H Θεοτόκος -- του αειμνήστου Παναγιώτου Γκιουλέ

Ως προεγνωσμένον και κρύφιον Μυστήριον της Αγίας Τριάδος και ως Μήτηρ της Νοεράς Ησυχίας εις τα Άγια των Αγίων


Ιλιγγιά ο ανθρώπινος νους προ του ασυλλήπτου Θεολογικού Μυστηρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και ο ανθρώπινος λόγος μένει άφωνος και σιωπών, γιατί αδυνατεί να εκφράση το ασύλληπτο, απερινόητο, άρρητο και ανέκφραστο αυτό μυστήριο της ευσεβείας!...                                                                                                                                                       
Γιατί όντως και «ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί(1)» δια της Θεοτόκου. Γιατί η Παρθένος εγέννησε «εν σαρκί», τον ενυπόστατο Λόγο του Πατρός, την ενυπόστατη Αλήθεια και Ζωή(1α) και έγινε η ουράνιος παστάς του Λόγου, που μέσα Της ετελεσιουργήθη το μέγα Μυστήριο της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρωπίνης φύσεως.
Γι΄ αυτό ο ιερός Ιωάννης ο Δαμασκηνός θεολογεί: «Δικαίως και αληθώς Θεοτόκον την Αγίαν Μαρίαν ονομάζομεν· τούτο γαρ όνομα, άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησιν»(2). Αυτό σημαίνει ότι το Μυστήριο της Θεοτόκου, ως συνιστών και εκφράζον «άπαν το μυστήριον της θείας οικονομίας», είναι «κρύφιον». Γιατί, κατά την έκφρασιν, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο Ιησούς «κρύφιος εστί και μετά την έκφανσιν και εν τη εκφάνσει και εν ουδενί λόγω ή νω το κατ΄ αυτόν εξήκται μυστήριον. Ώστε και νοούμενον άγνωστον μένει και λεγόμενον άρρητον μένει»(3). Το μυστήριο, δηλαδή, της Θεοτόκου, είναι και θα παραμείνη κρύφιο και κεκρυμμένο, γιατί και ο Ιησούς και κατά την σάρκωση και μετά την σάρκωση, παραμένει κρύφιος και κεκρυμμένος και το ανερμήνευτο μυστήριό Του, δεν μπορεί να εξηγηθή, από κανένα νου και από κανένα ανθρώπινο λόγο. Γι΄ αυτό και όταν προσπαθούμε να το εννοήσουμε, παραμένει απερινόητο και άγνωστο και όταν προσπαθούμε να το εκφράσουμε, παραμένει ανέκφραστο!... Επομένως και το Μυστήριο της Θεοτόκου, ως υπουργήσαν το μέγα και απόκρυφο Μυστήριο της σαρκώσεως του Θείου Λόγου, παραμένει «κρύφιον και κεκρυμμένον» μυστήριον του Αγίου Πνεύματος και ανάγεται, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, στην «αρχαίαν και αληθινήν βουλήν του Θεού της του Λόγου σαρκώσεως και της ημών Θεώσεως»(4). Γιατί στα ανεξιχνίαστα πελάγη της φιλανθρωπίας της, η της Ζωαρχικής Τριάδος ενότης «προς εαυτήν εκκλησιάσασα τω ενιαίω της γνώμης βουλήματι»(5), κατά την έκφρασιν του Μεγάλου Φωτίου, είχε αποφασίσει προαιωνίως, την σάρκωση του Θείου Λόγου και την θέωση του ανθρώπου(6). Η προαιώνιος αυτή απόφασις και «προωρισμένη βουλή» της Αγίας Τριάδος, για την σάρκωση του Θείου Λόγου, συνυφαίνεται με την προαιωνία πρόγνωση της Τρισυποστάτου Θεότητος, για την αξία της ελευθέρας προαιρέσεως και της προσωπικής αγιότητος της Πανάγνου Παρθένου, να υπηρετήση της ευσεβείας τούτο το μέγα Μυστήριο, θεολογεί ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγων: «Σε προγνούς ο των όλων Θεός αξίαν, ηγάπησε και αγαπήσας προώρισε και επ΄ εσχάτων των χρόνων, εις το είναι παρήγαγε και Θεοτόκον Μητέρα και τιθηνόν του οικείου Υιού και Λόγου ανέδειξε»(7). Ο απειροτέλειος, δηλαδή, Τριαδικός Θεός, προγνωρίσας την αξίαν της αγιότητος της Παρθένου, την ηγάπησε και αγαπήσας Την προώρισε και κατά τους εσχάτους χρόνους Την έφερε στην ύπαρξη και Την ανέδειξε Θεοτόκον και Μητέρα και τροφόν του οικείου Του Υιού και Λόγου. Και η πρόγνωσις αυτή, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «υπήρχε πάντοτε στην προαιώνια βουλή της Αγίας Τριάδος» ως «προεπινοούμενος τέλειος σκοπός της Δημιουργίας»(8). Γι΄ αυτό ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, θεολογών για το προεγνωσμένο μυστήριο της Θεοτόκου, λέγει ότι «η Παναγία και Ζωαρχική Τριάς έχαιρε και υπερέχαιρε προ του αιώνος, προγινώσκουσα, κατά την θεαρχικήν της ιδέαν την αειπάρθενον Μαριάμ»(9).  «Έχαιρε και υπερέχαιρε» η Παναγία Τριάς, γιατί μέσα στην προαιώνια πρόγνωσή Της, έβλεπε την Αειπάρθενο Μαριάμ, ως νέαν Πάναγνη Εύα, που θα ανεδεικνύετο η αγιασμένη συνεργός του Νέου Αδάμ της χάριτος, στην υποστατική ένωση κτιστού και ακτίστου, του πεπερασμένου κτίσματος με τον άπειρο Κτίστη και του πεπτωκότος ανθρώπου με τον «εν υψίστοις Θεόν». Γι΄ αυτό θεολογών ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, για την προαιώνια πρόγνωση και εκλογή της Θεοτόκου, λέγει ότι την Θεοτόκον «προ αιώνων ο Θεός προορίζει και των απ΄ αιώνων εξειλεγμένων εκλέγεται, ίνα ικανή προς τούτο ευρεθή»(10), για να συνεργήση στην πραγμάτωση «του απ΄ αιώνος αποκρύφου και αγνώστου μυστηρίου» της σαρκώσεως του Θείου Λόγου. Αυτό σημαίνει ότι η Θεοτόκος απετέλεσε «το μεθόριον της κτιστής και ακτίστου φύσεως»(11), λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ως τίμιο και αγιασμένο βλάστημα των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, προσεφέρθη σαν το τελειότερο δώρο της ανθρωπότητος στους γάμους του τεχθέντος Βασιλέως με την Νύμφη Του Εκκλησία. Γι΄ αυτό και ο Ιερός της Εκκλησίας μας υμνογράφος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός, στο τέταρτο Ιδιόμελο του Μεγάλου Εσπερινού των Χριστουγέννων ψάλλει: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ· ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι΄ ημάς; Έκαστον γαρ των υπό Σου γενομένων κτισμάτων την ευχαριστίαν  Σοι προσάγει· οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε Μητέρα Παρθένον». Η ανθρωπότης προσέφερε προς τον τεχθέντα βασιλέα της κτίσεως το πιο τέλειο και πιο άγιο ευχαριστιακό της δώρο, την Αειπάρθενον Μαριάμ, ως Παναγίαν Μητέρα Του. Γιατί η Παναγία Μητέρα του Κυρίου ήταν ο προεγνωσμένος και ο προετοιμασμένος καρπός της και «απ΄ αυτών, ακόμη, των του Αδάμ παίδων!»(12). Περιγράφων το γενεαλογικό δένδρον του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγει: «Των μεν του Αδάμ παίδων εκλέγεται παρά Θεού ο Σηθ, διο και εις αυτόν ο Λουκάς γενεαλογών αναφέρει το γένος άπαν, εξ ου το κατά σάρκα Χριστός»(13), «Διο και υιοί Θεού το γένος άπαν εκαλούντο του Σηθ(14), δια το μέλλειν εκ της γενεάς ταύτης υιόν ανθρώπου γενήσεσθαι τον Υιόν του Θεού· επεί και ο Σηθ, ανάστασις, μάλλον δε εξανάστασις ερμηνεύεται, ήτις εστί κυρίως ο Κύριος ζωήν αθάνατον τοις εις αυτόν πιστεύουσιν επαγγελλόμενος τε και χαριζόμενος»(15). Αυτό σημαίνει, λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι το σπέρμα του Σηθ καθαρίζεται υπό του Αγίου Πνεύματος «πολυειδώς άνωθεν των κατά γενεάς αριστίνδην εκλεγομένων»(16). Έτσι το Πνεύμα το άγιον, καθαρίζων από γενεάς εις γενεάν, το σπέρμα των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, «προωκονόμει δε και την εις το είναι πρόοδον άνωθεν εκλεγόμενον και ανακαθαίρον την του γένους σειράν, και τους μεν αξίους ή αξιολόγων εσομένους πατέρας προσιέμενον, τους δε αναξίους τελείως αποβαλόμενον»(17). Επομένως, θα ήταν αδύνατη η σωτηρία του κόσμου και η θέωσις του ανθρώπου, εάν τις προηγηθείσες γενεές των Προπατόρων της Θεοτόκου, δεν τις αποκάθηρε διαδοχικά το Πνεύμα το Άγιον, για να γεννηθή εκ των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, το τίμιο βλάστημα σωφροσύνης, αγιότητος και προσευχής, η Πάναγνος Παρθένος Μαρία, που εγέννησε τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Γιατί η Πάναγνος Μητέρα του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός ανεδείχθη, λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «μη μόνον μολυσμού σαρκός υπερτέρα, αλλά και μεμολυσμένη λογισμών ανωτέρα»(18). Έτσι κατέστη η μόνη, κατά προαίρεσιν αναμάρτητος από όλους τους ανθρώπους, μολονότι ως θυγάτηρ του Αδάμ και κληρονόμος του προπατορικού αμαρτήματος, είχε την δυνατότητα της κατά «προαίρεσιν αμαρτίας», Εκείνη, ως αγαπώσα τον αληθινό Θεό, «εξ όλης της καρδίας, και εξ όλης της ψυχής, και εξ όλης της διανοίας, και εξ όλης της ισχύος Της»(19), έμεινε από βρέφος, άτρωτος από τα «πεπυρωμένα βέλη του πονηρού» και ακίνητος προς την κατά προαίρεσιν αμαρτίαν. Έτσι η Θεοτόκος, «ενώνοντας αυτεξούσια το πλήρωμα της ψυχικής ενεργείας με την Θεία Ενέργεια, καθήλωσε ανενεργό την μεταπτωτική ροπή προς το παρά φύσιν και κινητοποίησε αυτοπροαίρετα όλες τις ψυχοσωματικές δυνάμεις προς τους λόγους και τρόπους των θείων αρετών», λέγει νεώτερος Αγιορείτης Θεολόγος(19α). Γι΄ αυτό θεολογεί ο Θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι η Θεοτόκος ανεδείχθη η «αληθής εστία  και διατριβή Θεού και ιλαστήριον εκείνου (του Μωϋσέως) κρείττον ασυγκρίτως, και θεοπρεπές ταμείον της κορυφαίας ακρότητος των μυστηρίων του Πνεύματος»(20). Γιατί απεκάλυψε στον κόσμο την τελειωτική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και το «αρχαίον κάλλος της ανθρωπίνης φύσεως στην προπτωτική του κατάσταση… η Νέα Εύα είναι ο τελειότερος άνθρωπος, η ένσαρκη εικόνα του Αγίου Πνεύματος. Γι΄ αυτό και δέχεται την μεγίστη Δωρεά Του, να γεννήση εν σαρκί τον ίδιο τον Θεό»(20α). Αυτό σημαίνει ότι ο θείος φωτισμός της Θεοτόκου, άρχισε από την παιδική της ηλικία και διήρκεσε καθ΄ όλη την επίγεια ζωή Της, η δε απέκδυσις εκ της αμαυρώσεως από το Προπατορικό Αμάρτημα, έγινε κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, όταν το «Πνεύμα το Άγιον επήλθεν επ΄Αυτήν, κατά τον του Κυρίου Λόγον, ον είπεν Άγγελος, καθαίρον ταύτην και δύναμιν δεικτικήν της του Λόγου Θεότητος παρέχον, άμα δε και γεννητικήν»(21). Γι΄ αυτό ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, παρομοιάζει την Θεοτόκον ως λαμπρόν πνευματικόν ουρανόν, από τον οποίον ανέτειλε ο άδυτος ήλιος της δικαιοσύνης, που την εχαρίτωσε περισσότερο από όλους τους υπό κάτω και υπέρ άνω του φυσικού ουρανού, χαριτωμένους! Γι΄ αυτό και πλήρης θαυμασμού για τον πλούτο των χαρισμάτων Της αναφωνεί: «Τις σου το θεαυγές κάλλος υπογράψοι Θεομήτορ Παρθένε, λόγος; Ου γαρ εστι τα σα λογισμοίς και λόγοις ορίζειν· πάντα γαρ υπερβαίνει και νουν και λόγον. Υμνείν δ΄ όμως, έξεστι σου φιλάνθρωπος προσιεμένης. Συ γαρ χαρίτων απασών χωρίον και πλήρωμα καλοκαγαθίας παντοίας και πίναξ έμψυχος αρετής τε και χρηστότητος πάσης, ως μόνη πάντων ηξιωμένη συλλήβδην των του Πνεύματος χαρισμάτων»(22).

1)  Α Τιμοθ. γ: 16
1α) Χρυς. Μοναχού Διονυσιάτου: Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος.
2) Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθ. Πίστεως Γ: 12  56  ΕΠΕ  Ι
3) Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου Προς Γάϊον επιστολή.
4) Μητρ.  Αθανασίου Γιέφτιτς: Η περί Θεοτόκου διδασκαλία  Αγ. Ι. Δαμασκηνού.
5) Αυτόθι, σελ. 23 και Μ. Φωτίου ομιλία Θ.
6) Αυτόθι σελ. 23.
7) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Λόγος εις το Γενέσιον.
8) Χρυσοστόμου Μοναχού Διονυσιάτου :Θεός Λόγος και…
9) Αγ. Νικοδήμου : Αόρατος Πόλεμος σελ. 118.
10) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΒ 8.
11) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΓ  37
12) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ  11
13) Αυτόθι ΝΖ 6
14) Γεν. Δ : 26.
15) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ  10
16) Αυτόθι ΝΖ  7
17) Αυτόθι  ΝΖ  6
18) Αυτόθι  ΝΒ  8
19) Μάρκου ιβ: 30
19α) Χρυσοστόμου Μοναχού Διον. : Θεός Λόγος και….
20) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ  20
20α) Χρυσοστόμου Μοναχού: Θεός Λόγος και…
21) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθοδ. Πίστεως Γ 12

22) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ  13.

Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη.

«Διαίρεσις, σχίσμα της Εκκλησίας είναι πρωτίστως ένα πράγμα οντολογικώς αδύνατον. Δεν υπήρξε ποτέ διαίρεσις της Εκκλησίας, και δεν είναι δυνατόν να υπάρξη, πλην υπήρξε και θα υπάρξη έκπτωσις εκ της Εκκλησίας. Κατά καιρούς απεσπάσθησαν και εξεβλήθησαν από την μοναδικήν αδιαίρετον Εκκλησίαν οι αιρετικοί και σχισματικοί, οι οποίοι έκτοτε έπαψαν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας και μέρη του θεανθρωπίνου σώματός της.

Έτσι έχουν κατ’ αρχήν αποκοπή οι Γνωστικοί, κατόπιν οι Αρειανοί, …, κατόπιν οι Ρωμαιοκαθολικοί, κατόπιν οι Προτεστάνται, …». 

[Ιουστίνου Πόποβιτς, «Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Γαλλική μετάφραση) Τόμος 4ος, σελ. 181, 
Lausanne 1995 - Ἀναδημοσιεύτηκε στόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» στίς 29/6/2007 ] 
 

ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ ΝΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ.

«Ὅποιος οδεύει στον δρόμον της αρετής», μας λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος (Λόγος ΚΑ/), «πρέπει να ευχαριστή τον Θεόν σε όλες τις θλίψεις, που τον βρίσκουν και να μέμφεται και να κατηγορή τον εαυτόν του και να γνωρίζη ότι για την αμέλειά του, παρεχωρήθησαν οι θλίψεις αυτὲς από τον προνοητήν του Θεόν, για να ξυπνήση τον νουν του ή και διότι υπερηφανεύθη. Και ας μή ταραχθή γι᾽ αυτό, που του συμβαίνει, μήτε να εγκαταλείψη τον δρόμον της αρετής, αλλά ας μέμφεται τον θάνατόν του, για να μη γίνη σ᾽ αυτόν διπλόν το κακόν. Διότι ο Θεός, που είναι πλήρης πάσης δικαιοσύνης, δεν είναι άδικος, μη γένοιτο. Εις Αυτόν πρέπει η δόξα στους αιώνες. Αμήν».

Του μακαριστοῦ Γέροντος Θεοκλήτου Διονυσιάτου:

 «Πρέπει νά ὁμολογήσωμεν ὅτι ἔχομεν καί ἡμεῖς τήν "κρίσιν" μας. Κρίσιν ποιμένων καί θεολόγων. Δέν ἔχει, βεβαίως σημασίαν, ἄν τελικῶς δέν θά δυνηθοῦν νά βλάψουν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Βέβαιον ὅμως εἶναι, ὅτι φθείρουν τό ὀρθόδοξον φρόνημα τοῦ λαοῦ μας καί στερεώνουν τούς αἱρετικούς εἰς τάς πλάνας των. Ἀλλά ἐλησμονήσαμεν. Τό νά εἶναι τις Ὀρθόδοξος ποιμήν καί θεολόγος εἶναι μέγα πρᾶγμα. "Γενναίας δεῖται ψυχῆς" κατά Χρυσόστομον. Ποῦ νά εὕρωμεν τούς γενναίους; Ποῦ εἶναι οἱ Πατερικοί; Ποῦ οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως; Φοβούμεθα μήπως εὑρισκόμεθα εἰς τάς ἐσχάτας ἡμέρας. Ἀπαισιοδοξοῦμεν; Ἀλλά πῶς νά ἑρμηνεύσωμεν τό φαινόμενον τῆς τόσον ἐκτεταμένης ἀφασίας, τῆς μειοδοσίας ἐν τῇ πίστει, τῆς ἀπουσίας ζήλου ὑπέρ τῆς εὐσεβείας, τῆς βαθείας σιωπῆς, ἥτις διαδέχεται τά αἱρετικά κηρύγματα "Ὀρθοδόξων" ποιμένων; ποῦ εἶναι αἱ ἀστραπαί τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας;»

Άλλοτε πάλι βλέπω άδικους και αμαρτωλούς να είναι σε μεγάλο πλούτο και ανάπαυση....

Ένας γέροντας άγιος και ασκητής παρεκάλεσε μία φορά τον Κύριο να του διδάξη ποιά είναι η κρίση του. Διότι, είπε, βλέπω άλλοτε μεν ανθρώπους δικαίους και ευλαβείς να βρίσκωνται σε μεγάλη φτώχεια και δυστυχία. Άλλοτε πάλι βλέπω άδικους και αμαρτωλούς να είναι σε μεγάλο πλούτο και ανάπαυση. Άλλοτε πάλι πολλοί δίκαιοι και ευλαβείς να αδικούνται και να βασανίζωνται άδικα, πολλοί δε άδικοι και άξιοι θανάτου αμαρτωλοί και παράνομοι να ζουν και να πλουτίζουν. Τότε άκουσε φωνή που του έλεγε:


Μη ζητάς εκείνα τα οποία δεν φτάνει ο νους και γνώση σου, μήτε να ερευνάς τα απόκρυφα. Διότι οι κρίσεις του Θεού είναι άβυσσος και βάθος μέγα και πολύ. Πλην όμως επειδή ζήτησες να μάθης κατέβα στον κόσμο και κάθισε στο τάδε μέρος και πρόσεχε εκείνα που θα δης, για να καταλάβης μικρό μέρος από τις κρίσεις του Θεού και να γνωρίσης πως είναι ανεξερεύνητη και ανεξιχνίαστη η προνοητική των πάντων του Θεού διακυβέρνηση.
Πράγματι, ο γέροντας πήγε και κρύφτηκε κάτω από ένα δένδρο, όπου μπροστά του υπήρχε ένας πλατύς δρόμος και περνούσαν πολλοί άνθρωποι. Στο ένα μέρος του δρόμου υπήρχε ένα λιβάδι και μία βρύση με καθαρό νερό. Όπως παρακολουθούσε από την κρύπτη του βλέπει να περνά ένας άνθρωπος πλούσιος. Και σαν είδε το δροσερό και καταπράσινο λιβάδι και την καθαρώτατη βρύση κατέβηκε από το άλογό του και κάθισε να ξεκουρασθή λιγάκι και να φάγη ψωμί. Όμως εκεί που καθόταν έβγαλε το σακκούλι του, όπου μέτρησε και υπήρχαν εκατό φλουριά, αλλά προσπαθώντας να το βάλη εκεί από όπου το πήρε του έπεσαν κάτω χωρίς να το καταλάβη. Αφού τελείωσε πήρε το άλογό του και έφυγε. Μετά πέρασε ένας άλλος οδοιπόρος, ο οποίος πηγαίνοντας στη βρύση να πιή νερό βρήκε τα φλουριά και τα πήρε. Άλλαξε δε και δρόμο πέρασε μέσα από τα αμπέλια και χωράφια, για να μη τον δουν. Μετά ήλθε άλλος φορτωμένος και κουρασμένος και κάθισε στην βρύση να πιή νερό και να ξεκουρασθή. Έβγαλε δε και ένα παξιμάδι και το έβαλε στο νερό, για να το φάη. Ενώ λοιπόν καθόταν ο πτωχός αυτός άνθρωπος, γύρισε τρέχοντας ο καβαλάρης που είχε χάσει τα φλουριά, αγριεμένος και νευριασμένος και ζητούσε τα φλουριά, λέγοντάς του ότι αυτός τα βρήκε. Ο φτωχός προσπαθούσε με όρκους να τον πείση ότι δεν τα βρήκε, αλλά αυτός δεν τον πίστευε και τον χτυπούσε ανελέητα. Τελικά ο θυμώδης καβαλάρης, σαν άγριο λιοντάρι, κτύπησε άσχημα τον φτωχό και τον σκότωσε. Κατόπιν κατέβηκε από το άλογο και έψαχνε τα ρούχα του και τα σακκούλια του πτωχού, για να βρη τα φλουριά, αλλά τίποτα δεν βρήκε. Ο γέροντας έβλεπε αυτά όλα από την κρύπτη του και απορούσε και θαύμαζε και στεναχωριόταν πολύ και έκλαιγε για τον άδικο φόνο που είδε και με δάκρυα παρακαλούσε τον Κύριο και έλεγε: «Κύριε, ποιά είναι η θέλησή σου αυτή; Γνώρισόν μου του αμαρτωλού, πως υπομένει η αγαθότητά σου; Άλλος τα έχασε άλλος τα βρήκε και άλλος άδικα φονεύθηκε;»

Ενώ έλεγε αυτά ο Γέροντας, Άγγελος Κυρίου κατέβηκε και διδάσκοντας και εξηγώντας του είπε: «Μη λυπείσαι, Γέροντα, μήτε να σου κακοφαίνεται και μη νομίζεις ότι τάχα χωρίς το θέλημα του Θεού έγιναν αυτά, άλλα κατά παραχώρηση και άλλα κατ’ οικονομία. Διότι αυτός που έχασε τα φλουριά είναι γείτονας εκείνου που τα βρήκε και εκείνος που τα βρήκε είχε ένα περιβόλι αξίας εκατό φλουριών. Αυτός δε ο πλούσιος ήταν πλεονέκτης και του το πήρε με τη βία μόνο πενήντα φλουριά. Ο δε πτωχός εκείνος, μη έχοντας τι να κάνη, παρακάλεσε τον Θεό να κάνη εκδίκησιν. Γι’ αυτό οικονόμησε ο Θεός με τέτοιο τρόπο και του τα έδωσε διπλά, αντί πενήντα, εκατό, τα οποία έχασε ο πλεονέκτης, ο οποίος πήρε το περιβόλι πενήντα αντί εκατό φλουριά. Εκείνος δε ο άνθρωπος ο κουρασμένος, όπου δεν βρήκε τίποτα και άδικα φονεύτηκε, είχε κάνει φόνο, όμως, για να έχη έργα χριστιανικά και θεάρεστα, θέλοντας ο Θεός να τον σώση και να τον καθαρίση από την αμαρτία του φόνου που έκανε είτε με τη θέλησή του είτε επηρεασμένος από τον σατανά, γι’ αυτό οικονόμησε και φονεύθηκε άδικα και παράλογα, για να σωθή η ψυχή του. Αυτός δε ο πλεονέκτης, οπού έχασε τα φλουριά, και έκανε φόνο, έμελλε να κολασθή από την πλεονεξία του και τη φιλαργυρία του και γι’ αυτό τον άφησε ο Θεός και έπεσε στο αμάρτημα του φόνου, για να πονέση η ψυχή του την φανερή αμαρτία, να ζητήση μετάνοια. Και να από την αφορμή αυτή αφήνει τον κόσμο και τα του κόσμου και πηγαίνει να γίνη Μοναχός, για να σώση την ψυχή του. Λοιπόν πήγαινε στο κελλί σου, και μη εξετάζης τις κρίσεις του Θεού. Διότι ο Θεός τις κάμει δίκαια και εσύ νομίζεις ότι γίνονται άδικα. Γνώριζε λοιπόν ότι και άλλα πολλά γίνονται στον κόσμο με θέλημα Θεού, για αφορμές, οπού δεν γνωρίζουν οι άνθρωποι και πρέπει να λέγη ο καθένας «Δίκαιος ει Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου».

Από το Γεροντικό του Σινά :

Δύο ξένοι Μοναχοί επεσκέφθηκαν κάποιο Γέροντα, μια νηστήσιμη μέρα, Εκείνος τους υποδέχτηκε πρόθυμα και τηρώντας τον κανόνα της φιλοξενίας, έφαγε μαζί τους στο τραπέζι. Κατόπιν τους εξήγησε πως η νηστεία έχει μεν το μισθό της, αλλ' εκείνος που καταλύει χάριν των φιλοξενουμένων του,  λαμβάνει δυο μισθούς. Ένα, γιατί κόβει το θέλημα του και άλλον, γιατί αναπαύοντας τους αδερφούς του,  τηρεί την εντολή της αγάπης.

Τάδε έφη Ιουστίνος :

«Εστώς και θερμαινόμενος» από τις ζεστές και ορθάνοιχτες Παπικές αγκάλες της επιστροφής μας, συγκινούμενος από τα κροκοδείλια δάκρυα και τον Ορχηστρικό Χορό της Διαθρησκειακής Σαλώμης.


Εξ αιτίας αυτής της πονηράς αγάπης και αποδοχής της προτροπής του αρχεκάκου Όφεως, έπεσαν ο Αδάμ και η Εύα. Επάνω σ’ αυτήν ακριβώς την παμπόνηρη «αγάπη και αποδοχή» στηρίζεται ο έκφυλος Οικουμενισμός, το άρμα του Αντιχρίστου. «Ελάτε, να αγαπηθούμε ντάρλιγκς! Ας ενωθούμε στου Παπόδουλου Οικουμενισμού την καλόστρωτη και ανθοστόλιστη κοίτη! Ας περιφρονήσουμε τις διαφορές μας και ας εστιάσουμε στις ομοιότητές μας».

«Εμίσησα Εκκλησίαν Πονηρευομένων»

Το στυγερώτερον έγκλημα εις βάρος της αγίας μας Ορθοδοξίας είναι η ανοχή των Αιρέσεων και των Αιρετικών. Ασεβέστατα κηρύσσονται από Ορθοδόξους (;) ποιμένας αιρέσεις φοβεραί, και ανεμπόδιστα κινούνται Αιρεσιόφρονες Ποιμένες (;) μεταξύ της Ποίμνης του Χριστού! Έπαυσε, φαίνεται, εις ωρισμένους να λειτουργή το αισθητήριον της Ορθοδοξίας και η Εκκλησιαστική συνείδησις  έχει επικινδύνως αμβλυνθή, ώστε να μη διακρίνωνται τα Αγιοπνευματοχάρακτα σύνορα της Ορθοδοξίας από την πλάνην και την Αίρεσιν. Ποίοι άραγε ευθύνονται δια την τραγικήν αυτήν ψυχικήν τύφλωσιν; Κατ΄ αρχήν όλοι· προ παντός όμως οι Ποιμένες!  «Ποιμένες πολλοί διέφθειραν τον αμπελώνα μου, εμόλυναν την μερίδα μου…» (Ιερ. 12, 10), θρηνωδεί ο προφήτης Ιερεμίας· και προσθέτει: «Ω οι ποιμένες (…) Υμείς διεσκορπίσατε τα πρόβατά μου και εξώσατε αυτά…» (Ιερ. 23, 1-3).  Δυστυχώς Πατριάρχαι, Αρχιερείς, Επίσκοποι, Ηγούμενοι, με έναν λόγον Ποιμένες εμολύνθησαν από τον Οικουμενισμόν, ώστε να έχουν συνηθίσει εις τας Οικουμενιστικάς βλασφημίας και να μη ενοχλούνται από τα κηρύγματα των Αιρέσεων, δια των οποίων βάλλεται, εξοντωτικώς η Αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία. Φαίνεται, ότι εις την εποχήν του Υλιστικού Ευδαιμονισμού δεν θεωρείται πλέον υπέρτατος σκοπός της Εκκλησίας η αγιότης, αλλά η κοσμική σκοπιμότης.

Ο χρυσοχόος

Κάποτε οι μοναχοί ανέθεσαν σε ένα Xιώτη χρυσοχόο να επενδύσει με χρυσό ένα μέρος της ιερής εικόνας (της Παναγίας της Νιαμονίτισσας ) , για να την προφυλάξουν από τη φθορά. Ο εκκλησιάρχης την τοποθέτησε στον κυρίως ναό , και ο τεχνίτης άρχισε την εργασία του με ευλάβεια. 

Ξαφνικά ακούει μια γλυκειά φωνή να του λέει ψιθυριστά: 
- Ελαφρά χτύπα, ελαφρά. Να ʼ χης την ευχή μου, γιατί η εικόνα είναι παλαιά!
 
Σηκώνει τα μάτια ο χρυσοχόος και βλέπει μια μεγαλόπρεπη γυναίκα με ολόχρυση φορεσιά. Δεν πρόλαβε να τη ρωτήσει ποια ήταν , γιατί μπήκε αμέσως στο ιερό βήμα από τη νότια πύλη. Τρέχει να την προφθάσει, αλλά Εκείνη είχε εξαφανιστεί. Μπαίνει στο ιερό , και τότε αναγνωρίζει στη μορφή της πλατυτέρας τη γυναίκα, που πριν λίγο του είχε φανερωθεί.

«Το βδέλυγμα της ερημώσεως εστώς εν τόπω αγίω» (Ματθ. κδ: 15)

 Με ανέκφραστη οδύνη διαβάσαμε στο επίσημο όργανο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρεταννίας «Ορθόδοξος Κήρυξ» κείμενο με τίτλο «Προσλαλιά γενομένη υπό του Πρωτοσυγκελλεύοντος Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Τροπαίου κ. Αθανασίου», στο οποίο περιέχονται και τα εξής απίστευτα:


«Εν τω οίκω των Θυατείρων επραγματώθησαν ευάριθμοι τιμητικαί εκδηλώσεις, περιλαμβάνουσαι δεξιώσεις και φιλοξενίας. Εν τοις πλουσίοις τούτοις η Ιερά Αρχιεπισκοπή προσέφερε φιλοξενίαν τη Αυτού Χάριτι τω Αγγλικανώ Κυρίω Rowan Williams μετά της συμβίας αυτού, έτι δε και τω Αγγλικανώ Επισκόπω Dover  Κυρίω Stephen Venner μετά της ανδρίδος αυτού, αμφοτέρας τας φιλοξενίας ταύτας κατά μήνα Απρίλιον».

Διερωτώμεθα:
1. Κατ΄ αρχήν, πόσο συνάδει με την Ορθόδοξη Παράδοση και τη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων η φιλοξενία «Αγγλικανού Αρχιεπισκόπου μετά της συμβίας αυτού». Αμνηστεύονται οι αιρετικοί; Τι είδους «συμβία επισκόπου» είναι η φιλοξενηθείσα;


2. Το τραγικότατον, όμως, είναι η φιλοξενία ετέρου «αγγλικανού επισκόπου» μετά της ( άκουσον, άκουσον!!!) ανδρίδος αυτού. Ακούγαμε κατά καιρούς το απερίγραπτο κατάντημα των αιρετικών, έως και αντιχρίστων, «χριστιανικών παραφυάδων», ότι μαζί με το υπόλοιπον πλήθος των αιρετικών τοποθετήσεών τους, αμνηστεύουν προσέτι και τη σοδομία, «παντρεύοντας» μάλιστα σοδομίτας και γομορίτας. Μήπως αγνοούν ότι ο Θεός μετά βδελυγμίας ετιμώρησε την «παρά φύσιν πράξιν» των Σοδομιτών με την «παρά φύσιν βροχήν» φωτιάς και θείου; Όμως, το να αμνηστεύωνται και να επιβραβεύωνται οι επαίσχυντες αυτές συμπεριφορές από ορθοδόξους Επισκόπους, ώστε να παρέχεται στους σοδομίτας και φιλοξενία εις τας Αρχιεπισκοπάς των και η συγκεκριμένη μάλιστα φιλοξενία να προβάλλεται με καμάρι μέσα από τις σελίδες του επισήμου εντύπου εκφραστικού οργάνου της Αρχιεπισκοπής Θυατείρων, αυτό ούτε στο εφιαλτικότερο όνειρό μας δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε!....  (Ο.Τ.  1599)

Το πα­πι­κό Πρω­τεί­ο

Το πα­πι­κό Πρω­τεί­ο δεν έ­χει θε­ο­λο­γι­κή βά­ση ού­τε α­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή και εκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κή νο­μι­μο­ποί­η­ση. Στη­ρί­ζε­ται σα­φώς σε κο­σμι­κού χα­ρα­κτή­ρα νο­ο­τρο­πί­α ε­ξου­σί­ας-δι­α­κο­νί­ας. Α­να­τρέ­πει την α­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή δο­μή του μυ­στη­ρια­κού σώ­μα­τος της Εκ­κλη­σί­ας, σχε­τι­κο­ποι­εί και πρα­κτι­κώς κα­ταρ­γεί τη Συ­νο­δι­κό­τη­τα ως α­γι­ο­πνευ­μα­τι­κή λει­τουρ­γί­α του σώ­μα­τος της Εκ­κλη­σί­ας και ει­σά­γει το κο­σμι­κό φρό­νη­μα σ’ αυ­τήν, α­κυ­ρώ­νει την ι­σο­τι­μί­α των ε­πι­σκό­πων και ι­δι­ο­ποι­εί­ται την α­πό­λυ­τη δι­οι­κη­τι­κή ε­ξου­σί­α ε­φ’ ό­λης της Εκ­κλη­σί­ας, πα­ρα­με­ρί­ζον­τας ου­σι­α­στι­κά τον Θε­άν­θρω­πο και το­πο­θε­τών­τας ως ο­ρα­τή κε­φα­λή έ­ναν άν­θρω­πο, και με τον τρό­πο αυ­τό ε­πα­να­λαμ­βά­νει θε­σμι­κά πλέ­ον το προ­πα­το­ρι­κό α­μάρ­τη­μα. Και, ό­πως με το F­i­l­i­o­q­ue κα­τα­λύ­θη­κε στη Δύ­ση θε­σμι­κά η ι­σο­τι­μί­α των προ­σώ­πων της Α­γί­ας Τριά­δος και ει­δι­κό­τε­ρα του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος, το ο­ποί­ο κα­τά τον Ά­γιο Γρη­γό­ριο Πα­λα­μά υ­πο­βι­βά­στη­κε στην ον­το­λο­γι­κή κα­τη­γο­ρί­α των κτι­σμά­των, έ­τσι και με το πα­πι­κό Πρω­τεί­ο, θε­σμι­κά, ε­πι­βε­βαι­ώ­νε­ται η α­που­σί­α της χα­ρι­σμα­τι­κής πα­ρου­σί­ας του Α­γί­ου Πνεύ­μα­τος στο εκ­κλη­σι­α­στι­κό σώ­μα, το ο­ποί­ο ου­σι­α­στι­κά με­ταλ­λάσ­σε­ται α­πό θε­αν­θρω­πο­κεν­τρι­κό σε αν­θρω­πο­κεν­τρι­κό. Τέ­λος, η θε­ρα­πεί­α της πα­ρα­πά­νω εκ­κλη­σι­ο­λο­γι­κής ε­κτρο­πής των Πα­πι­κών μπο­ρεί να α­να­ζη­τη­θεί μό­νον στην εν τα­πει­νώ­σει ε­πι­στρο­φή τους στην πα­ρα­δο­σια­κή Εκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α της Ορ­θό­δο­ξης Α­να­το­λής.

Φώτης Κόντογλου - Παράδοση

Ὅσοι ἀπομείναμε πιστοὶ στὴν παράδοση, ὅσοι δὲν ἀρνηθήκαμε τὸ γάλα ποὺ βυζάξαμε, ἀγωνιζόμαστε, ἄλλος ἐδῶ, ἄλλος ἐκεῖ, καταπάνω στὴν ψευτιά. Καταπάνω σ᾿ αὐτοὺς ποὺ θέλουνε την Ἑλλάδα ἕνα κουφάρι χωρὶς ψυχή, ἕνα λουλούδι χωρὶς μυρουδιά. Κουράγιο, ὁ καιρὸς θὰ δείξει ποιὸς ἔχει δίκιο, ἂν καὶ δὲ χρειάζεται ὁλότελα αὐτὴ ἡ ἀπόδειξη.

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)

Η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού αποτελεί αναγέννησιν όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, αναγέννησιν πτωμάτων. Διότι αφ΄ ότου ο Θεάνθρωπος Χριστός είναι παρών εις τον γήϊνον κόσμον, ο κάθε ουμανισμός είναι πτώμα. Τα δε πράγματα έχουν ούτω, διότι η Σύνοδος ενέμεινεν επιμόνως εις το δόγμα περί του αλαθήτου του πάπα=του ανθρώπου. Θεωρούμενοι από την σκοπιάν του αεί ζώντος Θεανθρώπου, του ιστορικού Κυρίου Ιησού, όλοι οι ουμανισμοί κατά το μάλλον ή ήττον ομοιάζουν με εγκληματικάς ουτοπίας, διότι εν ονόματι του ανθρώπου φονεύουν κατά διαφόρους τρόπους και εξοντώνουν τον άνθρωπον ως ψυχοφυσικήν οντότητα. Όλοι οι ουμανισμοί επιτελούν ένα αλογίστως τραγικόν έργον:  διϋλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον. Δια δε του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα το έργον αυτό έχει αναχθή εις δόγμα. Όλα αυτά όμως είναι φρικτά, φρικτότατα. Διατί; Διότι το ίδιον δόγμα περί του αλαθήτου του ανθρώπου δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η ανατριχιαστική κηδεία του κάθε ουμανισμού, από του βατικανού, του αναχθέντος εις δόγμα, μέχρι του σατανικού ουμανισμού του Σαρτρ. Εις το ουμανιστικόν πάνθεον της Ευρώπης όλοι οι θεοί είναι νεκροί, με επί κεφαλής τον Ευρωπαϊκόν Δία. Νεκροί, έως ότου εις την μαραμένην καρδίαν των ανατείλη η μέχρι τελείας αυταπαρνήσεως μετάνοια, με τας αστραπάς και τας οδύνας της του Γολγοθά, με τους αναστασίμους σεισμούς και τας μεταμορφώσεις της, με τας καρποφόρους της θυέλλας και αναλήψεις. Και τότε; Τότε θα είναι ατελείωτοι αι δοξολογίαι των προς τον αεί ζωοποιόν και θαυματουργόν Θεάνθρωπον, τον όντως μόνον Φιλάνθρωπον εις όλους τους κόσμους.

Λόγος εις την σεβασμίαν Περιτομήν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Κατά τέσσαρας τρόπους δύναται να γίνη η ευεργεσία, ευλογημένοι Χριστιανοί· πρώτον δια χρημάτων, δεύτερον δια του σώματος, τρίτον με τέχνην και τέταρτον με λόγον. Διότι, όταν τις ίδη άλλον άνθρωπον πτωχόν και ενδεή, ο οποίος είναι υστερημένος τροφής ή ενδύματος ή άλλων αναγκαίων πραγμάτων και του δώση χρήματα και τον βοηθήση εις την ανάγκην του, τότε εκείνος λέγεται, ότι προσέφερε την ευεργεσίαν και την βοήθειαν δια χρημάτων. Όταν δε, ας υποθέσωμεν, κινδυνεύη τις άνθρωπος να πνιγή και δράμη άλλος και τον λυτρώση του κινδύνου ή καίεται τινος η οικία και τρέχει άλλος και σβύνει τας φλόγας, ή κτυπώσι τινά και σπεύδει άλλος και τον ελευθερώνει ή οδηγεί τυφλόν εις ευθείαν οδόν ή άλλας τοιαύτας καλωσύνας πράξη, τότε λέγεται, ότι εκείνος ο άνθρωπος δια του σώματός του εποίησε την ευεργεσίαν και την καλωσύνην.

Όταν δε πάλιν οι ιατροί θεραπεύουσιν ένα ασθενή ή όταν οι ρήτορες δικηγορούσι μετά τέχνης ρητορικής εις τα κριτήρια υπέρ των αδικουμένων, τότε οι τοιούτοι λέγεται, ότι με την τέχνην των ποιούσι την ευεργεσίαν. Όταν δε τις άνθρωπος, μη γνωρίζων τέχνην ρητορικήν, διδάσκει τον λόγον της αληθείας, όταν νουθετή τους ατάκτους, όταν παραινή τους αμαθείς, όταν παρακινή τους ανθρώπους με λόγους διδακτικούς προς μίμησιν μεν των Αγίων, προς τελείωσιν δε της αρετής, τότε ο τοιούτος λέγεται, ότι με τον λόγον ποιεί την ευεργεσίαν και την βοήθειαν προς τον άνθρωπον. Καλοί όθεν είναι και οι άλλοι τρεις τρόποι της ευεργεσίας και έχει μισθόν εκ Θεού εκείνος όστις εφαρμόζει ένα εκ τούτων, αλλά ο τέταρτος τρόπος, όστις γίνεται δια λόγου, είναι εις τας θείας Γραφάς επαινετώτερος, εις δε τον Θεόν κατά πολύ περισσότερον δεκτός· διότι οι μεν άλλοι τρεις τρόποι πολύ προσφέρουσι την ευεργεσίαν εις το σώμα του ανθρώπου, ούτος δε ο τρόπος εις την ψυχήν μεταβιβάζει το κέρδος· λοιπόν, όσον είναι πολυτιμοτέρα η ψυχή από το σώμα, τοιουτοτρόπως είναι και ούτος ο τρόπος πολυτιμότερος των άλλων τριών. Και από άλλην δε απόδειξιν ας εννοήση ο καθ’ εις πως η δια λόγων γενομένη ευεργεσία ειίναι πολυτιμοτέρα από τας άλλας τρεις ευεργεσίας. Λέγει ο Προφήτης Ιερεμίας, εις το ιε΄ (15) κεφάλαιον, ως εκ προσώπου του Θεού. «Τάδε λέγει Κύριος· εάν εξαγάγης τίμιον από αναξίου, ως το στόμα μου έση». Λέγει δηλαδή ο Θεός, ότι εάν εξαγάγης άξιον από αναξίου, θέλει είσαι ως το στόμα μου. Ομοίως  και ο Αδελφόθεος Ιάκωβος λέγει εις το ε΄ (5) κεφάλαιον της Καθολικής αυτού Επιστολής· «Αδελφοί, εάν τις εν υμίν πλανηθή από της αληθείας, και επιστρέψη τις αυτόν, γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών». Άρα, αδελφοί μου Χριστιανοί, εάν κανείς από σας πλανηθή από την οδόν της αληθείας και ευρεθή τις άνθρωπος και τον επιστρέψη, ας ηξεύρη ο τοιούτος, ότι όποιος επιστρέψη αμαρτωλόν από την πεπλανημένην οδόν, σώζει μεν την ψυχήν εκείνου από τον νοητόν θάνατον, καλύπτει δε και το πλήθος των ιδικών του αμαρτιών. Ποίαν περισσοτέραν ανταμοιβήν θέλεις εκ Θεού, εκτός εκείνης του να γίνης ως στόμα Θεού και να σκεπασθή το πλήθος των αμαρτιών σου; Εννοήσατε, ευλογημένοι Χριστιανοί, πόση είναι η ωφέλεια της δια λόγου ευεργεσίας. Γνωρίσατε όμως καλλίτερον και εκ του αντιθέτου τούτο όπερ λέγω. Λέγει ο Προφήτης Αμώς εις το η΄ (8) κεφάλαιον. «Ιδού ημέραι έρχονται, λέγει Κύριος, και εξαποστελώ λιμόν επί την γην, ου λιμόν άρτων, ουδέ δίψαν ύδατος, αλλά λιμόν του ακούσαι τον λόγον Κυρίου· και σαλευθήσονται ύδατα από της θαλάσσης έως θαλάσσης και από βορρά έως ανατολών περιδραμούνται ζητούντες τον λόγον του Κυρίου και ου μη εύρωσιν». Έρχονται ημέραι, λέγει Κύριος, και θέλω στείλει πείναν εις την γην, όχι πείναν άρτου ή ύδατος, αλλά πείναν να ακούση τις τον λόγον Κυρίου και θέλουσι σαλευθή οι άνθρωποι και θέλουσι δράμει από θαλάσης εις θάλασσαν και από της Άρκτου εις την Ανατολήν ίνα ζητούν τον λόγον του Θεού και δεν θέλουσι τον εύρει. Εάν λοιπόν, ως λέγει ο Προφήτης, μεγάλη παίδευσις και κατάρα εκ Θεού είναι η στέρησις της διδαχής και του ακούειν λόγον Θεού, πόσον μισθόν μέλλει να έχη εκ Θεού ο άνθρωπος εκείνος, όστις ελευθερώνει τους ανθρώπους με την διδασκαλίαν του από της τοιαύτης οργής του Θεού; Ταύτην λοιπόν την δια λόγου γινομένην ευεργεσίαν μέλλω να προσφέρω και εγώ σήμερον προς την αγάπην σας, ευλογημένοι πατέρες και αγαπητοί αδελφοί, και επειδή τοσούτον μέγα όφελος και μισθόν προξενεί αύτη εκ Θεού και προς τον ποιούντα ταύτην και προς τους προθύμως δεχομένους αυτήν, δια τούτο πρέπει μετά πάσης σπουδής και προθυμίας να την δεχθήτε, διότι ουχί προς το φθαρτόν και πρόσκαιρον σώμα δίδωσι το κέρδος, αλλά εις την άφθαρτον και αθάνατον ψυχήν. Είναι δε η ευεργεσία μου, να αναφέρω προς την υμετέραν αγάπην την σημερινήν υπόθεσιν της εορτής ημών, τουτέστι θα διηγηθώ, διατί σήμερον η Εκκλησία των Χριστιανών επιτελεί την εορτήν της Περιτομής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της μνήμης του εν Αγίοις Πατρός ημών Βασιλείου. Πλην, δια να γίνη ο λόγος μου καταληπτότερος προς τους ακούοντας, δια τούτο πρέπον είναι να τον διαιρέσω εις δύο μέρη· και πρώτον μεν να είπω περί της σεβασμίας Περιτομής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, επειδή προτιμάται η τιμή Αυτού, και δεύτερον τα περί της γεννήσεως, ανατροφής, ασκήσεως και τελειώσεως του Μεγάλου Βασιλείου. Αλλά ας ακούσωμεν του Ευαγγελιστού Λουκά, τι διηγείται περί της πανσέπτου Περιτομής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. «Ότε επλήσθησαν ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον, και εκλήθη το όνομα αυτού ΙΗΣΟΥΣ, το κληθέν υπό του Αγγέλου προ του συλληφθήναι αυτόν εν τη κοιλία». Λέγει δηλαδή ο θείος Ευαγγελιστής Λουκάς ότι, ότε συνεπληρώθησαν ημέραι οκτώ από της Γεννήσεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ωδήγησαν Αυτόν εις τον Ναόν και έκαμον εις Αυτόν Περιτομήν, εκλήθη δε το όνομα Αυτού Ιησούς, το οποίον ωνομάσθη υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ προ της συλλήψεώς Του εν τη γαστρί της Κυρίας Θεοτόκου, ωνομάσθη δε ο Χριστός Ιησούς υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ ότε αυτός, ευαγγελιζόμενος την Θεοτόκον Μαρίαν, έλεγε προς Αυτήν· «Ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη Υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν» (Λουκ. α:31). Δηλαδή μέλλει να συλλάβης και να γεννήσης υιόν, του οποίου το όνομα θέλεις καλέσει Ιησούν. Πρέπον όθεν είναι να εξετάσωμεν πρώτον μεν προς τίνα εδόθη απ’ αρχής εκ Θεού η Περιτομή. Δεύτερον, τίνος ένεκεν εδόθη. Τρίτον, διατί μετά οκτώ ημέρας από της Γεννήσεως του Παιδίου. Τέταρτον, διατί δεν εδόθη εις άλλο μέλος του σώματος, αλλά εις το παιδογόνον μόριον. Πέμπτον, τίνος ένεκεν ο Χριστός περιετμήθη. Έκτον, επειδή εκείνος περιετμήθη, διατί δεν περιτεμνόμεθα και ημείς οι πιστεύοντες εις Αυτόν; Και προς μεν το πρώτον λέγομεν, ότι ο Θεός κατ’ αρχάς έδωσεν εις τον Αβραάμ τον Νόμον της Περιτομής, καθώς το λέγει ο Προφήτης Μωϋσής εις το ιζ΄ (17) κεφάλαιον της Γενέσεως, γράφων ούτω· «Και είπεν ο Θεός προς Αβραάμ· συ δε την διαθήκην μου διατηρήσεις, και το σπέρμα σου μετά σε εις τας γενεάς αυτών· και αύτη η διαθήκη, ην διατηρήσεις, αναμέσον εμού και υμών και αναμέσον του σπέρματός σου μετά σε εις τας γενεάς αυτών· περιτμηθήσεται υμίν παν αρσενικόν, και περιτμηθήσεσθε την σάρκα της ακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης αναμέσον εμού και υμών· και παιδίον οκτώ ημερών περιτμηθήσεται υμίν, παν αρσενικόν εις τας γενεάς υμών». Ως προς το δεύτερον λέγομεν, ότι δια τούτο εδόθη εις τον Αβραάμ η Περιτομή και εις το γένος του, δια να χωρίζωνται από τα άλλα έθνη τα αλλόφυλα· επειδή εις τον καιρόν εκείνον του Αβραάμ ήσαν έθνη διάφορα, καθώς το λέγει ο Μωϋσής εις το ιε΄ (15) κεφάλαιον της Γενέσεως, τουτέστιν οι Κεναίοι, οι Κενεζαίοι, οι Κεδμωναίοι, οι Χετταίοι, οι Φερεζαίοι, οι Ραφαείν, οι Αμορραίοι, οι Χαναναίοι, οι Ευαίοι, οι Γεργεσαίοι και οι Ιεβουσαίοι, οι οποίοι ούτοι πάντες δεν επίστευον εις τον αληθή Θεόν, τον ποιήσαντα τον ουρανόν και την γην, αλλά προσεκύνουν τα κωφά και αναίσθητα κτίσματα· δια τούτο, θέλων ο Θεός να χωρίση τον Αβραάμ και το γένος του από τα τοιαύτα έθνη, του έδωκεν αυτό το σημείον, να περιτέμνωνται τα παιδία, όντα οκτώ ημερών. Ότι δε δια να χωρίζωνται από τα άλλα έθνη έδωκεν ο Θεός εις τον Αβραάμ και εις τους εξ αυτού καταγομένους Ιουδαίους την Περιτομήν, από τούτο θα το εννοήση ο καθ’ εις· διότι οι Εβραίοι έως ότου μεν ήσαν αναμεμιγμένοι με τους Αιγυπτίους και με τα άλλα έθνη εις την Αίγυπτον, περιετέμνοντο· αφ’ ότου όμως διήλθον την Ερυθράν θάλασσαν και διέτριψαν εις την έρημον τεσσαράκοντα δύο έτη, χωρίς να αναμιχθούν με άλλα έθνη, τότε, όσοι εγεννήθησαν, δεν περιετμήθησαν κατάτην συνήθειαν αυτών. Ότε δε ήλθε καιρός πάλιν να αναμιχθώσι με τα αλλόφυλα έθνη, τότε έδωκεν ο Θεός δεύτερον Νόμον της Περιτομής, καθώς γέγραπται εις το ε΄ (5) κεφάλαιον της Βίβλου Ιησού του Ναυή. Από δε τούτον τον καιρόν, ήτοι αφ’ ότου διεπέρασεν ο Ιησούς του Ναυή τους Εβραίους από την έρημον εις την Ιεριχώ, είπε Κύριος προς αυτόν· «Ποίησον σεαυτώ μαχαίρας πετρίνας εκ πέτρας ακροτόμου και καθίσας περίτεμε τους υιούς Ισραήλ εκ δευτέρου· και εποίησεν Ιησούς μαχαίρας πετρίνας ακροτόμους και περιέτεμε τους υιούς Ισραήλ επί του καλουμένου τόπου Βουνός των ακροβυστιών· ον δε τρόπον περιεκάθαρεν Ιησούς τους υιούς Ισραήλ όσοι ποτέ εγένοντο εν τη οδώ και όσοι ποτέ απερίτμητοι ήσαν των εξεληλυθότων εξ Αιγύπτου, πάντας τούτους περιέτεμεν Ιησούς. Τεσσαράκοντα γαρ και δύο έτη ανέστραπται Ισραήλ εν τη ερήμω τη Μαβδαρίτιδι, διο απερίτνητοι ήσαν οι πλείστοι αυτών των μαχίμων των εξεληλυθότων εκ γης Αιγύπτου». Ακούεις, πως διηγείται η Γραφή; Ότι έως ου μεν ήσαν οι Εβραίοι εις την έρημον, τους τεσσαράκοντα δύο (42) χρόνους, δεν περιετμήθησαν· αφού δε διέβησαν τον Ιορδάνην περιετμήθησαν, επειδή έμελλον να αναμιχθώσι με αλλόφυλα έθνη, τουτέστι τους Αμορραίους, τους Χετταίους, τους Φερεζαίους, τους Χαναναίους, τους Γεργεσαίους, τους Ευαίους και τους Ιεβουσαίους. Αυτά είναι τα επτά έθνη, τα οποία καθείλεν ο Θεός εν γη Χαναάν και εταπείνωσεν υπό την εξουσίαν των Εβραίων, ως το λέγουσιν αι Πράξεις των Αποστόλων εν τω ιγ΄ (13) κεφαλαίω. Πρέπον όμως είναι να μάθωμεν, διατί με τεμάχιον πέτρας περιέτεμεν ο Ιησούς του Ναυή τους Εβραίους και ουχί δια σιδηράς μαχαίρας. Κατά μεν το φαινόμενον, ως λέγει ο Άγιος Θεοδώρητος εις τας απορίας της Παλαιάς Γραφής, δεν είχον τοσαύτας σιδηράς μαχαίρας, αρκούσας ίνα περιτμηθή τοσούτον πλήθος, ως εξ ερήμου τόπου επανελθόντες, επειδή δεν τους περιέτεμνεν όλους μόνος ο Ιησούς, αλλά επειδή ήσαν πολύ πλήθος και εβιάζοντο τότε συντόμως να ποιήσουν το Πάσχα, δια τούτο περιέτεμνον αυτούς οι Ιερείς. Κατά το νοούμενον όμως η αιτία είναι, ότι η Περιτομή εκείνη το του Χριστού Βάπτισμα προετύπου· διότι πέτρα ο Δεσπότης Χριστός ονομάζεται, ως λέγει ο Απόστολος Παύλος εις το ι΄ (10) κεφάλαιον της προς Κορινθίους Α΄ Επιστολής. «Έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας, η δε πέτρα ην ο Χριστός». Ο Αυτός δε και μάχαιρα κακείται, ως λέγει και τούτο ο Απόστολος, εν τω δ΄ (4) κεφαλαίω της προς Εβραίους Επιστολής. «Ζων γαρ ο λόγος του Θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον». Καθώς λοιπόν η Περιτομή δεν κόπτει απαραίτητον μέλος του σώματος, αλλά περίσσευμα άχρηστον, ούτω και ημείς δια του αγίου Βαπτίσματος την αμαρτίαν περιτεμνόμεθα· δηλαδή η αμαρτία είναι ως περίσσευμα επιθυμίας και όχι χρειώδης επιθυμία. Διότι, ως λέγει και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός εις το ρβ΄ (102) κεφάλαιον των Θεολογικών, αδύνατον είναι να ευρεθή άνθρωπος άγευστος παντελώς ηδονής σωματικής. Ούτως εν τω αγίω Βαπτίσματι ουχί την παντελή ηδονήν της σαρκός αποβαλλόμεθα, τουτέστι τον νόμιμον γάμον, αλλά το άχρηστον της ηδονής, τουτέστι την κατηγορουμένην αμαρτίαν. Αρκούσι τοσαύτα δια την δευτέραν απορίαν. Προς δε την τρίτην, διατί, δηλαδή, ώρισεν ο Θεός οκτώ ημερών να περιτέμνεται το παιδίον, λέγομεν ταύτα κατάτον φυσικόν τρόπον· η γυνή, όταν γεννήση άρρεν παιδίον, επτά ημέρας ποιεί δια την πρώτην κάθαρσιν και τεσσαράκοντα δια την τελείαν· όταν δε γεννήση θήλυ ποιεί εις μεν την πρώτην σις επτά, τουτέστι δεκατέσσαρας ημέρας, εις δε την δευτέραν εξήκοντα έξ, καθώς το λέγει ο Θεόπτης Μωϋσής εις το ιβ΄ (12) κεφάλαιον του Λευϊτικού. Ήτις γυνή τέξει άρρεν ακάθαρτος έσται επτά ημέρας, και τη ημέρα τη ογδόη περιτεμεί την σάρκα της ακροβυστίας αυτού· εάν δε θήλυ τέξη, ακάθαρτος έσται δις επτά ημέρας κτλ. Επειδή λοιπόν, ως λέγει ο Μωϋσής, κατά τον φυσικόν τρόπον, εάν δεν παρέλθωσιν επτά ημέραι, δεν καθαρίζεται η γυνή, δια τούτο ώρισεν ο Θεός τη ογδόη ημέρα να περιτέμνεται το παιδίον, ίνα, περιτετμημένον υπάρχον και σεσημειωμένον δια του σημείου της Περιτομής, θυλάζη το καθαρόν γάλα της κεκαθαρμένης μητρός. Αλλά ταύτα μεν είναι κατά το φαινόμενον της Γραφής, κατά δε το νοούμενον άλλος είναι ο σκοπός του Θεού. Ώρισεν ο Θεός να περιτέμνωνται τα παιδία οκτώ ημερών, διότι οκτώ είναι οι αιώνες του παρόντος κόσμου, καθώς το λέγει και ο Θεολόγος Γρηγόριος εις τον λόγον αυτού εις την Αγίαν Πεντηκοστήν, λαβών τας αφορμάς εκ του σοφού Σολομώντος λέγοντος εις το ια΄ (11) κεφάλαιον του Εκκλησιαστού· «Δος μερίδα τοις επτά και γε τοις οκτώ». Οκτώ δε αιώνας λέγουσι τας χιλιάδας των χρόνων, δηλονότι, αφ’ ότου ήρχισεν ο Θεός να κατασκευάζη τον ορατόν και τον αόρατον κόσμον μέχρι της συντελείας αυτών, καθώς βεβαίως και ημείς ευρισκόμεθα σήμερον εις τον όγδοον αιώνα, ήτοι εις την ογδόην χιλιάδα (τα νυν ευρισκόμεθα εις τα μέσα του ογδόου αιώνος και δια την ακρίβεια εις το 7471 έτος από κτίσεως κόσμου, ήτοι 5508 τα προ Χριστού και 1963 τα μετά Χριστόν). Θέλων λοιπόν να δείξη συμβολικώς, ότι κατά τον όγδοον και τελευταίον αιώνα μέλλει να έλθη το τέλος του κόσμου, να περιτμηθή, τουτέστι να κοπή, τότε πάσα αμαρτία και επιθυμία κακή και να καταργηθή πάσα εξουσία και δύναμις, ως λέγει και ο Απόστολος Παύλος εν τω ιε΄ (15) κεφαλαίω της προς Κορινθίους Α΄ Επιστολής, δια τούτο ενομοθέτησεν, ουχί εις πέντε ή εις δέκα ή εις άλλας ημέρας να περιτέμνεται ο άνθρωπος εν όσω είναι βρέφος, αλλά εις τας οκτώ. Έχομεν όθεν εν συντόμω και την λύσιν του τρίτου ζητήματος. Προς δε το τέταρτον, διατί δηλαδή δεν εδόθη ο Νόμος της Περιτομής εις άλλο μέρος του σώματος, λέγομεν, ότι επειδή η περιτομή, ως είπομεν ανωτέρω, ήτο σύμβολον της στερήσεως των ηδωνών του σώματος, δια τούτο ο Θεός, θέλων φανερώς και αισθητώς να δείξη προς τους ανθρώπους τον τόπον δι’ ου ενεργείται η αμαρτία, ώρισε την περιτομήν τούτου δια να γνωρίζωσιν, ότι ουχί μόνον δια σημείον της θρησκείας αυτών περιτέμνονται, αλλά πολλώ μάλλον δια την εκκοπήν και στέρησιν της κακής επιθυμίας. Τίνος δε ένεκεν ο Χριστός κατεδέξατο να περιτμηθή; Προς το πέμπτον τούτο ζήτημα λέγομεν, ότι τούτο έπραξε δια να μη θεωρηθή ως παραβάτης του Νόμου, τον οποίον Αυτός έδωκεν εις τον Αβραάμ· διότι εάν και περιετμήθη κατά την ογδόην ημέραν και εφέρθη εις τον Ναόν υπό της Μητρός Αυτού μετά τεσσαράκοντα ημέρας, καθώς νομοθετεί ο Μωϋσής, και πάλιν τον έλεγον οι μιαροί Ιουδαίοι Σαμαρείτην και Εθνικόν, ομοίως και παραβάτην του Νόμου ήθελον τον είπει, εάν δεν περιετέμνετο. Ίνα λοιπόν αποστομώση τους Ιουδαίους τους μέλλοντας να είπωσιν αυτόν αντίθεον και καταλυτήν του Μωσαϊκού Νόμου, δια τούτο κατεδέχθη να περιτμηθή. Αλλά και δι’ έτερον λόγον· ίνα βεβαιώση τους ανθρώπους, ότι κατ’ αλήθειαν και ουχί κατά φαντασίαν έλαβε σάρκα ανθρωπίνην, επειδή βεβαίως εγνώριζεν ότι έμελλον να είπουν οι αιρετικοί, ότι δεν έλαβεν ο Χριστός σάρκα κατ’ αλήθειαν ανθρωπίνην, αλλά μόνον κατά φαντασίαν εφάνη ως άνθρωπος σαρκοφόρος· δια τούτο, θέλων Αυτός να μη δώση καμμίαν αφορμήν αιρέσεως προς τους τοιούτους, περιετμήθη το μέλος της σαρκός, την οποίαν προσέλαβεν εκ της Αγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας· και όπως κατεδέξατο ανθρωποπρεπώς να χωρηθή εις κοιλίαν γυναικός και να γεννηθή και να σπαργανωθή, ούτω και σήμερον συμπαθώς κατεδέξατο να περιτμηθή, ίνα τελειώση πάντα τα ακατηγόρητα πάθη της σαρκός, ως τέλειος άνθρωπος· και Αυτός μεν δια ταύτας τας δύο αιτίας κατεδέξατο να περιτμηθή. Ημείς δε, οι πιστεύοντες εις Αυτόν, διατί δεν περιτεμνόμεθα;                            Εις την λύσιν του έκτου ζητήματος λέγομεν, ότι επειδή έδειξεν εις ημάς ο Αυτός μετά ταύτα άλλο σημείον της προς Αυτόν πίστεως, ήτοι το θείον και άγιον Βάπτισμα, δια τούτο περιττόν είναι να φυλάττωμεν τα παραγγέλματα της παλαιάς νομοθεσίας· μάλιστα δε, επειδή έχομεν και παραγγελίαν εκ των Αγίων Αποστόλων να μη περιτεμνώμεθα, τις ο λόγος να ποιώμεν ημείς άλλας νομοθεσίας; Ότι δε οι Απόστολοι απαγορεύουσιν εις ημάς τους πιστεύοντας εις τον Χριστόν την περιτομήν της σαρκός, ο επιθυμών να μάθη τούτο ας αναγνώση το ιε΄ (15) κεφάλαιον των Αποστολικών Πράξεων και το ε΄ (5) κεφάλαιον της προς Γαλάτας επιστολής του Αποστόλου Παύλου· διότι αι μεν Πράξεις γράφουσιν, ότι εις τον καιρόν των Αποστόλων εξηγέρθησαν τινες αιρετικοί, οι οποίοι έλεγον, ότι εάν δεν περιτέμνωνται οι Χριστιανοί δεν είναι δυνατόν να σωθώσιν, αλλ’ όμως οι πρώτοι των Αποστόλων, Πέτρος και Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, συναχθέντες μετά των άλλων, ενομοθέτησαν, ότι αρκεί εις αυτούς μόνον το Βάπτισμα, ο δε Απόστολος Παύλος λέγει εις τα προλεχθέντα κεφάλαια, ότι «Εάν περιτέμνησθε Χριστός υμάς ουδέν ωφελήσει». Και αλλαχού· «Εν γαρ Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή τι ισχύει, ούτε ακροβυστία, αλλά καινή κτίσις», η οποία είναι το άγιον Βάπτισμα. Επειδή λοιπόν τοσαύτας παραγγελίας έχομεν εκ των Αγίων Αποστόλων, δια τούτο άπρεπον είναι να ακολουθούμεν  τον παλαιόν τύπον· διότι εάν ηθέλομεν να κρατούμεν τα παλαιά, έπρεπε να κάμνωμεν και θυσίας, κατά την του Μωϋσέως Νομοθεσίαν, να φυλάττωμεν το Σάββατον, να απέχωμεν και τινων φαγητών απηγορευμένων υπό του Νόμου. Επειδή δε, ως λέγει και ο Θεολόγος Γρηγόριος, γέγονε τα πάντα καινά και πιστεύομεν ότι δια της χάριτος του Κυρίου Ιησού Χριστού θέλομεν σωθή, ως είπεν ο Απόστολος Πέτρος, τις ο λόγος να φυλάττωμεν μόνον τον Νόμον της περιτομής, εις δε τα άλλα να φαινώμεθα απειθείς; Διότι, ως λέγει και ο Απόστολος Παύλος εις τα άνωθεν κεφάλαια, ο περιτεμνόμενος οφείλει να πληρώση όλον τον Νόμον. Ώστε άπρεπον θα ήτο να λεγώμεθα δούλοι του Μωσαϊκού Νόμου και ουχί του Χριστού και ταύτα πιστεύοντες, ότι ουχί εκ της περιτομής, αλλ’ εκ της Πίστεως του Χριστού μέλλομεν να σωθώμεν. Δια τούτο λοιπόν επαύσαμεν να περιτεμνώμεθα αφ’ ότου ο Χριστός, εκών περιτμηθείς, εδωρήσατο εις ημάς την σφραγίδα του αγίου Βαπτίσματος, ως σημείον διαχωρίζον τους πιστούς εκ των απίστων. Αλλ’ ο μεν περί της σεβασμίας Περιτομής του Χριστού λόγος ας έχη τέλος. Έλθομεν δε  νυν εις το δεύτερον μέρος, ίνα διηγηθώμεν και τα περί της γεννήσεως, ανατροφής, ασκήσεως και τελειώσεως του εν Αγίοις Πατρός ημών και Οικουμενικού Μεγάλου Διδασκάλου Βασιλείου. Πριν δε αρχίσω την περί τούτου διήγησιν, αξιώ και ικετεύω την αγάπην σας, πρώτον μεν να μη αδιαφορήτε και νυστάζετε, διότι εάν αμελήτε θέλετε ζημιωθή μεγάλως εκ της μη ακροάσεως της λαμπράς και ψυχωφελούς διηγήσεως, δεύτερον δε, εάν ακούσετε παραδόξους θαυματουργίας, μη νομίσητε ότι εξ ιδίων διηγούμαι ταύτας, διότι δεν θέλω διηγηθή αφ’ εαυτού μου τίποτε περί του Αγίου τούτου. Αλλ’ όσα συνέγραψαν περί αυτού ο τε Θεολόγος Γρηγόριος και ο Άγιος Αμφιλόχιος και Σωκράτης ο Σχολαστικός και Ερμείας ο Σωζόμενος, Ελληνιστί, ταύτα μέλλω και εγώ να διηγηθώ σήμερον προς την υμετέραν αγάπην με πολύ απλήν ομιλίαν δια να κατανοήσετε πάντες.

Από την διδασκαλία του Αγίου Ιωάννου του Σιναϊτου περί συνειδήσεως:

«Όταν η συνείδηση παύση να μας ελέγχη για τις αμαρτίες, ας προσέξουμε μήπως αυτό δεν οφείλεται στην καθαρότητα, αλλά στην κόπωση και την άμβλυνση της συνειδήσεως λόγῳ πλήθους αμαρτιών». 

«Καλός χρόνος στην αφεντιά σας…» -- Του Στέλιου Παπαθεμελή*

Συμφωνούμε με το άσμα της Άλκηστης Πρωτοψάλτη «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα». Όντως έτσι είναι. Αλλά πόσοι, ιδίως από τις πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ, προβληματίζονται «τί ψυχή θα παραδώσουν;».

Σοβεί εν κρυπτώ και εν μέρει έρχεται στην επιφάνεια μια υπερκινητικότητα για το σκοπιανό. Αυξημένο και πιεστικό ‘ενδιαφέρον’ του διεθνούς παράγοντος να εντάξει τα προβληματικά Δυτικά Βαλκάνια στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Ιδέα του είναι ότι έτσι θα τα ‘σώσει’ από την επιρροή της Μόσχας. Οι Νατοϊκοί πρέπει να αισθάνονται βαρύτατες ενοχές για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και τον όλεθρο που προκάλεσαν στους κατοίκους των περιοχών αυτών με τις εγκληματικές επεμβάσεις τους.

