Εἶναι ἄλλο θέμα τό ὅτι κάποιοι ἅγιοι ἔκαναν κατά καιρούς κάποιες οἰκονομίες καί διετήρησαν διά κάποιο χρονικό διάστημα τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ κάποιους δεδηλωμένους αἱρετικούς, κινούμενοι ὄχι ἀπό δειλία καί συμβιβασμό, ἀλλά ἀπό διάκρισι, ἡ ὁποία τούς ὁδηγοῦσε εἰς τό νά τηρήσουν αὐτή τήν στάσι· καί εἶναι τελείως διαφορετικό τό νά προσπαθοῦμε ἐμεῖς νά καλυφθοῦμε πίσω ἀπό αὐτά τά ἐλάχιστα παραδείγματα, νά ὑποστείλωμε τήν σημαία τῆς πίστεως, νά συνοδοιποροῦμε ἐπί δεκαετίες μέ τούς αἱρετικούς καί νά βλέπωμε ἀπαθῶς κάθε ἡμέρα τήν αἵρεσι νά ἐπεκτείνεται καί νά ἀλλοιώνη τά φρονήματα τῶν Ὀρθοδόξων.
Δι’ αὐτά ὅμως θά ἀναφερθοῦμε ἐκτενέστερα κατωτέρω. Πάντως ἡ διάκρισις τήν ὁποία κάνει ὁ ἱερός Κανών μεταξύ Ἐπισκόπων καί ψευδεπισκόπων πρό συνοδικῆς
κρίσεως καί κατακρίσεώς των, ὁπωσδήποτε σηματοδοτεῖ τήν στάσι ἑκάστου ἀληθινοῦ ὀρθοδόξου σέ ἀνάλογες περιπτώσεις. Δηλαδή μέ τόν ἀληθινό Ἐπίσκοπο θά συνταχθοῦν οἱ ἀληθινά Ὀρθόδοξοι καί μέ τόν ψευδεπίσκοπο οἱ συμβιβασμένοι καί χλιαροί κατά τήν πίστι, οἱ ὁποῖοι βεβαίως εἶναι πάντοτε οἱ περισσότεροι.
Τό ἀκροτελεύτιο τμῆμα τοῦ ἐν λόγῳ ἱεροῦ Κανόνος εἶναι ἴσως καί τό σπουδαιότερο καί ἀναφέρει ὅτι μέ τήν ἀπομάκρυνσι τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τόν ψευδεπίσκοπο
«οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον ἀλλά σχισμάτων καί μερισμῶν τήν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι». Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό διότι μᾶς καθορίζει
τό πῶς πρέπει νά ἐννοοῦμε τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, τήν ἕνωσί της καί ἐπιπλέον μᾶς δίδει νά κατανοήσωμε τό τί ἐστί σχίσμα καί πότε αὐτό συντελεῖται. Αὐτό λοιπόν πού ἀβίαστα ἐξάγεται ἀπό τό τμῆμα αὐτό τοῦ Κανόνος εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι προσωποπαγής, οὔτε ἀνθρωποκεντρική, οὔτε Ἐπισκοποκεντρική, ἀλλά Χριστοκεντρική καί ἀληθοκεντρική. Ἄν ἡ Ἐκκλησία ἦτο Ἐπισκοποκεντρική δέν θά ἐπέτρεπε ὁ ἱερός Κανών τήν ἀπομάκρυνσί μας ἀπό τόν αἱρετικό Ἐπίσκοπο, ὄχι μόνο πρίν καταδικασθῆ ἀπό τό ἁρμόδιο ἐκκλησιαστικό ὄργανο, ἀλλά καί πρίν τοποθετηθῆ ἄλλος ὀρθόδοξος στή θέσι του. Διότι τότε τό κενό αὐτό τοῦ Ἐπισκόπου, ἐφ’ ὅσον αὐτός θά λειτουργοῦσε ὡς ἄξονας καί ὡς πυρήνας, θά ἦτο τέτοιο, ὥστε νά μήν ὑπάρχη κἄν Ἐκκλησία, ἐφ’ ὅσον δέν ὑπάρχη Ἐπίσκοπος ἤ ἐφ’ ὅσον αὐτός ἐξέπεσε καί ἔγινε αἱρετικός. Μέ τήν ἀπομάκρυνσι λοιπόν ἀπό τόν Ἐπίσκοπο ὁ ὁποῖος
δημοσίως ἐπ’ Ἐκκλησίας κηρύττει αἵρεσι, καταδεικνύομε τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι Χριστοκεντρική, ὅτι ἀκόμη ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ καρδιά της καί, ἄν δέν ὑπάρχη αὐτή, δέν ὑφίσταται οὔτε ἡ Ἐκκλησία· ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος, διά νά εἶναι Ἐπίσκοπος, δέν ἀρκεῖ ἡ χειροτονία του καί ἡ ἐνθρόνισίς του, ἀλλά πρέπει τουλάχιστον νά ὀρθοτομῆ τόν λόγο τῆς ἀληθείας · ὅτι ἡ ἕνωσις τῆς Ἐκκλησίας ἄνευ τῆς ἀληθοῦς πίστεως εἶναι ψευδής καί κίβδηλος καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει καί δέν ἔπαυσε οὔτε θά σταματήση νά ὑπάρχη, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν στηρίζεται στά πρόσωπα, ἀλλά στόν ἴδιο τόν Χριστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου