ΟΣΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ :

Υπάρχουν καιροί πικροί, δυσβάστακτοι και βασανιστικοί. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτούς. Στον πόλεμο της φιληδονίας πολλοί τραυματίζονται και υφίστανται οδύνες, πολύ δε περισσότερο σ’ αυτή την πνευματική μάχη δεχόμαστε πολλά τραύματα από τα πνεύματα του κακού, ηττώμεθα κυρίως όταν βασιζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις και τη λογική μας, έως ότου επιδείξουμε ταπεινοφροσύνη, αναγνωρίζοντας τις αδυναμίες μας.

Διερωτάται τις, ποίον Θεόν δοξολογούν;

Ο διαθρησκειακός συγκρητισμός σχετικοποιεί την ευαγγελικήν αλήθειαν. Προχωρεί ακόμη ούτος και εις το λατρευτικόν επίπεδον. Ορθόδοξοι Ιεράρχαι η και Πρωθιεράρχαι συμμετέχουν εις πανθρησκειακάς εκδηλώσεις ως της Ασσίζης ή εις κοινάς συμπροσευχάς και δοξολογίας μεθ’ ετεροδόξων και ετεροθρήσκων, και δη Ιουδαίων και Μουσουλμάνων. Διερωτάται τις, ποίον Θεόν δοξολογούν;...

Οι Άγιοι Απόστολοι εκήρυττον εις τας Συναγωγάς, αλλά Ιησούν Χριστόν και τούτον Εσταυρωμένον, διό και ηκολούθουν διωγμοί, φυλακίσεις, βασανιστήρια και θάνατοι....

H ῾Ρωμαϊκή ἐστιν Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν

«Ἡ Ὀρθόδοξος ἄρα Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία δικαίως καυχᾶται ἐν Χριστῷ, ὅτι ἐστὶν ἡ Ἐκκλησία τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν ἐννέα πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἑπομένως ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, “στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας” ἡ δὲ νῦν ῾Ρωμαϊκή ἐστιν Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων καὶ τῆς παρερμηνείας τῆς τε ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν ἁγίων Συνόδων· διὸ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀπεκηρύχθη καὶ ἀποκηρύσσεται, ἐφ᾽ ὅσον ἂν ἐμμένῃ ἐν τῇ πλάνῃ αὐτῆς. “Κρείσσων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος, λέγει καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ”».

Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Κυζίκου Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Νικομηδείας Φιλόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† ῾Ο Νικαίας Ἱερώνυμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Προύσης Ναθαναὴλ ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Σμύρνης Βασίλειος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Φιλαδελφείας Στέφανος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.

=========

Προκρίνοντες τήν ὀρθήν Πίστιν καί τήν Ἀλήθειαν (δηλαδή τόν Χριστόν) τῆς ψευδο-ειρήνης, οἱ ὡς ἄνω Πατέρες πού ὑπέγραψαν τό συνοπτικόν μέν, ἀλλά μεστόν νοημάτων σωτήριον αὐτό κείμενον, ὀρθῶς ἀπεφάνθησαν. Οἱ σημερινοί μασσῶνοι/μασονίζοντες ψευδο-πατέρες, ὅμως, προκρίνουν τήν (ἐν Διαβόλῳ) «εἰρήνην» τῆς ὀρθῆς Πίστεως! Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι πού θέλουν τήν σωτηρίαν των ἔχουν ἱερόν ΧΡΕΟΣ νά διακόψουν πᾶσαν ἐπικοινωνίαν μέ αὐτούς τούς ἐργάτας τοῦ Σατανᾶ!

† Ὁ Λήμνου Ἀθανάσιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Δυρραχίου Βησσαρίων ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Βελεγράδων Δωρόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Ἐλασσῶνος Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Καρπάθου καὶ Κάσσου Σωφρόνιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Ἐλευθερουπόλεως Διονύσιος ἐν Χρι­στῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης
[9]
.

ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΠΙΣΤΕΩΣ, από τον ΚΒ´ Λόγον του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου:

«Το να αποκτήση κανείς την ταπείνωση, συναντά πολλά εμπόδια, που τον εμποδίζουν, ενώ για την πίστη δεν μας εμποδίζει τίποτε να την βρούμε. Γιατί αν το θελήσουμε ολόψυχα να βρούμε την πίστη, αμέσως χωρίς κανέναν κόπο την βρίσκουμε, αφού είναι δώρον του Θεού και προσόν φυσικόν, μολονότι υπόκειται στο αυτεξούσιον της προαιρέσεώς μας»

Άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος :

Τι λες , Ιουδαίε; Εσύ που ήσουν πρώτος έγινες τρίτος; Οι Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι μπήκαν μπροστά , και ο πρωτότοκος Ισραήλ πήγε πίσω;

Ναι. Έτσι είναι. Οι Ασσύριοι θα γίνουν πρώτοι, επειδή αυτοί πρώτοι με τους μάγους τους προσκύνησαν τον Κύριο. Πίσω τους οι Αιγύπτιοι, που Τον δέχτηκαν, όταν κατέφυγε στα μέρη τους, για ν’ αποφύγει την επιβουλή του Ηρώδη. Τρίτος και τελευταίος ο Ισραηλιτικός λαός, που γνώρισε τον Κύριο από τους αποστόλους, μετά τη βάπτισή Του στον Ιορδάνη.
Τί άλλο μένει να πω;
Δημιουργό και φάτνη βλέπω. .. Βρέφος και σπάργανα… Λεχώνα παρθένα , περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή… Ανέχεια πολλή…
Είδες όμως τί πλούτος μέσα στη μεγάλη φτώχεια; Ο Πλούσιος έγινε φτωχός για χάρη μας. Δεν έχει ούτε κρεβάτι ούτε στρώμα. Μέσα σε ταπεινό παχνί Τον έχουν αποθέσει…
Ω φτώχεια , πλούτου πηγή!
Ω πλούτε αμέτρητε, κρυμμένε μες στη φτώχεια!
Μέσα στη φάτνη κείτεσαι και την οικουμένη σαλεύεις.
Μέσα σε σπάργανα τυλίγεσαι και σπας τα δεσμά της αμαρτίας.
Λέξη ακόμα δεν άρθρωσες και δίδαξες στους μάγους τη θεογνωσία.

2025 15 Μαΐου: Διεθνής Ημέρα Οικογένειας.

Ο ΟΗΕ έκρινε ότι πρέπει να υπάρχει μία τέτοια ημέρα για να τονίζεται η σημασία της οικογένειας για τον κάθε άνθρωπο πάνω σ' αυτόν τον κόσμο.

Ιδιαίτερα όμως για την Εκκλησία μας, την πατρίδα μας, η οικογένεια είναι το κύτταρο.

Είναι αυτή που συγκροτεί ό,τι πιο ιερό και όμορφο υπάρχει στη ζωή μας.

Κι όσοι ζήσαμε σε ευλογημένη οικογένεια ξέρουμε το δώρο, 

αλλά κι αν κάποιοι στερήθηκαν την οικογένεια ξέρουν την αξία της.

Στην εποχή μας χρειάζεται και πάλι να τονίσουμε και να τονώσουμε την οικογένεια 

και τον θεσμό της. Διακυβεύεται το μέλλον.

Χρειαζόμαστε αυθεντικές οικογένειες, με πίστη, με ενότητα, με αγάπη, 

οικογένειες του Χριστού, οικογένειες του Θεού, οικογένειες ελληνικές, ορθόδοξες.

Μακάρι! Το έχουμε τόσο ανάγκη!


Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος

Nα μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους.

 H οργή του Θεού έχει καταλάβει την Εκκλησία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ο Παπισμός και ο Οικουμενισμός θριαμβεύουν. Τότε ο Μ. Αθανάσιος και οι άλλοι Πατέρες κατενόησαν τον κίνδυνο, που περιέγραφε το όραμα του Μ. Αντωνίου. Τώρα βλέπουμε να μολύνονται οι ναοί και τα θυσιαστήρια απο συμπροσευχές και συλλείτουργα με τους «αλόγους» αιρετικούς και ενισχύουμε την μόλυνση και την επαινούμε, συλλακτίζοντες κι εμείς μέσα εις τα Άγια των Αγίων. Αν παρακολουθήσει κανείς οικουμενίστικα συλλείτουργα και συμπροσευχές, σαν αυτό που έγινε στην Καμπέρα, στην Ζ' Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Συμβουλίου των δήθεν Εκκλησιών, και σαν αυτά που γίνονται συχνά με τη συμμετοχή ιερέων ομοφυλοφίλων που τολμούν και κρατούν το Άγιο Δισκοπότηρο και γυναικών επισκόπων και ιερειών, η εικόνα υπερβαίνει και το όραμα του Μ. Αντωνίου.

Μόνη ελπίδα για να επανεύρει η Εκκλησία την ομορφιά της είναι η σύσταση και συμβουλή του Μ. Αντωνίου: «Μόνον μη μιάνετε εαυτούς μετά των Αρειανών». Μόνο να μη μιανθούμε από την κοινωνία μας με τον Παπισμό και Οικουμενισμό, με τους φιλοπαπικούς και οικουμενιστάς Ορθοδόξους. Επειδή μέχρι τώρα δεν το επράξαμε δυναμικά και αποφασιστικά, γι' αυτό παρατείνει ο Θεός επί έτη την οργή του, την αιχμαλωσία των Ορθοδόξων στην παναίρεση του Οικουμενισμού. Μέχρι πότε επίσκοποι, ιερείς, μοναχοί και λαϊκοί θα επιτρέπουμε τα άλογα κτήνη, τους αιρετικούς, να λακτίζουν και να μιαίνουν τα Ιερά και τα Άγια της Ορθοδοξίας; Όσο απρακτούμε και βρίσκουμε διάφορες προφάσεις πνευματικοφανείς, το βδέλυγμα της ερημώσεως θα ίσταται εν τόπω αγίω.

Είμεθα πλάσματα Θεού με υιοθεσίαν.

Οι άνθρωποι, δεν είναι μοιραία όντα επί της γης. Δεν είναι ακατανόητον συνονθύλευμα σκοτεινών δυνάμεων. Δεν είναι αποίμαντος αγέλη περιέργων ζώων. Ούτε είδος μικράς αξίας. Είμεθα πλάσματα Θεού με υιοθεσίαν. Είμεθα λογικά ζώα με ηθικότητα. Ερχόμεθα ως χιόνες από τα υψηλά όρη της θείας επικρατείας. Καταβαίνομεν από την άϋλον Βασιλείαν του Θεού και σαρκούμεθα εις την γην. Είμεθα αντικείμενον της αγάπης Εκείνου, Όστις αγρυπνεί εφ’ ημών και θάλπει την ψυχήν μας, που είναι άϋλος. Είμεθα τα απλούστερα λογικά όντα, εφ’ όσον παραμένομεν εις την ηθικήν τάξιν μας. Αποτελούμεν μίαν θαυμασίαν πνευματικήν αρμονίαν. Με λογικότητα και ελευθερίαν μας κατεκόσμησεν. Μας προώρισεν εις ομοίωσίν Του. Άρρητος η τιμή. Απερίληπτος η δόξα. Αλλά βαρεία η ευθύνη.


μ.θ.δ.

Στρατηγός Μακρυγιάννης :

«Η πατρίς της γεννήσεώς μου είναι από το Λιδορίκι· χωριό του Λιδορικιού ονομαζόμενον Αβορίτη. [...] Οι γοναίγοι μου πολύ φτωχοί, και η φτώχεια αυτήνη ήρθε από την αρπαγή των ντόπιων Τούρκων και των Αρβανίτων του Αλήπασα. Πολυφαμελίτες οι γοναίγοι μου και φτωχοί, και όταν ήμουνε ακόμα στην κοιλιά της μητρός μου, μιαν ημέρα πήγε για ξύλα στο λόγγο. Φορτώνοντας τα ξύλα στον ώμο της, φορτωμένη στο δρόμο, στην ερημιά, την έπιασαν οι πόνοι και γέννησε εμένα. Μόνη της η καημένη κι αποσταμένη, εκιντύνεψε κι αυτήνη τότε κι εγώ. Ξελεχώνεψε μόνη της και συγυρίστη, φορτώθη λίγα ξύλα και έβαλε και χόρτα απάνου στα ξύλα και από πάνου εμένα και πήγε στο χωριό» (Β' 11-12). 

Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ -- Τοῦ κ. Μιχαὴλ Ε. Μιχαηλίδη, Θεολόγου

«ΕΝ ΕΝΙ ΣΤΟΜΑΤΙ  ΚΑΙ ΜΙΑ ΚΑΡΔΙΑ»

Μετά τή μνημόνευση τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου στή θεία Λειτουργία, ὁ ἱερέας ἀπαγγέλλει τήν ἐκφώνηση – πρόσκληση, γιά τή δοξολογία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ: «Καί δός ἡμῖν ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ δοξάζειν καί ἀνυμνεῖν τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομά σου, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ και τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν και ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».

Ἡ θεία Λειτουργία εἶναι ἀπ’ τήν ἀρχή ὡς τό τέλος, μιά ἀσίγαστη καί «ἐκ βαθέων» γλυκύτατη δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι στην εὐγενέστερη καί μεγαλειωδέστερη λειτουργία τῆς ὕπαρξής τους. Τρισάγιοι καί ἐπινίκιοι ὕμνοι, ἀδιάλειπτα πληροῦν τά σύμπαντα. «Τά οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ καί τά ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς».

«Ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ». Μ’ ἕνα στόμα καί μια καρδιά. Οἱ πάντες καί τά πάντα σμίγουν σ’ ἕνα ὑμνολογικό τραγούδι χωρίς φινάλε. Και καθώς λέγει ἡ ἐξαίρετη εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ τῶν Θεοφανείων: «Σήμερον τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει, και τά κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ». Ὅλα σέ μιά παναρμόνια συγχορδία, χωρίς φάλτσα και παραφωνίες. Στόματα και καρδιές, σ’ ἕνα ἀτέλειωτο τρισάγιο δοξολόγημα, σάν ἐκεῖνο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ» (ΣΤ΄ 3). Ἤ σάν τον θαυμαστό ὕμνο τῶν εἰκοσιτεσσάρων πρεσβυτέρων τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ψάλλουν κι αὐτοί γύρω ἀπ’ τό θρόνο τοῦ Θεοῦ: «Ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καί Θεός ἡμῶν, λαβεῖν τήν δόξαν καί την τιμήν καί τήν δύναμιν, ὅτι σύ ἔκτισας τά πάντα καί διά τό θέλημά σου σαν καί ἐκτίσθησαν» (Δ΄ 13).

Σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή, πρῶτος καί κύριος σκοπός τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. «Ὅτι ἐξ αὐτοῦ καί δι’ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν τά πάντα» (Ρωμ. ΙΑ΄36). Δόξα καί ἔπαινος και εὐλογία τῶν λογικῶν ὄντων, γιά τή θεία μεγαλειότητα. Δόξα, πού δέν τήν ἐπιζητεῖ ὁ Θεός, ἀλλά τήν κάνουν ὕμνο και δοξολογία τά λογικά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως, ὅσες στρατιές

ἀγγέλων κι ὅσα ἀναρίθμητα πλήθη ἀνθρώπων κι ἄν Τον δοξολογήσουν, κι ὅσους ὕμνους κι ἄν Τοῦ ἀναπέμψουν, δέν ἔχει νά κερδήσει τίποτε. Αὐτοί μονάχα πλουτίζουν καί τελειοποιοῦνται κι αὐξάνουν τή μακαριότητά τους.

«δόξα, λέγει ὁ Μόσχας Φιλάρετος, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη, ἡ φανέρωση, τό ἀπαύγασμα τῆς ἐσωτερικῆς τελειότητας. Τούτη ἡ δόξα φανερώνεται στίς οὐράνιες δυνάμεις καί ἀντανακλᾶ στόν ἄνθρωπο. Ὁ Θεός την προσφέρει, κι ὅσοι τή δέχονται, γίνονται μέτοχοι τῆς δόξας και στή συνέχεια ἐπιστρέφει και πάλι στό Θεό. Στήν ἀδιάκοπη τούτη ἀνακύκλωση τῆς θείας δόξας, βρίσκεται ἡ μακάρια ζωή τῶν δημιουργημάτων».

«Ἡ δόξα, λέγει ὁ Λόσκυ, εἶναι τό ἀπρόσιτο φῶς μέσα στό ὁποῖο κατοικεῖ ὁ Θεός. Μ’ αὐτή τή δόξα φανερώθηκε στούς Κριτές, στούς προ φῆ τες. Εἶν’ αὐτό τό αἰώνιο φῶς, πού εἰσχώρησε στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καί ἔκανε ὁρατή στούς ἀποστόλους τή θεότητά Του κατά τή Μεταμόρφωση. Ὅταν λέμε «δόξα τοῦ Θε οῦ», ἐννοοῦμε τόν ἴδιο τον Κύριο «στό μέτρο, πού αὐτός ἀποκαλύπτεται μέσα στό μεγαλεῖο Του, στή δύναμή Του, στη λαμπρότητα τῆς ἁγιοσύνης Του, στό δυναμισμό τοῦ Εἶναι Του» (D.Mollat).

Κάθε μετοχή τῶν λογικῶν δημιουργημάτων στό ἄκτιστο φῶς τῆς θείας μεγαλειότητας, κάθε μετοχή στή μακαριότητα καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι μιά θεολογία, πού ἐκφράζεται κυρίως ὡς δοξολογία – θεοδοξολογία. Εἶναι μιά, στους αἰῶνες τῶν αἰώνων, δοξολογητική θεολογία, πού λειτουργεῖ ὡς λατρεία πρός τόν Θεό. Εἶναι μιά μυστική μέθεξη Θεοῦ, καρπός τῆς ἀένναης θεωρίας τοῦ Θεοῦ. Καί τί εἶναι θεωρία Θεοῦ; Κατά τόν ἀββά Ἰσαάκ τόν Σύρο, «θεωρία ἐστίν αἴσθησις τῶν θείων μυστηρίων τῶν κεκρυμμένων ἐν τοῖς πράγμασι καί ταῖς αἰτίαις». Εἶναι συνειδητή ὑπαρξιακή συμμετοχή στό μυστικό κάλλος, τό θεῖο φῶς και τή μακαριότητα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἅγια τούτη κατάσταση τῆς ψυχῆς μοιάζει μέ θεία, οὐράνια μέθη. Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι γίνονται «θείας κοινωνοί φύσεως».

Αὐθόρμητη ἔκφραση τῆς ἔκστασης καί τοῦ θαυμασμοῦ μπροστά στή θεία δόξα, εἶναι ὁ ἀσίγαστος ὕμνος καί ἡ δοξολογητική λατρεία. Αὐτό συμβαίνει προπάντων μέ τους ἀγγέλους. Ὅσο ἀτενίζουν τη φωτοπλήμμυρα τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ, τόσο καί πιό πολύ εὐλογοῦν, ὑμνοῦν καί δοξάζουν

τήν ἄρρητη δόξα καί τό μεγαλεῖο Του, «ἀκαταπαύστοις στόμασιν, ἀσιγήτοις δοξολογίαις».

«Ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ». Ἡ ἀνθρώπινη καρδιά σάν τό ἡλιοτρόπιο, εἶναι πάντα στραμμένη εὐχαριστιακά στόν ἥλιο τῆς ἀγάπης, τον «Πατέρα τῶν Φώτων». Σάν το ἀκοίμητο ἀηδόνι, πού ἀκοίμητα τραγουδάει τίς ἀκοίμητες τρίλιες μιᾶς ἀκοίμητης δοξολογίας πρός τόν Δημιουργό τοῦ κόσμου. Στήν Ἀσιατική ἀκτή τοῦ Βοσπόρου, βόρεια τῆς Κωνσταντινούπολης, ὑπῆρξε γιά πολλούς αἰῶνες ἡ περίφημη «Μονή τῶν Ἀκοιμήτων». Οἱ πατέρες καί μοναχοί, χωρισμένοι σέ τρεῖς φυλές καί γλῶσσες (Ἕλληνες, Ρωμαῖοι καί Σύροι), καί σέ ἕξη χορούς, μέρα και νύχτα ὑμνοῦσαν τό Θεό. Ἡ δοξολογική τους λατρεία ἦταν ἕνα γλυκύτατο καί ἀσίγαστο «Ἀλληλούϊα» στή δόξα τοῦ Ὑπερδεδοξασμένου Κυρίου. «Gloria Dei vivens homo», σημειώνει ὁ Εἰρηναῖος. (Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου). Ὅλες οἱ χορδές τῆς ψυχῆς ἄς ἠχοῦν τή δόξα τοῦ Θεοῦ.

Ο ὀρθόδοξος ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ Ανδρέου Θεοδώρου

 Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ὑπ᾿ ἀμφοτέρας αὐτοῦ τὰς ὄψεις, ἀποτελεῖ θλιβερὰν ἐκκοσμίκευσιν τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ζῶν καὶ ἀναστρεφόμενος εἰς ἕνα κόσμον, ὁ ὁποῖος οὐσιαστικῶς κατέλυσε πᾶσαν ἔννοιαν αὐθεντίας καὶ ἀρχῆς καὶ ἀπώλεσε πᾶσαν μεταφυσικὴν αἴσθησιν τῆς μυστηριακῆς ἱερότητος τοῦ βίου, περιστέλλων ἀσφυκτικῶς τὴν ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν ἐντὸς τῶν φυσικῶν ὁρίων τῆς παρούσης ζωῆς, ἤρχισεν ἀπό τινος χρόνου ἐπικινδύνως νὰ συσχηματίζεται πρὸς τὸ πνεῦμα τοῦτο τοῦ αἰῶνος, ἀμβλύνων πᾶσαν ἔννοιαν θείας καὶ ἀνθρωπίνης αὐθεντίας καὶ ἀποβάλλων βαθμηδὸν τὴν αἴσθησιν τῆς μυστηριακῆς δομῆς τῆς χριστιανικῆς ὑπάρξεως καὶ ζωῆς. ῾Ο σύγχρονος Οἰκουμενισμός, ὁσημέραι ἐκκοσμικευόμενος, τείνει νὰ ὑποβαθμίση τὸ ἀπόλυτον καὶ ἀποκλειστικὸν μεγαλεῖον τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὡς τῆς μόνης καὶ par excellence [κατ᾿ ἐξοχὴν] ἐξ ἀποκαλύψεως θείας θρησκείας, οὕτω δὲ [τείνει] νὰ μειώση καὶ τὴν ἀποκλειστικότητα τοῦ λυτρωτικοῦ χαρακτῆρος αὐτοῦ. Τί ἄλλο ἆραγε νὰ σημαίνη ἡ ἄκριτος καὶ ἐπιπολαία στροφή του πρὸς τὰ ἄλλα ἐξωχριστικανικὰ θρησκεύματα, μετὰ τῶν ὁποίων σπεύδει νὰ ἔλθη εἰς διάλογον ἀδελφικὸν καὶ φιλικόν; Τί ἄλλο, ἢ ὅτι ἀναγνωρίζει οὗτος ἓν εἶδος ἰσοτιμίας τῶν θρησκευμάτων τούτων πρὸς τὸν Χριστιανισμὸν καὶ μέχρις ἑνὸς βαθμοῦ — ἂν μὴ πλήρως καὶ τελείως — τὴν δυνατότητα παρ᾿ αὐτοῖς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου! Ταῦτα δὲ πάντα εἰς πεῖσμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν, ὅστις ἀπέστειλε τοὺς Μαθητάς Του ὄχι νὰ συνδιαλέγωνται ἀδελφικῶς, μετὰ τῶν εἰδωλολατρῶν, ἀλλὰ νὰ κηρύσσουν εἰς αὐτοὺς τὸ εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας καὶ νὰ βαπτίζουν τούτους εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος! ῞Οτι ἡ τοιαύτη οἰκουμενιστικὴ ἐκκοσμίκευσις τῆς οὐσίας τοῦ Χριστιανισμοῦ, καταλύουσα πλήρως τὴν παραδοσιακὴν ὑπόστασιν τῆς ᾿Ορθοδοξίας, τείνει νὰ ὑποσκάψη καὶ τὰ θεμέλεια τοῦ ῎Εθνους ἡμῶν, εἶναι περιττὸν καὶ νὰ σημειώσωμεν.

Ο Πολυμενόπουλος Διονύσιος σχολίασε την ανάρτηση "Βατικανό και Φανάρι"

Λίγη υπομονή την Κυριακή 18 Μαΐου θα ενθρονιστεί ο νέος Πάπας και όπως έχει ήδη πει ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος θα παραστεί στην ενθρόνιση και θα έχει την ευκαιρία να προτείνει κάποιες προτάσεις στον νέο Πάπα, δηλαδή να επισκεφθεί το Φανάρι στις 30 Νοεμβρίου και να πάνε κατόπιν μαζί στην Νίκαια, που σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η διαδικασία που είχε ξεκινήσει με τον Πάπα Φραγκίσκο( κοινό Πασχάλιο και βήματα για το κοινό Ποτήριο). Τυχόν αποδοχή των προτάσεων αυτών σημαίνει, ότι αυτά που δεν θα γίνουν τον Μάϊο θα γίνουν τον Νοέμβριο με αρχές Δεκεμβρίου του παρόντος έτους. Λίγη υπομονή θα δείξει ,πάντως η ευκαιρία των 1700 ετών στο 2025 από την Ά Οικουμενική Σύνοδο ,προσωπικά δεν νομίζω να την αφήσουν να πάει χαμένη.

Βατικανό και Φανάρι

 Πριν από λίγο καιρό Βατικανό και Φανάρι  συμφώνησαν να θεσπίσουν κοινό εορτασμό του Πάσχα, αλλά και να συνεορτάσουν τα 1700 χρόνια από την συγκρότηση της Αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Διερωτόμαστε όμως, πώς μπορούμε να τιμήσουμε την μεγάλη αυτή Σύνοδο, η οποία συγκροτήθηκε για να οριοθετήσει την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας, με τους αιρετικούς δυτικούς, οι οποίοι απομακρύνθηκαν παρασάγγας από την γνήσια πίστη της; Πως θα μπορέσουμε να συνεορτάσουμε με τον αιρετικό Παπισμό το μεγάλο αυτό γεγονός, όταν αλλοίωσε το Σύμβολο της Πίστεως, που θέσπισε η Μεγάλη Αυτή Σύνοδος, με την προσθήκη του φιλιόκβε; Πως θα συνεορτάσουμε με τον δυτικό Χριστιανισμό το σημαντικό αυτό γεγονός, όταν αυτός σμίκρυνε το Χριστό και εν πολλοίς Τον εξοβέλισε από τη γη στον Ουρανό, παίρνοντάςΤου τη θέση ο «Πάπας», γινόμενος «αντιπρόσωπός» Του;

Nοθεύουν την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας

 Ο Παπισμός και η άλλη όψη του, ο Προτεσταντισμός, με τις δεκάδες κακοδοξίες τους νοθεύουν την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας, προσβάλλοντας και αυτά τα κορυφαία δόγματά της. Μεταξύ των άλλων προσβάλλουν και το Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο συνέταξε η Αγία Α΄ Οικουμενική Σύνοδος και συμπλήρωσε η Αγία Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, με την φρικτή αίρεση του φιλιόκβε, η οποία αλλοιώνει την περί Θεού πίστη της Εκκλησίας.

«άθετητής», «ψευδάδελφος»!

 Πως επίστευον και απεκάλουν τον Παπισμόν οι αοίδιμοι πατέρες ημών, και μάλιστα προτού φθάσει εις τον σημερινόν κολοφώνα της κακίας και των αιρέσεών του και πως οι σημερινοί διάδοχοί των. Απόδειξις τρανωτάτη ο Άγιος Ιωσήφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, υπό του οποίου ο Πάπας χαρακτηρίζεται «άθετητής», «ψευδάδελφος»!

Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη.

«Διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας. Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του θεανθρωπίνου σώματός της.

Έτσι έχουν κατ’ αρχήν αποκοπή οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, …, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, …». 

[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, 
Lausanne 1995 - Ἀναδημοσιεύτηκε στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» στίς 29/6/2007 ] 
 

Βάζουμε στοίχημα;

Μιά ζωή τρωγόταν  μπάρμπα-Γιάννης κι’  δάσκαλος. Τοῦ σχολαρχείου ἦταν  πρῶτος, ἀλλά μέ πίστη βουνό.  δεύτερος, δάσκαλος με προοδευτικές ἀντιλήψεις καί δέν τό ‘κρύβε πώς ἦταν μαρξιστής καί δέν πίστευε αὐτά, πού πίστευαν οἱ παλιοί, σάν τόν μπάρμπα-Γιάννη. Κοντοχωριανοί καί φίλοι χρόνια. Κι ἀντίθετοι ἀπ’ τήν ρίζα στίς ἰδέες.


— Μωρέ δέν τά παρατᾶς αὐτά τά συναξάρια καί τίς ἄλλες φυλλάδες, ποῦ διαβάζεις, τόν πείραζε. Ξύπνα μπάρμπα-Γιάννη, ὁ ἄνθρωπος πάτησε στό φεγγάρι κι’ ἐσύ διαβάζεις ἀκόμα παραμύθια.

