Διαπιστώσεις στο άρθρο του π. Διον. Τάτση: ΜΕΤΑ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΤΑΚΡΙΤΩΣ



Καὶ στὸ ἄρθρο του αὐτὸ ὁ π. Διονύσιος μὲ τίτλο "Μετὰ παρρησίας καὶ ἀκατακρίτως" (ποὺ στὴ συνέχεια δημοσιεύουμε) παρουσιάζει —μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἀληθείας ποὺ μᾶς ἔχει συνηθίσει— ὀδυνηρὲς διαπιστώσεις γιὰ τὴν αἵρεση τῆς ἐποχής μας. Ἀλλά, ὅπως κι ἄλλες φορὲς ἔχουμε ἐπισημάνει στὰ ἄρθρα του, παρουσιάζει τὰ αὐτονόητα, ἀλλὰ ἐγκλωβίζεται σὲ «ἀκατανόητες» γιὰ τὴν ποιμαντικὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων συμβουλὲς «πρὸς τοὺς ναυτιλλομένους»!
Σημειώνουμε, λοιπόν, αὐτὰ τὰ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ καὶ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ. Συγκεκριμένα:
1. Εἶναι ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ αὐτὸ ποὺ ἐπισημαίνει, πὼς στὴν ἐποχή μας ὑπάρχει μιὰ διαπιστωμένη ἀπὸ Ἁγίους παναίρεση, ὁ Οἰκουμενισμός, ἡ ὁποία ὅμως, δὲν ἔχει καταδικαστεῖ ἀπὸ Σύνοδο (οὔτε προβλέπεται, ἀφοῦ τὴν Σύνοδο ἀποτελοῦν Οἰκουμενιστές!).

Η απάτη του Οικουμενισμού ---- του αείμνηστου Στεργίου Σάκκου, Ομ. Καθηγητού Α.Π.Θ.

Με αυτή την προοπτική κατανοούμε πόσο ασύμφορη και άστοχη υπήρξε η ένταξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» (Π.Σ.Ε.) – ευφυής και εύστοχη η απόδοση της συντομογραφίας ως «το ψέμμα του διαβόλου» - και η συμμετοχή της στις εκδηλώσεις του. Αντιλαμβανόμαστε πόσο άδικος είναι ο δελεασμός της Εκκλησίας από τα ποικίλα τερτίπια της οικουμενιστικής κινήσεως, η οποία καπηλεύεται την οικουμενικότητα, το πνευματικό και άγιο γνώρισμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Όπως ήδη εξήγησα εφαρμόζοντας την αγιογραφική αλήθεια ότι «ο Θεός αγάπη εστί» η Εκκλησία έρχεται να αγκαλιάσει την οικουμένη, τον κάθε άνθρωπο και να τον ανεβάσει στη θέωση. Αντίθετα, η οικουμενιστική κίνηση διαστρέφοντας την ευαγγελική αλήθεια θεοποιεί την αγάπη. Αλλά αγάπη χωρίς την αλήθεια είναι απάτη. Και ο οικουμενισμός είναι η πιο βδελυρή απάτη.

π.Νικ. Μανώλης, Γιατί μισείται ο άγ. Νικόδημος αγιορείτης από τους Οικουμενιστές

Τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση, Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ

Μέ ἁπλᾶ λόγια: Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀνήκουν ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν ἀλήθεια· ὅσοι δέν ἀκολουθοῦν τήν ἀλήθεια, αὐτοί δέν ἀνήκουν στην Ἐκκλησία. Αὐτό ἰσχύει πολύ περισσότερο γιά ὅσους ἐξαπατοῦν τους ἑαυτούς των αὐτοαποκαλούμενοι καί ἀλληλοαποκαλούμενοι ποιμένες καί ἱεροί ἀρχιποιμένες. Γιατί ἔχουμε διδαχθῆ ὅτι ὁ Χριστιανισμός δέν δίνει σημασία στά πρόσωπα, ἀλλά στήν ἀλήθεια καί στήν ἀκρίβεια τῆς πίστεως.