Κωνσταντίνος ο Μέγας, ο πρώτος των Χριστιανών βασιλεύς, όταν κατέλαβε την πόλιν του Βύζαντος, έκτισεν αυτήν πολύ μεγαλυτέραν από ό,τι ήτο πρότερον και αλλάξας το όνομά της μετωνόμασε ταύτην δια του ιδίου αυτού ονόματος, καλέσας αυτήν, αντί Βυζαντίου, Κωνσταντινούπολιν. Αφού δε ετελείωσεν όλον το τειχόκαστρον, τας οικίας και τας ιεράς Εκκλησίας, αφιέρωσεν αυτήν κατ’ εξαίρετον τρόπον εις την υπερένδοξον ημών Δέσποιναν και αειπάρθενον Θεοτόκον. Ευχαριστών όθεν ο μακάριος τον Θεόν δια το τοιούτον μεγαλοπρεπές έργον, όπερ κατώρθωσεν, ετέλεσε λιτανείαν προεξάρχοντος του τότε Πατριάρχου και ακολουθούντος όλου του Κλήρου και του λαού. Ανελθόντες δε εις τον Φόρον, έστησαν εκεί οι πολίται τον ιδικόν του ανδριάντα, εντός της κεφαλής του οποίου ετοποθέτησαν τους αγίους Ήλους, με τους οποίους εκαρφώθη επί του Σταυρού ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Κάτωθεν δε του ανδριάντος, εις την βάσιν αυτού, ετοποθέτησαν τους δώδεκα καλάθους εντός των οποίων είχον περισυλλέξει τα περισσεύματα των πέντε άρτων, τους οποίους ηυλόγησεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και επλήθυναν. Έκτοτε λοιπόν παρέλαβεν η του Χριστού Εκκλησία να εορτάζη κατ’ έτος την τοιαύτην εορτήν, προς ανάμνησιν.
1 σχόλιο:
Πάλι με χρόνια με καιρούς
Πάλι δικά μας θα 'ναι
Γιώργος
Δημοσίευση σχολίου