ΡΙΑΚΗ Α’ ΛΟΥΚΑ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ καλλιέλαιος πού ὀφείλουμε νά ἐγκεντριστοῦμε, γιά νά ζήσουμε αἰώνια. Ὡστόσο, ἀπό τόν προσωπικό μας κόπο καί ἀπό τήν αὔξηση τῶν θείων δωρεῶν τοῦ Χριστοῦ, ἐξαρτᾶται ὁ βαθμός μετοχῆς μας στό ζωοποιό Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία.

Μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἰησοῦ στόν γήινο κόσμο μας καί διά τῆς Θεανθρωπίνης οἰκονομίας Του γιά τήν σωτηρία, κάθε τί τό θεῖο, ἔγινε ἀνθρώπινο, γήινο, δικό μας.

Ἰδού, σήμερα, σεβαστή γερόντισσα, ὁ Ἰησοῦς « ἦν ἑστώς παρά τήν λίμνην Γεννησαρέτ». Ζητάει τήν βοήθεια τῶν ἀνθρώπων· δηλαδή νά Τόν διευκολύνουν, ὥστε μέσα ἀπό τό πλοῖο τους, νά διδάξει τά πλήθη τοῦ λαοῦ πού εὑρίσκοντο εἰς τήν παραλίαν, προγνωρίζοντας, διά τῆς παγγνωσίας Του, πῶς ὁ καθένας θά ὠφεληθεῖ μέσῳ τῆς Χάριτός Του, ἀπό τίς δωρεές Του. Ἔτσι προσκαλεῖ τόν Ἀπόστολο Πέτρο νά Τόν ἀκολουθήσει, μέ τό θαυμαστό σημεῖον πού ἀναγνώσαμε κατά τήν Εὐαγγελική περικοπήν.

«Ἠχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν»[1]. «Ἠχμαλώτευσεν» μαζί Του, στήν αἰώνιον ζωήν, τόν Πέτρον, τόν Ἰάκωβον, τόν Ἰωάννην, οἱ ὁποῖοι ἐξεθαμβήθησαν, ἐξεπλάγησαν, ἐφοβήθησαν, ἀπό τό πρωτοφανές θαῦμα· «ἐπί τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων συνέλαβον»[2].

Ἐλευθερώνει τίς ψυχές τους, ἀπό τήν κοσμική λογική καί τούς ἀνεβάζει «εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»[3]. Βλέπουμε ἐν τούτοις ἀδελφοί μου, ὅτι σέ αὐτό τό ἅγιο ἔργο ὁ Κύριος ὅρισε ἀρχηγούς, καθοδηγητές καί συνεργάτες Του, ἀνθρώπους μεγάλης ἁγιωσύνης.

 

Πέτρος: «…·ἐπιστάτα, δι’ ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες οὐδέν ἐλάβομεν· ἐπί δέ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον».[4] Ὦ, τοῦ παραδόξου θαύματος!!! Προσωποποίηση εὐγένειας καί ὑπακοῆς καί ταπείνωσης.

Ἡ τελείωσις τῶν χριστιανῶν ἔγκειται στόν ἁγιασμό τους· ἡ πλήρης ὅμως τελειότητα βρίσκεται στόν πλήρη ἁγιασμό, στήν πλήρη ἁγιότητα. Σήμερα, χριστιανοί μου, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι “βάζουν πλώρη” γιά τήν πλήρη ἁγιότητα· «…καί καταγαγόντες τά πλοῖα ἐπί τήν γῆν ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ».

Γι’ αὐτό ὁ Θεάνθρωπος ὡς Θεός, ἐμφανίσθηκε στή γῆ. Κατεβαίνει στήν ἐνσάρκωση ὡς Θεός, ἀνεβαίνει ὅμως ὡς ἄνθρωπος. Κατεβαίνει στόν Ἅδη ὡς ἄνθρωπος, ἀνασταίνεται ὅμως ὡς Θεός. Μή φοβᾶσαι Πέτρε, Ἰάκωβε, Ἰωάννη. Μή φοβῆσθε· ἀπό τώρα πού σᾶς καλῶ στό Ἀποστολικό ἀξίωμα, θά ἁλιεύσετε ἀνθρώπους τούς ὁποίους, διά τοῦ κηρύγματός σας, θά ὁδηγεῖτε εἰς τήν ἁγιότητα, στήν ἐν Χριστῷ σωτηρία. Τά χαρίσματα ποικίλλουν· ὡστόσο, Ἕνας εἶναι ὁ Κύριος πού τά χορηγεῖ, ὁ Παράκλητος. Προκειμένου νά ἐπιτελέσετε τό αἰώνιο σχέδιο τῆς Τριαδικῆς Θεότητος γιά τό γένος τῶν ἀνθρώπων, διά τῆς Ἐκκλησίας, Ἐγώ ὁ Κύριος, σᾶς προσκαλῶ καί σᾶς παρέχω τό χάρισμα τοῦ Ἀποστόλου. Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον θά σᾶς ὁδηγεῖ παντοῦ καί πάντοτε εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν.

Προφανῶς λοιπόν, σεβαστή γερόντισσα, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Θεός, μᾶς ἔδωσε σήμερα τούς τρεῖς κορυφαίους Ἀποστόλους Του, «εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»[5]. Ἡ οἰκοδομή τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας.

Ἐν τούτοις πῶς ἐπιτελεῖται ἡ οἰκοδομή τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ; Σαφῶς στήν ἐνότητα τῆς πίστεως καί στήν ἐπίγνωση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ· φθάνουμε εἰς πᾶν τό πλήρωμα τοῦ Θεοῦ, ὄντας σέ κοινωνία «σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις»[6].

Ἡ κορυφαία πράξη στή ζωή κάθε ἀνθρώπου, εἶναι νά μήν χάσει τήν πίστη, ἤτοι τήν ἐμπιστοσύνη στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι πίστεψαν εἰς τόν λόγον τοῦ Ἰησοῦ, ἔστω καί ἄν ἦταν ἀσύμφωνος μέ τήν δική τους πρακτική περί τῆς «ἄγρας» τῶν ἰχθύων.

 Συνεπῶς, ὅποιος ἀπωλέσει τήν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν θείαν Ἀποκάλυψιν πού ἔφερε ὁ Ἐνανθρωπήσας Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμον, ἔχει χάσει τήν ἴδια του τή ζωή. Γνωρίζουμε σύν Θεῷ, ἀδελφοί μου, ὅτι ἡ κορυφαία πράξη καθοδηγήσεως τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τό ἔργο πού τούς ἀναθέτει ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐφ’ ὅρου ζωῆς, κατευθύνεται ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιον.

Θεωροῦμε ἔτσι ὅτι: ὅλη ἡ ἀλήθεια τῆς ἐν Χριστῷ πίστεως καί ἡ γνώση περί τοῦ Χριστοῦ, ἀποκαλύπτεται καί βρίσκεται στό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας, πού μᾶς εἰσάγει σέ ὅλη αὐτή τήν ἀλήθεια τήν μία καί μοναδική.

Ἡ κλήσις τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων σήμερα καί πάντοτε, ἑνώνει διά τῆς πίστεως καί τῆς ἀποδοχῆς τῆς ἀλήθειας τήν προσωπική μας αἴσθηση, μέ τήν ὀρθόδοξη Καρδιά τῆς Ἐκκλησίας καί τήν προσωπική ἐπίγνωση τοῦ Χριστοῦ καί  Θεοῦ. Οἱ λόγοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων εἶναι πάντοτε δροσιά οὐράνια πού καταρδεύει τίς ψυχές μας.

Μέ κάθε δωρεά τῆς Χάριτος, μέ κάθε ἀρετή, μέ κάθε ἄθληση, μέ κάθε ἄσκηση μετανοίας, ὡς ἑπόμενοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί Πατέρων, ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανός «ἐκκλησίαν οἰκοδομεῖ»[7]. Αὐτή ἡ εὐαγγελική ἀλήθεια, ἀπευθύνεται πρός ὅλους, ἀλλά καί στόν καθένα ξεχωριστά. Ἡ δύναμη πού οἰκοδομεῖ καί χτίζει εἶναι τά ἱερά μυστήρια καί οἱ ἅγιες ἀρετές, ἔτσι ὅπως μᾶς δίδαξαν καί μᾶς τίς παρέδωσαν οἱ τρεῖς κορυφαῖοι, μέ τήν κλήση τους ἀπό τόν Κύριο, σήμερα, στήν Γεννησαρέτ. Εἶναι: εὐγένεια, καλωσύνη, αὐτομεμψία, ὑπακοή, ταπείνωση, ἀγάπη, ὑπομονή. Ὅλα στόν Χριστό καί γιά τόν Χριστό. Αὐτός εἶναι τό πᾶν.

Στόν γλυκύτατον Ἰησοῦν ἡ Βασιλεία, ἡ Τιμή, ἡ Δόξα, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.



[1](Ἐφεσ. 4, 8)

[2](Λουκ.ε’,9)

[3](Ἐφεσ. 4, 12)

[4](Λουκ.5, 5)

[5](Ἐφεσ. 4, 12)

[6](Ἐφεσ. 3, 17- 19)

[7](Α’ Κορινθ.14, 4-5)

Δεν υπάρχουν σχόλια: