Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς: Το νέο του βιβλίο για τον 15ον Κανόνα.

Ες μίαν μόνο περίπτωσι δικάζονται καί καταδικάζονται στραπιαα καί χωρίς τίς παιτούμενες πό τούς ερούς Κανόνες διαδικασίες ο πίσκοποι · ταν δηλαδή θελήσουν νά ποστατήσουν πό τό αρετικό σμα καί τήν αρετική νοοτροπία τν πολοίπων πισκόπων καί νά μετατεθον ες τήν ρθοδοξία (π.χ. προσφάτως καθαιρεθείς χωρίς καμμία νόμιμη διαδικασία πίσκοπος Ράσκας καί Πριζρένης το Κοσσυφοπεδίου τς Σερβίας, σεβ. ρτέμιος). Ατό μως τό γνωρίζουν σήμερα ο πίσκοποι καί δι’ ατό ο κινήσεις των, ο μολογίες των καί ν γένει διαγωγή
των εναι ναρμονισμένες μέ τήν λη αρετική πορεία τν συναδέλφων των καί δέν ποσκοπε ες τήν διάρρηξιν τν δεσμν μέ τήν αρεσι καί τούς αρετικούς, λλά ες την δημιουργία ντυπώσεων καί μάλιστα ρθοδοξοφανείας καί περασπίσεως δθεν τν πατρώων θεσμν.
λες ο περιπτώσεις σήμερα ποτειχίσεως καί διακοπς μνημονεύσεως διά θέματα πίστεως θεωρονται ς σχίσματα, χι μόνον πό τούς πισκόπους (ατό θά το φυσικό) λλά καί πό ντιοικουμενιστές κληρικούς καί θεολόγους, ν πως εδαμε καί στούς τρες ατούς ερούς Κανόνες τς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τό σχίσμα δέν δημιουργεται μέ τήν ποχώρησι πό τόν αρετικό πίσκοπο διά θέματα πίστεως, λλά διά λλα προσωπικά μαρτήματα, τά ποα ριστα παρουσίασε γ. Νικόδημος ρμηνεύοντας το νδιάμεσο τμμα το ΙΕ΄ ερο Κανόνος.
Τό δεύτερο τμμα λοιπόν το Κανόνος ατο ρχίζει πό τό «Ο γάρ δι’ αρεσίν τινα παρά τν γίων Συνόδων Πατέρων κατεγνωσμένη...» καί φθάνει ς τό τέλος το Κανόνος. Ατό τό τμμα εναι μία διασάφησις καί πεξήγησις χι μόνο ες τό πρτο τμμα το Κανόνος ατο, λλά και ες τούς δύο προηγουμένους, ο ποοι παρομοίως κατεδίκαζον σους διέκοπτον τήν μνημόνευσι πρό συνοδικς κρίσεως διά προσωπικά μαρτήματα το πισκόπου καί δι’ ατο το τρόπου δημιουργοσαν σχίσμα ες τήν κκλησία. Τό τι τό τμμα ατό το Κανόνος εναι διασάφησις καί διά τούς δύο προηγουμένους ερούς Κανόνες φαίνεται ναργέστατα πό τό νδιάμεσο τμμα τό ποον λέγει:
«Τατα μέν σφράγισταί τε και ρισται περί τν προφάσει τινν γκλημάτων τν οκείων φισταμένων προέδρων και σχίσμα ποιούντων καί τήν νωσιν τς κκλησίας διασπώντων». Δηλαδή ,τι νέφερε ΙΓ΄ Κανών διά τήν πόσχισι πό τούς πισκόπους, ΙΔ΄ διά τήν πόσχισι πό τους Μητροπολίτας καί ΙΕ΄ διά τήν πόσχισι πό τούς Πατριάρχας, τά συνοψίζει λα λέγοντας ες τό νδιάμεσο τμμα τήν κφρασι «κ τν οκείων φισταμένων προέδρων». ς κ τούτου πεξήγησις το δευτέρου καί σημαντικωτέρου τμήματος φορ καί ες τούς τρες ερούς Κανόνες. πίσης μέ τό δεύτερο ατό τμμα το ΙΕ΄ Κανόνος ο Πατέρες τς Συνόδου ατς θεωρον τι δωσαν κάθε δυνατή πεξήγησι διά τό πότε δημιουργεται σχίσμα ες την κκλησία καί πότε πιβάλλεται πόσχισις πρό συνοδικς κρίσεως πό τόν πίσκοπο καί, ς κ τούτου, πόμενος ΙΣΤ΄ ερός Κανόνας σχολεται μέ τελείως διαφορετικό θέμα, δηλαδή μέ τήν χειροτονία πισκόπου σέ παρχία κκλησιαστική, στήν ποία ζε πίσκοπος καί δέν χει
