Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης - Η Παναγία η Γλυκοφιλούσα



Επάνω εις τον βράχον ήτο κτισμένον το παρεκκλήσιον, μαστιζόμενον από θυέλλας και λαίλαπας, λικνιζόμενον από το αειτάραχον και πολύρροιβδον κύμα, ναναριζόμενον από τα άσματα τα οποία ο άνεμος έψαλλε δι' αυτό εις τους σκληρούς βράχους και εις τα ηχώδη άντρα. Οι τέσσαρες τοίχοι ίσταντο ακόμη αρραγείς, πετροθεμελιωμένοι, σώζοντες μικρόν επίχρισμα από παλαιού καιρού περί την μεσημβρινοδυτικήν γωνίαν, χορταριασμένοι και μαυροπράσινοι περί την βορειανατολικήν. Η στέγη, φέρουσα ακόμη ολίγας κεράμους και πλάκας, εστηρίζετο επί δοκού με πολλάς ακτίνας εκ σκληράς καστανέας. Ολόγυρα εις τους τοίχους, υψηλά άνω των υπερθύρων και υπό τα γείσα της στέγης, ωραία μικρά πινάκια παλαιών χρόνων ήσαν εγκολλημένα, σχηματίζοντα μέγαν σταυρόν επί της χιβάδος του ιερού Βήματος προς ανατολάς, μετά υποποδίου εις σχήμα ανεστραμμένου Τ εκ πέντε άλλων πινακίων, και άλλους δύο σταυρούς δεξιόθεν και αριστερόθεν, ύπερθεν των δυο παραθύρων του χορού, και τέταρτον σταυρόν άνωθεν της φλιάς της εισόδου, δυσμόθεν. Και τα ωραία παλαιά πιατάκια ήσαν όλα χρωματιστά, γαλάζια και υποπράσινα και κιτρινωπά και λευκά, με κλαδάκια και με λούλουδα και με ανθρωπάκια και με πουλιά, φιλοκάλως και κομψώς διατεθειμένα, στίλβοντα εις τον ήλιον, χάρμα των οφθαλμών, κειμήλια υψηλά κείμενα, στερεά βαλμένα εις τας κόγχας των, αφελή αναθήματα, λείψανα παλαιών χρόνων, περισώσματα αρπαγών και δηώσεων παντοίων. Και ο απλούς ούτος στολισμός παρείχε μεγάλην χάριν, μεμειγμένην με άρρητον τρυφερόν θέλγητρον, εις το μικρόν βραχοφυτευμένον παρεκκλήσιον, εμπνέων εις τον επισκέπτην μεγάλην επιθυμίαν να διασκελίση το κατώφλιον, να εισέλθη εις τον πενιχρόν ναΐσκον, ν' ανάψη κηρίον, να κάμη τον σταυρόν του, και ν' ασπασθή ευλαβώς την εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης, της ζωγραφισμένης παρειάν με παρειάν με το πρόσωπον του υπερθέου και υπερηγαπημένου Βρέφους της.

Οι φύλακες και φρουροί έχουν μεταμορφωθή σε κλέπτες και ληστές.

Του πατέρα Θεόδωρου Ζήση


Πολλοί ποιμένες, των οποίων βασική αποστολή είναι να διώκουν τους λύκους των αιρέσεων και των πλανών, όχι μόνον δεν βλέπουν να υπάρχουν λύκοι, για να τους εκδιώξουν, αφού θεωρούν, ότι ο Παπισμός και ο Προτεσταντισμός δεν είναι αιρέσεις, αλλά “σεβάσμιες εκκλησίες”, «αδελφές εκκλησίες» συνδιαχειρίστριες του αγιασμού και της σωτηρίας των πιστών, αλλά μεταβάλλονται και οι ίδιοι σε λύκους. Κατασπαράσσουν και αυτοί, επειρεασμένοι από τις αιρέσεις, τα υγιή δόγματα και μετ’ αυτών τα ανύποπτα ποίμνια, που δύσκολα, χωρίς επαρκή πληροφόρηση, μπορούν να καταλάβουν, ότι οι φύλακες και φρουροί έχουν μεταμορφωθή σε κλέπτες και ληστές.   

H IΔΙΚΗ ΜΑΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ----- του αειμνήστου Στεργίου Σάκκου, Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Συνέβη τότε, στα χρόνια της επίγειας δράσεως του Σωτήρος Χριστού, αλλά η ακτινοβολία της, όπως άλλωστε και όλων των γεγονότων της θείας Οικονομίας, διασχίζει τους αιώνες και φθάνει ως τις μέρες μας, στο εδώ και τώρα. Σαν τον φυσικό ήλιο, που δημιουργήθηκε τότε, στην αρχή του κόσμου, αλλά έκτοτε φωτίζει και ζωογονεί την πλάση, έτσι η Μεταμόρφωση του Κυρίου (6 Αυγούστου) διαχέει το φως της διαχρονικά και πανανθρώπινα.                                                     

Μέσα σε τούτο το υπερκόσμιο, το άκτιστο φως αποκαλύπτεται η δόξα του τριαδικού Θεού· Ακούγεται η φωνή του Πατέρα, «ούτός εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε» (Ματθ. 17: 5)· προβάλλει η θεότητα του Ιησού Χριστού μέσα από το ανθρώπινο σώμα του· η παρουσία του αγίου Πνεύματος επισκιάζει το όρος και τυφλώνει τα μάτια των μαθητών για να φωτίσει στην άλλη διάσταση, ώστε να δουν τις άκτιστες ενέργειες του Θεού.  

