6''Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ''


Psalm 33 I will bless the Lord- Ψαλμός 33 Ευλογήσω Τον Κύριον


Ο γέρων Νικόδημος ο Καρουλιώτης κρατώντας την κάρα του γέροντός του Θεοδοσίου.





ΑΔΙΚΟΦΑΝΕΙΑ του Νικολάου Πανταζή


Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ Ιερόθεος, «ὀπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος» είχε ιερό και έντιμο καθήκον να περιμένει καρτερικά στην εξέδρα και να επευλογήσει χαρακτηριστικά και χαρμόσυνα τον πιστό νέο που πιάνει πρώτος τον σταυρό.

            Τα παδιά μας δεν βουτάνε για επίδειξη, αλλά για ευλογία η οποία επικυρώνεται διά της επιθέσεως της δεξιάς του Δεσπότου και Αρχιερέως, εις τύπον Χριστού.
            Κατά τους νόμους της Εκκλησίας μας μόνον ο ετερόδοξος, ο αιρετικός ή στην ταυτότητα ορθόδοξος αλλά βλάσφημος και ασεβής δεν επιτρέπεται να βουτήξει και να πιάσει τον Σταυρό.
            Το να γυρίσεις όμως την πλάτη σου στον ιεροπρεπώς αναδυόμενον Σταυρό του Χριστού και να αρνηθείς να δώσεις την ιερή σου ευλογία σε Ορθόδοξο νέο (που κατ΄επέκταση έμμεσα εκπροσωπεί την Νεολαία της Μητροπόλεως), αυτό αποτελεί μεγάλη προσβολή, ανεπίτρεπτη αδικία και κατάντια.


H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος : ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ ΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.


«Ὅποιος οδεύει στον δρόμον της αρετής», μας λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος (Λόγος ΚΑ/), «πρέπει να ευχαριστή τον Θεόν σε όλες τις θλίψεις, που τον βρίσκουν και να μέμφεται και να κατηγορή τον εαυτόν του και να γνωρίζη ότι για την αμέλειά του, παρεχωρήθησαν οι θλίψεις αυτὲς από τον προνοητήν του Θεόν, για να ξυπνήση τον νουν του ή και διότι υπερηφανεύθη. Και ας μή ταραχθή γι᾽ αυτό, που του συμβαίνει, μήτε να εγκαταλείψη τον δρόμον της αρετής, αλλά ας μέμφεται τον θάνατόν του, για να μη γίνη σ᾽ αυτόν διπλόν το κακόν. Διότι ο Θεός, που είναι πλήρης πάσης δικαιοσύνης, δεν είναι άδικος, μη γένοιτο. Εις Αυτόν πρέπει η δόξα στους αιώνες. Αμήν».

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς σὲ λόγο του ἀναφέρει:


 « ψυχὴ ὁμοιάζει μὲ λυχνάρι, ποὺ ἔχει ὡς ἔλαιο τὴν ἀγαθοεργία, ἀντὶ γιὰ φυτίλι φέρει τὴν ἀγάπη, ἐπάνω στὴν ὁποία ἐπαναπαύεται ἀντὶ γιὰ φῶς χάρις τοῦ Πνεύματος. Ὅταν ἐξαφανισθῆ τοῦτο τὸ ἔλαιο, δηλαδὴ ἀγαθοεργία, ἀναγκαστικὰ ἀγάπη ποὺ ἐνυπάρχει στὴν ψυχὴ ἀντὶ γιὰ φυτίλι ψυχραίνεται κι᾽ ἔτσι τὸ φῶς τῆς κηδεμονίας τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἀπέφυγαν τὴν ἀρετὴ καὶ ἐφυγάδευσαν τὴν ἀγάπη»

Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΟΥΣΙΑ ΖΩΣΑ :


Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ὁρίζει τὴν ψυχὴ ὡς ἑξῆς : 

«Ψυχὴ εἶναι οὐσία ζῶσα, ἁπλή, ἀσώματη, ἀόρατη κατὰ τὴν φύση της στὰ 
σωματικὰ μάτια, λογικὴ καὶ νοερή, ἀσχημάτιστη, ἐνῶ χρησιμοποιεῖ ὡς ὄργανο τὸ
σῶμα καὶ παρέχει σὲ αὐτὸ ζωὴ καὶ αὔξηση καὶ αἴσθηση καὶ γέννηση, χωρὶς
νὰ ἔχει ἄλλο νοῦ στὴν περιοχή της, ἀλλὰ δικό της ὡς τὸ πιὸ καθαρὸ μέ-
ρος, (γιατί ὅπως εἶναι τὸ μάτι στὸ σῶμα, ἔτσι ὁ νοῦς στὴν ψυχή), αὐτεξού-
σια, θελητικὴ καὶ ἐνεργητική, τρεπτή, δηλαδὴ ἐθελότρεπτη, γιατί εἶναι κτι-
στή, ἀφοῦ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχει πάρει κατὰ φύση ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ δημιουρ-
γοῦ της, ἀπὸ τὴν ὁποία πῆρε τὸ εἶναι καὶ τὸ κατὰ φύση της»

Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) : Άνθρωπος και Θεάνθρωπος.


40. Από την Αγίαν Τριάδα έρχεται  η  χ ά ρ ι ς  και  η  ε ι ρ ή ν η, μέσα δε εις αυτάς είναι πάσαι αι θείαι ενέργειαι, αι οποίαι απεργάζονται την σωτηρίαν μας δια της χριστοποιήσεώς μας, της θεώσεώς μας, της τριαδοποιήσεώς μας εν τη Εκκλησία… Πάσαι αι τριαδικαί ενέργειαι εν τη Εκκλησία, δια των οποίων επιτελείται η σωτηρία του κόσμου, ονομάζονται και είναι η  χ ά ρ ι ς. Όλη η χάρις και κάθε χάρις πάντοτε είναι εκ του Πατρός δι΄ Υιού εν Αγίω Πνεύματι.

Συνεχίζεται.  

Απάντηση στις αμφιβολίες


Το μοναστήρι του Αγίου Παύλου δεσπόζει μεγαλόπρεπο και επιβλητικό στους πρόποδες του Άθωνα. 
Το έτος 1839 ήταν πολύ σημαντικό για τη μονή: Έγινε η μετατροπή της από ιδιόρρυθμη σε κοινοβιακή. Ακολούθησαν ταραχές και σκάνδαλα . Κάποιος μοναχός αμφέβαλε, αν ήταν ευάρεστη στον Θεό μια τόσο απότομη μετατροπή. Επιπλέον δεν έβλεπε με καλό μάτι τους άλλους μοναχούς να ελεούν απλόχερα τους φτωχούς, τη στιγμή που η μονή είχε μεγάλες ανάγκες και πολλά χρέη. 
Η Παναγία όμως θέλησε να διαλύσει τις αμφιβολίες του και να τον πληροφορήσει ότι η κοινοβιοποίηση ήταν θέλημα Θεού και ότι για τις ανάγκες της μονής και των μοναχών προνοεί η ίδια.
 
Δεν πέρασε καιρός και ο αδελφός αυτός έπεσε άρρωστος στο κρεβάτι. Ήρθε τότε σε έκσταση και είδε τον σατανά να μαίνεται και να τρίζει τα δόντια του. Αιτία ήταν η κοινοβιοποίηση της μονής και ο φθόνος του για την ψυχική σωτηρία των μοναχών της. Έστηνε λοιπόν παγίδες και βρόγχους, ετοίμαζε σκάνδαλα και ταραχές, για να ταλαιπωρεί τους μοναχούς και να διαλύσει έτσι το κοινόβιο.
 

Την 31η Δεκεμβρίου 1844, ημέρα των εγκαινίων του καθολικού της μονής, ο ίδιος μοναχός ήταν πάλι βαριά άρρωστος. Κι ενώ βρισκόταν στο κρεβάτι του, είδε σε έκσταση πως ήταν παρών στην εορτή. Είδε όμως και κάτι συγκλονιστικό: Μία σεμνοπρεπέστατη Παρθένο να κάθεται στο ιερό σύνθρονο, μέσα στο άγιο βήμα. Κρατούσε στην αγκαλιά της ένα βρέφος που έλαμπε πιο πολύ από τον ήλιο και είχε στα χέρια 
Tου βασιλικό σκήπτρο. 
Ώρες-ώρες έβγαινε από το άγιο βήμα και στεκόταν πότε στο δεξιό και πότε στον αριστερό χορό για να ρυθμίζει τους ψάλτες και να ενισχύει τους διακονητές.  Άλλοτε πάλι περιερχόταν τον ναό , παρατηρούσε ευχαριστημένη τις κολόνες και τα βάθρα τους,  και ύστερα τα στερέωνε, ώστε να μείνουν για πάντα σταθερά. Άλλοτε πάλι μέσα στο ιερό ετοίμαζε κι αυτή μαζί με τον επίσκοπο και τους ιερείς το μύρο και μίγματα των εγκαινίων. Πρωτοστατούσε και διηύθυνε τα πάντα μέσα στον οίκο 
Tης. 