καταδικασθ τελεσίδικα παραιτηθ διος. ρα λοιπόν τό δεύτερο ατό τμμα το ΙΕ΄ Κανόνος εναι κατακλεδα καί πισφράγισις το λου θέματος καί ς κ τούτου χει μεγίστη σημασία ρθή κατανόησίς του καί βεβαίως περαιτέρω τοποθέτησις κάστου. Εναι παραίτητο νά ναφερθ δ τι ο Πατέρες τς Συνόδου, μέ τό δεύτερο τμμα το ΙΕ΄ ερο Κανόνος, ναφέρουν κάτι τελείως διαφορετικό πό ατά πού νέφεραν στούς δύο προηγουμένους καί στό πρτο τμμα το παρόντος ΙΕ΄. Ατό, τό τελείως διαφορετικό, εναι τά θέματα τς πίστεως, τς πλάνης καί τς αρέσεως. Θα δύνατο λοιπόν ριστα, τό δεύτερο τμμα, νά ποτελέση πό μόνο του ξεχωριστό ερό Κανόνα, τήν στιγμή μάλιστα πού ναφέρεται σέ κάτι πολύ σημαντικώτερο πό τά προηγούμενα. νσωμάτωσίς του καί μάλιστα ς κατάληξις τν τριν Κανόνων σημαίνει κατά τήν γνώμη μας τι ο Πατέρες μιλον διά κάτι γνωστό, ποδεκτό πό τή συνείδησι τς κκλησίας, τό ποο χι μόνο ποτελε
παγία Παράδοσί της, λλά καί τό τι χει διασφαλισθ και διευκρινισθ πό πλθος λλων ερν Κανόνων. Ο εροί ατοί Κανόνες εναι ατοί πού μιλον διά τούς αρετικούς καί τήν σχέσι τν ρθοδόξων μέ ατούς. Δέν πρέπει ες τό σημεο ατό νά λησμονομε τι Πρωτοδευτέρα ατή Σύνοδος πί γ. Φωτίου θεωρεται πό τίς τελευταες χρονολογικά, διότι συνλθε μετά τίς Οκουμενικές καί τίς γκεκριμένες πό ατές τοπικές Συνόδους, μετά δέ καί πό τούς γίους, ο ποοι καί ατοί
θέσπισαν ερούς Κανόνες γκεκριμένους πό Οκουμενικές καί, κόμη, μετά πό πλθος αρέσεων ο ποες εχαν ταράξει σωτερικά τήν κκλησία, μέ πρόσφατη μάλιστα τήν Εκονομαχία. ς κ τούτου ο Πατέρες τς Συνόδου μιλοσαν διά κάτι γνωστό, τό ποο ποτελοσε παγία γραμμή καί Παράδοσι τς κκλησίας. Ατός εναι καί λόγος πού συνοπτικά ναφέρεται στό τέλος τν τριν ατν Κανόνων διά τό ποιά πρέπει νά εναι στάσις τν ρθοδόξων πρός τούς πισκόπους, ο ποοι δημοσίως κηρύττουν κάποια αρεσι. Τό νδιάμεσο λοιπόν τμμα το παρόντος ΙΕ΄ ερο Κανόνος, τό ποον ριστα ρμηνεύει γ. Νικόδημος, διευκρινίζει σέ τί ναφέρονται ο δύο προηγούμενοι Κανόνες καί τό πρτο τμμα το παρόντος. Εναι δέ εσαγωγή διά τό δεύτερο τμμα καί χει τήν ξς, μετά πό σα ναφέραμε, ννοια: «πειδή ναφέραμε στούς τρες ατούς Κανόνες διά τήν παγόρευσι τς διακοπς τς μνημονεύσεως καί τήν δημιουργία σχισμάτων ξ ατίας τν προσωπικν μαρτιν το πισκόπου, Μητροπολίτου καί Πατριάρχου, καί προκειμένου νά μή νομίση κάποιος τι ατά πού νομοθετήσαμε σχύουν καί διά τά θέματα τς πίστεως, σς διευκρινίζομε κατωτέρω περιληπτικς τά ξς». Ατή εναι ννοια το νδιαμέσου τμήματος τό ποο συνδέει τό δεύτερο τμμα το ΙΕ΄ Κανόνος μέ τό πρτο του τμμα καί τούς δύο προηγουμένους. ς κ τούτου, φ’ σον ο Πατέρες τς Συνόδου πρωτίστως πευθύνονται στούς συγχρόνους των ρθοδόξους, οποοι γνώριζον τήν παράδοσι τς κκλησίας, μιλον δι’ να θέμα χι μόνο γνωστό, λλά καί ατονόητο, τό ποο το κατοχυρωμένο πό τήν γ. Γραφή, τήν Παράδοσι τς κκλησίας καί πλθος ερν Κανόνων πού ναφέρονται στήν σχέσι τν ρθοδόξων μέ τούς αρετικούς. Τοιουτοτρόπως μιλον λακωνικά καί συνοπτικά καταγράφοντας μέσα σέ λίγες γραμμές λη, θά λέγαμε, τήν ρθόδοξο
Παράδοσι ες τό θέμα ατό. Εναι λλο λοιπόν θέμα τό τι, κενο πού ταν γνωστό καί ατονόητο στήν ποχή τν Πατέρων τς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, γινε ες τήν ποχή μας γνωστο καί κατανόητο, λόγ προφανς τς ποκοπς μας πό τήν διαχρονική ατή Παράδοσι τς κκλησίας καί τήν συμπόρευσί μας μέ τή Νέα ποχή. Τότε μως ο εροί Κανόνες πού κατεγράφοντο, ξέφραζον πλήρως τήν δη
πάρχουσα Παράδοσι τς κκλησίας, ν σήμερα, πειδή προφανς χάσαμε ατήν τήν Παράδοσι, προσπαθομε νά εθυγραμμισθομε ες ατήν μέσ τν ερν Κανόνων.

