Στήν προσφώνησιν, «ἀγαθέ», ὡς ἀνθρωπίνη φιλοφρόνησις, ὁ Ἰησοῦς ἐφ’ ὅσον τακτοποιεῖ πρῶτα τό θέμα θεολογικά, «οὐδείς ἀγαθός, εἰ μή εἷς· ὁ Θεός»· κατά δεύτερον δέ λόγον ὡς ὁ Μεσσίας καί ὁ Διδάσκαλος, ἀπαντᾶ· ὀφείλει νά ἀπαντήσει, ἐπειδή τό ἐρώτημα ἅπτεται τῆς αἰωνίου μακαρίας ζωῆς, γεγονός πού ἐμπίπτει ἀκριβῶς στόν σκοπόν πού ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος λαβών δούλου μορφήν.
Κρατάει
κατ’ ἀρχήν ἑπτασφράγιστον μυστικόν τό μυστήριον τῆς θείας οἰκονομίας, ὁ Ἰησοῦς,
ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ Νεανίσκου· θέλει νά δοκιμάσει ἀληθινά τήν βούληση καί
θεανθρώπινα νά τόν κατηχήσει στόν δρόμο τῆς τελειότητας, γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ
στόχου, δηλαδή τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς του.[1]
Ὁ Υἱός
τοῦ Θεοῦ, ἐπτώχευσε γιά νά πλουτίσει ὁ ἄνθρωπος μέ τή γνώση τῆς Θεολογίας· ἐνηνθρώπησε
σπλαχνισθείς τό πλάσμα Του. Συνεπῶς δέν εἶναι ἕνας καλός ἄνθρωπος, διδάσκαλος,
πού ἔκανε κάποια θαύματα γιά νά ἐντυπωσιάσει, ὅπως ὑπενόησε ὁ Νεανίσκος. Δέν
ζητοῦσε ὀπαδούς· ἡ διδασκαλία Του, ἀποσκοπεῖ εἰς τό νά εὕρει ξανά τό πλάσμα τήν
Ἀλήθεια, πού ἀμαύρωσε ἡ ἁμαρτία, ὥστε μέ τήν γνώση τῆς ἀλήθειας, ἡ συνείδησις
νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά βαρίδια τῆς ὕλης, νά ἁγιασθεῖ ὁ νοῦς, ἡ καρδιά νά καθαρθεῖ
καί ἡ γλῶσσα, ψάλλοντας καί ἄδοντας τῷ Κυρίῳ, νά γίνεται πλουτοποιός· πλουτίζοντας
τήν ψυχήν, δηλαδή τό κατ’ εἰκόνα.
Ἡ ψυχή
νά γίνει ὄμορφη νύμφη, τοῦ ὡραίου Νυμφίου πού κατέχει ὅλα τά πλούτη καί τίς ὀμορφιές,
τοῦ ἐπουρανίου Πατρός Του, τά ὁποῖα διαχειρίζεται καί τά μεταδίδει αἰώνια,
στούς ἔχοντας, πίστην ἀληθινήν.
Ἐξ΄αἰτίας
αὐτοῦ τοῦ προορισμοῦ, δηλαδή τῆς ἐπανόδου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως στήν προτέραν εὐγένειαν
καί τό πρωτόγονο κάλλος, ἡ ἀπάντησις τοῦ Ἰησοῦ ἦταν καίρια, θεραπευτική γιά τήν
ψυχή, ἔχοντας πλοῦτον νοημάτων, γιά τήν καρδιά τοῦ Νεανίσκου. Φεῦγε τόν ἐπίγειον
πλοῦτον, πού ὁδηγεῖ στήν πλεονεξίαν. «Πλοῦτος ἐάν ρέῃ, μή προστίθεσθε καρδίαν»[2].
Ποίησον τό ἀγαθόν, καθώς καί ὁ Θεός εἶναι ἀγαθός· πές τή λέξη Πατέρα, στόν
Θεόν· τί ὄμορφον πράγμα νά λέμε τόν Θεό, Πατέρα!
