Στήν ζώνη τού απείρου -- Του ιατρού κ. Κυπριανού Χριστοδουλίδη

Γιά νά μήν ξεχνιόμαστε, τώρα μάλιστα που οι δύο παράλληλες γραμμές, όπως λένε τά Μαθηματικά, τέμνονται στό άπειρο καί Δύση μέ (πρώην) Ανατολή, επιτέλους, συμπίπτουν ! Δηλαδή, βρισκόμαστε στό άπειρον !!
Διαβάστε, λοιπόν, οι σημερινοί άνθρωποι τού απείρου, καί δείτε συνειρμικά-επεξηγηματικά, μέ τά μάτια τού απείρου, πώς έχουν τά πράγματα σήμερα. Όχι τίποτα άλλο, αλλά γιά νά μήν λέτε «δέν ήξερα, δέν γνώριζα».

Υστερόγραφο, δέν αποκλείω οι κυνηγοί κεφαλών
spam νά μού πούν ότι «Το μήνυμά σας δεν στάλθηκε, επειδή περιλαμβάνει περιεχόμενο που έχει αναφερθεί ως προσβλητικό από άλλους χρήστες του Facebook». Σημειώνω, είναι σχόλιο καί όχι μήνυμα πρός πολλούς αποδέκτες. Όποιος θέλει τό διαβάζει, όποιος θέλει τό προσπερνά
Τό άρθρο που ακολουθεί έχει ημερομηνία 16 Ιανουαρίου 2018.

[ https://www.facebook.com/kypchri/posts/10211014703418894  ...

Ο Ρώσος πρόεδρος σύγκρινε τη σορό του Λένιν με τα λείψανα αγίων στο Άγιο Όρος.

ΝΕΑ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ (ΠΕΡΙ ΗΣΥΧΙΑΣ)

Χριστού του πράγματι αγαθού και υπεράγαθου τις ευεργετικές θείες ακτίνες δεχόμενοι μέσα στην ησυχία, προς αυτές πρέπει να κινηθούμε για να φωταγωγηθούμε με αγαθές πράξεις.                                        Διονυσίου Αρεοπαγίτου, MignePC 3, st.  1085.

Πρέπει να προσπαθούμε για να έχουμε τον νουν σε ησυχία. Όπως όταν τα μάτια περιφέρονται συνεχώς, πότε μεν στα πλάγια κινούμενα, πότε δε προς τα επάνω και κάτω διαρκώς στρεφόμενα, δεν είναι δυνατόν να δουν το αντικείμενο καθαρά, αλλά πρέπει να στερεώσει κανείς το βλέμμα επάνω στο βλεπόμενον, αν θέλει να το δει με καθαρότητα, έτσι και ο νους του ανθρώπου, είναι αδύνατο να ατενίσει την αλήθεια με ζωηρότητα, αν έλκεται από πολλές εγκόσμιες φροντίδες…   

ΘΕΟΤΟΚΕ ΠΑΡΘΕΝΕ --- Orthodox Hymns


Λέγει ο μέγας Αθανάσιος: Η Θεοτόκος  ήτον όντως η επτάφωτος λυχνία των επτά χαρισμάτων τού α­γίου Πνεύματος, με τα οποία έλαμπε από τους πρώτους χρόνους της ηλικίας.
Αυτή ήτον η ζωηφόρος τρά­πεζα του άρτου της ζωής. Αυτή το χρυσούν θυμιατήριον όπου εκράτησεν αφλέκτως το πυρ της Θεότητος. Αυτή η στάμνος η χρυσή, οπού εβάσταξε το ουράνιον μάννα. Αυτή η πλάκα, οπού έφερε σωματούμενον τον ενυπόστατον Λόγον. Αυτή η ράβδος, όπου εβλάστησε παραδό­ξως το άνθος της αφθαρσίας. Αυτή η κιβωτός, οπού έσωσεν εκ τού κα­τακλυσμού της αμαρτίας το ανθρώπινον γένος. Αυτή το θείον ιλαστήριον, οπού επεσκίαζεν, όχι τα Χερουβίμ, άλλ' αυτή η δύναμις τού Υψίστου. Αυτή η θεοδόχος γαστήρ, τα όντως άγια των αγίων, οπού άπαξ εισήλθεν ασπόρως και εξήλθεν αφθόρως ο αθάνατος Αρχιερεύς, όταν ο Λόγος σαρξ εγένετο.