Είναι φως φανάρι ότι προωθείται ένα διεθνές σχέδιο, όπου οι γείτονες προβαίνουν σε ασήμαντες κινήσεις (π.χ. ο Ράμα δίνει στον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας, μετά 25 έτη θυσιών υπέρ της αλβανικής κοινωνίας, ιθαγένεια, ενώ ο Ζάεφ προσφέρεται να παραιτηθεί εν μέρει από αποκλειστικός κληρονόμος του Μ. Αλεξάνδρου, αφού «πιθανόν ένα κομμάτι αυτής της ιστορίας να ανήκει επίσης στην Ελλάδα»(sic!).
Η παράδοση της Ελλάδος θα έχει ως αντάλλαγμα την «χαλάρωση» της εποπτείας εκ μέρους των δανειστών – δυναστών μας.
Θα θυμίσουμε ότι  την εθνική θέση στο σκοπιανό συνόψισε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής - και ταυτίστηκε με αυτήν ο Ανδρέας Παπανδρέου με την παρακαταθήκη «Η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική». Αυτό σημαίνει ότι η οποιαδήποτε σύνθετη αποτελεί  απατηλή λύση. Θα είναι μιας χρήσεως, για την στιγμή της υπογραφής. Όταν μάλιστα το εύρος εφαρμογής και χωρίς τροποποίηση του σκοπιανού συντάγματος δεν είναι καθολικό και απόλυτο.
Από τις δηλώσεις του πρωθυπουργού (Βελιγράδι 9/12) και του Υπ.Εξ. (ΕΡΤ 19/12) προκύπτει ότι η συμφωνία είναι κομμένη και ραμένη στα μέτρα του Ζάεφ.
Τώρα η εικόνα του πολιτικού μας κόσμου για το ζήτημα είναι επιεικώς απογοητευτική. Ο κ. Μητσοτάκης λόγω προπατορικών αμαρτημάτων – πατρικού (1992) και αδελφικού (2007) – «κολλάει» στη στάση Καμμένου, φοβούμενος ευλόγως ότι, αν ο τελευταίος δεν ενδώσει σε κυβίστηση και εμμείνει σταθερά σ’ αυτό που τώρα δηλώνει, θα του αποσπάσει σοβαρό εκλογικό κομμάτι. Κατά τ’ άλλα καμία μνεία της απόφασης των Αρχηγών τής 13/4/1992 και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισαβώνας 26-27/6/92 που απαιτούν «η ονομασία του κράτους αυτού να μην περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία». Με παραλλαγές στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα ελάσσονα κόμματα.
Ο λαός πρέπει να αξιώσει το δέον: Ονομασία χωρίς τον όρο Μακεδονία, ή παράγωγα. Εάν «έξωθεν» και «έσωθεν» επιβληθεί η πολιτικά αφελής και εθνικά επικίνδυνη σύνθετη η ήττα μας θα είναι απερίγραπτη, καθώς οι «νικητές» είναι απείρως υποδεέστεροί μας γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά. Από τον τάφο του ο πρώτος σκοπιανός πρόεδρος Κίρο Γκλιγκόροφ (οι διάδοχοί του μας υποχρεώνουν να τον επικαλούμεθα) φωνάζει: «Είμαστε σλάβοι. Έχουμε έρθει στα Βαλκάνια τον 6ο και 7ο αιώνα (…). Δεν γνωρίζω κατά πόσο στις φλέβες μας συνεχίζει να ρέει κάποια σταγόνα αίματος των αρχαίων Μακεδόνων, αλλά ακόμη και έτσι δεν είναι αυτό που δίνει την ταυτότητα του λάου μας»(Απομνημονεύματα, σελ.259).
Γάλλοι (TOTAL) και Ιταλοί (ΕΝΙ) δραστηριοποιούνται ήδη στην Κυπριακή ΑΟΖ. Η Τουρκία όμως μετακινεί πλωτό γεωτρύπανο, λέει στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι Κύπριοι, αποφασιστικότεροι των Ελλαδιτών,  αντιπαρέρχονται τις απειλές και με την ΕΝΙ επικεντρώνονται ήδη στο οικόπεδο 6 .
Το «παιχνίδι» όμως χοντραίνει. Ο τούρκος Υπ.Εξ. σε μια αντιπαράθεσή του με την αντιπολίτευση που κατηγορεί την κυβέρνηση ότι άφησε 16 «τουρκικά» νησιά στην Ελλάδα, ορίζει τρεις δυνατότητες ανάκτησής τους: α) Διπλωματία. β) Δ.Δ. Χάγης. γ) Στρατιωτική κατάληψη.
Το α΄ είναι άνευ αντικειμένου, για το γ΄ υπάρχει η διαχρονική ελληνική απάντηση «μολών λαβέ»! Το καινούργιο είναι η απειλή της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο.
Αυτή προϋποθέτει συνυποσχετικό, δηλαδή αποδοχή της δικαιοδοσίας ένθεν κακείθεν. Τέτοιο δεν υπάρχει, και πιστεύουμε δεν θα υπάρξει, άρα η αναφορά είναι κενή περιεχομένου.
Δεν υπάρχει στο κόσμο σύστημα συλλογικής ασφάλειας. Το ΝΑΤΟ υποτίθεται ότι είναι, αλλά υπερασπίζεται ένα κράτος κατά το άρθρο 5 μόνο σε περίπτωση επίθεσης από μη μέλος. Στις τουρκικές απειλές κωφεύει, διότι προέρχονται από μέλος του. Σοβαρή εθνικοαμυντική θωράκιση, αεροναυτική ισορροπία  και σωστές συμμαχίες είναι θεμελιώδεις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί το κράτος που θέλει να είναι ελεύθερο. Η ενεργειακή συνεργασία των 4 (Ελλάς, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος) αξίζει και πρέπει να προαχθεί σε εθνικοαμυντική. Κάτι τέτοιο θα απομονώσει την Τουρκία και λόγω Ισραήλ θα πειθαναγκάζονταν οι Αμερικανοί να αναπροσαρμόσουν τις «αγάπες» τους.
Παραμονές Πρωτοχρονιάς να τελειώσουμε με ένα κρητικό σκαλάθυρμα: «Κλιν-κλου στ’ αρνίθια σας / καλοχρονιά στα ρίφια σας / και καλός χρόνος στην αφεντιά σας». Και επειδή μάλλον δεν έχετε αρνίθια (=κότες) και ρίφια (κατσίκια), ό,τι έχετε και αγαπάτε, να το πολλαπλασιάσετε…


                                             Πρόεδρος Δημοκρατικής Αναγέννησης

Τα... "ΛΟΚ της Ορθοδοξίας" και οι λαλίστατοι Μητροπολίτες κοινωνούν και τον μνημονεύουν!....

Θλίβεται κανείς και σπαράσσει μέχρι βαθέων, αναλογιζόμενος και μόνο την πατριαρχική ρήση, που θεωρεί τους Αγίους Πατέρες, οι οποίοι αγωνίσθηκαν εναντίον του Πάπα ως θύματα του Διαβόλου και αξίους της συγχωρήσεως και του ελέους του Θεού .


Αν όμως, ο Μέγας Φώτιος, ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης και πλείστοι άλλοι πολέμιοι των αιρέσεων του Παπισμού, είναι όργανα και θύματα του Διαβόλου, πρέπει να τους διαγράψουμε από τις δέλτους των Αγίων, να καταργήσουμε τις εορτές και τις ακολουθίες, και αντί να επικαλούμεθα τις πρεσβείες και την βοήθειά τους, να τους κάνουμε μνημόσυνα και τρισάγια, για να τους συγχωρήσει ο Θεός!

Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)

Η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού αποτελεί αναγέννησιν όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, αναγέννησιν πτωμάτων. Διότι αφ΄ ότου ο Θεάνθρωπος Χριστός είναι παρών εις τον γήϊνον κόσμον, ο κάθε ουμανισμός είναι πτώμα. Τα δε πράγματα έχουν ούτω, διότι η Σύνοδος ενέμεινεν επιμόνως εις το δόγμα περί του αλαθήτου του πάπα=του ανθρώπου. Θεωρούμενοι από την σκοπιάν του αεί ζώντος Θεανθρώπου, του ιστορικού Κυρίου Ιησού, όλοι οι ουμανισμοί κατά το μάλλον ή ήττον ομοιάζουν με εγκληματικάς ουτοπίας, διότι εν ονόματι του ανθρώπου φονεύουν κατά διαφόρους τρόπους και εξοντώνουν τον άνθρωπον ως ψυχοφυσικήν οντότητα. Όλοι οι ουμανισμοί επιτελούν ένα αλογίστως τραγικόν έργον:  διϋλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον. Δια δε του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα το έργον αυτό έχει αναχθή εις δόγμα. Όλα αυτά όμως είναι φρικτά, φρικτότατα. Διατί; Διότι το ίδιον δόγμα περί του αλαθήτου του ανθρώπου δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η ανατριχιαστική κηδεία του κάθε ουμανισμού, από του βατικανού, του αναχθέντος εις δόγμα, μέχρι του σατανικού ουμανισμού του Σαρτρ. Εις το ουμανιστικόν πάνθεον της Ευρώπης όλοι οι θεοί είναι νεκροί, με επί κεφαλής τον Ευρωπαϊκόν Δία. Νεκροί, έως ότου εις την μαραμένην καρδίαν των ανατείλη η μέχρι τελείας αυταπαρνήσεως μετάνοια, με τας αστραπάς και τας οδύνας της του Γολγοθά, με τους αναστασίμους σεισμούς και τας μεταμορφώσεις της, με τας καρποφόρους της θυέλλας και αναλήψεις. Και τότε; Τότε θα είναι ατελείωτοι αι δοξολογίαι των προς τον αεί ζωοποιόν και θαυματουργόν Θεάνθρωπον, τον όντως μόνον Φιλάνθρωπον εις όλους τους κόσμους.

Φώτης Κόντογλου - Γιάννης ὁ Εὐλογημένος!

O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν-λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.


Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα, οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες, καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, καὶ περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.

Παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς ἔφταξε σὲ κάτι χωριὰ ποὺ εἴτανε τὰ πιὸ φτωχὰ ἀνάμεσα στὰ φτωχοχώρια, στὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας. Ὁ παγωμένος ἀγέρας βογκοῦσε ἀνάμεσα στὰ χαμόδεντρα καὶ στὰ βράχια, ψυχὴ ζωντανὴ δὲν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Εἶδε μπροστά του μιὰ ραχούλα, κι ἀπὸ κάτω της εἴτανε μιὰ στρούγκα τρυπωμένη. Ὁ ἅγιος Βασίλης μπῆκε στὴ στάνη καὶ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του τὴν πόρτα τῆς καλύβας καὶ φώναξε: «Ἐλεῆστε με, τὸν φτωχό, γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν ἀποθαμένων σας κι ὁ Χριστός μας διακόνεψε σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!». Τὰ σκυλιὰ ξυπνήσανε καὶ χυθήκανε ἀπάνω του, μὰ σὰν πήγανε κοντά του καὶ τὸν μυριστήκανε, πιάσανε καὶ κουνούσανε τὶς οὐρές τους καὶ πλαγιάζανε στὰ ποδάρια του καὶ γρούζανε παρακαλεστικὰ καὶ χαρούμενα. Ἀπάνω σ᾿ αὐτά, ἄνοιξε ἡ πόρτα καὶ βγῆκε ἕνας τσοπάνης, ὡς εἰκοσιπέντε χρονῶν παλληκάρι, μὲ μαῦρα στριφτὰ γένεια, ὁ Γιάννης ὁ Μπαρμπάκος, ἄνθρωπος ἀθῶος κι ἀπελέκητος, προβατάνθρωπος, καὶ πρὶν νὰ καλοϊδεῖ ποιὸς χτύπησε, εἶπε: «Ἔλα, ἔλα μέσα. Καλὴ μέρα, καλὴ χρονιά!».
Μέσα στὸ καλύβι ἔφεγγε ἕνα λυχνάρι, κρεμασμένο ἀπὸ πάνω ἀπὸ μία κούνια, ποὺ εἴτανε δεμένη σὲ δυὸ παλούκια. Δίπλα στὸ τζάκι εἴτανε τὰ στρωσίδια τους καὶ κοιμότανε ἡ γυναίκα τοῦ Γιάννη. αὐτός, σὰν ἐμπῆκε μέσα ὁ ἅγιος Βασίλης, κ᾿ εἶδε πὼς εἴτανε γέρος σεβάσμιος, πῆρε τὸ χέρι του καὶ τ᾿ ἀνεσπάσθηκε κ᾿ εἶπε: «Νά ῾χω τὴν εὐχή σου, γέροντα», καὶ τό ῾λεγε σὰν νὰ τὸν γνώριζε κι ἀπὸ πρωτύτερα, σὰ νά ῾τανε πατέρας του. Καὶ κεῖνος τοῦ εἶπε: «Βλογημένος νά ῾σαι, ἐσὺ κι ὅλο τὸ σπιτικό σου, καὶ τὰ πρόβατά σου ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά ῾ναι ἀπάνω σας!». Σηκώθηκε κ᾿ ἡ γυναίκα καὶ πῆγε καὶ προσκύνησε καὶ κείνη τὸν γέροντα καὶ φίλησε τὸ χέρι του καὶ τὴ βλόγησε. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἴτανε σὰν καλόγερος ζητιάνος, μὲ μιὰ σκούφια παλιὰ στὸ κεφάλί του, καὶ τὰ ράσα του εἴτανε τριμμένα καὶ μπαλωμένα καὶ τὰ τσαρούχια του τρύπια, κ᾿ εἶχε κ᾿ ἕνα παλιοτάγαρο ἀδειανό. Ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος ἔβαλε ξύλα στὸ τζάκι. Καὶ παρευθύς, φεγγοβόλησε τὸ καλύβι καὶ φάνηκε σὰν παλάτι. Καὶ φανήκανε τὰ δοκάρια, σὰ νά ῾τανε μαλαμοκαπνισμένα, κ᾿ οἱ πητιὲς ποὺ εἴτανε κρεμασμένες φανήκανε σὰν καντήλια, κ᾿ οἱ καρδάρες καὶ τὰ τυροβόλια καὶ τ᾿ ἄλλα τὰ σύνεργα ποὺ τυροκομοῦσε ὁ Γιάννης, γινήκανε σὰν ἀσημένια, καὶ σὰν πλουμισμένα μὲ διαμαντόπετρες φανήκανε, καὶ τ᾿ ἄλλα, τὰ φτωχὰ τὰ πράγματα πού ῾χε μέσα στὸ καλύβι του ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Καὶ τὰ ξύλα ποὺ καιγόντανε στὸ τζάκι τρίζανε καὶ λαλούσανε σὰν τὰ πουλιὰ ποὺ λαλοῦνε στὸν παράδεισο, καὶ βγάζανε κάποια εὐωδιὰ πάντερπνη. Τὸν ἅγιο Βασίλη τὸν βάλανε κ᾿ ἔκατσε κοντὰ στὴ φωτιὰ κ᾿ ἡ γυναίκα τοῦ ῾θεσε μαξιλάρια νὰ ἀκουμπήσει. Κι ὁ γέροντας ξεπέρασε τὸ ταγάρι του ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τό ῾βαλε κοντά του, κ᾿ ἔβγαλε καὶ τὸ παλιόρασό του κι ἀπόμεινε μὲ τὸ ζωστικό του.
Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε κι ἄρμεξε τὰ πρόβατα μαζὶ μὲ τὸν παραγυιό του, κ᾿ ἔβαλε μέσα στὴν κοφινέδα τὰ νιογέννητα τ᾿ ἀρνιά, κι ὕστερα χώρισε τὶς ἑτοιμόγεννες προβατίνες καὶ τὶς κράτησε στὸ μαντρί, κι ὁ παραγυιὸς τά ῾βγαλε τ᾿ ἄλλα στὴ βοσκή. Λιγοστὰ εἴτανε τὰ ζωντανά του, φτωχὸς εἴτανε ὁ Γιάννης, μὰ εἴτανε Βλογημένος. Κ᾿ εἶχε μία χαρὰ μεγάλη, σὲ κάθε ὥρα, μέρα καὶ νύχτα, γιατὶ εἴτανε καλὸς ἄνθρωπος κ᾿ εἶχε καὶ καλὴ γυναίκα, κι ὅποιος λάχαινε νὰ περάσει ἀπὸ τὴν καλύβα τους, σὰν νά ῾τανε ἀδελφός τους, τὸν περιποιόντανε. Γιὰ τοῦτο κι ὁ ἅγιος Βασίλης κόνεψε στὸ σπίτι τους, καὶ κάθησε μέσα, σὰ νά ῾τανε δικό του σπίτι, καὶ βλογηθήκανε τὰ θεμέλιά του. Κείνη τὴ νύχτα τὸν περιμένανε ὅλες οἱ πολιτεῖες καὶ τὰ χωριὰ τῆς Οἰκουμένης, οἱ ἀρχόντοι, οἱ δεσποτάδες κ᾿ οἱ ἐπίσημοι ἀνθρῶποι μὰ ἐκεῖνος δὲν πῆγε σὲ κανέναν, παρὰ πῆγε καὶ κόνεψε στὸ καλύβι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου.

Τὸ λοιπόν, σὰν σκαρίσανε τὰ πρόβατα, μπῆκε μέσα ὁ Γιάννης καὶ λέγει στὸν ἅγιο: «Γέροντα, ἔχω χαρὰ μεγάλη. Θέλω νὰ μᾶς διαβάσεις τὰ γράμματα τ᾿ Ἅη-Βασίλη. Ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος ἀγράμματος, μὰ ἀγαπῶ τὰ γράμματα τῆς θρησκείας μας. Ἔχω καὶ μία φυλλάδα ἀπὸ ἕναν γούμενο ἁγιονορίτη, κι ὅποτε τύχει νὰ περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τὸν βάζω καὶ μοῦ διαβάζει ἀπὸ μέσα τὴν φυλλάδα, γιατὶ δὲν ἔχουμε κοντά μας ἐκκλησία».
Ἔπιασε καὶ θαμπόφεγγε κατὰ τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς. Ὁ ἅγιος Βασίλης σηκώθηκε καὶ στάθηκε κατὰ τὴν ἀνατολὴ κ᾿ ἔκανε τὸ σταυρό του, ὕστερα ἔσκυψε καὶ πῆρε μία φυλλάδα ἀπὸ τὸ ταγάρι του, κ᾿ εἶπε: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε,νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε καὶ στάθηκε ἀπὸ πίσω του, κ᾿ ἡ γυναίκα βύζαξε τὸ μωρὸ καὶ πῆγε καὶ κείνη καὶ στάθηκε κοντά του, μὲ σταυρωμένα χέρια. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἶπε τὸ «Θεὸς Κύριος» καὶ τ᾿ ἀπολυτίκιο τῆς Περιτομῆς «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», δίχως νὰ πεῖ καὶ τὸ δικό του τὸ ἀπολυτίκιο ποὺ λέγει «Εἰς πάσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Ἡ φωνή του εἴτανε γλυκειὰ καὶ ταπεινή, κι ὁ Γιάννης κ᾿ ἡ γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ἂς μὴν καταλαβαίνανε τὰ γράμματα. Κ᾿ εἶπε ὁ ἅγιος Βασίλης ὅλον τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Κανόνα τῆς Ἑορτῆς: «Δεῦτε λαοὶ ἄσωμεν ἄσμα Χριστῷ τῷ Θεῷ, χωρὶς νὰ πεῖ τὸ δικό του τὸν Κανόνα, ποὺ λέγει «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κ᾿ ὕστερα εἶπε ὅλη τὴ λειτουργία κ᾿ ἔκανε ἀπόλυση καὶ τοὺς βλόγησε.
Καὶ σὰν καθήσανε στὸ τραπέζι καὶ φάγανε κι ἀποφάγανε, ἔφερε ἡ γυναίκα τὴ βασιλόπητα καὶ τὴν ἔβαλε ἀπάνω στὸ σοφρᾶ. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πῆρε τὸ μαχαίρι καὶ σταύρωσε τὴ βασιλόπητα, κ᾿ εἶπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κ᾿ ἔκοψε τὸ πρῶτο τὸ κομμάτι κ᾿ εἶπε «τοῦ Χριστοῦ» κ᾿ ὕστερα εἶπε «τῆς Παναγίας», κ᾿ ὕστερα εἶπε «τοῦ νοικοκύρη Γιάννη τοῦ Βλογημένου». Τοῦ λέγει ὁ Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τὸν ἅη- Βασίλη!». Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ναί, καλά! κ᾿ ὕστερα λέγει: «Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου». Κ᾿ ὕστερα λέγει πάλι: «Τοῦ νοικοκύρη, «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ παιδιοῦ», «τοῦ παραγυιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν». Τότε λέγει στὸν ἅγιο ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δὲν ἔκοψες γιὰ τὴν ἁγιωσύνη σου; Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ἔκοψα, Βλογημένε!» μά, ὁ Γιάννης δὲν κατάλαβε τίποτα, ὁ μακάριος. Κ᾿ ὕστερα, σηκώθηκε ὄρθιος ὁ ἅγιος Βασίλειος κ᾿ εἶπε τὴν εὐχή του «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου».
Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος...

Δημήτριος Χατζηνικολάου
Ἐκλεκτή διήγησις! Βάλσαμον ψυχῆς! Ἄν καί τήν εἶχα διαβάσει πρό ἐτῶν, εὐχαρίστως τήν ξαναδιάβασα. Αὐτό χρειαζόμεθα ὅλοι σήμερα, πρότυπα ταπεινώσεως καί ἁπλότητος. Τήν κοινοποιῶ σέ συγγενεῖς καί φίλους.

Πρώτα πολέμα τα εκούσια.

Γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς «Προς την Μοναχήν Ξένην» τα εξής: 

«Κάθε αγωνιστής γίνεται τέλειος με την υπομονήν των εκουσίων και ακουσίων κόπων, από τους οποίους άλλοι έχουν εξωτερικά αίτια και άλλοι καταβάλλονται από εμάς τους ίδιους. Ό,τι γίνεται στα φυτά της γης από την φύσιν και από τις γεωργικές επινοήσεις και τις μεταβολές των εποχών, τούτο γίνεται με την προαίρεσή μας και σε μας, τα λογικά κλήματα του Χριστού, όταν υπακούμε σε Αυτόν, τον γεωργόν των ψυχών μας, εφ’ όσον είμαστε αυτεξούσιοι. Χωρίς υπομονήν σε εκείνα, που μας βρίσκουν άθελά μας, ούτε οι κόποι, που καταβάλλουμε θεληματικά, θα ευλογηθούν από τον Θεόν. Γιατί η αγάπη προς τον Θεόν δοκιμάζεται κυρίως με την θλίψι των πειρασμών. Πρέπει λοιπόν η ψυχή να κατορθώση πρώτον τα εκούσια, και αφού με αυτά εθιστούμε στο να καταφρονούμε την δόξα και την ηδονή, τότε θα υποφέρουμε εύκολα και τους ακούσιους πειρασμούς». 

Ο χρήστης Δημήτριος Χατζηνικολάου σχολίασε την ανάρτηση "«Το βδέλυγμα της ερημώσεως εστώς εν τόπω αγίω» (Ματθ. κδ: 15)"

Ἡ εἴδησις δέν προκαλεῖ ἔκπληξιν, καθότι εἶναι γνωστόν ὅτι οἱ Οἰκουμενισταί ἔχουν ἐπαναστατήσει κατά τοῦ Θεοῦ, προκαλεῖ ὅμως ἀηδίαν! Διότι, ἐκτός ἀπό τήν πνευματικήν των πορνείαν, συντάσσονται καί μέ τήν παρά φύσιν σωματικήν χρῆσιν, δεχόμενοι σοδομίτας μετά τῶν «ἀνδρίδων» των εἰς τήν «θείαν λειτουργίαν»! Ἡ ἀποτείχισις ἀπό αὐτούς εἶναι μονόδρομος, καθότι «ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων καὶ μετὰ ἀσεβῶν οὐ μὴ καθίσω» (Ψαλμός 25:5).


Η κατάσταση δεν αλλάζει μαγικά και μηχανικά.

Κάθε πρωτοχρονιά είναι  συμβατική αφετηρία μιας νέας προσπάθειας. Κανείς ασφαλώς δεν θέλει να ζη σ' ένα κόσμο παρακμής, αντιφάσεων, αλληλοσυγκρουομένων συμφερόντων, αδικίας και αμοραλισμού. Η κατάσταση δεν αλλάζει μαγικά και μηχανικά. Χρειάζονται να πολλαπλασιασθούν οι άνθρωποι που κάνουν Αντίσταση. Που παραμένουν πιστοί στις Ορθόδοξες παραδόσεις μας, στις αξίες μας, στην ιστορία μας και στους αγώνες μας.