Διά τῆς ἀποδοχῆς τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀκυρώσαμε σωρεία εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, ἱερῶν κανόνων καί ὅλης τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεως

Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, «Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κατὰ τὸν Ὅσιο θεόδωρο τὸν Στουδίτη, Διακοπὴ Μνημονεύσεως»

να δεύτερο σημεῖο τό ὁποῖο πρέπει νά παρουσιασθῆ καί τό ὁποῖο εἶναι πολύ βασικό στήν ἐπικράτησι τῆς σημερινῆς αἱρέσεως εἶναι ἡ ἔλλειψις ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας ἐκ μέρους τῶν σημερινῶν ὀρθοδόξων ποιμένων καί, μάλιστα, ἐκκλησιολογίας ἡ ὁποία ἰσχύει ἐν καιρῷ αἱρέσεως καί ἐν καιρῷ κινδυνευούσης πίστεως. Ἡ ἐκκλησιολογία ἡ ὁποία ἐπικρατεῖ σήμερα μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων δέν διαφέρει εἰς τό ἐλάχιστο ἀπό τήν παπική καί, ἐπίσης, δέν διαφέρει ἀπό τήν ἐκκλησιολογία ἡ ὁποία ἐπικρατεῖ ἐν καιρῷ εἰρήνης, καί μάλιστα ὅταν ἔχωμε ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους καί ὄχι αἱρετικούς καί ἀρχηγούς τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Η Γέννησίς Σου Θεοτόκε


O Συναξαριστής της ημέρας.

Κυριακή, 7 Σεπτεμβρίου 2014

ΙΓ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. Προεόρτια του Γενεσίου της  Θεοτόκου, Σώζωντος μάρτυρος, Ευψυχίου μάρτυρος, Λουκά οσίου, Ονησιφόρου αποστόλου, Αθανασίου νεομάρτυρος (1774).

Προεόρτια του Γενεσίου της Ὑπεραγίας Θεοτόκου



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἐξ ὀσφύος τοῦ Δαβίδ, ἡ Θεόπαις Μαριάμ, τίκτεται σήμερον ἡμῖν· διὸ καὶ χαίρει ἡ σύμπασα καὶ καινουργεῖται· συγχαίρει τε ὁμού, ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Αἰνέσατε αὐτὴν, αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν· Ἰωακεὶμ εὐφραίνεται, καὶ Ἄννα πανηγυρίζει κραυγάζουσα· Ἡ στεῖρα τίκτει, τὴν Θεοτόκον, καὶ τροφὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ Παρθένος σήμερον, καὶ Θεοτόκος Μαρία, ἡ παστὰς ἡ ἄλυτος, τοῦ οὐρανίου Νυμφίου, τίκτεται, ἀπὸ τῆς στείρας θεοβουλήτως, ὄχημα, τοῦ Θεοῦ Λόγου εὐτρεπισθῆναι· εἰς τοῦτο γὰρ καὶ προωρίσθη, ἡ θεία πύλη, καὶ Μήτηρ τῆς ὄντως ζωῆς.

Μεγαλυνάριον.
Ἐκ λαγόνων ἤδη στειρωτικῶν, τὴν καρποφορίαν, γεωργοῦσα τῶν ἀγαθῶν, ἡ Ἁγνὴ Παρθένος, προέρχεται τῷ κόσμῳ· λαοὶ μετ’ εὐφροσύνης, προεορτάσατε.

Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, έγραψε το 1965:

«Από το 1920 έχομεν συρροήν «βλασφημιών», δια του καινοτόμου Μεταξάκη, και του Ωριγενιστού Βασιλείου, αι οποίαι απεκορυφόθησαν δια του νυν Πατριάρχου κ. Αθηναγόρου. Οποίαι και οπόσαι βλασφημίαι!
Από το 1949 μέχρι σήμερον και τι δεν ηκούσαμεν από του στόματός του! Προς τι να τας επαναλάβωμεν; Προς τι να είπωμεν δια την «φιλτάτην του πατρίδα, την Τουρκίαν δια τας άνευ ανάγκης γλοιώδεις κολακείας προς το Ισλάμ, το ότι «ένα Θεόν πιστεύομεν πάντες» ή «όταν περιέρχωμαι εις αμηχανίαν, στρέφω το βλέμμα μου προς την εικόνα του Ατατούρκ και φωτίζομαι», τας ιδιοτύπους συλλειτουργίας μετά των Αρμενίων, τα τελούμενα μνημόσυνα επί νεκρών Τούρκων, αι συμφωτογραφήσεις μετά ελεεινών γυναικών, η αντικατάστασις του «μέτρου αληθείας ο Θεός», δια του «μέτρου ο άνθρωπος», η σιωπή του επί επιμόνου κατηγορίας ως μασόνου, η κατόπιν τόσου σκανδάλου, απειλήσαντος την ενότητα του Πατριαρχείου, προώθησις του μασόνου Ιακώβου εις Αμερικήν;
Προς τι να υπομνήσωμεν τα τόσον γνωστά γεγονότα των τελευταίων χρόνων;
Ποίος ποτέ Πατριάρχης Κ/πόλεως εδέχθη να γίνη όργανον μεγάλης εγκοσμίου δυνάμεως, δια να επιτύχη μίαν ψευδένωσιν των Εκκλησιών εις βάρος της Ορθοδόξου Πίστεως; Ποίος ελάλησε τόσον φιλελεύθερα και αντορθόδοξα, ως ούτος ο άνθρωπος;…. Ποίος άλλος είπε, ότι «μεταξύ Ορθοδόξων και Λατίνων δεν υπάρχουν διαφοραί»; Ποίος άλλος ετραυμάτισε την εθνικήν μας φιλοτιμίαν με τον νοσηρόν  φιλοτουρκισμόν του; Ποίος προσέφερε «γην και ύδωρ» εις τον πάπαν;
Ποίος εδίχασε το πλήρωμα της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας, εις ενωτικούς και ανθενωτικούς;
Ποίος περιήγαγεν εις τόσον ταπεινωτικήν θέσιν το κύρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δια μιάς αχρείου Ορθοδόξως και φιλολατινικής πολιτικής;
 Διατί, λοιπόν, όλα αυτά δεν αποτελούν «βλασφημίας κατά του αγίου Πνεύματος» και τα δεινά τα οποία υπέστη το Πατριαρχείον μας και ο εις την Τουρκίαν λαός μας δεν αποτελούν «ένδικον μισθαποδοσίαν» υπό του Θεού μη φειδομένου και προ αυτού εκ του ολοκληρωτικού εκ της βασιλίδος «ξεριζώματος»;


Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, έγραψε το 2003 : 


Πρέπει να είμεθα προσεκτικοί και μη κατηγορούμεν τους ηγέτες της Εκκλησίας, ότι είναι οικουμενιστές επειδή οι σύγχρονες συνθήκες οδηγούν σε συναντήσεις και σε κάποιες αβρότητες και φιλοφροσύνες με ετεροδόξους.
( 
http://www.egolpion.com/gox_theoklitos.el.aspx#ixzz3CZbwx6do)


Ιδού και οι "κάποιες αβρότητες και φιλοφροσύνες"....






Ταλαίπωρη Ορθοδοξία!.....

Προς τον αδελφό μας Κυπριανό, χάριν της αληθείας :

Γράφει ο αδελφός μας Κυπριανός:


Ο κοιμηθείς Μοναχός Θεόκλητος ήταν σφοδρός πολέμιος των παλαιοημερολογιτών, 
(http://kyprianoscy.blogspot.ca/2014/09/blog-post_19.html )


Από κείμενο του κοιμηθέντος Μοναχού Θεοκλήτου:

... Όσοι διδάσκουν θεολογίαν και με την μεν δεξιάν κρατούν την Αγίαν Γραφήν, εις δε την ευώνυμον την ερμηνείαν των Πατέρων, ούτοι ευρίσκονται εντός της πνευματικότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όσοι υπευθύνως ενεργούν βάσει των Πατερικών Παραδόσεων, ούτοι δοξάζουν αληθώς τον Θεόν. Όσοι αποδέχονται την Παράδοσιν της Εκκλησίας ως ισόκυρον με τας Αγίας Γραφάς και αγωνίζονται δι΄ αυτήν, είναι μάρτυρες τη προαιρέσει. Δια τούτο φρονούμεν, ότι οι καλούμενοι παλαιοημερολογίται πρσέφερον ανυπολόγιστον υπηρεσίαν εις την Εκκλησίαν δια της εμμονής αυτών εις το παλαιόν εορτολόγιον. Επαναλαμβάνομεν ότι το ημερολόγιον δεν είναι παράδοσις, ειμή μόνον εφ΄ όσον συνδέεται με την δημοσίαν λατρείαν ολοκλήρου της Ορθοδοξίας. Είναι συνεκτικός κρίκος της ιστορίας της, μέσον προς ομοιόμορφον εκδήλωσιν της λειτουργικής της ζωής, στοιχείον ενότητος με τας επί μέρους Ορθοδόξους Εκκλησίας. Το ισχυρότερον επιχείρημα των παλαιοημερολογιτών, είναι αυτή η αντικανονική εισαγωγή του ημερολογίου εις την Εκκλησίαν, ήτις διέσπασε την εξωτερικήν ενότητα, πράξις υποκειμένη κατά τους Ι. Κανόνας εις ποινήν, μήπω εισέτι λαβούσαν χώραν. Δια το «μήπω», λοιπόν, τούτο, η Εκκλησία της Ελλάδος ουκ εξέπεσεν εκ της στάσεως αυτής ως αδελφής ομοτίμου και ορθοτομούσης τον λόγον της αληθείας ταις λοιπαίς Ορθοδόξοις Εκκλησίαις. Ναι, αλλ΄ εσκανδάλισε, και η αντικανονικότης παραμένει εισέτι αθεράπευτος, αντικανονικότης εξικνουμένη, υπό τινας προϋποθέσεις, μέχρι σχίσματος. Πολλάκις κατηγορήθησαν οι παλαιοημερολογίται ως απειθείς τη Εκκλησία. Είναι άδικος η κατηγορία, εφ΄ όσον πρόκειται περί θέματος σχετιζομένου με την θρησκευτικήν των συνείδησιν, ωκοδομημένην εν τω σεβασμώ των Ορθοδόξων παραδόσεων. Και αν δια την απείθειάν των αυτήν θελήσωμεν να τοις προσάψωμεν μομφήν, εξ ίσου υποχρεούμεθα να τιμήσωμεν αυτούς, ως θα γίνη ασφαλώς κάποτε υπό της ιστορίας, διότι ηρνήθησαν να ακολουθήσουν τας περιπετειώδεις ανθρωπίνους ιδιοτροπίας. Ενδέχεται, βεβαίως, να μη καλύπτωνται απολύτως εξ απόψεως Κανονικής, επειδή εν προκειμένω το ζήτημα τελεί εν υποδικία, αλλ΄ η ουσία του παραμένει τοιαύτη, ώστε, και αυτή η Εκκλησία της Ελλάδος ούσα ακάλυπτος Κανονικώς, να μη δικαιούται να αξιοί υπακοήν. Ας μη λησμονώμεν άλλωστε ότι, ότε ετυρεύοντο τα περί Ημερολογίου και Πασχαλίου Κανόνος εν Κωνσταντινουπόλει, ως και άλλαι κινδυνώδεις καινοτομίαι, ων ο ήχος κατεθρόει το πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Πατριάρχης του Οικουμενικού Θρόνου ήτο ο μοιραίος Μελέτιος Μεταξάκης, όστις συνεκινείτο περισσότερον από τον προοδευτικόν Αγγλικανισμόν ή τα «απηρχαιωμένα» δόγματα της Ορθοδοξίας. Η εποχή αυτή ήτο πλήρης καχυποψιών, και οι πιστοί εν τω νέω ημερολογίω διείδον την απαρχήν αντικανονικών ενεργειών της Εκκλησίας και, φυσικά, αντέδρασαν, αποξενωθέντων, ευλαβεστάτων ορθοδόξων από την ζωήν της Εκκλησίας της Ελλάδος – ως εγένετο και με την Ρωσικήν Εκκλησίαν, έως ου ο Μ. Πέτρος, βλέπων την εκκοσμίκευσιν αυτής κατήργησε το Πατριαρχείον και ανέλαβεν ούτος την διοίκησιν. Αλλ΄ εκείνο όμως, το οποίον επιβάλλεται να προσέξωμεν ιδιαιτέρως, δεν είναι μόνον η σταθερά στάσις των παλαιοημερολογιτών έναντι του εορτολογικού προβλήματος, αλλ΄ η εκφραστική διάθεσις της τοποθετήσεώς των έναντι των εκκλησιαστικών παραδόσεων, ων εμφανίζονται αυτοί ως πιστοί φύλακες και ακαταίσχυντοι τηρηταί. Εξηγήσαμεν ανωτέρω πόσην σημασίαν έχει δια την Εκκλησίαν ο σεβασμός εις τας παραδόσεις και τι είναι παράδοσις. Κατά ταύτα οι ευλαβείς ούτοι χριστιανοί κατέστησαν αξιομίμητον υπόδειγμα εις την καθ΄ ημάς Ορθόδοξον Ελληνικήν Εκκλησίαν, μη στέρξαντες να ακολουθήσουν τας εξ ηλαττωμένου σεβασμού προς τους Πατέρας καινοτόμους τάσεις μιας συγκεχυμένης εποχής. Εάν η Εκκλησία αποφασίση να ανασυνδέση τον διακοπέντα δεσμόν της με τους αγίους Πατέρας, είναι απαραίτητον όπως εγκολπωθή τους ασκητικούς παλαιοημερολογίτας, οίτινες αποτελούν ζώσαν πραγματικότητα, ως εκείνη της αρχαίας Εκκλησίας, από τε απόψεως ορθοδόξων φρονημάτων, ηθικού βίου και ιδιαζούσης πνευματικότητος.                                             
Αι πέριξ της Αττικής έρημοι επληρώθησαν γυναικείων μοναστηρίων και αλλαχού ανδρώων, ανηκόντων εις παλαιοημερολογίτας. Ολόκληροι αι οικογένειαί των ενδύονται το άγιον και αγγελικόν σχήμα, ενθυμίζουσαι εναργώς τας αγίας οικογενείας των μεγάλων Διδασκάλων της Εκκλησίας, Μ. Βασιλείου, Γρηγορίου του Θεολόγου και άλλων. Και είναι θαύμα να βλέπη τις εις τας Μονάς, την αναβίωσιν της ευσεβείας εκείνης, ήτις ενεφανίσθη εις την Εκκλησίαν από τον πρώτον αιώνα, εις μίαν υλιστικήν εποχήν και ολιγόπιστον γενεάν, και εν τω προσώπω μοναστών και μοναζουσών να διακρίνη εδώ μεν την Μακρίνα, εκεί δε τον Μ. Βασίλειον, την Νόννα, τον Γρηγόριον τον Θεολόγον, τον Χρυσόστομον, την Συγκλητικήν, τον Γρηγόριον Νύσσης, την Εμμέλειαν, τον Ναυκράτιον, τον Πέτρον, Γρηγόριον τον Παλαμά με τους αδελφούς του, την μητέρα του και τας αδελφάς του. Που μεν Νικόδημον τον Αγιορείτην, που δε την μητέρα του Αγάθην, όλους περιβεβλημένους μοναστικώς εν απόκοσμον και θείον σχήμα, ούτινος η ουσία βεβαιούται ως ασκητική και μοναστική, πνεύμα, όπερ διήκει δι΄ όλης της ιστορίας της Ανατολικής Εκκλησίας, και αποβαίνει τόσον εκφραστικόν των επί γης σκοπών της.                                                                                                                              