Συνεχίζεται.

Είναι απαραίτητο να νηστεύουμε; Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος

Πρώτα θα κάνω λόγο για την εγκράτεια στα φαγητά, η οποία είναι αντίθετη της γαστριμαργίας, και για τον τρόπο των νηστειών και την ποσότητα των φαγητών. Και αυτά, όχι από τον εαυτό μου, αλλά καθώς παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες. Εκείνοι λοιπόν, δεν έχουν παραδώσει έναν κανόνα νηστείας, ούτε έναν τρόπο της διατροφής, ούτε το ίδιο μέτρο, γιατί δεν έχουν όλοι την ίδια δύναμη, είτε λόγω ηλικίας, είτε ασθενείας, είτε καλύτερης συνήθειας του σώματος. Έχουν όμως παραδώσει σε όλους έναν σκοπό, να αποφεύγουμε την αφθονία και να αποστρεφόμαστε το χορτασμό της κοιλιάς. Έχουν δει στην πράξη ότι είναι ωφελιμότερο και βοηθά στην καθαρότητα το να τρώει κανείς μια φορά την ημέρα από το να τρώει κάθε τρείς ή τέσσερις ή εφτά ώρες. Γιατί λένε, εκείνος που επεκτείνεται υπέρμετρα στην νηστεία, υπέρμετρα κατόπιν τρώει. Και από αυτό, άλλοτε εξαιτίας της υπερβολής της αποχής από την τροφή ατονεί το σώμα και γίνεται πιο απρόθυμο για τις πνευματικές εργασίες, και άλλοτε όταν γεμίσει από το βάρος των τροφών προκαλεί αμέλεια και εξασθένηση της ψυχής.