Τη Γ΄ (3η) Ιουλίου, μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών ΑΝΑΤΟΛΙΟΥ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Ανατόλιος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και εν Αγίοις πατήρ ημών ήτο πρότερον πρεσβύτερος και αποκρισιάριος της εν Αλεξανδρεία Εκκλησίας. Μετά ταύτα εχειροτονήθη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κατά τους τελευταίους χρόνους της βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού, του υιού Αρκαδίου, εν έτει υμζ΄ (447) προβληθείς, ως Πατριάρχης, υπό του μονοφυσίτου Διοσκόρου. Προέβαλε δε αυτόν Πατριάρχην ο μονοφυσίτης Πατριάρχης Αλεξανδρείας Διόσκορος, διότι ήλπιζεν, ο μάταιος, ότι θέλει έχει αυτόν σύμφωνον και ομόφρονα της κακοδοξίας του. Όμως όχι μόνον απέτυχε της ελπίδος του, αλλά και τα εναντία συνέβησαν, διότι ο μακάριος ούτος Ανατόλιος καθήρεσε τον κακόδοξον Διόσκορον, το δε όνομα του αοιδίμου αγιωτάτου Φλαβιανού, του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίον ο Διόσκορος καθήρεσε παραλόγως και εθανάτωσεν εις την εν Εφέσω  ληστρικήν Σύνοδον, συνηρίθμησεν ούτος εις τα δίπτυχα μετά των άλλων αοιδίμων Πατριαρχών, επειδή, ως είπομεν, ο Άγιος Φλαβιανός καθηρέθη παραλόγως από τον Διόσκορον εις την ρηθείσαν εν Εφέσω ληστρικήν Σύνοδον.

Από τον «Εὐεργετινὸ» (τόμ. Α΄):

«Ἕνας Γέροντας διηγήθηκε ὅτι κάποτε κάποιος Μοναχός, ποὺ ἔμενε στὴν Αἴγυπτο, ἐβάδιζε στὸν δρόμο. Ὅταν βράδιασε, μπῆκε σὲ ἕνα τάφο γιὰ νὰ κοιμηθῆ, ἐπειδὴ ἔκανε κρύο. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ περνοῦσαν δύο δαίμονες καὶ λέγει ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον. 
-Βλέπεις τί θάρρος ἔχει αὐτὸς ὁ Μοναχός, ἀφοῦ καὶ σὲ τάφο ἀκόμη κοιμᾶται; Ἔλα ὅμως νὰ τὸν πειράξουμε. 
- Διατὶ νὰ τὸν πειράξουμε; ἀπάντησε ὁ ἄλλος· εἶναι δικός μας, ἀφοῦ κάνει τὰ θελήματά μας, τρώγει καὶ πίνει καὶ κατηγορεῖ τοὺς ἄλλους καὶ παραμελεῖ τὶς ἀκολουθίες του. Διατὶ λοιπὸν νὰ καθυστερήσουμε μὲ αὐτόν; Ἂς πᾶμε νὰ βασανίσουμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς στενοχωροῦν καὶ μᾶς πολεμοῦν ἡμέρα καὶ νύκτα μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ὑπόλοιπη ἄσκηση.