Γνώρισε
τότε, τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς, τοῦ μυστηρίου τήν δύναμιν, δηλαδή τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Στήν γνῶσιν αὐτήν καί στή σοφία τοῦ λόγου, κρύβονται ὅλοι οἱ θησαυροί τῆς
γνώσεως καί τῆς σοφίας τοῦ Δημιουργοῦ καί Πλάστη Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ. «Νῆφε ἐν
πᾶσι». Πρόσεξε! Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά χαθοῦν ὅλα κι ἐσύ μαζί, ἐάν προσκολληθεῖς
στά ἐπίγεια, δίνοντας σ’ αὐτά τήν καρδιά σου.
Ἀπό
τήν ἀπάντηση τοῦ Ἰησοῦ, στόν Νεανίσκο, σεβαστή γερόντισσα, μάθαμε σήμερα, νά
λέμε ὄχι στό δικό μας θέλημα, ἀλλά νά ζοῦμε μέσα στό θέλημα τοῦ Πατρός καί τοῦ
Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ
θησαυρός μας νά εἶναι ἡ συνάντηση μέ τόν Χριστό καί νά γίνεται μέ ὕμνους καί
δοξολογίες πνευματικές σύμφωνα καί μέ τίς ἐπουράνιες δυνάμεις ἐν ἀληθείᾳ· ὥστε
σύν Θεῷ, νά καθίσταται δυνατή ἡ ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς σωτηρίας μας. Τότε
πράγματι, ἀκολουθοῦμε τόν Ἀρχηγό τῆς Ζωῆς.
Ἡ ζωή ἀνήκει
στόν Χριστόν· αὐτός πού Τόν ἀναγνωρίζει ὡς Κύριον καί Δεσπότην, Τόν ἀκολουθεῖ ἕως
ὅτου φθάσει «…εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ
πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». Σέ ἄλλη περίπτωση, ἡ προσκόλληση στά ἐπίγεια ἀγαθά,
καταδεικνύει ὅτι τό ἐνδιαφέρον, στρέφεται στόν ἑαυτό μας «φρόνιμος ἐν ἑαυτῷ»,
καταπιέζοντας ἔτσι τήν συνείδηση και ἀδικῶντας τούς ἀδελφούς, οὕτως ὥστε ὁ
διάβολος νά συνεργάζεται, κάνοντας τόν ἰδιοτελή ἄνθρωπο, ὄργανό του. Ὑπερήφανος
ὁ Σατανᾶς, ἐνδύει αὐτό τό ἔνδυμα τῆς φιλαργυρίας στούς ἀπρόσεκτους καί ἀμαθεῖς·
γι’ αὐτό καί κρατάει ὀπαδούς, ὑπό τήν ἐξουσίαν του, βασανίζοντάς τους. Ὁ
Νεανίσκος, δέν κατενόησε τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν μέν καλός, γι’ αὐτό ἔδειξε ἐνδιαφέρον
γιά τήν σωτηρία του. Θά μποροῦσε ὅμως ἄν πρόσεχε περισσότερο στά λεγόμενα τοῦ
Θεανθρώπου, νά ἦταν τώρα κι αὐτός στήν συνοδεία τῶν δώδεκα ἤ στήν χορεία τῶν ἑβδομήκοντα
Ἀποστόλων.
Ὁ Ἰησοῦς
τοῦ ὑπέδειξε τήν πνευματική «συχνότητα» πού ὤφειλε νά ρυθμίσει τίς κεραῖες τῆς
καρδιᾶς του. Ἀλήθεια, ἁγία γερόντισσα, πόσοι ἄνθρωποι ἀρνοῦνται· πόσοι
καθυστεροῦν νά ρυθμίσουν τήν συχνότητα τῆς ψυχῆς τους, μ’ αὐτήν τοῦ Ἰησοῦ καί
ταλαιπωροῦνται καί βολοδέρνονται.