O Συναξαριστής της ημέρας.

Τετάρτη, 5 Αυγούστου 2015

Ευσιγνίου, Νόννης μητρός Αγ. Γρηγορίου.

Ἡ Ἁγία  Νόννη ἀνήκει στὴ μερίδα τῶν χριστιανῶν γυναικῶν, καὶ μητέρων, ποὺ μὲ τὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λάμπρυναν τὸ στερέωμα τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας. Εὐσεβής, ἁγνή, μὲ θερμὴ πίστη, μὲ διαμαντένιο χαρακτῆρα, μὲ πολλὴ μελέτη καὶ ἀκριβὴ γνώση τῶν δογμάτων καὶ τῶν ἐντολῶν τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ἀναδείχτηκε ὁ καλὸς ἄγγελος τοῦ σπιτιοῦ της.
Ὁ σύζυγός της Γρηγόριος εἶχε πέσει στὴν αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων, ποὺ δεχόταν μονοπρόσωπο τὸν Ὕψιστο καὶ ἀπέρριπτε τὸν Τριαδικὸ Θεό. Ἀλλὰ ἡ Νόννα μὲ τὶς προσευχές της καὶ τὴν πειθώ, ποὺ ἐξασκοῦσε μὲ σοφία καὶ στοργή, ἐπανέφερε τὸν σύζυγό της στὸν ὀρθόδοξο δρόμο, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ στὴ συνέχεια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ εὐσεβεῖς ἐπισκόπους της Ἐκκλησίας μας.
Ἔπειτα ἡ Νόννα, ἔδειξε τόσο μεγάλη προσοχὴ στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της, ὥστε ἀνέδειξε πολύτιμες δυνάμεις καὶ ἔξοχα κοσμήματα τῆς χριστιανικῆς πίστης. Καὶ αὐτὰ ἦταν, ὁ μεγάλος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄλλος γιός της Καισάριος καὶ ἡ πασίγνωστη – γιὰ τὴν εὐσέβειά της – κόρη της Γοργονία.
Ἔτσι ἡ Νόννα ἀποτελεῖ παράδειγμα γιὰ μίμηση στὶς κοινωνίες, ποὺ θέλουν νὰ ἀντλοῦν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια χριστιανικὴ τόνωση, καὶ νικηφόρες δυνάμεις κατὰ τῶν ἀσεβῶν δοξασιῶν καὶ τῆς τυραννίας τῶν παθῶν. Ἡ Ἁγία Νόννα ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Διακοπή μνημοσύνου

«Καιρός τω παντί πράγματι» (Εκκλη.3: 1).
Και νυν, καιρός θρήνου, καιρός ομολογίας, καιρός αποφάσεως σωτηρίας.
«Συντετέλεσται» (1 Βασ. 20: 33) ήδη η πτώσις εν τη πίστει του Πατριάρχου Βαρθολομαίου και τω συν αυτώ Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Επισκόπων, Αγιορειτών και των κοινωνούντων αυτοίς κληρικών και λαϊκών. Κλαύσατε και αναγγείλατε: Πέπτωκε Βαρθολομαίος και οι συν αυτώ, και διαθέσει και φρονήματι και λόγω και πράξει. Ηθέτησαν, οι δυστυχείς και θεοπαράδοτα δόγματα και θείους νόμους και αγίους Πατέρας και ιεράν Παράδοσιν και Ορθόδοξον Εκκλησίαν, και γενικώς την πίστιν της Ορθοδοξίας. Ωμολόγησαν την μετά της παπικής αιρέσεως ένωσιν και την εν τη Οικουμενιστική παναιρέσει του Π.Σ.Ε. τοιαύτην, «δημοσία… γυμνή τη κεφαλή επ΄ Εκκλησίας» (ΙΕ΄ Κανών ΑΒ Συνόδου), και παραμένουν γηθοσύνως αμετανόητοι.  Καιρός του ποιήσαι το θέλημα Κυρίου, ως τούτο ορίζεται δια του ΛΑ΄ Κανόνος των Αγίων Αποστόλων και του ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου, περί χωρισμού και διακοπής του μνημοσύνου του πεπτωκότος Επισκόπου.

«Σώζων σώζε την σεαυτού ψυχήν», είναι και νυν η φωνή του ουρανού προς πάντα Ορθόδοξον (Γεν. 19:17).

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Η Ανακομιδή του ι. Λειψάνου του Πρωτομάρτυρα

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης, Η Αγία Σολομονή εγκωμιάζεται από τον ιερό Χρυσόστομο

H ἀξιοποίηση του χρόνου -- του αείμνηστου Στεργίου Σάκκου, Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Kάθε καινούργια μέρα, πού μᾶς χαρίζει ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ,  εἶναι μία πίστωση τῆς θείας χάριτος. Σέ μᾶς ἔγγειται ἡ ἀξιοποίηση αὐτῆς τῆς πιστώσεως. Προσέχετε «μή εἰς κενόν τήν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς», παρακαλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Καί ἐπισημαίνοντας τή σοβαρότητα τοῦ θέματος τονίζει· «ἰδού, νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Β´ Κο 6, 1. 2). Κάθε «νῦν», κάθε στιγμή τοῦ χρόνου, μπορεῖ νά γίνει τό σκαλοπάτι πού θά μᾶς φέρει στήν χαρά καί στή δόξα τοῦ Θεοῦ. Πόση προσοχή ἀπαιτεῖται γιά τήν διαχείρησή του! Εἶναι λίγος ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας. ᾿Επιβάλλεται νά τόν ἀξιοποιήσουμε, διότι «ἤδη καί ἡ ἀξίνη πρός τήν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μή ποιοῦν καρπόν καλόν ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ βάλλεται» (Μθ 3, 10). Καί ἡ ἀξιοποίηση γίνεται μέ τήν εἰλικρινῆ καί συνεχῆ μετάνοια.

Ο παπα Τύχων

O παπα - Τύχων γεννήθηκε στη Ρωσία, στη Νόβια Μιχαλόσκα το 1884. Οι γονείς του, ο Παύλος και η Ελένη, ήταν ευλαβείς άνθρωποι, και επόμενο ήταν και ο καρπός τους, ο Τιμόθεος κατά κόσμον, να έχη κληρονομική την ευλάβεια και την αγάπη προς τον Θεό και να θέλη να αφιερωθή στον Θεό από μικρό παιδί. 
Έβλεπαν οι γονείς τον μεγάλο θείο ζήλο του παιδιού τους, αλλά δίσταζαν να του δώσουν την ευχή τους να πάη σε Μοναστήρι, επειδή το έβλεπαν εύσωμο και με ζωηρή φύση. Ήθελαν να ωριμάση και στην σκέψη και μετά να αποφασίση μόνος του ο Τιμόθεος. Του έδωσαν όμως ευλογία να επισκέπτεται τις Μονές το διάστημα των τριών ετών, από δέκα επτά μέχρι είκοσι χρονών. Τότε έκανε τα μεγάλα και ατέλειωτα προσκυνήματα στα Μοναστήρια της Ρωσίας και πέρασε περίπου από διακόσιες Μονές. Στα Μοναστήρια πού πήγαινε, παρόλο πού ήταν κατάκοπος και εξαντλημένος από την οδοιπορία του, απέφευγε με τρόπο την φιλοξενία, για να ασκείται ο ίδιος και να μην επιβαρύνη τους άλλους. 

Η Κοίμησις της Θεοτόκου -- του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου.

«Σήμερον η Θεοτόκος, ως νοερή και θεοφώτιστη σελήνη, εισέρχεται μαζί με τον ήλιον της δικαιοσύνης εις τον πνευματικόν ουρανόν και χάνεται μεν από την πρόσκαιρη αυτήν ζωή, αλλά συγχρόνως ανατέλλει και γίνεται ολόλαμπρη από το αξίωμα της αθανασίας που αποκτά. Σήμερον η χρυσοφτιαγμένη από τον Θεόν κιβωτός του αγιάσματος, αναχωρεί από τα επίγεια σκηνώματά Της και μετακομίζεται στην άνω Ιερουσαλή προς ανάπαυσιν αιωνίαν… Τώρα λοιπόν η Θεοτόκος, αφού έκλεισε τα αισθητά μάτια Της, ανυψώνει ωσάν αστέρια μεγάλα και λαμπερά, που δεν έδυσαν ακόμα, τους νοητούς για μας οφθαλμούς Της και τους έχει άγρυπνους, για να εξευμενίζη το πρόσωπον του Θεού, χάριν της προστασίας του κόσμου. Τώρα, με την κοίμησίν Της, αφού έκλεισε με την σιωπή τα θεοκίνητα χείλη Της, ανοίγει το στόμα Της δια να πρεσβεύη αδιάκοπα υπέρ όλου του ανθρωπίνου γένους. Τώρα, αφού τα σωματικά και θεοφόρα χέρια Της τα κατέβασε κι΄ αφού απέκτησε την αφθαρσία, τα υψώνει προς τον Δεσπότην Κύριον ικετευτικώς υπέρ ολοκλήρου της ανθρωπότητος».



(Από τον Ε΄ Λόγον του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, απόδοσις εις την νεοελληνικήν υπό Παναγιώτου Θεογνώστου).