Ξακουστός χώρος
στρατευμένος στον αγώνα κατά των κατηγορημένων παθών και για την κατάκτηση της
αρετής, που φθάνει μέχρι τη θέωση της ανθρωπίνης φύσεως, όπως είναι το Άγιον
Όρος, είναι επόμενο να αναδεικνύη αγίους και προφήτας. Αυτό το «μεγάλο
στοιχείο» της αγιότητος και θεολογίας, που εσχεδίασε και εσάρκωσε ο Άθως, ο
άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγει κάπου, ότι «οι Μοναχοί είναι προφήται της
Καινής Διαθήκης, οι κήρυκες της ερχομένης βασιλείας». Και ο αγιασμένος Άθως,
που εξακολουθεί να ζη την παράδοση, δηλαδή να ανεβαίνει τη θεότευκτη κλίμακα
των αρετών, στην κορυφή των οποίων συναντάται ο Θεός «εκτυπώτερον», έχει και
σήμερα τους αγίους και τους προφήτας του, που κρύβονται από τα ανάξια μάτια μας
να δουν τέτοιες θεωμένες ανθρώπινες υποστάσεις. Αλλά η χάρι του Θεού, δεν ξεύρω
πως «οικονόμησε» και επέβλεψε στην ταπείνωσή μας, μας απεκάλυψε ένα από αυτούς
τους σαρκοφόρους αγγέλους του, ένα πνεύμα αληθινά λειτουργικό, μια φύση
καθαρμένη «ταις των δακρύων της ροαίς», ένα άνθρωπο που εικονίζει τη δόξα του
Θεού, αφού από το «κατ΄ εικόνα», που «ετήρησεν αλώβητον», έφθασε στο «καθ΄
ομοίωσιν», όσο είναι «εφικτόν τη ανθρωπίνη φύσει». Ο άγιος και προφήτης αυτός
ερημίτης δεν κινδυνεύει να πλανηθή από τα παραπάνω λόγια μας, όχι μόνο γιατί
έχει γίνει δυσκίνητος προς κάθε μορφή κακού, αλλά και γιατί βρίσκεται «έξω
κόσμου και των του κόσμου» με έννοια ηθική και τοπική, αφού η σπηλιά του είναι
τόσο δυσπρόσιτη, όσο και η αρετή του. Πως κανείς μπορεί να βρη ένα τέτοιο
κρυμμένο θησαυρό, είναι κάτι που σχετίζεται με την αξιότητα εκείνου που τον
βρίσκει, αλλά το πλείστο ανήκει στο θείον Έλεος.
O Συναξαριστής της ημέρας.
Παρασκευή, 5 Φεβρουαρίου 2016
Αγαθής μάρτυρος, Πολυέυκτου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Θεοδοσίου οσίου των εκ Σκοπέλω Αντιοχείας, Αντωνίου νεομάρτυρος Αθηναίου (1774).
Ἡ Ἁγία Μάρτυς
Ἀγάθη καταγόταν ἀπὸ τὴν Κατάνη τῆς Σικελίας. Τὸ λατινικὸ Μαρτύριον, ποὺ εἶναι
ἀρχαιότερο, ὅπως καὶ τὸ Ἐγκώμιον, ποὺ συνέταξε ὁ Πατριάρχης Μεθόδιος, δὲν
ἀναφέρουν τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα της. Ἀντίθετα ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Μεταφραστὴς
σημειώνει ὅτι τόπος καταγωγῆς τῆς Ἁγίας ἦταν τὸ Παλέρμο. Τὴν πληροφορία αὐτὴ
υἱοθέτησαν ἀβασάνιστα καὶ οἱ ὑπόλοιποι Συναξαριστές, ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι. Τὴν
καταγωγὴ τῆς Ἁγίας Ἀγάθης ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Κατάνης ἐνισχύει καὶ ὁ Ἅγιος Πέτρος,
Ἐπίσκοπος Ἄργους, στὸ Ἐγκώμιον ποὺ ἔγραψε γιὰ τὸν σικελικῆς καταγωγῆς, ἀπὸ τὴν
πόλη τῆς Κατάνης, Ἐπίσκοπο Μεθώνης Ἀθανάσιο. Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἀναφέρει μάλιστα
ὅτι στὴν πόλη αὐτὴ ἡ Ἁγία γεννήθηκε, ἀνατράφηκε καὶ μαρτύρησε.
Ἡ Ἁγία Ἀγάθη
προερχόταν ἀπὸ εὐγενικὴ καὶ εὔπορη οἰκογένεια. Οἱ γονεῖς της ἦταν εἰδωλολάτρες
καὶ πρέπει νὰ τοὺς ἔχασε σὲ μικρὴ ἡλικία. Ὅμως ἡ Ἁγία ἀπὸ παιδὶ ἔβαλε στὴν
καρδιά της τὸν Χριστὸ καὶ ἀφιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία.
Ἡ Ἁγία Ἀγάθη
μαρτύρησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Τὸ
μαρτύριο τῆς Ἁγίας ἄρχισε ὅταν ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό.
Περί Οικουμενισμού
Υπάρχουν
σήμερα ορισμένα αυτονόητα, τα οποία επιτρέπουν την ομαλή εξέλιξη των γεγονότων,
που θα οδηγήσουν στο «κοινό ποτήριο» εφόσον η ένωση των Εκκλησιών έχει ήδη
υπογραφεί από καιρό! Δυστυχώς δε, με μίαν απίστευτη ειρωνεία της Ιστορίας είναι
τα ίδια «αυτονόητα», τα οποία στον καιρό τους δεν επέτρεψαν την εσχάτη προδοσία
της αληθινής πίστεως. Το μεγαλύτερο είναι πως όταν έρθει η ώρα, ο λαός του
Χριστού θα αντιδράσει! Στην ερώτηση, γιατί ο λαός του Χριστού δεν έχει
αντιδράσει ακόμη, η απάντηση είναι πως ο λαός αυτός δεν είναι ενημερωμένος! Όλα
γίνονται με πρωτοβουλία της διοικήσεως της Εκκλησίας, η οποία διοίκηση, σαν
γραφειοκρατικός οργανισμός, δεν έχει υποχρέωση να δίνει λόγο. Έχει στηθεί
λοιπόν μία Μυστική συμφωνία τύπου Ποντίου Πιλάτου, ανάμεσα στον «λαό» και στην
«Ιεραρχία», κατά την οποία θα εμφανιστούν όλα σαν τετελεσμένα. Ο λαός θα νίπτει
τας χείρας του, επειδή δεν ήταν ενημερωμένος. Και η Ιεραρχία θα νίπτει τους
πόδας της, διότι ό,τι κι αν έγινε και ό,τι κι αν γίνει δεν πρόκειται να προδόση
την Ορθοδοξία! Το μοντέλο της μη-προδοσίας είναι ήδη έτοιμο: Η ΟΥΝΙΑ!
Ἀλλʼ ἐξ ὅλων τῶν εἰδήσεων μία εἴδησις ἀναστάτωσε κυριολεκτικῶς τὴν συνείδησιν τῶν ἀπανταχοῦ πιστῶν τέκνων τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας.
Ποία ἡ εἴδησις; Τὴν ἀντιγράφομεν ὡς ἔχει ἐκ
τῆς ἐπικεφαλίδος, ἡ ὁποία ἐτέθη ὑπεράνω μακρᾶς περιγραφῆς τῆς ἐπισκέψεως τοῦ
Οἰκουμ. Πατριάρχου εἰς Ἱερουσαλήμ˙ «Ὁ Οἰκουμ. Πατριάρχης εἰσῆλθε γυμνόπους εἰς
τὸ τέμενος Ὀμὰρ καὶ ἐκεῖ προσηυχήθη ὑπὲρ τοῦ Χουσεΐν».
Εἰς τὸ τζαμὶ λοιπὸν τοῦ ψευδοπροφήτου Μωάμεθ Πατριάρχης προσευχόμενος; Κύριε
ἐλέησον! Ἀλλὰ πρέπει νὰ καῆ τὸ Πηδάλιον, πρέπει νὰ ποδοπατηθοῦν οἱ Κανόνες τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν ἐπὶ ἀπειλῆ ἀφορισμοῦ τῶν λαϊκῶν καὶ
καθαιρέσεως τῶν κληρικῶν τὴν εἴσοδον καὶ τὴν προσευχὴν εἰς κέντρα λατρείας
ἀλλοπίστων καὶ αἱρετικῶν. Ἡ Ὀρθοδοξία
μετʼ ἀγανακτήσεως καὶ βδελυγμίας ἀποστρέφει τὸ πρόσωπόν της καὶ ἐκ τῆς
φανταστικῆς ἀκόμη εἰκόνος κληρικοῦ, ὅστις μὲ γυμνοὺς τοὺς πόδας εἰσέρχεται καὶ
προσεύχεται εἰς τζαμὶ τοῦ ψευδοπροφήτου. Τοιοῦτόν τι δὲν ἀναφέρει ἡ αἱματοπότιστος
ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν. Ἀναφέρει ἀντιθέτως ἱερεῖς καὶ ἐπισκόπους καὶ
πατριάρχας ἀλλὰ καὶ ἀπλοὺς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἐπροτίμησαν μαρτυρικὸν θάνατον
ἤ νὰ εἰσέλθουν καὶ νὰ συμπροσευχηθοῦν μετὰ τῶν Τούρκων εἰς τζαμί.
Ο Καθηγούμενος Αρχιμ. Κύριλλος Μελισσοχωρίου :
...Κυριολεκτικά
ισοπεδώθηκαν όλα όσα επί χίλια και πλέον έτη εχώριζαν και χωρίζουν – και θα
χωρίζουν – τους αιρετικούς Παπικούς από τους Ορθοδόξους. Μόνο προσχηματικά και
τυπικά δεν υπήρξε και το «κοινόν Ποτήριον» ακόμη. Αυτό γίνεται σταδιακά και μεμονωμένα προς το παρόν. Αλλ’ όμως ήδη από το 1965, μετά την αντικανονική και
μονομερή «άρση των αναθεμάτων», το όνομα του αιρεσιάρχου Πάπα έχει αναγραφή στα
Δίπτυχα του Πατριαρχείου και μνημονεύεται «σιωπηρώς» ως ομόπιστος Πατριάρχης
Ρώμης και μάλιστα ως πρώτος τη τάξει!
Oι Πατέρες έλεγον δια τον Αββάν Σισώην τα εξής περί των τελευταίων στιγμών της ζωής του.
Όταν
επρόκειτο να αποθάνη ο Αββάς Σισώης και οι πατέρες εκάθηντο κοντά εις το
κρεββάτι του, έλαμψεν έξαφνα το πρόσωπόν του πάρα πολύ και λέγει προς αυτούς
χαρούμενος: Ιδού, ήλθεν ο Αββάς Αντώνιος. Μετ΄ ολίγας στιγμάς με λαμπρόν πάλιν
πρόσωπον είπε: Να, τώρα ήλθεν ο χορός των Προφητών, και το πρόσωπόν του έλαμψε
περισσότερον. Μετ΄ ολίγας στιγμάς με λαμπρόν πάλιν πρόσωπον είπε: Να τώρα
προσήλθεν ο χορός των Αποστόλων, και εφαίνετο ως να συνωμίλλει με μερικούς αοράτους
επισκέπτας.
Οι
παριστάμενοι γέροντες τον παρεκάλεσαν και του
έλεγον:
--Πάτερ,
με ποίον
ομιλείς;
Εκείνος
απήντησε. Τώρα ήλθον να με παραλάβουν οι Άγγελοι και παρακαλώ να με αφήσουν
ολίγον να μετανοήσω. Οι πατέρες του απαντούν. Πάτερ, συ δεν έχεις ανάγκην να
μετανοήσης.
Με
βαθείαν ταπείνωσιν τους λέγει πάλιν ο Όσιος Σισώης. Σας διαβεβαιώ, ότι
πραγματικώς δεν γνωρίζω, εάν έβαλα αρχήν μετανοίας.
Εν τω
μεταξύ όλοι εγνώριζον, ότι ήτο τέλειος. Έξαφνα το πρόσωπόν του ήστραψεν όπως ο
ήλιος και όλοι εφοβήθησαν. Προς τους κατάπληκτους Γέροντας ο Αββάς Σισώης
λέγει. Βλέπετε; Ήλθεν ο Κύριος και λέγει, φέρετέ μου το σκεύος της
ερήμου.
Αμέσως
δε με τους λόγους αυτούς παρέδωκε το πνεύμα του. Την στιγμήν δε της εξόδου τής
μακαρίας ψυχής του εφάνη ως μία αστραπή και το κελλί εγέμισεν από ευωδίαν.
Αββά, τί κλαίεις; Γνωρίζεις ότι, αυτό πού είδες, είναι πιο ευάρεστον στόν Κύριον από την αναξιότητα τών ιερέων, πού λειτουργούσαν;
Τότε
ένας ησυχαστής μου υπενθύμισε την περίπτωση του ασκητού πού, μετά την άλωση τής
Κωνσταντινουπόλεως, είδε επάνω στήν αγία Πρόθεση ερειπωμένου Ναού, μία γουρούνα
με τα νεογνά της και άρχισε να κλαίει και νά οδύρεται. Τότε ενεφανίσθη Άγγελος
Κυρίου και του λέγει· Αββά, τί κλαίεις; Γνωρίζεις ότι, αυτό πού είδες, είναι
πιο ευάρεστον στόν Κύριον από την αναξιότητα τών ιερέων, πού λειτουργούσαν; Και ο Αγγελος εγένετο άφαντος.
Αφού λοιπόν επετίμησαν και εφυλάκισαν τον Άγιον, εφάνησαν κατά την νύκτα εκείνην εις την φυλακήν ο Χριστός και η Θεοτόκος και λέγουν· «Νικόλαε, διατί είσαι φυλακισμένος»; Και ο Άγιος απεκρίθη· «Δια την ιδικήν σας αγάπην».
Καθήσας
δε ο βασιλεύς εις τον θρόνον, εκάθισαν εξ εκάστου μέρους από εκατόν πεντήκοντα
εννέα Πατέρες. Εγένετο δε συζήτησις μετά του Αρείου με πολλήν αγωνίαν.
Βλέπων ο Άγιος Νικόλαος ότι ο Άρειος προσεπάθει να αποστομώση όλους τους Αρχιερείς, θείω ζήλω κινούμενος ηγέρθη και έδωκεν εις αυτόν εν τοιούτον ράπισμα, ώστε εσείσθησαν τα μέλη του. Διαμαρτυρόμενος δε ο Άρειος λέγει προς τον βασιλέα· «Βασιλεύς δικαιότατε, είναι δίκαιον έμπροσθεν της βασιλείας σου να κτυπά κανείς τον άλλον; Εάν μεν έχη λόγον ας ομιλή ως και οι λοιποί Πατέρες· εάν δε είναι αμαθής ας σιωπά, ως και οι όμοιοί του· διατί να με ραπίση έμπροσθεν της βασιλείας σου»; Ακούσας ταύτα ο βασιλεύς ελυπήθη πολύ και λέγει προς τους Αρχιερείς· «Άγιοι Αρχιερείς, ο νόμος προστάσσει να κόπτεται ο χειρ εκείνου όστις τολμήση έμπροσθεν του βασιλέως να κτυπήση τινά· αφήνω όμως όπως κρίνη την πράξιν ταύτην η αγιότης σας». Απεκρίθησαν οι Αρχιερείς και είπον· «Βασιλεύ, ότι μεν κακώς έπραξεν ο Αρχιερεύς, το ομολογούμεν όλοι μας· πλην σε παρακαλούμεν, τώρα μεν ας τον αποβάλωμεν της Συνόδου και ας τον φυλακίσωμεν, μετά δε το πέρας των εργασιών αυτής θέλομεν τον καταδικάσει». Αφού λοιπόν επετίμησαν και εφυλάκισαν τον Άγιον, εφάνησαν κατά την νύκτα εκείνην εις την φυλακήν ο Χριστός και η Θεοτόκος και λέγουν· «Νικόλαε, διατί είσαι φυλακισμένος»; Και ο Άγιος απεκρίθη· «Δια την ιδικήν σας αγάπην». Λέγει προς αυτόν ο Χριστός· «Λάβε αυτό», και του έδωσε το άγιον Ευαγγέλιον, η δε Θεοτόκος του έδωσε το αρχιερατικόν ωμοφόριον. Την επαύριον τινές γνωστοί του, έφερον εις τον Άγιον άρτον και βλέπουσιν ότι ήτο λελυμένος εκ των δεσμών και εις μεν τον ώμον του, εφόρει το ωμοφόριον, εις δε τας χείρας εκράτει αναγινώσκων το άγιον Ευαγγέλιον·ερωτήσαντες δε που τα εύρε, τους είπε πάσαν την αλήθειαν. Μαθών τούτο ο βασιλεύς τον εξέβαλεν εκ της φυλακής και του εζήτει συγχώρησιν. Το αυτό έπραξαν και οι λοιποί Αρχιερείς. Διαλυθείσης δε της Συνόδου, επέστρεψαν άπαντες οι Αρχιερείς, ως και ο Άγιος Νικόλαος, εις την επαρχίαν των.