Ὁ
Χριστός εἶναι Ἐκεῖνος, πού γνωρίζει καλύτερα ἀπό ἐμᾶς, τί μᾶς συμφέρει. Ἀπαλά
καί χωρίς βία, καθημερινά, μᾶς ψιθυρίζει: «Δός μοι, υἱέ, σήν καρδίαν».[3]
Μακάρι νά ἐμπιστευόμαστε τίς ἀνεξιχνίαστες βουλές τοῦ Θεοῦ.
Ὁ
Νεανίσκος ἔφυγε λυπημένος· ἐν τούτοις ὁ Χριστός εἶπε στούς μαθητές Του: «Παρ’ ἀνθρώποις
τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρά Θεοῦ δέ πάντα δυνατά ἐστι». Προφανῶς, ὁ νέος ἔστω καί
λυπημένος, ἐν ὅσῳ παραμένει σ’ αὐτήν τήν ζωήν, πάντα ὑπάρχει ἡ δυνατότητα γιά
δεύτερη σκέψη καί εὐκαιρία. Τό αὐτό συμβαίνει διαχρονικά γιά κάθε ἄνθρωπο. Ἀφοῦ
βρισκόμαστε ἀκόμη, σ’ αὐτήν τήν ζωήν, ἡ φωνή τοῦ Ἰησοῦ πάντοτε μᾶς καλεῖ, ὥστε
νά στολίσουμε τήν ψυχή μας, μέ τίς ἐντολές Του καί τήν καρδιά μας, νά τήν ὁδηγήσουμε
στήν ὑπακοή τοῦ θελήματός Του. Πέπλο ἡ ἁγνότητα, ἡ ταπείνωση, ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλεήμων
καρδία.
Ἔτσι
καθαρή, ὑπάκουη καί ταπεινή ἡ ψυχή μέ τήν Ἄκτιστον Χάριν, νά ὁδηγηθεῖ στόν νυμφῶνα,
ὅπου ὁ Νυμφίος-Χριστός, τήν περιμένει μέσα σέ ἄφατο φῶς καί ἀγκαλιάζοντάς την, τῆς
χαρίζει αἰώνια τήν εἰρήνη καί τήν ἀνάπαυση.
Στόν Ἰησοῦν,
ἡ Δόξα, τό Κράτος, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
2 σχόλια:
Επειδή είμαι πολύ αμαρτωλός πρέπει να ζω "εκτός κόσμου", όσο είναι δυνατόν και μου επιτρέπει ο Θεός, για να μην παρασύρω στην αμαρτία τους συνανθρώπους μου και για να μην παρασύρομαι από αμαρτίες άλλων.
Κυπριανός Χ.
Στήν περικοπή αυτή Μτ. ιθ' 16 - 24 θίγεται τό σοβαρό ζήτημα διακρίσεως μεταξύ τής δικαιοσύνης Νομού καί τής δικαιοσύνης Πίστεως. Τό διαπραγματεύεται εκτενώς ο απ. Παύλος στήν Πρός Ρωμαίους καί τήν Πρός Γαλάτας Επιστολή. Μεταφέρω δύο εδάφια εκ τής Π. Διαθήκης τήν συνάφεια τών οποίων, μέ τήν Κ. Διαθήκη, μάς αποκαλύπτει ο τών Αποστόλων κορυφαίος σύν τώ Πέτρω.
1. "ο δε δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται" (Αββ. β' 4) … "αλλ' ο ποιήσας αυτά άνθρωπος ζήσεται εν αυτοίς" (Δτ. κα' 23) Π. Διαθήκη.
2. "επίστευσε δε Αβραάμ τώ Θεώ, καί ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην" (Γν. ιε' 6) Π. Διαθήκη.
Συναφές, σέ άλλη περίπτωση, καί τό "επίστευσα διό ελάλησα", 2Κρ. δ' 13, από τόν Ψαλμό ριε' 1.
Δημοσίευση σχολίου