ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑ - Τοῦ Πρωτ. π. Γεωργίου Μεταλληνού

1.Οἱ σχέσεις ἐξουσίας κάθε μορφῆς εἶναι πάντα κεντρικὸ πρόβλημα τῆς κοινωνίας, στὸ ὁποῖο ἐμπλέκεται ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ πράγματα ὁ χῶρος τῆς Θρησκείας. Μολονότι ὁ Χριστιανισμὸς στὴν αὐθεντικὴ του ἔκφραση δὲν εἶναι θρήσκευμα – ἁπλὴ δηλαδὴ Ἱστορικὴ πραγμάτωση τοῦ φαινομένου τῆς θρησκείας, ἀλλὰ «ὁδός» (Πράξ. 9, 20), τρόπος δηλαδὴ ὑπάρξεως, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ «θέωση», ὅπως νοεῖται χριστιανικὰ ἡ σωτηρία, ἡ διαπλοκὴ του μέ τὶς δομὲς τοῦ κόσμου εἰσήγαγε στὴν ὀργάνωσὴ του καὶ τὴν ἔννοια τῆς ἐξουσίας. Στὴν Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, ἀναγνωρίζεται ὁ θεόσδοτος χαρακτήρας τῆς ἐξουσίας, «ἵνα μὴ ὁ κόσμος εἰς ἀκοσμίαν ἐμπέσῃ» (Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, 5ος αἰ. Ε.Π. 78, 657), ἐλέγχεται ὅμως συχνὰ ἡ πτωτικὴ κατανόηση καὶ χρήση της. Γι᾽αὐτὸ ὑπογραμμίζεται ἡ σχετικότητα καὶ ὁ πνευματικός της χαραχτήρας γιὰ τὴν Ἐκκλησία (πρβλ. Α΄ Κορ. 9, 12. Β´Κορ. 10, 8. Β´Θεσ. 3, 9 κ.ἄ.). Στὴν Κ.Δ. φανερώνεται ἐξ ἄλλου ἡ δαιμονικότητα τῆς ἐξουσίας τοῦ κόσμου (πρβλ. τὸ διάλογο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Πιλάτο – Ἰωάν. 18, 28 ἑ.) καὶ προβάλλεται ὁ διακονικὸς καὶ ἀπελευθερωτικὸς χαραχτήρας τῆς «ἐξουσίας» τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 10, 1 καὶ παράλ., 28, 18 κ.ἄ.). Παράλληλα, γίνεται δεκτὸς ὁ πρωτογενὴς χαραχτήρας τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας (Ρωμ. 13), ἐνῶ διὰ τοῦ Χριστοῦ καθορίζεται καὶ ἡ στάση ἀπέναντί της μὲ τὸ γνωστὸ λόγιο «ἀπόδοτε τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. 22, 21), ποὺ δείχνει τὴν ἱεράρχηση τῶν δύο ἐξουσιῶν καὶ τὴ διαφοροποίησή τους, ἀφοῦ, ἂν τὸ νόμιμο ἀνήκει στὸν καίσαρα, ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἀνήκει ὁλόκληρος στὸ Θεό, ὡς νόμισμα ὄχι αὐτοκρατορικό, ἀλλὰ θεῖο.Ἡ ἀποστολικὴ πράξη –τέλος– ἐγκαινιάζει καὶ τὴ δυνατότητα ἀντιστάσεως (ἢ ἔστω ἀρνήσεως ὑποταγῆς) στὴ δαιμονοποιημένη ἐξουσία («πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις», Πράξ. 5, 29).

Θαύματα των Αγίων μας

Έλεγαν για τον άγιο Σπυρίδωνα ότι είχε μια θυγατέρα παρθένο, ευλαβή σαν τον πατέρα της, με το όνομα Ειρήνη. Ένας γνωστός αυτής,  της έδωσε ένα πολύτιμο κόσμημα να του το φυλάξει. Κι αυτή για να το ασφαλίσει καλύτερα, έκρυψε το θησαυρό στη γη. Μετά όμως από λίγο καιρό έφυγε από τον κόσμο αυτό η παρθένος.

Πέρασε κάποιο χρονικό διάστημα και παρουσιάζεται αυτός που είχε δώσε τον θησαυρό. Μη βρίσκοντας την θυγατέρα του, τα έβαλε με τον πατέρα της, τον αββά Σπυρίδωνα, άλλοτε απειλώντας τον και άλλοτε παρακαλώντας τον.
Και επειδή ο Γέροντας θεωρούσε ως συμφορά τη ζημιά που έπαθε αυτός που έδωσε τον θησαυρό, ήρθε στον τάφο της θυγατέρας του και ζητούσε απ΄τον Θεό να του δείξει πρόωρα την ανάσταση που έχει υποσχεθεί. Και να πού δεν διαψεύδεται, γιατί εμφανίζεται αμέσως ζωντανή η παρθένος στον πατέρα της και αφού του έδειξε τον τόπο, όπου βρισκόταν το κόσμημα, έφυγε πίσω πάλι. 
Έτσι πήρε ο Γέροντας τον θησαυρό και τον έδωσε.