Και πάλι οι άγιοι Πατέρες δοκίμασαν και είδαν ότι δεν είναι για όλους κατάλληλη η διατροφή με χόρτα, ούτε με όσπρια, ούτε όλοι μπορούν να τρέφονται μόνο με ξερό ψωμί. Και άλλος, καθώς είπαν, ενώ τρώει δύο λίτρες ψωμί, πεινά ακόμη, ενώ άλλος τρώει μία λίτρα ή έξ ουγγιές και χορταίνει. Σε όλους λοιπόν, όπως είπα, ένα κανόνα εγκράτειας έχουν παραδώσει, το να μην ξεγελιούνται με το χορτασμό της κοιλίας, ούτε να παρασύρονται από την ηδονή του λάρυγγα. Γιατί δεν είναι μόνο η διαφορά της ποιότητας των τροφών, αλλά και η ποσότητα που ανάβει τα πυρωμένα βέλη της πορνείας. Γιατί με οποιαδήποτε τροφή όταν γεμίσει η κοιλιά, γεννά το σπόρο της διαφθοράς. Και πάλι δεν είναι μόνο η κραιπάλη του κρασιού που φέρνει μέθη στη διάνοια, αλλά και η αφθονία του νερού και κάθε τροφής η υπερβολική χρήση, τη ζαλίζει και φέρνει νύστα σ’αυτήν. Αιτία της καταστροφής των Σοδομιτών δεν ήταν η κραιπάλη του κρασιού και των διαφόρων φαγητών, αλλά η αφθονία του άρτου, κατά τον προφήτη.

Τις τροφές τις χρησιμοποιούμε τόσο ώστε να ζήσουμε, όχι για να σκλαβωθούμε στις ορμές της επιθυμίας. Η μετρημένη και μέσα σε λογικά όρια τροφή βοηθά στην υγεία του σώματος, δεν αφαιρεί την αγιότητα. Ακριβής κανόνας εγκράτειας όπως παρέδωσαν οι Πατέρες είναι να σταματούμε να τρώμε πρίν χορτάσουμε. Και ο Απόστολος που είπε: «Μη φροντίζετε για τη σάρκα, πώς να ικανοποιήσετε τις επιθυμίες της», δεν εμπόδισε την αναγκαία κυβέρνηση της ζωής, αλλά απαγόρευσε την φιλήδονη φροντίδα.

Άλλωστε, για την τέλεια καθαρότητα της ψυχής, δεν αρκεί μόνη η εγκράτεια στα φαγητά αν δεν συντρέχουν και οι υπόλοιπες αρετές. Τη μερική καθαρότητα της ψυχής, μέσω της σωφροσύνης, ιδιαίτερα κατορθώνουν η νηστεία και η εγκράτεια. Γιατί είναι αδύνατον εκείνος που έχει γεμάτη την κοιλιά του, να κάνει νοερό πόλεμο εναντίον του πνεύματος της πορνείας.

Ώστε λοιπόν πρώτος αγώνας μας ας είναι να συγκρατούμε την κοιλιά μας και να υποδουλώνουμε το σώμα. Όχι μόνο με νηστεία, αλλά και με αγρυπνία και κόπο και πνευματικά αναγνώσματα και με το να μαζεύουμε την καρδιά μας πάνω στο φόβο της κολάσεως και στον πόθο της βασιλείας των Ουρανών.


Απόσπασμα από τη «Φιλοκαλία»

http://agiooros.org/

Άγ. Ιουστίνος (Πόποβιτς) : ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ολόκληρος η Εκκλησία του Θεού είναι ένα μυστήριον, το «μυστήριον του Χριστού». Δια τούτο τα πάντα εις την Εκκλησίαν είναι μυστήρια Θεού, ιερά και άγια. Τα πάντα πηγάζουν από το μυστήριον του σαρκωθέντος Θεού Λόγου, δια του Οποίου τα πάντα εκτίσθησαν (Ιω. 1, 3. Κολ. 1, 16.  Εβρ. 2,10), και δια τούτο τα πάντα είναι άγια και «έλλογα», εκτός βεβαίως της αμαρτίας, η οποία αποτελεί μίαν παρά φύσιν κατάστασιν, ως προϊόν της καταχρήσεως της φυσικής ελευθερίας των λογικών όντων. Η κατάχρησις της ελευθερίας γίνεται όταν αυτή χρησιμοποιείται εναντίον του Θεού και της υπ΄ Αυτού δοθείσης τάξεως εις την φύσιν, όπως το έκαναν ο διάβολος και ο άνθρωπος. Ο διάβολος έχει δύο δυνάμεις, την αμαρτίαν και τον θάνατον (εφ΄ όσον η αποτελεσθείσα αμαρτία γεννά θάνατον), και δι΄ αυτών κατακτά και κυριαρχεί των ανθρώπων. Το βασίλειον της αμαρτίας και του θανάτου είναι κόλασις δι΄ ένα θεοειδές ον όπως είναι ο άνθρωπος. Δια τούτο ο Θεός Λόγος γίνεται άνθρωπος, δια να απελευθερώση τους ανθρώπους από την δια της αμαρτίας και του θανάτου κυριαρχίαν του διαβόλου, και ως εκ τούτου από τον Άδην, το βασίλειον τούτο του διαβόλου. Ο Θεός Λόγος το πραγματοποιεί ως Θεάνθρωπος δι΄ όλης της θεανθρωπίνης ενσάρκου Οικονομίας Του, δια της οποίας ίδρυσε εν Εαυτώ και δι΄ Εαυτού την Εκκλησίαν. Εις την Εκκλησίαν Του ο Χριστός τελεί την απολύτρωσιν και σωτηρίαν των ανθρώπων δια των μυστηρίων της Εκκλησίας και των αγίων αρετών με την δύναμιν και Χάριν του Αγίου Πνεύματος. Ουσιαστικώς, ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Χριστός μετά του σώματός Του, της Εκκλησίας, είναι το παν-μυστήριον εις το οποίον και από το οποίον είναι όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας αρχίζοντας από το μυστήριον του Βαπτίσματος μέχρις όλα τα άλλα. Τα πάντα εις την Εκκλησίαν είναι μυστήριον, από το μικρότερον μέχρι το μεγαλύτερον, διότι τα πάντα είναι πεπληρωμένα της αγιότητος και χάριτος του Χριστού. Εάν ο Χριστός είναι το πλήρωμα της Εκκλησίας και η Εκκλησία το πλήρωμα του Χριστού, τότε εις τον Χριστόν και την Εκκλησίαν Του περιέχονται τα πάντα: και η σωτηρία και η ζωή και ο αγιασμός και η θέωσις και η θεανθρωποποίησις και κάθε μυστηριακή πραγματικότης του Θεού που την χρειάζεται η ανθρωπίνη ύπαρξις δια την ζωήν της εις όλους τους κόσμους. Ο Χριστός είναι το «μέγα της ευσεβείας μυστήριον» (Α΄ Τιμ. 3, 16), το μέγα δηλαδή μυστήριον της θεανθρωπίνης πίστεώς μας, και εν Αυτώ ευρίσκεται και όλον το μυστήριον της Εκκλησίας. Το υποστατικόν μυστήριον του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος περιχωρεί όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας, δια τούτο κάθε μυστήριον της Εκκλησίας είναι