Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

«Μη χωρίζετε την καρδίαν υμών από του Θεού… φυλάσσετε αυτήν μετά της μνήμης του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού πάντοτε… ίνα μεγαλυνθή Χριστός εν υμίν…». Άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος.

Το θέμα της νοεράς προσευχής κατά τα τελευταία έτη κατέστη επίκαιρον τόσον εις τα ορθόδοξα κλίματα, όσον και εις τον Προτεσταντισμόν και τον Καθολικισμόν, εξ αφορμής των αλλεπαλλήλων εκδόσεων της «Φιλοκαλίας» και των Νηπτικών Πατέρων εις τρεις ευρωπαϊκάς γλώσσας. Η νοερά προσευχή αποτελεί, εις την σημερινήν εποχήν του ψυχικού άγχους, την μόνην καταφυγήν και το κύριον μέσον στροφής προς εαυτούς δια την ανεύρεσιν της απολεσθείσης υπάρξεως, του απολεσθέντος Παραδείσου, της εντός ημών υπαρχούσης Βασιλείας. Κάποτε, σπουδαίοι εκπρόσωποι της Καθολικής Εκκλησίας, εχαρακτήρισαν την νοεράν προσευχήν ως «πνευματικήν ηλιθιότητα» και η επίσημος Καθολική Εκκλησία θεωρεί την νοεράν προσευχήν και τον Ησυχασμόν ως είδος τι αιρέσεως. Σήμερον όμως παρουσιάζεται μία ύφεσις εις τας πεπλανημένας αυτάς αντιλήψεις και ο Δυτικός κόσμος στρέφεται διψαλέως προς την Ανατολήν, η οποία διετήρησε την αγάπην της προς την εσωτερικήν ζωήν. Βεβαίως, ουδέποτε η Δυτική Εκκλησία θα αγαπήση εις ίσον βαθμόν με την Ανατολικήν την εσωτερικήν ζωήν, εάν δεν απαγγιστρωθή από το μονομερές πνεύμα της εξωτερικής δραστηριότητος, το οποίον τείνει να την καταστήση ένα, εστερημένον βιουμένου επερβατισμού, εγκόσμιον οργανισμόν.
Αλλ’ ανεξαρτήτως προς την θεολογικήν τοποθέτησιν της Καθολικής Εκκλησίας, ο λαός διψά «το ύδωρ το ζων», το οποίον αναβλύζει όχι από τον νοησιαρχικόν Αριστοτελισμόν της, αλλ’ από την ανθρωπίνην καρδίαν, εις την οποίαν «εκκέχυται η αγάπη του Θεού». Τοιουτοτρόπως εξηγούνται αι τελευταίαι εκδόσεις υπό των Δυτικών των Νηπτικών Πατέρων και το πλήθος των βιβλίων περί του Αγίου Όρους υπό Προτεσταντών και Καθολικών. Και ταύτα μεν περί των ξένων.                                                                 
Ημείς δε οι Ορθόδοξοι Έλληνες, οι οποίοι κατέχομεν «τον θησαυρόν τούτον» της πατερικής Θεολογίας, κατά την τελευταίαν πεντηκονταετίαν, έχομεν απομακρυνθή από την παράδοσιν της ορθοδόξου πνευματικότητος, φθάσαντες εις το σημείον να αγνοούμεν και αυτό το βαθύτερον πνεύμα της αγιωτάτης Εκκλησίας μας. Δεν γνωρίζομεν μέχρι ποίου ορίου δικαιολογείται η εγκατάλειψις της εσωτερικής ζωής και της νοεράς προσευχής εις μίαν εποχήν, καθ’ ην είμεθα υποχρεωμένοι να διεξάγωμεν μέγαν αγώνα δια την προσαρμογήν της εκκλησιαστικής δράσεως εις νέας καταστάσεις. Βέβαιον όμως τυγχάνει το γεγονός ότι, ή από ιστορικούς λόγους, ή από την επιθυμίαν μιμήσεως ξένων προτύπων, διεκόψαμεν την συνέχειαν της ορθοδόξου παραδόσεως, υπερτονίσαντες την αξίαν της εξωτερικής δράσεως, μιας ηθικιστικής ζωής, αφού ούτε καν υποπτευόμεθα ότι «εντός ημών εστιν η βασιλεία του Θεού».                                                                                                                                        Εντεύθεν και η ύπαρξις των Μοναστηρίων εκρίθη περιττή και ο Ησυχασμός κάτι ακατάληπτον και η νοερά προσευχή άκαρπος ενασχόλησις, και η αιώνιος ζωή ως δευτερεύον θέμα, δεδομένου ότι η καρδία είναι εσκορπισμένη εις τον κόσμον χάριν «κοινωφελών σκοπών». Το αντορθόδοξον αυτό πνεύμα εξακολουθεί να υφίσταται μεν, αλλά να πνέη ασθενέστερα εις τας ημέρας μας, χάρις εις την έκδοσιν πατερικών βιβλίων, της «Φιλοκαλίας», του «Ευεργετινού», μιας εκδόσεως περί νοεράς προσευχής, και σειράς όλης των πνευματοφόρων έργων του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου υπό της «Αγιορειτικής Βιβλιοθήκης» κ. ά.                       
Συν τούτοις αποτελεί λίαν αξιόλογον συμβολήν εις την αναζωπύρωσιν της στροφής προς την εσωτερικήν ζωήν, της οποίας την καρδίαν αποτελεί η νοερά προσευχή, η απόφασις του παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης, όπως, εξ αφορμής της εξακοσιοστής επετείου από της κοιμήσεως του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αφιερωθή το τρέχον έτος εις την μνήμην του και λάβουν χώραν εορταί κατά τα μέσα του μηνός Νοεμβρίου, σχετιζόμεναι με την ορθόδοξον πνευματικότητα και τον Μοναχισμόν. Αν λάβωμεν υπ’ όψιν, ότι εκ των εξ υπό συζήτησιν θεμάτων κατά τας συνδιαλέξεις, αι οποίαι θα γίνουν μεταξύ των 150 περίπου ορθοδόξων θεολόγων—της κορυφής της Ορθοδόξου Θεολογίας—τα τρία αφορούν την ιστορίαν και την πνευματικότητα του Μοναχισμού, τότε δικαιούμεθα να υποστηρίζωμεν ότι ήδη ήρχισε να κατανοήται η αξία του παραθεωρουμένου Μοναχισμού μας.     Αι μελέται δε δια το θείον πρόσωπον του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, έχουν να ασκήσουν σημαντικήν επίδρασιν επί της συγχρόνου ζωής, της τόσον αβαθούς πνευματικώς, και ασφαλώς θα καταδείξουν την αστάθμητον αξίαν της νοεράς προσευχής, της οποίας υπήρξεν ακαταγώνιστος υπερασπιστής.
Οι άγιοι Πατέρες, άπαντες συλλήβδην, έκαμνον νοερτάν προσευχήν, κατά το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» του Αποστόλου Παύλου, και ετόνισαν εις τα αθάνατα αυτών συγγράμματα, ότι άνευ του «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» είναι αδύνατος η κάθαρσις της καρδίας από των παθών και η έλλαμψις του αγίου Πνεύματος, πράγματα τόσον ολίγον πιστεύομεν σήμερον και από θεολόγους και από αθεολογήτους, δια «το είναι ημάς σάρκας», περιβαλλομένους το ευθηνόν ένδυμα της εν εξωτερική λάμψει «μορφώσεως της ευσεβείας».


«A. α.»

Δεν υπάρχουν σχόλια: