Νίκανδρος
ο Άγιος Μάρτυς έζη κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού του
βασιλεύσαντος κατά τα έτη σπδ΄- τε΄ (284 – 305). Επειδή δε ήτο ανατεθραμμένος
με την ευσέβειαν και προσκεκολλημένος εις την αγάπην των του Χριστού Μαρτύρων,
δια τούτο έργον είχε να λαμβάνη κρυφίως τα ιερά Λείψανα των Μαρτύρων εκείνων,
οι οποίοι απέθνησκον δια την ευσέβειαν και να ενταφιάζη αυτά εντίμως και
σεβασμίως.
Ιδών δε ποτε τα τίμια Λείψανα Αγίων τινών Μαρτύρων ερριμένα και ανεπιμέλητα, ήλθε δια νυκτός και λαβών αυτά τα ενεταφίασεν εις τόπον τινά ευλαβώς και κοσμίως. Ειδωλολάτρης όμως τις, κατά τύχην εκεί ευρεθείς, ιδών αυτόν τον διέβαλεν εις τον άρχοντα. Όθεν κρατηθείς ο Άγιος υπ’ εκείνου, ωμολόγησε παρρησία τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, διο και εξέδαραν αυτόν ως πρόβατον. Ούτως έλαβεν ο μακάριος τον στέφανον του Μαρτυρίου.
Ιδών δε ποτε τα τίμια Λείψανα Αγίων τινών Μαρτύρων ερριμένα και ανεπιμέλητα, ήλθε δια νυκτός και λαβών αυτά τα ενεταφίασεν εις τόπον τινά ευλαβώς και κοσμίως. Ειδωλολάτρης όμως τις, κατά τύχην εκεί ευρεθείς, ιδών αυτόν τον διέβαλεν εις τον άρχοντα. Όθεν κρατηθείς ο Άγιος υπ’ εκείνου, ωμολόγησε παρρησία τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, διο και εξέδαραν αυτόν ως πρόβατον. Ούτως έλαβεν ο μακάριος τον στέφανον του Μαρτυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου