Αγάπη και αλήθεια (Παρατηρήσεις επί της επιστολής του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου)

Σεβαστοί Πατέρες,

Εν τω υμετέρω εγκρίτω οργάνω της αγωνιζομένης και αγωνιώσης Ορθοδοξίας,  «Ορθόδοξος Τύπος» (αρ. φύλ.  109/10-10-1969) δημοσιεύεται μακροσκελεστάτη επιστολή του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου κ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην. Καίτοι στερούμαι προσόντων, εφαμίλλων προς τον σεβαστόν και εξαίρετον επιστολογράφον, όντα σύμβουλον εξ απορρήτων επισήμων Εκκλησιαστικών ανδρών και πλειστάκις προβληθέντα δια το επισκοπικόν αξίωμα, εν τούτοις αποτολμώ να παρακαλέσω Υμάς, όπως φιλοξενήσητε πενιχράς τινας σκέψεις μου· τούτο δε ουχί προς προβολήν ασήμου και ασημάντου τινός λαϊκού, μη αξιωθέντος παρά του Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας ουδέ θέσεως διδασκάλου εν εκπαιδευτικοίς Αυτής Ιδρύμασιν, ως αθεραπεύτου συντηρητικού, αναδίδοντος την οσμήν του λιβάνου, και της κανδήλας των παραδόσεων, αλλά χάριν αυτής ταύτης της Ορθοδοξίας, του προσφιλούς εντρυφήματος των καρδιών μας και της αποκλειστικής ελπίδος σωτηρίας. Συνεταί, πράγματι, αι παραινέσεις, συμπλέκουσαι αριστουργηματικόν δοκίμιον επιστολιμαίας ρητορικής διατριβής. Συνεταί, αλλά άσκοποι και … επικίνδυνοι!

Απολυτίκιο Σύλληψης Αγ. Άννης - 9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ


O Συναξαριστής της ημέρας.

Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2014

Σύλληψις της Θεοτόκου υπό Αγίας Άννης.

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴν σύλληψη τῆς Ἁγίας Ἄννης, μητέρας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὁ Κύριος μας, προετοιμάζοντας τὴν ἐπίγεια κατοικία Του, ἔστειλε ἄγγελο στὸ ταπεινὸ ζεῦγος Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα γιὰ νὰ προμηνύσει τὴν γέννηση τῆς Ἁγίας Παρθένου. Ἡ Παρθένος Μαρία γεννήθηκε μὲ θαυματουργὸ τρόπο, σύμφωνα μὲ τὶς χριστιανικὲς παραδόσεις. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ Θεὸς χάρισε στὸν Ἰωακεὶμ καὶ στὴν Ἄννα τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, μέσω τῆς ὁποίας ἔμελλε νὰ ἀποκτήσει σάρκα ὁ Ἰησοῦς Χριστός.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς ἀτεκνίας δεσμὰ διαλύονται· τοῦ Ἰωακεὶμ γὰρ καὶ τῆς Ἄννης, εἰσακούων Θεός, παρ’ ἐλπίδα τεκεῖν αὐτούς, σαφῶς ὑπισχνεῖται Θεόπαιδα, ἐξ ἧς αὐτὸς ἐτέχθη ὁ ἀπερίγραπτος, βροτὸς γεγονώς, δι’ Ἀγγέλου κελεύσας βοῆσαι αὐτῇ· χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Βουλῇ τῇ θεϊκῇ, ἡ θεόκλητος Ἄννα, δεσμῶν στειρωτικῶν, λυτρωθεῖσα ἐν γήρᾳ, ἀξίως συνέλαβε, τὴν τὸν Λόγον κυήσασαν· ἣν θεώμενος, Ἰωακεὶμ ὁ θεόφρων, ἀνεβόησε· Τὶς ἀνυμνήσει Οἰκτιρμόν, βυθὸν τῆς προνοίας σου;


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, ἡ οἰκουμένη, τὴν τῆς Ἄννης σύλληψιν, γεγενημένην ἐκ Θεοῦ· καὶ γὰρ αὐτὴ ἀπεκύησε, τὴν ὑπὲρ λόγον τὸν Λόγον κυήσασαν.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὴν θεοχάλκευτον λυχνίαν καὶ ἑπτάφωτον
Τῇ θεϊκῇ ἐπαγγελίᾳ ἐκομίσασθε
Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννα μετ’ εὐφροσύνης.
Ἀλλ’ ὡς θεῖοι τοῦ Παντάνακτος Προπάτορες
Ἀπὸ πάσης ἡμᾶς ῥύσασθε κακώσεως
Τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις ζεῦγος θεόλεκτον.


Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ Ἄννα ἡ εὐκλεής, φύσεως τοῖς νόμοις, συλλαμβάνει θείᾳ βουλῇ, τὴν τὸν Θεὸν Λόγον, ὑπερφυῶς τεκοῦσαν· τὴν σύλληψιν οὖν ταύτης φαιδρῶς αἰνέσωμεν.


π. Θεόδωρος Ζήσης. Απάντηση στον Οικ. Πατριάρχη (1).



ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΝΝΑΤΑΙ ΔΟΞΑΣΑΤΕ


Χειρίζονται τα σοβούντα και φλέγοντα, εις τον τομέα της Πίστεως, θέματα της Εκκλησίας, ως και τον υπ΄ αυτών διαφημιζόμενον «αντιαιρετικόν αγώνα» κατά το δοκούν και το παντοειδές αυτών συμφέρον!

Εις τα θέματα της Πίστεως, «ου χωρεί οικονομία» κατά σαφεστάτην των Αγίων Πατέρων εντολήν, παρά ταύτα, υπό των σημερινών «αγωνιστών και ομολογητών της Πίστεως», η βασικωτάτη αύτη προϋπόθεσις, ήτις αποτελεί το θεμέλιον της ορθοδόξου υποστάσεως εν τω Σώματι της Εκκλησίας, παραθεωρείται καταφανέστατα υπ΄ αυτών! Ενώ θα έπρεπε πράξει τε και θεωρία, να αποδείξουν εαυτούς αληθείς και γνησίους ομολογητάς της Πίστεως, ως εκ της ιδιότητος και αποστολής των έχουσιν ούτοι ιεράν υποχρέωσιν να πράξουν προς ορθόδοξον ποδηγέτησιν του ευσεβούς Πληρώματος των πιστών, ούτοι, ως μη ώφειλε, νομίζωσι ότι δικαιούνται να ασκήσωσι την τακτικήν της «διακρίσεως και οικονομίας»! Χειρίζονται τα σοβούντα και φλέγοντα, εις τον τομέα της Πίστεως, θέματα της Εκκλησίας, ως και τον υπ΄ αυτών διαφημιζόμενον «αντιαιρετικόν αγώνα» κατά το δοκούν και το παντοειδές αυτών συμφέρον! Εκτός δε πάσης συνεπείας και κανονικότητος όντες, επιτελούν διαβρωτικόν έργον εις βάρος της ευσεβούς συνειδήσεως του πιστού λαού, δια διαφόρων παραπλανητικών και καθησυχαστικών συνθημάτων!

Η αγία Πρωτο-Δευτέρα Σύνοδος σαφώς αποφαίνεται ότι ο αποτειχιζόμενος «ερύσατο την Εκκλησίαν μερισμών και σχισμάτων».