Ένα μήνα πριν από την πανήγυρη της μονής, ο μοναχός που προαναφέραμε ήταν πάλι άρρωστος στο κελί του. Έρχεται τότε για τρίτη φορά σε έκσταση και βλέπει πως βρισκόταν στον ναό και παρακολουθούσε την αγρυπνία. Στην κόγχη του ιερού βήματος, στο σύνθρονο, καθόταν πάλι η Παρθένος με το θείο βρέφος στην αγκαλιά, στολισμένη με το πορφυρό της μαφόριο ,όπως εικονίζεται στην αγιογραφία. Κάποια στιγμή σηκώθηκε, έβγαλε το λαμπρό της μαφόριο, το άφησε πάνω στο ιερό σύνθρονο, κι αφού ευτρέπισε τα χέρια της για υπηρεσία, βγήκε στον κυρίως ναό. Εκεί άρχισε να ευλογεί τους ιερείς και τους διακόνους, να συντονίζει τους ψάλτες, τους κανονάρχες και τους εκκλησιαστικούς, να δίνει εντολές για τι κάθε τι. Την ώρα της λιτανείας βγήκε έξω από τον ναό, προπορεύθηκε από όσους πήραν μέρος σε αυτήν, έψαλλε και ευφραινόταν μαζί τους. Στη διάρκεια της θείας λειτουργίας, την περισσότερη ώρα βρισκόταν στο ιερό βήμα με τον επίσκοπο και τους ιερείς.
 
Αργότερα, στην τράπεζα, επιστατούσε τους διακονητές που σερβίριζαν το φαγητό και υπηρετούσε μαζί τους. Παντού διακονούσε με επιμέλεια και ευλογούσε.
 
Όταν τελείωσε η τράπεζα και βγήκαν οι μοναχοί, βγήκε και η Παρθένος και πήγε στην πύλη της μονής. Εκεί κάθονταν και περίμεναν ελεημοσύνη οι φτωχοί και ζητιάνοι. Η Δέσποινα τους ελέησε και τους ευλόγησε. Και όταν πλησίαζε τους ενάρετους, είχε όψη ιλαρή, ενώ στους ράθυμους και αμελείς έδειχνε σοβαρή και αυστηρή.
 
Στο μεταξύ οι τραπεζάρηδες κι οι μάγειροι κάθησαν να φάνε. Ανάμεσά τους είδε και τον εαυτό του ο μοναχός που έβλεπε την οπτασία. Αλλά, να, η Κυρία Θεοτόκος ήρθε για να υπηρετήσει κι αυτούς με αγάπη. Τότε μόνο κατάλαβε ότι η γυναίκα που έβλεπε ήταν η ίδια η Παναγία . Σηκώνεται αμέσως, γονατίζει μπροστά της, την προσκυνά και της λέει:
 
- Δέσποινα Θεοτόκε, δεν πρέπει εσύ να διακονείς εμένα, αλλά εγώ εσένα. Εγώ έχω χρέος, ο αχρείος δούλος σου.
 
Και λέγοντας αυτά πήρε ένα πιάτο, που από νεύση ίσως της Θεοτόκου βρέθηκε εκεί, έβαλε μέσα δυο ψητά ψάρια και πλησίασε κοντά 
Tης. 
- Δέσποινα, ικέτευε, κάθησε μαζί μου να φας.
 
- Εγώ δεν τρώγω τέτοια τροφή, ούτε ο Υιός μου, απάντησε 
Eκείνη. Επειδή όμως με κάλεσαν σε αυτή την πανήγυρη, ενδυνάμωσα όσους κοπίασαν και τους βοήθησα στην περιποίηση των ξένων, γιατί έμαθα από τον Υιό μου να δοξάζω όσους με δοξάζουν, να τιμώ όσους με τιμούν και να τους προσφέρω ό,τι με την προσευχή τους μου ζητούν. 
Αυτά είπε η Θεοτόκος νουθετώντας τον μοναχό, κι αφού σήκωσε τα άχραντα χέρια 
Tης ευχήθηκε κι ευλόγησε τη μονή, τον ηγούμενο και τους μοναχούς. Τότε ένα υπερκόσμιο φως ξεχύθηκε και τους περιέλουσε όλους. Αμέσως η Δέσποινα ανελήφθη στον ουρανό και χάθηκε, αφήνοντας στον μοναχό μια θεία αλλοίωση, χαρά και ευφροσύνη. 


Ποια ήταν η Ψωροκώσταινα :


Στην εποχή που κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας ζούσε στο Ναύπλιο μια ζητιάνα, που τη φώναζαν «Ψωροκώσταινα».
Σε μια λοιπόν συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος θέλοντας να πει για τη φτώχεια του Ελληνικού Δημοσίου, το παρομοίασε με την πασίγνωστη ζητιάνα.
Από τότε η λέξη επαναλήφθηκε στις συζητήσεις και τελικά επικράτησε. Μόνο που, όταν λέγεται τώρα δεν εννοεί το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά ολόκληρη τη χώρα...
Η όλη ιστορία της Ψωροκώσταινας (Ευ. Δαδιώτης, «Αιγαιοπελαγίτικα» τεύχος 13) είναι η εξής:
«Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι»,
είπε περήφανα η γριά πλύστρα Χατζηκώσταινα και τα άφησε πάνω στο τραπέζι που είχε στήσει στην πλατεία του Ναυπλίου η ερανική επιτροπή, εκείνη την Κυριακή του 1826.

H συνέχεια, ‘’κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more