Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς. Eρμηνεία του 15ου Κανόνος από το νέο βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε.


Οἱ λόγοι πού ἐπικαλοῦνται οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες, διά τούς ὁποίους διέκοψαν τήν μνημόνευσι τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, ἦταν καθαρά λόγοι πίστεως καί συνίσταντο στήν ἄρσι τῶν ἀναθεμάτων πού αὐτός ἐνήργησε μέ συνοδική ἀπόφασι τό 1965, στή συνάντησι τοῦ Ἀθηναγόρα μέ τόν Πάπα στά Ἱεροσόλυμα καί γενικῶς στήν φιλοπαπική του στάσι. Εἶναι γνωστό τοῖς πᾶσι ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας δέν εἶχε δογματικούς φραγμούς, δέν ἐπίστευε στήν μοναδικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε βεβαίως δεχόταν ὅτι οἱ αἱρετικοί εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας. Θά ἀναφέρωμε
δύο-τρία ἀποσπάσματα ἀπό ὁμιλίες του διά νά βεβαιωθῆ καί ὁ πλέον δύσπιστος περί τῆς ἀληθείας τοῦ λόγου:
«Ἀπατώμεθα καί ἁμαρτάνομεν (ἔλεγε), ἐάν νομίζωμεν, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος πίστις κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ καί ὅτι τά ἄλλα δόγματα εἶναι ἀνάξια. Τριακόσια ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἐξέλεξαν τόν Μουσουλμανισμόν διά νά φθάσουν εἰς τόν
Θεόν των καί ἄλλαι ἑκατοντάδες ἑκατομμυρίων εἶναι Διαμαρτυρόμενοι, Καθολικοί, Βουδισταί. Σκοπός κάθε θρησκείας εἶναι νά βελτιώσῃ τόν ἄνθρωπον» (Ἐκ δηλώσεώντου, ἴδ. «Ὀρθόδοξος Τύπος», φ. 94, Δεκ. 1968). «Εἰς τήν κίνησιν πρός τήν ἕνωσιν, δέν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νά βαδίσῃ πρός τήν ἄλλην, ἀλλ’ ὅλαι ὁμοῦ νά ἐπανιδρύσωμεν τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν,
ἐν συνυπάρξει εἰς τήν Ἀνατολήν καί τήν Δύσιν, ὅπως ἐζῶμεν μέχρι τοῦ 1054, παρά καί τάς τότε ὑφισταμένας Θεολογικάς διαφοράς» (Ἐκ τοῦ μηνύματός του ἐπί τῇ ἑορτῇ τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1967, ἴδ. «Ἀπό τήν πορείαν τῆς ἀγάπης», σελ. 87). «Ὁ αἰών τοῦ δόγματος παρῆλθε» (Δήλωσίς του,ἴδ. «Ἀκρόπολις», 29-6-63). «Καλούμεθα ν’ ἀπαλλαγῶμεν τοῦ πλέγματος τῆς πολεμικῆς καί τῆς ἀντιρρήσεως ἐν τῇ Θεολογίᾳ καί νά ἐφοδιάσωμε αὐτήν διά τοῦ πνεύματος τῆς ζητήσεως καί τῆς διατυπώσεως τῆς ἀληθείας ἐν τῇ ἀγάπῃ καί τῇ ὑπομονῇ. Ὁ Χριστιανισμός ἔχει ἀνάγκη σήμερον μιᾶς Θεολογίας τῆς καταλλαγῆς» ( Ἐξ ὁμιλίας του εἰς τήν
Θεολογικήν Σχολήν Βελιγραδίου τήν 12-07-67, ἴδ. «Ἔθνος», 13-10-67).
Ἔχοντας αὐτά ὑπ’ ὄψιν των οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες καί, κυρίως, τήν συνοδική ἄρσι τῶν ἀναθεμάτων καί τήν ἄνευ ὅρων ὑποστολή τῆς σημαίας τῆς Ὀρθοδοξίας, διέκοψαν τήν μνημόνευσι τοῦ ὀνόματος τοῦ Πατριάρχου. Εἰς τήν διακοπή τῆς μνημονεύσεως προέβησαν οἱ μισές περίπου μονές τοῦ Ἁγ. Ὄρους, ὅλες οἱ σκῆτες καί τά περισσότερα κελία.

Συνεχίζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: