει και εδώ την ικανότητα της αξιολογικής επιλογής. Ο άνθρωπος που αγωνίζεται να…αναπαύεται επιλέγει στόχους που είναι κατώτεροι των αυθεντικών πνευματικών επιδιώξεων. Και τούτο ασφαλώς ισοδυναμεί με αφροσύνη. Για τούτο· «όταν θέλησης προσεγγίσαι τω Θεώ τη καρδία σου, πρώτον εν τοις σωματικοίς κόποις δείξον αυτώ τον πόθον σου… Λόγισαι δε την αργίαν, αρχήν της σκοτώσεως της ψυχής» .
Από την άλλη μεριά δεν πρέπει να νομίσει κανείς, ότι οι σωματικοί κόποι ή γενικά ή οποιαδήποτε ταλαιπωρία της ψυχής, σαν ένα απλό βιωματικό γεγονός, είναι δυνατόν να ισοδυναμεί με πνευματική αφύπνιση και προκοπή. Οι ταλαιπωρίες αυτής της ζωής, για να είναι πνευματικά στοιχεία της ζωής της προσωπικότητας, πρέπει να εντάσσονται φυσιολογικά στην πνευματική προσπάθεια του ανθρωπου. «Οι σωματικοί κόποι άνευ της του νου καθαρότητος, ως άτεκνος μήτρα και μαστοί κατάξηροι . . . Και το μεν σώμα κατάκοπον ποιούσιν, εκριζούν δε τα πάθη εκ του νοός, ου φροντίζουσι. Διά τούτο θεριούσιν ουδέν . . ». Δεν φθάνει απλώς να βασανίζεσαι στη ζωή αυτή. Πρέπει ο μόχθος και το «μαρτύριο» αυτού του βασανισμού να αποτελεί φυσιολογική πορεία και εξέλιξη της πνευματικότητος της προσωπικότητος για να είναι ένα αυθεντικό μαρτύριο.
Εξάλλου ούτε μπορεί κανείς να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Δηλαδή να ζει ενάρετα αλλά χωρίς ταλαιπωρία. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με ακροβατισμό επάνω στο κενό, χωρίς το συρμάτινο σχοινί. «Ο θέλων εν τω κόσμω τούτω είναι αμέριμνος και τούτο επιθυμών, και τη αρετή διατρίβειν επιποθών, ούτος κενός έστιν εκ ταύτης της οδού». Ο πνευματικός άνθρωπος που θα υπέθαλπε μέσα του ασυνείδητα τη δίψα για ανάπαυση, θα φιλοξενούσε «στοργικά» μια διαταραχή των λογισμών που θα ενόθευε επικίνδυνα την πνευματικότητά του. Λοιπόν «Μίσησον τον πλατυσμόν, ίνα διαφυλάξης τους διαλογισμούς σου ατάραχους … φρόντισον μόνης της ψυχής σου, ίνα σώσης αυτήν εκ του διασκορ¬πισμού της ενδοτάτης γαλήνης».
Ο πνευματικός λοιπόν αγωνιστής και κατ’ εξοχήν ο ασκητής της ερήμου πρέπει να συντηρεί μέσα του την ετοιμότητα της αποδοχής του μόχθου τού σωματικού και ψυχικού και πρέπει να περιφρονεί «ανακλαστικά» κάθε σκέψη ή διάθεση αναπαύσεως. Γιατί το λάδι που συντηρεί την καντήλα του ασκητικού του βιώματος είναι ακριβώς ο σωματικός και ψυχικός μόχθος. Έτσι «όταν εύρης ειρήνην εν τη οδώ σου αναλλοίωτον, τότε φοβήθητι. Διότι μακράν απέχεις εκ της ευθείας τρίβου της πατουμένης υπό των μοχθηρών ποδών των αγίων. Όσον γαρ διαβαίνεις εν τη οδώ της πόλεως της βασιλείας και τη του Θεού πόλει πλησιάζεις, τούτο έστω σοι το σημείον· η ισχύς των πειρασμών απαντά σοι, και όσον πλησιάζεις και προκόπτεις, τοσούτον οι πειρασμοί πληθύνονται κατά σου». Το καθαρό από κάθε αρνητικό στοιχείο ασκητικό μάτι βλέπει τους μόχθους και τις ταλαιπωρίες της ζωής αυτής τελείως διαφορετικά από τον «εγκόσμιο» άνθρωπο. Κάθε άνεση, κάθε «σιωπή» των πειρασμών, την εκτιμά σαν παγίδα του πονηρού, επειδή «ο διάβολος εξ αρχής εν επαγγελία και φρονήματι της αναπαύσεως θηρεύει ημάς». Γι’ αυτό «εάν ίδης σαυτόν, ότι ανεπαύθης εκ της οχλήσεως των παθών, μη πιστεύσης σεαυτώ· ενέδραν γαρ τίνα ενεδρεύει σοι ο εχθρός».
Ο φόβος μπροστά στη σιωπή των πειρασμών, την απουσία του σωματικού και ψυχικού μόχθου, πρέπει να απορρέει από το γεγονός, ότι· «μετά την ανά¬παυσιν» από τους πειρασμούς, ακολουθεί, χάρις ακριβώς στις μεθοδείες του διαβόλου, «πολλή όχλησις και ταραχή». Ενώ αντίθετα· «πάση διά Θεόν ταλαιπωρία, άνεσις ακολουθεί». Μάλιστα, κι’ αυτό ακριβώς είναι η καρδιά του ασκητικού παραλόγου που καθορίζει το περιεχόμενο της αυθεντικής αναπαύσεως, μέσα στη «ψύχα» του σωματικού και ψυχικού μόχθου, μέσα στη βασανιστική αγκαλιά των πειρασμών, βιώνεται η αναπαύουσα…ανάπαυση. «Ένδοθεν αυτών απόκειται η θεία ανάπαυσις». Το γεγονός αυτό δείχνει ότι ο πνευματικός αγωνιστής, όταν βιώνει μια δοκιμασία ή μια ταλαιπωρία της ψυχής, ένα πειρασμό, βιώνει συγχρόνως δυό αντιφατικές καταστάσεις· τον ψυχικό μόχθο και την ανάπαυση. Αυτός που έχει μυηθεί στο μυστήριο της ασκήσεως αναπαύεται πράγματι επάνω στο οδυνηρό καμίνι της δοκιμασίας. Περίεργο, κι’ ίσως παράλογο, αλλά αληθινό. Η δοκιμασία χαλκεύει και οικοδομεί την εσωτερική ενότητα της προσωπικότητος, η οποία αναπαύει και αναγεννά.
Έτσι πράγματι, όταν η προσωπικότης προσανατολίζεται αποκλειστικά και ολόψυχα στη «τιμία» βίωση της δοκιμασίας, τότε η βαθμιαίως συγκροτούμενη εσωτερική ενότης μεταβάλλει τον πειρασμό σε μια ουράνια αναπαυστική στρωμνή.
Κάποτε ένας ασκητής είπε στον άγιο Ισαάκ την ιστορία αυτή.
Επειδή στα πρώτα βήματα της μοναχικής μου ζωής, «ήμην εν λύπη εκ των πειρασμών», επισκέφθηκα ένα τίμιο γέροντα για να εξομολογηθώ τη βαθειά μου θλίψη για την ψυχική μου ταλαιπωρία. Ο γέροντας ήταν άρρωστος στο κρεββάτι και αφού τον ασπάσθηκα εκάθισα πλησίον του και του είπα με πολλή πίκρα. Προσευχήσου, Πάτερ μου, για μένα. Οι πειρασμοί με ταλαιπωρούν αφάνταστα και με γεμίζουν με πολλή λύπη. Ο γέροντας, αφού άνοιξε τα μάτια του, μου είπε·«συ νεώτερος ει, και ουκ αφίησιν ο Θεός επί σε πειρασμούς». Αλλά εγώ του απήντησα· αν και είμαι πολύ νέος, δοκιμάζομαι με πειρασμούς, «ισχυρών ανδρών». Τότε λοιπόν, είπε ο γέροντας, ο Θεός θέλει να σε κάνει σοφό με τους μεγάλους πειρασμούς. Και πάλιν όμως απήντησα· πώς θα με κάνει σοφό ο Θεός αφού εγώ «καθ’ ημέραν γεύομαι του θανάτου;». Κι’ ο γέροντας προσέθεσε· «ο Θεός αγαπά σε, σιώπα. Μέλλει ο Θεός δούναι σοι την χάριν αυτού». Κι’ επειδή δεν είχα πια τι να απαντήσω στις πραγματικά αποστομωτικές απαντήσεις του σοφού αναχωρητού, ο γέροντας μου διηγήθηκε την πορεία των δικών του πειρασμών για να παρηγορηθώ και να ησυχάσω.
Πρέπει να γνωρίζεις, παιδί μου, είπε, ότι έμενα με επολέμησαν οι δαίμονες τριάντα ολόκληρα χρόνια. Τα είκοσι χρόνια από αυτά, και πιο πολλά ίσως, τα έζησα χωρίς καμμιά βοήθεια. Μόλις άρχισα να διανύω το εικοστό πέμπτο άρχισα να αισθάνομαι πως αναπαύομαι κάπως μέσα στους πειρασμούς μου. Όταν δε έφθανε στο τέλος του το τριακοστό έτος των πειρασμών μου, τόσο πολύ «εκραταιώθη η ανάπαυσις, ως μηδέ το μέτρον αυτής εις όσον προέβη γινώσκειν με». Και τώρα, προσέθεσε ο γέροντας, όταν σηκώνομαι να κάνω την προσευχή μου και τρεις ήμερες συνεχώς αν σταθώ όρθιος, «εις εκπληξιν μετά του Θεού γίνομαι και του κόπου ουδόλως αισθάνομαι». Και συνόψισε τη συγκλονιστική περιπέτεια των πειρασμών του μ’ αυτά τα λόγια. «Ιδού το έργον του πολλού καιρού ποίαν ανάπαυσιν απλήρωτον απεγέννησεν».
Ο σύγχρονος άνθρωπος θα έπρεπε να θεωρεί ευτυχισμένο τον εαυτό του, αν θα μπορούσε να βιώσει τη «δυστυχία» μιας δοκιμασίας εξαντλητικής, σαν μια ψυχαγωγία και ανάπαυση. Αλλά η τεχνολογική πρόοδος τον έχει κακομάθει, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο ίδιος μπορεί να αντιληφθεί. Έτσι το ασκητικό μήνυμα για ένα στοργικό εναγκαλισμό του σωματικού και ψυχικού μόχθου φαίνεται σ’ αυτόν σαν ένας νοσηρός ψίθυρος. Σαν μια αφροσύνη χωρίς όρια.