Το Ορθόδοξον Πλήρωμα, δια να κατορθώση να διασφαλίση και διατηρήση την ακαινοτομήτως ορθόδοξον ιδιότητα και υπόστασίν του εις τα της Πίστεως, υποχρεούται να διακόψη πάσαν εκκλησιαστικήν κοινωνίαν και μετά των κοινωνούντων τω κακοδοξούντι επισκόπω αυτού, διότι οι κοινωνούντες τω κακοδόξω επισκόπω, γνωρίζοντες καλώς ότι ούτος κακοδοξεί, αντί να προβώσιν εις τας ενδεικνυομένας κανονικάς κατ’ αυτού κυρώσεις προς συνέτησίν του, όλως αντιθέτως αποθρασύνουν και εδραιώνουν αυτόν εις την κακοδοξίαν του, δια της προς αυτόν κοινωνίας αυτών. Ουδόλως δε ωφελεί αυτούς και ουδένα δύναται ενσυνειδήτως να πληροφορήση οιαδήποτε δήλωσις και ομολογία αυτών ότι δεν τυγχάνουν ομόφρονες τω μεθ’ ου κοινωνούν κακοδοξούντι επισκόπω, καθότι η επιτελουμένη αύτη πράξις (της κοινωνίας), Κανονικώς κρινομένη, μαρτυρεί καταφανέστατα πλήρη ενότητα πίστεως, δυνάμει της οποίας δεν δύναται να υποκινηθή το ενδιαφέρον της Εκκλησίας όπως εκφέρη την εν προκειμένω «Κρίσιν» και «Συνοδικήν» Αυτής «Διαγνώμην». Η κοινωνία μεταξύ κακοδοξούντων και ορθοδοξούντων επισκόπων, θεωρείται λίαν απαράδεκτος και κατάκριτος πράξις, όσω και αύτη να καλύπτεται με το αιτιολογικόν της προσωρινότητος και «οικονομίας». Αι Κανονικαί Διατάξεις της Εκκλησίας, τελείως αποκλείουν τοιούτον δικαίωμα, διότι εάν ο εν γνώσει απλούς πιστός έχει υποχρέωσιν, ως Ορθόδοξος κατά την Κανονικήν Κρίσιν, να αποτειχισθή του οικείου κακοδοξούντος επισκόπου  του και να υπαχθή εις ορθοφρονούντα (ομοχώριον—εάν υπάρχη) επίσκοπον, εν τίνι δικαιώματι ο επίσκοπος ούτος δύναται να επικοινωνή μετά του κακοδοξούντος συνεπισκόπου του και δια ποίον, τότε, λόγον το Πλήρωμα των πιστών υποχρεούται, καθ’ ον, εκ παραλλήλου, τρόπον υποχρεούται να παραμένη Ορθόδοξον, να χωρήση εις την αποτείχισιν, την έννοιαν και τον σκοπόν της οποίας εκ βάθρων καταλύει εν προκειμένω ο «ορθοφρονών» επίσκοπος δια της προς τον κακοδοξούντα συνεπίσκοπον αυτού κοινωνίας του, όστις, σημειωτέον, σκοπός, ουδείς άλλος τυγχάνει, ειμή η διασφάλισις της (ακαινοτομήτου) ορθοδόξου ιδιότητος και υποστάσεως του αποτειχιζομένου; Η προκαλουμένη εν προκειμένω ζημία είναι καταφανεστάτη, δια τε την Εκκλησίαν και το Πλήρωμα Αυτής. Διότι, ο μεν κακοδόξως φρονών και κηρύσσων επίσκοπος, δυσκόλως δύναται να ζημιώση και βλάψη τούτο, ένεκα της απ’ αυτού αποτειχίσεώς του, ενώ απεναντίας, ο κοινωνών μετ’ αυτού «ορθοφρονών» τοιούτος ευκόλως δύναται να παραπλανήση και παρασύρη το υγειώς σκεπτόμενον Πλήρωμα τούτο, επειδή ο κοινωνών μετά του κακοδόξου επισκόπου, γίνεται αιτία και ο συνδετικός κρίκος όπως το ορθοφρονούν Πλήρωμα επικοινωνεί, ενδιαμέσως, μετά του εξ ου απετειχίσθη κακοδόξου επισκόπου του! Εντεύθεν όθεν και η μεγάλη βλάβη δια την Εκκλησίαν, του αποκλεισμού, δηλονότι, της διασώσεως και διατηρήσεως της ακαινοτομήτου γραμμής και πορείας εν τω ορθοδόξω βίω του ευσεβούς Πληρώματος Αυτής! Τούτου ένεκα λόγου, άλλωστε, η αγία Πρωτο-Δευτέρα Σύνοδος σαφώς αποφαίνεται ότι ο αποτειχιζόμενος «ερύσατο την Εκκλησίαν μερισμών και σχισμάτων».

ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Μέσα σ' αυτήν υπάρχει η τρυφή όλων των μακαρισμών. Σ' αυτόν τον παράδεισο ο μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά πού μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε πού τα 'βαλε ο λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ο Θεός για κείνους πού τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκε ο Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου.

«Ορθόδοξος Τύπος» : Ὁ φόβος καί ἡ δειλία τῶν Μητροπολιτῶν δέν ἔχουν ἐξήγηση. Γιατί φοβοῦνται;

…Τήν ἴδια τακτική τηροῦν καί οἱ Μητροπολίτες, παρόλο πού ἡ μεγάλη τους ἐπιθυμία ἔχει ἐκπληρωθεῖ. Τό ὄνειρό τους νά γίνουν δεσποτάδες πραγματοποιήθηκε καί τό ἀπολαμβάνουν καθημερινά μέσα στίς πολυτελέστατες ἀρχιερατικές τους στολές, κάτω ἀπό τίς χρυσίζουσες μίτρες καί τή λάμψη τῶν ποιμαντορικῶν ράβδων καί τῶν βαρύτιμων σταυρῶν καί ἐγκολπίων. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχιερωσύνη γι᾿ αὐτούς. Τίποτα ἄλλο. Ὅλα ὅσα περιμένει ὁ λαός ἀπό αὐτούς, δέν τούς ἀφοροῦν. Δέν εὐκαιροῦν γιά δευτερεύοντα καί ἐπουσιώδη πράγματα. Δικαιολογημένα κιόλας, γιατί τρέχουν ἀπό μητρόπολη σέ μητρόπολη γιά γιορτές καί πανηγύρια, γιά ἐκδηλώσεις κενές πνευματικοῦ περιεχομένου καί γιά ἀπόλαυση ἀβραμιαίων τραπεζῶν. Αὐτό θά πεῖ ἀρχιερωσύνη! Αὐτό θά πεῖ ποιμαντική! Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία! Καί ἄν τούς ζητήσεις νά ποῦν τή γνώμη τους γιά τόν οἰκουμενισμό καί τήν προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποία διαπράττουν οἱ μεγαλόσχημοι τοῦ Φαναρίου καί ὄχι μόνο, θά σηκώσουν τή ράβδο! Δέν πρέπει νά εἴμαστε ἀσεβεῖς, θά μᾶς συμβουλέψουν. Δέν πρέπει νά λέμε τίποτα γιά τό σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, δέν πρέπει νά ἐπικρίνουμε τίς συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικούς καί ἀλλόθρησκους κ.λ.π. Ὁ φόβος καί ἡ δειλία τῶν Μητροπολιτῶν δέν ἔχουν ἐξήγηση. Γιατί φοβοῦνται; Ποιός μπορεῖ νά τούς κάνει τό παραμικρό; Τί θά στερηθοῦν, ἄν ἀποκτήσουν φωνή; Γιατί δέν ἔχουν ἀνάλογο φόβο καί ἀπέναντι στό Θεό, καθώς δέν ὁμολογοῦν τήν πίστη τους καί δέν ἐλέγχουν ἐκείνους πού τήν περιφρονοῦν; Γιατί εἶναι ψοφοδεεῖς, παρόλο πού στίς βάσεις τῶν ἀρχιερατικῶν τους θρόνων ὑπάρχουν λέοντες, οἱ ὁποῖοι συμβολίζουν τό θάρρος καί τή γενναιότητα πού πρέπει νά τούς διακρίνουν;