π. Γεώργιος Μεταλληνός : ἒχουμε ἀπέναντί μας σχισματική καί αἱρετική παποσύνη, πού οὐδεμία σχέση ἒχει μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καί ἑπομένως ΔΕΝ εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά αἳρεση, ἐκτός τῆς ΜΙΑΣ και ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας πλέον.


Ὁ πάπας ὡς ἐπίσκοπος τῆς Παλαιᾶς Ρώμης καί ὂχι ὡς ἂτομο, «ἒχει τά πρωτεῖα τῆς τιμῆς καί ὂχι τῆς ἐξουσίας, ὣστε ὁποῦ νά εἶναι πρῶτος τῶν ἂλλων ἀδελφῶν, καί τοῦτο ὃταν συμφωνῇ τοῖς ἂλλοις ἀδελφοῖς, τῷ συνδέσμῳ τῆς πίστεως». Ἂς κρατήσουμε αὐτά τά λόγια τοῦ Μηνιάτη, καί μάλιστα τά ὑπογραμμισθέντα ἀπό τόν γράφοντα, διότι εἶναι τό κλειδί γιά τήν κατανόηση τῆς δογματικῆς παραφροσύνης στήν σημερινή ἀναφορά στόν Πάπα ἀπό τούς Οἰκουμενιστές μας, και μάλιστα τήν ἡγεσία τους. Τήν ἐπισήμανσή του δέ αὐτή διευρύνει και στήν συνέχεια: «Τῶν μελῶν τά μέν εἰσι κατώτατα, τά δέ εἰσιν ἀνώτερα, ἀνάμεσα εἰς τά ὁποῖα εἶναι ἓνας και  πάπας, ὃταν εὐχαριστεῖται να μείνῃ εἰς τόν βαθμόν, ὁποῦ τον ἒβαλαν οἱ ἃγιοι πατέρες, ὂχι να ἐβγαίνῃ ἒξω τῶν ὃρων του διά πλεονεξίαν, θέλοντας νά εἶναι ὁ κύριος τῶν δούλων, ὂχι πρῶτος τῶν ἀδελφῶν».Εὐστοχότερη θεολογικά καί φιλολογικά διατύπωση τῆς οὐσίας τοῦ παπικοῦ πρωτείου δεν θά μποροῦσε νά ὑπάρξει. Ὁ Πάπας, δηλαδή, ὡς ἐπίσκοπος τῆς Παλαιᾶς Ρώμης, ἒλαβε ἀπό το ἐκκλησιαστικό σῶμα διά τῶν ἁγίων Πατέρων «τά πρεσβεῖα τιμῆς» («πρωτεῖο τῆς τιμῆς καί ὂχι τῆς ἐξουσίας»), ἀλλά τά πρεσβεῖα αὐτά τοῦ ἀναγνωρίζονται ὀρθόδοξα- ἐκκλησιαστικά τότε μόνο, ὃταν εἶναι ἐντός τῆςἘκκλησίας, δηλαδή συμφωνεῖ μέ ὃλους τούς ἁγίους «τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης καί τῆς πίστεως». Ἀγάπη χωρίς πίστη -ὀρθοδοξία δηλαδή-δέν ὑπάρχει, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει (πρβλ. τό ἀποστολικό: «πίστις δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη», Γαλ. 5,6). Ἡ «πλεονεξία» ὃμως τῶν Παπῶν τούς ἒβγαλε ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία. Γι’ αὐτό ὃλη ἡ ἀπό τήν ἐποχή κυρίως τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα (+1972) , τοῦ πρωταγωνιστοῦ τοῦ οἰκουμενιστικοῦ μας παραληρήματος, χρησιμοποιούμενη ὁρολογία περί «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν» καί «πρεσβυτέρας Ρώμης», στερεῖται κάθε ἐρείσματος, ἀλλά καί ἀκριβείας, ἀφοῦ ἒχουμε ἀπέναντί μας σχισματική καί αἱρετική παποσύνη, πού οὐδεμία σχέση ἒχει μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καί ἑπομένως ΔΕΝ εἶναι Ἐκκλησία, ἀλλά αἳρεση, ἐκτός τῆς ΜΙΑΣ και ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας πλέον. Περί τῆς σημερινῆς Λατινικῆς «Ἐκκλησίας» ἰσχύει δυστυχῶς αὐτό πού ἒλεγε ὁ Μ. Ἀθανάσιος γιά τούς Ἀρειανούς, συμβουλεύοντας τους Ὀρθοδόξους νά μή παρασύρονται ἀπό τά ἐξωτερικά γνωρίσματα καί να χαρακτηρίζουν τόν Ἀρειανισμό Ἐκκλησία, διότι εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, οἱ δέ ὀπαδοί του «ἀρειομανῖται», μανιακοί ὀπαδοί τοῦ Ἀρείου. Δυστυχῶς ὃμως καί οἱ Παπικοί εἶναι «πρωτειομανῖται». Τό τραγικό ὃμως εἶναι, κατά τόν Μηνιάτη, ὃτι ὁ παπισμός δέν θέλει «ἀδελφούς», ἀλλά «δούλους», νά εἶναι δηλαδή ὁ Πάπας κύριος δούλων καί ὂχι πρῶτος μεταξύ ἀδελφῶν, ὃλων τῶν πιστῶν δηλαδή. Εἶναι δέ ὁ ὁμολογητής ἐπίσκοπός μας κατηγορηματικός, ὃταν λέγει ὃτι ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα, ὑπέρκειται τοῦ Πάπα καί παντός ἂλλου. Γι’ αὐτό «καθώς τοῦ δίδομεν (=τοῦ Πάπα) τό πρωτεῖον τῆς τιμῆς, ὃταν εἶναι ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ἒτζη ἀρνούμεθα τό πρωτεῖον ἐξουσίας».