Κι’ όμως, το ασκητικό πνεύμα μακαρίζει αυτούς που συμφιλιώνονται με την ταλαιπωρία της ψυχής και του σώματος χάριν της πνευματικής τους προκοπής. Γιατί αυτοί θα αναπαυθούν στα σκηνώματα της «αιωνίου ζωής». «Μακάριοι οι περιζωσάμενοι τας οσφύας αυτών προς την θλίψεων θάλασσαν εν απλότητι και ανεξετάστω τρόπω, χάριν της προς Θεόν αγάπης, και μη δόντες νώτα. Ούτοι ταχέως προς λιμένα της βασιλείας διασώζονται και αναπαύονται εν σκηνώμασι των καλώς κοπιασάντων και ψυχαγωγούνται εκ της ταλαιπωρίας αυτών, και αγάλλονται εν τη ευφροσύνη της ελπίδος αυτών».

Oι αθεολόγητοι ορθόδοξοι Επίσκοποι, Πατριάρχες, μοναχοί, θεολόγοι και λαϊκοί

Πότε θα αντιληφθούν όλοι αυτοί οι αθεολόγητοι ορθόδοξοι Επίσκοποι, Πατριάρχες, μοναχοί, θεολόγοι και λαϊκοί ότι ούτε Εκκλησίες είναι οι παπικοί, οι αγγλικανοί, οι μονοφυσίτες, οι προτεστάντες και όλοι οι αιρετικοί, ούτε στον ίδιο Θεό πιστεύουν;

Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός

Είναι τραγικό! Δεν επιχαίρω, ούτε θριαμβολογώ. Η επιθυμία όλων μας πρέπει να είναι να συναντηθούμε στην ενότητα των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων όλων των αιώνων. Διαφορετικά κάθε ένωση θα είναι ψευδένωσις και όχι μόνον αυτό, αλλά θα καταστρέφει και θα διαστρέφει κάθε προσπάθεια, ειλικρινή προσπάθεια, που θέλει να οδηγηθεί στο θέμα της σωτηρίας. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ελέγχει την σημερινή κατάσταση της Ορθοδοξίας. Υπάρχει σύγχυση. Σχετικοποίηση της πίστεως, πολιτικοί συμβιβασμοί. Οι διάλογοι οι εκκλησιαστικοί είναι απομίμηση των πολιτικών συζητήσεων. Έτσι, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς -γι’ αυτό δεν γίνεται ευχάριστα δεκτός- εμπνέει διάθεση ομολογίας και μαρτυρίου ακόμη, αν ο Θεός το επιτρέψει, στην εποχή μας. Βοηθεί, επίσης, στη συνέχεια της Ορθοδοξίας, της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Η επανέκφραση της Πίστεως με τα μέσα κάθε εποχής δεν έχει τίποτε το κοινό με την αναζητούμενη από δικούς μας θεολόγους Οικουμενιστές «επανερμηνεία» της πίστεως. Δεν είναι θέμα επανερμηνείας, πώς θα κατανοήσουμε λ.χ. το παπικό πρωτείο. Συγγνώμη για την φράση, και ο σκύλος χορτάτος και η πίτα αφάγωτη! Μα είναι αυτά σοβαρά πράγματα, όταν παίζουμε «εν ου παικτοίς»; Όταν παίζουμε με τη σωτηρία; Όταν παίζουμε με την αιωνιότητα; Διαγράφουμε όλους τους Αγίους εν ονόματι των Αγίων. Διότι το πνεύμα, το οποίον κυριαρχεί, είναι να εκθειάζουμε τους Αγίους. Κι όπως, μακαρίτης τώρα, Αρχιεπίσκοπος έλεγε: Δεχόμεθα τον Μάρκο τον Ευγενικό και τον τιμάμε. Εκείνος έτσι έπρεπε να μιλήσει στην εποχή του, εμείς μιλούμε με τον δικό μας τρόπο στην δική μας εποχή. Κάτι παρόμοιο ελέχθη. Ο Χριστός όμως είναι πάντα ο αυτός «παρατεινόμενος εις τους αιώνες». Και η πίστη που σώζει είναι μία συνταγή, ένα φάρμακο που δεν αλλοιώνεται, δεν δέχεται αλλαγές. Είναι μία και ενιαία η πίστις. Η αποδοχή του Λόγου του Θεού από την εμπειρία των Αγίων, για να γίνει και δική μας εμπειρία.