+π.
Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης
Ότι ο Απόστολος Παύλος θα εταράσσετο εντελώς
με την ιδέαν ότι η Εκκλησία ή οδηγείται εις "πάσαν την αλήθειαν" ή
εις μίαν καλυτέραν αντίληψιν "πάσης της αληθείας", φαίνεται σαφώς από
το ακόλουθον: "Αλλά καθώς γέγραπται, ά οφθαλμός ουκ είδε και ούς ουκ ήκουσε
και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν,
ημίν δε ο Θεός απεκάλυψε δια του Πνεύματος αυτού". Δια τον Παύλον, ο Θεός αποκαλύπτει εις κάθε
δοξασμένον "όσα" εκ των "πραγμάτων", "ά ητοίμασεν ο
Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν". Με άλλα λόγια, "πάσαν την αλήθειαν" εις την οποίαν θα
συμμετάσχουν εκείνοι, οι οποίοι αγαπούν τον Θεόν.Φαίνεται σαφώς ότι πουθενά εις
την Καινήν Διαθήκην δεν ευρίσκομεν την ιδέαν ότι "πάσα η αλήθεια"
αποκαλύπτεται εις την Εκκλησίαν, ή ότι η Εκκλησία οδηγείται εις μίαν κατανόησιν
"πάσης της αληθείας". "Πάσα αλήθεια", η οποία είναι ο
Χριστός, και αποκαλύπτεται δια του Πνεύματός Του ή του Πνεύματος της Αληθείας,
εις εκείνους, οι οποίοι δοξάζονται εις το Σώμα Του. Τα άλλα μέλη του Σώματος του
Χριστού, οι οποίοι είναι μέλη, διότι έχουν το χάρισμα της προσευχής του Αγίου
Πνεύματος αδιαλείπτως εν ταις καρδίαις των, γινώσκουν, ή προφητεύουν, ή
θεολογούν εκ μέρους. Είναι αυτοί, οι οποίοι βλέπουν "δι' εσόπτρου εν
αινίγματι και γινώσκουν εκ μέρους και προφητεύουν εκ μέρους". Οι υπόλοιποι εξ εκείνων,
οι οποίοι πιστεύουν εις τον Χριστόν είναι νήπιοι υπό τον νόμον. Ότι αυτοί θα
έπρεπε να προφητεύουν ή να θεολογούν θα ήτο δια τους Πατέρας κατά την
αντιμετώπισίν των με τους λαϊκούς ή τους αιρετικούς, οι οποίοι προσεποιούντο ότι
ήσαν Θεολόγοι.
Συνεχίζεται.