— Παραμύθια εἶναι αὐτά, ποῦ πιστεύεις καί λές, ἐσύ, ἀξιοθρήνητε. Καί εἶσαι καί δάσκαλος καί στραβώνεις καί τά μικρά παιδιά, μέ τίς δῆθεν, προοδευτικές σου ἰδέες, ποῦ ἀντί νά πᾶνε τόν ἄνθρωπο μπροστά, τόν πάνε πίσω στά σκοτάδια! Κρίμα σέ σένα καί στά γράμματα, ποῦ ἔμαθες!…

Ἔτσι γινόταν  κουβέντα τους, ὅταν συναντιόταν στό καφενεῖο τοῦ χωριοῦ τους στό Μακρολίβαδο. Σάν τόν σκύλο μέ τήν γάτα. Χαμογελοῦσε  δάσκαλος, ποῦ τόν ἔλεγαν καί Στάλιν τό παρατσούκλι του, κι’ ὅλο ἔριχνε φαρμάκι στά λόγια του, ὅταν μιλοῦσε. Μέ πραότητα τοῦ ἀπαντοῦσε  μπάρμπα-Γιάννης, ποῦ εἶχε περάσει τά ἑξῆντα του, ἐνῶ εἶχαν ἀρχίσει νά ἀσπρίζουν καί τά μαλλιά τοῦ δασκάλου Στάλιν ή το ἐπίσημό του Ἀργύρης Δρεπάνης.

Μιά χειμωνιάτικη Κυριακή μέ λιακάδα  μπάρμπα-Γιάννης καθόταν σέ μίαν ἄκρη τοῦ καφενείου, ὅπου τήν χτύπαγε  ἥλιος καί διάβαζε κάποιο βιβλίο, γιατί ἦταν πολύ μελετηρός ἄνθρωπος κι’ ὅλο διάβαζε γιά τήν πίστη καί τήν Ἐκκλησία. Ἦταν μάλιστα καί ἐπίτροπος στήν Ἁγία Τριάδα καί δέν ἔλειπε ποτέ ἀπό τόν ναό τίς Κυριακές καί τίς γιορτές.

— Χαιρετῶ τόν ἐκλεκτόν ἐπίτροπον Ἰωάννην! εἶπε εἰρωνικά ὁ δάσκαλος καί κάθησε στήν ἀντικρυνή καρέκλα τοῦ τραπεζιοῦ.

— Εἶμαι ἐπίτροπος τῆς Ἐκκλησίας, κύριε Ἀργύρη καί ὄχι τῆς κομμούνας. Γι’ αὐτό ἄσε τίς εἰρωνεῖες, ποῦ σου στενεύουν τό μυαλό.

— Δέν τό ἤξερα, μπάρμπα-Γιάννη, ὅτι  εἰρωνεία στενεύει τό μυαλό καί σ’ εὐχαριστῶ, ποῦ μου τόπες. Σήμερα ὅμως δέν σέ εἰρωνεύομαι. Ἀπόδειξη ὅτι θά σέ κεράσω καί οὖζο.

— Δέν θέλω οὖζα καί πιοτά. Μέ βλάφτουν…

—Τότε πάρε ὅ,τι θέλεις. Εἶσαι φίλος μου καί κοντοχωριανός μου. Καί τό ξέρεις ὅτι σ’ ἐκτιμῶ. Ἅς διαφωνοῦμε στά μυαλά.

—Δεν θέλω νά σέ πικράνω, κύρ-δάσκαλε, ἀλλά βρίσκεσαι σέ πολύ λανθασμένο δρόμο. Ἄλλαξε στράτα ὅσον εἶναι καιρός καί δές τήν ἀλήθεια καί στηρίξου σ’ αὐτήν. Τοῦτος  ψεύτης κόσμος τελειώνει γρήγορα. Φεύγουμε ξαφνικά καί τότε….

— Αὐτά τά ἔχουμε ξαναπεῖ. Δέν μέ ἀλλάζεις μέ τίποτα…

Παρήγγειλαν δυό καφέδες κι’  μπάρμπα-Γιάννης ἔβαλε ἕνα ἄσπρο χαρτάκι στό βιβλίο γιά σημάδι κι’ ἑτοιμαζόταν νά τό κλείση.

— Τί διαβάζεις, ἄν ἐπιτρέπεται;

 Είναι ἕνα πνευματικό βιβλίο γιά τήν Ὀρθόδοξη Πίστη…

— Δηλαδή συναξάρι, ποῦ λένε, συναξάρι. Καί τί γράφει;

—Εξηγεί πολλά, κύριε κομμουνιστή. Ἄκουσε τήν τελευταία φράση, ποῦ διάβαζα πρίν ἔρθης. Εἶναι μιά φράση ἀπό τό Εὐαγγέλιον κατά Ματθαῖον κι’ ἄν ἔχης μέσα σου μυαλό σκέψου τήν βαθειά, ὅσο μπορεῖς. Σοῦ τήν διαβάζω: «Πάλιν ἀμήν λέγω ὑμίνὅτι ἐάν δύο ὑμῶν συμφωνήσωσιν ἐπί τῆς γῆς περί παντός πράγματος οὐ ἐάν αἰτήσωνται, γενήσεται αὐτοῖς παρά τόν πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 18, 19). Εἶναι ἀπό τό κεφάλαιο δεκαοχτώ καί ὁ στίχος δεκαεννιά.

— Καί θές, μπάρμπα-Γιάννη, ἐγώ  ἐλεύθερος στοχαστής, ὁ μαρξιστής…

— Σταμάτα, σταμάτα, τόν ἔκοψε  μπάρμπα-Γιάννης, βγάζοντας τά γυαλιά του. Αὐτά τά δύο δέν πᾶνε μαζί. Ή ἐλεύθερος στοχαστής ή μαρξιστής. Βέβαια καί οἱ δυό εἶναι σκλάβοι τῆς λογικῆς τους, ἀλλά  μαρξιστής δυό φορές δεμένος κι’ ἀνίκανος νά κάνη ἕνα βῆμα παρά πέρα. Κατάλαβες, κύριε Δρεπάνη;

 Ἐγώ αὐτά δέν τά δέχομαι, καί λέγε ὅ,τι θέλεις…

— Μή γίνεσαι ἄπιστος, δάσκαλε, καί χάσης τήν ψυχή σου ἀπό πεῖσμα!

 Ἐγώ ἀσπάζομαι μονάχα ὅσα στέκουν λογικά!

— Αὐτά, ποῦ σου λέγω, κύρ-Ἀργύρη, εἶναι πιό πάνω ἀπό τήν λογική. Εἶναι λόγια τοῦ Θεοῦ, μαρτυρημένα μέσα στό Εὐαγγέλιο!

— Εἶσαι ἀπόλυτος, μπάρμπα-Γιάννη.

— Στήν πίστη ὅλα εἶναι ἀπόλυτα.  λογική εἶναι σχετική καί πολλές φορές ἄσχετη στά μεγάλα θέματα, ποῦ δέν τά χωρά μέσα της καί τά πετά. Καλή ὥρα σάν καί σένα, ποῦ ἀρνιέσαι τήν πίστη καί τό μέγα μυστήριό της!

— Ξέρεις, μπάρμπα-Γιάννη, τί μου κάνει ἐντύπωσι σέ σένα;

— Γιά ν’ ἀκούσω.

 Ὅτι εἶσαι τόσο σίγουρος γιά πράγματα, ποῦ δέν μπορεῖς νά τά ἀπόδειξης καί νά τά ἔλεγξης. Γιατί;

— Γιατί ὁποῖος πιστεύει ἔχει ἀνοιχτά μάτια.  ἄπιστος περπατᾶ μέ κλειστά τα μάτια του καί γι’ αὐτό σκουντουφλᾶ καί πέφτει. Καί γιά τήν ἀπόδειξη, ποῦ λές, θέλεις νά βάλουμε στοίχημα γι’ αὐτό, ποῦ σου διάβασα ἀπό τό βιβλίο;

— Χά, χά! Τί στοίχημα; εἶπε ἀπορημένος  δάσκαλος.

— Γι’ αὐτά, ποῦ πιστεύω ἐγώ καί δέν πιστεύεις ἐσύ!

— Καί πῶς θά γίνη αὐτό;

— Θά συμφωνήσουμε τώρα οἱ δυό μας, ὅπως λέγει τό Εὐαγγέλιον, ὅτι όποιος πεθάνη πρῶτος, νά τοῦ ἐπιτρέψη  Κύριος νά εἰδοποίηση τόν ἄλλον τήν ἴδια μέρα ὅτι πέθανε, ὅπου κι’ ἄν βρίσκεται  ἄλλος. Συμφωνεῖς;

— Τί ἔχω νά χάσω; Συμφωνῶ.

— Τί θά χάσης; Τήν ἀπιστία σου θά χάσης, ἄθλιε.

Κι’ αὐτό θά εἶναι  καλύτερη ἐπιβεβαίωση τῆς ἀληθινῆς πίστης τοῦ Χριστοῦ.

 Ἄν καί  λογική μου δέν τό δέχεται, συμφωνῶ νά γίνη ὅπως λές…

Ξαφνικά σταμάτησαν κι’ ἔμειναν σιωπηλοί μέ τίς σκέψεις του ὁ καθένας. Δέν ξαναμίλησαν γι’ αὐτό. Χώρισαν φιλικά κι’ ὁ δάσκαλος πῆρε μετάθεση γιά ἕνα χωριό σέ γειτονικό νομό τῆς Πελοποννήσου. Πέρασαν ἀρκετοί μῆνες καί  κύρ-Ἀργύρης εἶχε ξεχάσει καί τήν συζήτηση καί τό στοίχημα καί τόν μελετηρό μπάρμπα-Γιάννη μέ τήν καλή καρδιά καί τήν σωστή κουβέντα.

Φτάσανε οἱ γιορτές τῶν Χριστουγέννων, ἔπεσε χιόνι στά βουνά καί ὅταν ξανάρχισαν τά μαθήματα  δάσκαλος ρίχτηκε πάλι στήν δουλειά μέ τά μικρά παιδόπουλα, μέ τά γυαλιστερά ματάκια τά πανέξυπνα. Τό χαιρόταν αὐτό καί τά καμάρωνε, ποῦ μέσα στήν χωριάτικη φτώχεια τους, ἀναβαν οἱ ψυχές τους σάν μικρές λαμπάδες κι’ ἤθελαν νά μάθουν ὅλο καί πιό πολλά. Κι’ ὅλα ρωτοῦσαν κι’ ὅλο ἀνεβαίνανε στόν δικό τους δρόμο τόν ἀνηφορικό.

Μιά νύχτα τοῦ Γενάρη  δάσκαλος ξύπνησε ταραγμένος πολύ.Ἕνα ὄνειρο παράξενο κι’ ὁλοζώνταντο τόν ἔκανε νά ξεπεταχτῆ ἀπ’ τό κρεββάτι του.

Ἄναψε τό φῶς γιά νά πιῆ λίγο νερό.

— Κοίτα, μωρέ κάτι μυστήρια, ποῦ βλέπει κανείς στόν ὕπνο του, μουρμούρησε κι’ ἀνακάθησε λίγο νά ξανασκεφτῆ τό ὄνειρό του.

Μέσα στόν βαθύ ὕπνο εἶδε τόν μπάρμπα-Γιάννη τόν φίλο καί κοντοχωριανό του, νά ἀνεβαίνη τήν σκάλα τοῦ σπιτιοῦ του καί νά χτυπᾶ τήν πόρτα δυνατά δυό-τρεϊς φορές.

— Κύρ-δάσκαλε, κύρ-δάσκαλε, ἄνοιξέ μου!

