Το Πορτραίτο της Παναγίας δια χειρός Αποστόλου Παύλου --- του αειμνήστου Στεργίου Σάκκου Καθηγητού Α.Π.Θ.

Δίπλα στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, που ευδόκησε να δανεισθεί τη σάρκα της και να μπει στην ιστορία ως ο Μονογενής Υιός της Παρθένου, η Παναγία Μητέρα του Κυρίου κατέχει μία θέση μοναδική. Ανάμεσα στην υπερτίμηση των παπικών, που σχεδόν θεοποίησαν τη σεμνή κόρη της Ναζαρέτ, και στην υποτίμηση των προτεσταντών, που τη θεωρούν ως μία απλή γυναίκα, σύζυγο του Ιωσήφ, στέκει η ορθόδοξη πίστη μας. Εδώ η Θεοτόκος απολαμβάνει την πρέπουσα τιμή. Το πρόσωπό της αναδεικνύεται κριτήριο ορθοδοξίας, καθοριστικό για τη διατύπωση των δογματικών όρων. Ζωντανή κι αγαπημένη η μορφή της στις καρδιές των πιστών εκπληρώνει ανά τους αιώνες την προφητική διαβεβαίωση της ίδιας· «από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» (Λουκ. 1: 48).

ΠΑΤΗΡ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕ ΠΑΠΙΚΟΥΣ


Παρακλητικός Κανών Παναγίας Γλυκοφιλούσας (Άγιον Όρος)


Τη Α΄ (1η) Αυγούστου, μνήμη των Αγίων επτά Μαρτύρων Μακκαβαίων ΑΒΕΙΜ, ΑΝΤΟΝΙΟΥ, ΓΟΥΡΙΟΥ, ΕΛΕΑΖΑΡΟΥ, ΕΥΣΕΒΩΝΑ, ΑΧΕΙΜ και ΜΑΡΚΕΛΟΥ, της μητρός αυτών ΣΟΛΟΜΟΝΗΣ και του διδασκάλου αυτών ΕΛΕΑΖΑΡΟΥ.

Ελεάζαρος ο ευσεβέστατος διδάσκαλος  και οι επτά Μακκαβαίοι μαθηταί αυτού Αβείρ, Αντώνιος, Γουρίας, Ελεάζαρος, Ευσεβωνάς, Αχείμ (Εν δε τω χειρογράφω Συναξαριστή γράφεται Ευλάλου· εν άλλω δε Συναξαριστή γράφεται Μάρκου.) και Μάρκελλος και η μήτηρ αυτών Σολομονή ήκμασαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Αντιόχου, υιού Σελεύκου, εν έτει από μεν κτίσεως κόσμου ετκη΄ (5328), προ Χριστού δε ρογ΄ (173). Αναγκασθέντες δε οι Άγιοι ούτοι υπό του βασιλέως Αντιόχου (όστις εξώντωσε και ηχμαλώτισεν άπαν το γένος των Εβραίων) να αρνηθώσι τας συνηθείας και διατάξεις τας παραδεδομένας υπό του νόμου και των προγόνων των, τρώγοντες χοιρινά κρέατα, δεν επείσυησαν εις τούτο, φυλάττοντες την παραγγελίαν του θείου νόμου την λέγουσαν· «Τον υν, ότι διχηλεί οπλήν τούτο, και ονυχίζει όνυχας οπλής, και τούτο ουκ ανάγει μηρυκισμόν, ακάθαρτον τούτο υμίν· από των κρεάτων αυτών ου φάγεσθε και των θνησιμαίων αυτών ουχ άψεσθε, ακάθαρτα ταύτα υμίν» (Λευϊτ. ια: 7- 8).

Η απροσδόκητη ευλογία

Βρισκόμαστε στα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Οι μοναχοί του Αγίου Όρους δοκιμάζονται κι αυτοί, αλλά βλέπουν έκδηλη τη βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου. 
Είναι Αύγουστος του 1942 και οι Παρακλήσεις στην Παναγία έχουν αρχίσει. Στη Νέα Σκήτη ο μυλωνάς π. Αρσένιος Μαντζαρόλας δεν έχει καθόλου αλεύρι. Επί πλέον χρωστάει είκοσι δανεικά ψωμιά σε πατέρες της σκήτης. Κι επειδή δεν μπορεί να τα επιστρέψει, δεν θέλει από ντροπή ούτε να τους δει. Είναι τόσο λυπημένος, ώστε αποφασίζει να φύγει ξημερώματα της 13ης Αυγούστου από το Άγιον Όρος και να φθάσει σιγά –σιγά με τα πόδια στην πατρίδα του τη Σπάρτη. 
Την παραμονή, νηστικός και στεναχωρημένος, ξάπλωσε λίγο να ξεκουραστεί. Μόλις αποκοιμήθηκε, του φάνηκε πως είδε τη μητέρα του.
 
- Τι έχεις, παιδί μου, και είσαι λυπημένος;
 

«Εν τω ονόματι του Ιησού…» -- του αειμνήστου Ιωάννου Κορναράκη, Καθηγητού Παν. Αθηνών

Είναι αλήθεια ότι ή πρώτη σύλληψη, από το λογοκρατούμενο πνεύμα μας, της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού είναι συνήθως μια διαφάνεια νοησιαρχική. Τη διαδικασία της επικλήσεως συλλαμβάνουμε ως καθαρή νοητική λειτουργία. Αλλά αν βιώνουμε έναν ορισμένο βαθμό αγιοπνευματικής εμπειρίας, το πνεύμα μας, καθώς ανοίγει τις πύλες του για να δεχθεί την εικόνα της λειτουργίας της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού, δεν υποδέχεται μια παράσταση της διανοίας αλλά μια άγιοπνευματική «Θεία Λειτουργία», στην οποία εκφράζεται συνοπτικά όλη η δυναμική λυτρωτική παρουσία της ζωής του Κυρίου. Η επίκληση του ονόματος του Ιησού δεν είναι μια τυπική (μηχανική – ψυχολογική) επανάληψη προβολής νοητικών διαφανειών στην οθόνη του πνεύματός μας. Είναι αναμφιβόλως η έκχυση της συνολικής δυναμικής του σωτηριολογικού Του έργου στην καθολική μας ύπαρξη.