Η ΓΛΥΚΟΦΙΛΟΥΣΑ -- Αλεξ Παπαδιαμάντη

Ἂς εἰσδύῃ μία μόνη ἀκτὶς ἡλίου, ἅμα τῇ ἀνατολῇ, διὰ τοῦ θαμβοῦ φεγγίτου, εἰς τὸν πενιχρὸν θάλαμον, μὲ τοὺς τέσσαρας τοίχους ἀσβεστωμένους λευκούς, μὲ μίαν ψάθαν, καὶ ἐπ᾽ αὐτῆς μικρὸν ἀμαυρὸν κιλιμάκι στρωμένα ἐπὶ τοῦ πατώματος, μὲ δύο προσκεφαλάδες ἀκουμβημένας σύρριζα εἰς τοὺς τοίχους, ἔνθεν καὶ ἔνθεν τῆς γωνίας τοῦ πυρός, ὅπου τέσσαρες ξηροὶ δαυλοὶ καὶ δύο μεγάλα ξύλα ὀρθὰ καίουσι καὶ βρέμουσιν ἐπὶ τῆς ἑστίας. Τοιοῦτος νὰ εἶναι ὁ χειμερινὸς θάλαμος, ἔχων τὰ νῶτα ἐστραμμένα πρὸς βορρᾶν καὶ πρὸς δυσμάς, συνεχόμενος μὲ ἄλλον βορεινὸν θαλαμίσκον, ὅστις νὰ εἶναι συγχρόνως δῶμα καὶ ἡλιακωτὸν καὶ ὑπερῷον. Κατεσκευασμένος μὲ πλίνθους, μὲ ξυλοτοίχους, στεγασμένος μὲ ξύλα καὶ μὲ κεράμους, ἀφάτνωτος, ἀνώροφος, εὐήλιος, ἀθέρμαστος, εὐήνεμος, σχεδὸν ὑπαίθριος, μὲ τὸ μόνον ὑψηλὸν καὶ πλατὺ παράθυρον τὸ ἀπᾷδον εἰς ὅλον τὸν ρυθμὸν τοῦ κτιρίου, καί, χάριν πολυτελείας, μὲ πηχυαίαν ὕαλον, διὰ ν᾽ ἀπολαύῃ τις ὄρθιος, εἰς τὰ βασίλεια τοῦ Βορρᾶ, τὴν μεγάλην θέαν καὶ τὴν μεγάλην πάλην. Τοιαύτη θὰ ἦτο, χωρὶς νὰ παραβῶ τὴν δεκάτην Ἐντολήν, ἡ μόνη φιλοκτημοσύνη μου καὶ ἡ μόνη μου πλεονεξία.

Τεράστιο ἦταν τὸ µέγεθος τῆς καταστροφῆς, τὴν ὁποία προεκάλεσε ἡ θητεία τοῦ Ἀθηναγόρου στὸν Πατριαρχικὸ Θρόνο (1948-1972).

Οὐδεὶς ἄλλος συνέβαλε έως τότε, στὴν διαδικασία τῆς σταδιακῆς διαβρώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ὁµολογίας καὶ ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας τῶν ἐπισήµων τοπικῶν ἐκκλησιῶν, ὅσον ὁ Ἀθηναγόρας, ὁ ὁποῖος εἶχε φθάσει καὶ µέχρι τῆς ἐσχάτης ὕβρεως νὰ ὁµιλῆ γιὰ τὴν ἐπανίδρυσι τῆς Mιᾶς, Ἁγίας καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας διὰ µέσου τῆς ἑνώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας µὲ τὸν πολυ-αιρετικὸ Παπισµό: «Εἰς τὴν κίνησιν πρὸς τὴν Ἕνωσιν, δὲν πρόκειται ἡ µία Ἐκκλησία νὰ βαδίση πρὸς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾿ ὅλαι ὁµοῦ νὰ ἐπανιδρύσωµεν τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τὴν Ἀνατολὴν καὶ τὴν Δύσιν, ὅπως ἐζῶµεν µέχρι τοῦ 1054, παρὰ καὶ τὰς τότε ὑφισταµένας θεολογικὰς διαφοράς»

 Ἀρχιµανδρίτου Ἀθανασίου Ἰ. Βασιλοπούλου,
 Ἀπὸ τὴν Πορεία τῆς Ἀγάπης,
Ἀθῆναι 1968, σελ. 87,
ἐκ τοῦ Μηνύµατος ἐπὶ τῇ Ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων 1967 τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου.

Οι τρεις γεννήσεις. -- Υπό της Οσίας Συγκλητικής.

Η αγία Συγκλητική, μεγάλη μορφή και υπόδειγμα του γυναικείου μοναχισμού, η οποία κατήγετο από την Μακεδονία και ασκήτευε εις την Αίγυπτο, διδάσκουσα τις μοναχές, έλεγε:
«Όσα πράξωμεν ή κερδίσωμεν εις τούτον τον κόσμον, πρέπει να τα στοχαζώμεθα πως είναι ολίγα, συγκρινόμενα με τον αιώνιον πλούτον της μελλούσης ζωής. Διότι εις τούτον τον κόσμον ευρισκόμεθα, ωσάν μέσα εις άλλην κοιλίαν Μητρός. Και καθώς όταν είμαστε μέσα εις την κοιλίαν της Μητρός μας, δεν είχαμεν τέτοιαν ζωήν, ό,τι λογής έχομεν τώρα, ουδέ ετρώγαμεν εκεί τέτοια στερεά φαγητά, καθώς τρώγομεν τώρα, ουδέ ημπορούσαμεν να κάμωμεν εκείνα, όπου κάμνομεν τώρα, διότι τότε δεν εβλέπαμεν τον ήλιον, ούτε κανένα άλλο φως. Καθώς λοιπόν όταν ευρισκόμεθα εις την κοιλίαν της Μητρός μας, υστερούμεθα από πολλά πράγματα του κόσμου τούτου, έτσι πάλιν και τώρα, οπού ευρισκόμεθα εις τούτον τον κόσμον, υστερούμεθα από πολλά αγαθά της Βασιλείας των Ουρανών.

Κατά του Σταυρού στο Μοναστήρι της Παναγίας της Αειθαλιώτισας στη Χιμάρα

Ο ανθελληνισμός των Αλβανών ξεπερνάει κάθε όριο!. Απαιτούν να ξηλωθεί ο Σταυρός από το Μοναστήρι της Παναγίας της Αειθαλιώτισσας στη Χιμάρα. Επειδή το Μοναστήρι έχει χαρακτηριστεί μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς δεν επιτρέπεται να τοποθετηθεί ο Σταυρός. Ενώ υπάρχει νομικά κατοχυρωμένο το δικαίωμα της Ορθοδόξου κοινότητας στη διαχείριση κατά τους κανόνες των περιουσιακών της στοιχείων και ειδικά των χώρων λατρείας και μονών που ιστορικά της ανήκουν. Η ανομία για μια ακόμη φορά δεσπόζει στην γείτονα χώρα κατά των Βορειοηπειρωτών.

Μνήμη θανάτου -- του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος.

«Δεν θα παραλείψω να σου παρουσιάσω και την ιστορία του Χωρηβίτου. Αυτός ζούσε αμελέστατα χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον για την ψυχήν του. Κάποτε λοιπόν συνέβη να ασθενήση βαρύτατα και να φθάση στο σημείο, ώστε επί μία ώρα να φαίνεται ότι απέθανε. Συνήλθε όμως πάλι, οπότε μας ικετεύει όλους να φύγουμε αμέσως. Και αφού έκτισε την πόρτα του κελλιού του, έμεινε κλεισμένος δώδεκα χρόνια χωρίς να ομιλήση καθόλου με κανένα. Δεν γευόταν δε τίποτε άλλο εκτός από ψωμί και νερό. Καθόταν πάντοτε σκεπτικός χύνοντας θερμά δάκρυα. Μόνο όταν πλησίασε η ώρα του θανάτου του αποφράξαμε την πόρτα και εισήλθαμε μέσα. Και αφού πολύ τον παρακαλέσαμε, τούτο μόνο μας είπε: «Συγχωρήστε με, αδελφοί. Αυτός που εγνώρισε τι σημαίνει μνήμη θανάτου, δεν θα μπορέση ποτέ πλέον να αμαρτήση». Εμείς δε εθαυμάζαμε βλέποντας τον άλλοτε αμελέστατο να έχη μεταμορφωθή τόσο απότομα. Και αφού τον εθάψαμε με ευλάβεια στο κοιμητήριο, ύστερα από μερικές ημέρες αναζητήσαμε το άγιό του λείψανο, αλλά δεν το ευρήκαμε. Με το θαυμαστό αυτό σημείο ο Κύριος επληροφόρησε πόσο ευάρεστα δέχθηκε την επιμελημένη και αξιέπαινη μετάνοιά του».
(ΚΛΙΜΑΞ, Λόγος ΣΤ¨ : 20).