Σμύρνη: Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτισσας

Της Μαίρης Αδαμοπούλου


Σεντούκια, κουτιά και αρχεία με υλικό που δεν είχε αγγίξει ανθρώπου βλέμμα έως σήμερα βγαίνουν στο φως και επιχειρούν να αναδείξουν τη «Νέα Υόρκη των αρχών του 20ού αιώνα», την κοσμοπολίτισσα Σμύρνη, 90 χρόνια μετά την καταστροφή της.
Η Σμύρνη καίγεται. Τα πάντα λεηλατούνται. Η οικογένεια της Ελένης Μπαστέα έχει μαζέψει τα πράγματά της. Δεν τρέχει όμως να γλιτώσει. Αντιθέτως, κλειδώνει την πόρτα. Η αδελφή της γιαγιάς της Ελένης φτιάχνει τσάι για όλους. Κάθονται στην τραπεζαρία και το πίνουν ατάραχοι. Προτού τραβήξουν την πόρτα πίσω τους, η γιαγιά πηγαίνει στην κουζίνα. Πλένει τα φλιτζάνια, τοποθετεί το σερβίτσιο στη θέση του και κλείνει το ντουλάπι. Θέλει να αφήσει το σπίτι της συγυρισμένο. Θα ξαναγυρίσει. Ετσι νομίζει. Και εκείνη την ώρα συλλογίζεται τον τούρκο γείτονα που την είχε προειδοποιήσει: «Πρέπει να φύγετε. Σε λίγο δεν θα μπορούμε να σας προστατεύσουμε». Δεν τον είχε πιστέψει...

Είναι η ιστορία της Ελένης Μπαστέα, πρόσφυγος τρίτης γενιάς, που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του
New Mexico Ιστορία και Αρχιτεκτονική.

ΚΥΡΙΑΚΗ 7 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2014 – ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ --- Νέες υπάρξεις

«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός  τον κόσμον…»

Η σύνδεση της παρουσίας του Θεού στη ζωή του κόσμου με την πληρότητα της αγάπης, αναδεικνύει και την αυθεντικότητα της σχέσης που σφυρηλατείται στο χώρο της Εκκλησίας. Στους ορίζοντες αυτούς, το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής πριν από την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, αποκαλύπτει το απύθμενο βάθος αλλά και το δυσθεώρητο ύψος της θεϊκής αγάπης: «εν τούτω εφανερώθη η αγάπη του Θεού εν υμίν, ότι τον Υιόν αυτού τον Μονογενή απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον, ίνα ζήσωμεν δι’ Αυτού» (Α΄Ιω. δ΄9).
Η συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή συνιστά το απόσταγμα της συνομιλίας του Χριστού με το Νικόδημο. Ο Νικόδημος παρόλο που είχε εξέχουσα θέση στην κοινωνία, αφού ήταν μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου και ανήκε ακόμα στην τάξη των φαρισαίων, ωστόσο αποκαλύπτεται ως άνθρωπος με καλή και αγαθή ψυχή. Με τέτοιες λοιπόν αγαθές διαθέσεις όχι μόνο γνώρισε αλλά και συνομιλούσε με τον Χριστό για μεγάλες και αιώνιες αλήθειες. Έτσι, ενώ οι φαρισαίοι συνέδεαν τη σωτηρία με την τυπολατρία, ενδεδυμένη με την υποκριτική τήρηση κάποιων διατάξεων του Νόμου, ο Χριστός έρχεται να αποκαλύψει ότι για να σωθεί ο άνθρωπος πρέπει να αναγεννηθεί πνευματικά, να καταστεί καινούργια ύπαρξη, όχι πλέον με νομικές διατάξεις, αλλά με τη χάρη και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Ρωμ. ε΄5).