Χριστολογικόν μυστήριον, πράγμα που σημαίνει ότι ταυτοχρόνως είναι και Εκκλησιολογικόν. Τούτο δε διότι η Εκκλησία είναι αναπόσπαστον σώμα του σαρκωθέντως Υιού του Θεού και κάθε Εκκλησιαστικόν μυστήριον αφορά και το Πρόσωπον του Χριστού και το θεανθρώπινον σώμα Του. Δια τούτο όλα τα μυστήρια ευρίσκονται μόνον εν τη Εκκλησία, αλλά και η Εκκλησία ευρίσκεται ολόκληρος εις έκαστον μυστήριόν Της. Κάθε ιερά πράξις και τελετουργία εν τη Εκκλησία είναι ένα μυστήριόν Της και κάθε μυστήριόν Της είναι μεγάλο όπως το ίδιον το μυστήριον της Εκκλησίας, διότι κάθε μυστηριακή πράξις εν τω θεανθρωπίνω οργανισμώ της Εκκλησίας ευρίσκεται εις οργανικήν και ζωτικήν σχέσιν με το κεντρικόν μυστήριον της Εκκλησίας, τον Θεάνθρωπον Χριστόν. Ιδού ένα παράδειγμα: ο μικρός αγιασμός. Παρ΄ όλον ότι πρόκειται περί μικράς πράξεως της Εκκλησίας, το ιερόν θαύμα το οποίον τελείται δι΄ αυτής είναι τεράστιον και τόσον μεγάλον όσον η ιδία η Εκκλησία. Το ηγαπημένον θαύμα αυτό, επισκέπτεται τώρα και δύο χιλιάδες χρόνια εκατομμύρια ψυχών των ορθοδόξων χριστιανών, καθαρίζει αυτάς και αγιάζει, χαρίζον εις αυτάς την υγείαν και την αθανασίαν, και ούτε σταματά ούτε πρόκειται να σταματήση έως ότου υπάρχει ο ουρανός και η γη. Ο αγιασμός δε είναι μόνον ένα από τα πολυάριθμα άγια μυστήρια τα ακαταπαύστως θαυματουργούντα εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία! Αλλά και κάθε αγία αρετή εις την ψυχήν του ορθοδόξου χριστιανού είναι ένα μυστήριον του Χριστού, διότι κάθε αρετή ευρίσκεται εις οργανικήν σχέσιν με το μυστήριον του Βαπτίσματος και δι΄ αυτού με όλον το θεανθρώπινον μυστήριον της Εκκλησίας. Ούτω π. χ. η πίστις είναι αγία αρετή αλλ΄ εν ταυτώ και άγιον μυστήριον, δια του οποίου ο ορθόδοξος χριστιανός διαρκώς ζη και σώζεται. Η δε αγία πίστις με την σωτήριον δύναμίν της γεννά εις την ψυχήν του και τας άλλας αρετάς: την προσευχήν, την αγάπην, την ελπίδα, την νηστείαν, την ελεημοσύνην, την ταπείνωσιν…, εκ των οποίων κάθε μία είναι πάλιν μυστήριον. Δια τούτο τα μυστήρια της Εκκλησίας του Χριστού δεν έχουν αριθμόν,διότι ο Θεός εν τη Εκκλησία Του δεν δίδει την Χάριν Του «εκ μέτρου» (Ιω. 3,34). Εις το παμπεριεκτικόν μυστήριον της Εκκλησίας του Θεανθρώπου Χριστού και ένα «Κύριε ελέησον» είναι άγιον μυστήριον όπως και εν δάκρυον της μετανοίας και εις στεναγμός της προσευχής.

Άγιος Αντώνιος ο Μέγας:

10. Ο πλούσιος και ευγενής που δεν έχει ψυχική καλλιέργεια και ενάρετη ζωή, θεωρείται δυστυχής από εκείνους που κρίνουν ορθά τα πράγματα. Αντίθετα ο φτωχός και δούλος κατά την τάξη, αν έχει ψυχική καλλιέργεια και είναι στολισμένος με αρετή, είναι ευτυχής. Και όπως οι ξένοι σε έναν τόπο χάνουν τον δρόμο τους, έτσι και εκείνοι που δεν φροντίζουν για την ενάρετη ζωή, πλανιούνται εδώ κι εκεί παρασυρόμενοι από τις κακές επιθυμίες τους και χάνονται.