— Ποιός εἶναι τέτοια ὥρα; ρώτησε στόν ὕπνο του.

 Ἄνοιξε, κύρ-δάσκαλε, ἐγώ εἶμαι  μπάρμπα-Γιάννης ἀπ’ τό Μακρολίβαδο καί ἦρθα νά σοῦ πῶ ὅτι πέθανα. Τ’ ἀκοῦς; Στό ξαναλέω: σήμερα πέθανα καί ἦρθα νά στό πῶ, κατά τήν συμφωνία μας! Στό ξαναλέω ἄλλη μιά φορά γιά νά μή τό ξεχάσης: σήμερα τό πρωΐ πέθανα, πέθανα, πέθανα! Εἶμαι  φίλος σου  μπάρμπα-Γιάννης ἀπό τό Μακρολίβαδο καί τώρα φεύγω!

 δάσκαλος θυμήθηκε τό στοίχημα. Κρύος ἱδρώς τόν ἔλουσε καί ἡλογική του κατρακύλησε κι’ ἕλιωσε σάν χιόνι πάνω σ’ ἀναμμένο καμίνι. Σάστισε καί δέν ἤξερε τί νά πῆ καί τί νά σκεφτῆ. Ἔγραψε βιαστικά δυό λόγια πάνω στό μπλοκάκι, ποῦ βρισκόταν στό κομοδίνο του.

— «Νά τηλεφωνήσω γιά τόν μπάρμπα-Γιάννη… »

Τό ἄλλο ἀπόγευμα, ὅταν τέλειωσε τό μάθημα στό σχολειό, πῆγε καί τηλεφώνησε στόν ξάδερφό του τόν Ζήση στό Μακρολίβαδο, ποῦ ἦταν καί πρόεδρος τῆς Κοινότητας.

— Πῶς ἦταν αὐτό καί μᾶς θυμήθηκες, βρέ ξάδερφε;

—….Θέλω νά μάθω γιά τόν μπάρμπα-Γιάννη…

— Αὐτός, πάει σχόλασε…

— Δηλαδή, τί σχόλασε;

— Πέθανε χτές τό πρωί. Γιατί ρωτᾶς;

— Τίποτα, τίποτα… Ἔτσι. Ἦταν φίλος μου…

— Καί πῶς τό ἔμαθες πῶς πέθανε; Σοῦ τόπε κανείς;

 Ἄσε, αὐτήν τήν ὥρα. Εἶναι μεγάλη ἱστορία. Θά στήν πῶ, σάν ἔρθω στό χωριό…

Εἶπαν ἀκόμα μερικά, τά συνηθισμένα, κι’ ὅταν ἔκλεισε τό τηλέφωνο λίγο ἔλειψε νά σωριαστῆ στό πάτωμα. Τόν ἐπίασε τρόμος ψυχῆς, σάν νά παράλυσε. Ἔνοιωθε τέτοιαν ἔκπληξι, ἕνα τέτοιο ξάφνιασμα, ποῦ ἀνατράπηκαν ὅλα μέσα του καί γύρω του…

 Ὥστε εἶναι ἀλήθεια…  μπάρμπα-Γιάννης λοιπόν εἶχε δίκιο καί εἶναι σωστά ὅσα ἔλεγε καί πίστευε…, μονολόγησε ἄθελά του.

Τοῦ ἦρθε ἀμέσως  διάθεση νά βρίση τόν ἑαυτό του, νά τόνἐλεεινολογήση, νά τόν μουτζώση ἑκατό φορές καί τίς ἰδέες του τίς ψεύτικες καί τήν εἰρωνική λογική του καί τόν μαρξισμό του, ποῦ τόν θεωροῦσε ἀλάθητον…

 Ἄχ, μπάρμπα-Γιάννη μου! Νά ἁγιάση τό κόκκαλό σου! Εἶχες δίκιο! Κι’ ἐγώ σέ κορόϊδευα, σκέφτηκε μέ πολλή πίκρα. Τό κέρδισες τό στοίχημα….

Ἔβαλε κάτω το κεφάλι καί τράβηξε γιά τό σπίτι του. Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη  δάσκαλος ἄλλαξε ἀπότομα. Σάν νά τόν ἄγγιξε μιά δύναμη ἀόρατη καί μυστική καί τον μεταμόρφωσε ἀπό τήν κορφή ὡς τά νύχια. Τά λόγια καί τά ἔργα του, θύμιζαν τόν μακαρίτη μπάρμπα-Γιάννη. Σέ ὅλα.

— Θεός σχωρέστον τόν καλόν ἄνθρωπο! Αὐτός μου ἄνοιξε τά μάτια, μέ τό παράξενο στοίχημά του, ὁμολογοῦσε στούς φίλους του, ποῦ ἀναρωτιόταν γιά τήν μεγάλη καί ἀπότομη ἀλλαγή στό φέρσιμό του.

Τώρα  κύρ-Ἀργύρης ζῆ σάν συνταξιοῦχος καί κάπου-κάπου πηγαίνει στόν τάφο τοῦ μπάρμπα-Γιάννη καί μένει σιωπηλός γιά ὥρα πολλή, σάν νά κουβεντιάζη μαζί του καί τοῦ ζητᾶ συγχώρεση. Καί ἀπό εὐγνωμοσύνη στόν ἀξέχαστο φίλο του, πῆρε τήν θέση του στήν ἐκκλησιά καί ἔγινε ἐπίτροπος στήν Ἁγία Τριάδα.

— Αἰωνία σου  μνήμη, ἀξιομακάριστε ἀδελφέ!, μουρμουρίζει ἀπό μέσα του  δάσκαλος, σέ κάθε λειτουργία γιά τόν μπάρμπα-Γιάννη καί ἔχει ἀρχίσει νά διαβάζη ὅλα τα ἐκκλησιαστικά βιβλία μέ δίψα ἀληθινή. Τώρα πιά εἶναι σίγουρος καί δέν εἰρωνεύεται ὅσα ξεπερνοῦν τήν λογική του.