Βλέπων ο Άγιος Νικόλαος ότι ο Άρειος προσεπάθει να αποστομώση όλους τους Αρχιερείς, θείω ζήλω κινούμενος ηγέρθη και έδωκεν εις αυτόν εν τοιούτον ράπισμα, ώστε εσείσθησαν τα μέλη του. Διαμαρτυρόμενος δε ο Άρειος λέγει προς τον βασιλέα· «Βασιλεύς δικαιότατε, είναι δίκαιον έμπροσθεν της βασιλείας σου να κτυπά κανείς τον άλλον; Εάν μεν έχη λόγον ας ομιλή ως και οι λοιποί Πατέρες· εάν δε είναι αμαθής ας σιωπά, ως και οι όμοιοί του· διατί να με ραπίση έμπροσθεν της βασιλείας σου»; Ακούσας ταύτα ο βασιλεύς ελυπήθη πολύ και λέγει προς τους Αρχιερείς· «Άγιοι Αρχιερείς, ο νόμος προστάσσει να κόπτεται ο χειρ εκείνου όστις τολμήση έμπροσθεν του βασιλέως να κτυπήση τινά· αφήνω όμως όπως κρίνη την πράξιν ταύτην η αγιότης σας». Απεκρίθησαν οι Αρχιερείς και είπον· «Βασιλεύ, ότι μεν κακώς έπραξεν ο Αρχιερεύς, το ομολογούμεν όλοι μας· πλην σε παρακαλούμεν, τώρα μεν ας τον αποβάλωμεν της Συνόδου και ας τον φυλακίσωμεν, μετά δε το πέρας των εργασιών αυτής θέλομεν τον καταδικάσει». Αφού λοιπόν επετίμησαν και εφυλάκισαν τον Άγιον, εφάνησαν κατά την νύκτα εκείνην εις την φυλακήν ο Χριστός και η Θεοτόκος και λέγουν· «Νικόλαε, διατί είσαι φυλακισμένος»; Και ο Άγιος απεκρίθη· «Δια την ιδικήν σας αγάπην». Λέγει προς αυτόν ο Χριστός· «Λάβε αυτό», και του έδωσε το άγιον Ευαγγέλιον, η δε Θεοτόκος του έδωσε το αρχιερατικόν ωμοφόριον. Την επαύριον τινές γνωστοί του, έφερον εις τον Άγιον άρτον και βλέπουσιν ότι ήτο λελυμένος εκ των δεσμών και εις μεν τον ώμον του, εφόρει το ωμοφόριον, εις δε τας χείρας εκράτει αναγινώσκων το άγιον Ευαγγέλιον·ερωτήσαντες δε που τα εύρε, τους είπε πάσαν την αλήθειαν. Μαθών τούτο ο βασιλεύς τον εξέβαλεν εκ της φυλακής και του εζήτει συγχώρησιν. Το αυτό έπραξαν και οι λοιποί Αρχιερείς. Διαλυθείσης δε της Συνόδου, επέστρεψαν άπαντες οι Αρχιερείς, ως και ο Άγιος Νικόλαος, εις την επαρχίαν των.
Το Νηπτικό Έλεος του Καλού Σαμαρείτη: -- του αείμνηστου Ιωάννου Κορναράκη, Ομ. Καθηγητού Παν. Αθηνών
Ας αρχίσουμε από
την γνωστή σε όλους παραβολή του καλού Σαμαρείτου (Λουκ. 10, 33-37).
Σε κάποιο σημείο
του δρόμου από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ, κάποιος άνθρωπος έγινε στόχος
σκληρόκαρδων ληστών, οι οποίοι αφού τον λήστευσαν, τον άφησαν ημιθανή
τυγχάνοντα, μισοπεθαμένο! Καταπληγωμένο και εμφανώς θανάσιμα κακοποιημένο.
Ο πρώτος
περαστικός που έτυχε να ιδεί το τραγικό για τον συνάνθρωπό του αυτό γεγονός,
ήταν ένας ιερέας. Τον είδε, ποιος ξέρει τι σκέφθηκε και συναισθάνθηκε. Πάντως
τον είδε και αντιπαρήλθεν! Έφυγε. Τακτοποιημένος ίσως με τον εαυτό του, αφού η
συνείδησή του δεν λειτούργησε ιερατικά, για να αντιμετωπίσει φιλάνθρωπα τον
τραγικό αυτόν άνθρωπο!
Το ίδιο έκανε κι
ένας ακόμα άνθρωπος, λευΐτης, υπηρέτης και λειτουργός του ναού του Θεού. Ελθών
και ιδών αντιπαρήλθεν. Δηλαδή ο δεύτερος αυτός περαστικός άνθρωπος, μπροστά από
τον μισοπεθαμένο συνάνθρωπό του, δεν πέρασε βιαστικός όπως ο ιερέας, αλλά
πλησίασε, είδε την τραγική του κατάσταση και συνέχισε ήσυχος και αδιάφορος τον
δρόμο του προς τον προορισμό του.
Αλλά αμέσως
έφθασε κοντά στο τραγικό θύμα των ληστών ένας Σαμαρείτης.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)