Ὁ Οἰκουµενισµὸς ὡς ἰουδαΐζουσα αἵρεσις ---- Γράφει ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, Ὁµότιµος Καθηγητὴς Α.Π.Θ

1. Ἰουδαΐζουσαι τάσεις µέσα εἰς τὸν Χριστιανισµόν


Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ Οἰκουµενισµὸς ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς παναίρεση. Αὐτὸ σηµαίνει ὅτι ἀποτελεῖ σύνοψη καὶ συµπερίληψη ὅλων τῶν αἱρέσεων, ἔχει στοιχεῖα ἀπ᾽ ὅλες τὶς αἱρέσεις, ἀναµειγνύει καὶ συγκιρνᾶ ὅλες τὶς θρησκεῖες, ἐπαναφέρει τὸν συγκρητισµὸ τῶν ρωµαϊκῶν χρόνων, δικαιολογεῖ καὶ προάγει τὴν πολυπολιτισµικότητα καὶ τὴν πολλαπλότητα τοῦ θρησκευτικοῦ φαινοµένου, τὰ ὁποῖα κατήργησε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ. Οὐσιαστικῶς οἱ ἀντίθεες καὶ ἀντίχριστες δυνάµεις ἐπιδιώκουν νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν Χριστιανισµό, νὰ πάρουν τὴν ρεβάνς· δὲν µπόρεσαν τότε, ἐκπροσωπούµενες ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, νὰ τὸν νικήσουν µὲ τὴν θανάτωσή του ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, γιατὶ ἀναστήθηκε, καὶ τὸ εὐαγγέλιό του κηρύχθηκε καὶ ἐξαπλώθηκε ἐν ριπῇ ὀφθαλµοῦ σ᾽ ὁλόκληρη τὴν οἰκουµένη, κατὰ θαυµαστὸ τρόπο, ἐπιτυγχάνοντας τὴν πνευµατικὴ καὶ θρησκευτικὴ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων, ἐκχριστιανίζοντας τὸν κόσµο. Ἐπιχειροῦν τώρα µὲ δόλια καὶ ὕπουλα µέτρα νὰ ἀποχριστιανίσουν τὸν κόσµο, νὰ καταργήσουν τὴν «καινὴ κτίση», τὴν Νέα Ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἐπαναφέρουν τὴν παλαιὰ «Νέα Ἐποχή» τοῦ Ἀντιχρίστου. Τὸ «ἰουδαΐζειν», ἡ τάση δηλαδὴ νὰ κρατήσει ὁ Χριστιανισµὸς πολλὰ ἰουδαϊκὰ στοιχεῖα καὶ νὰ καταστεῖ µία ἰουδαΐζουσα αἵρεση, ἕνα παρακλάδι τοῦ Ἰουδαϊσµοῦ, ὅπως εἶναι τὸ Ἰσλάµ, ἔχει καταγραφῆ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία.
Ἤδη ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους, ξεκινᾶ αὐτὴ ἡ προσπάθεια καὶ αὐξάνει στὴν συνέχεια µὲ τὴν ἐµφάνι- ση τῶν Ἰουδαϊζουσῶν αἱρέσεων, κύριο γνώρισµα τῶν ὁποίων ἦταν ἡ ἄρνηση τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ τήρηση τῶν ἰουδαϊκῶν ἠθῶν καὶ ἐθίµων. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὁ Χριστὸς ὁ εἰς τοὺς αἰῶνας ἐπεκτεινόµενος, ἀντέδρασε καὶ ἀπέτρεψε τὸν ἐξιουδαϊσµὸ τοῦ Χριστιανισµοῦ, ὅπως ἀπέτρεψε καὶ τὸν ἐξελληνισµό του, τὸν ὁποῖο µέσῳ τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ἐπεδίωξαν ἄλλες αἱρέσεις. Στὴν ἐποχή µας εἶναι ἐµφανεῖς αὐτὲς οἱ ἰουδαΐζουσες µέσα στὸ Χριστιανισµὸ τάσεις, οἱ φιλοϊουδαϊκὲς τάσεις, µερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὑπεν- θυµίζουµε ἐνδεικτικά. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἡγέτες τοῦ Χριστιανισµοῦ, προσπαθοῦν νὰ ἀµνηστεύσουν, νὰ ἀθωώσουν τοὺς Ἑβραίους γιὰ τὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀθωώσουν ἀκόµη καὶ τὸν Ἰούδα. Ἔχουν ἐπινοήσει τὴν θεωρία γιὰ τὶς ἀβρααµικὲς θρησκεῖες, δηλαδὴ τὶς τρεῖς µονοθεϊστικὲς θρησκεῖες ποὺ κατάγονται ἀπὸ τὸν Ἀβραάµ, τὸν Ἰουδαϊσµό, τὸν Χριστιανισµὸ καὶ τὸ Ἰσλάµ, ποὺ πιστεύουν δῆθεν στὸν ἴδιο Θεό, καὶ ἔχουν κοινοὺς προγόνους, τοὺς προφῆτες καὶ πατριάρχες τῆς Παλαιᾶς ∆ιαθήκης. Τὸ χειρότερο δὲ ὅλων εἶναι ὅτι δέχονται καὶ διακηρύσσουν ὅτι καὶ οἱ τρεῖς θρησκεῖες, ἀλλὰ καὶ ἄλλες θρησκεῖες, ἀποτελοῦν ὁδοὺς σωτηρίας, ὅτι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι σώζονται καὶ µέσα σ᾽ αὐτὲς τὶς θρησκεῖες, καὶ ἑποµένως δὲν εἶναι ὁ Χριστός καὶ ἡ Ἐκκλησία του ἡ µόνη ὁδὸς σωτηρίας. Τὶς βλάσφηµες αὐτὲς θέσεις τῶν ἐκπροσώπων τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ τὶς ἀναιρέσαµε παλαιότερα µὲ σχετικὸ βιβλίο µας στηριζόµενοι στὴν Ἁγία Γραφή[1] καὶ στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Στὰ ἐκεῖ λεχθέντα ἐπιθυµοῦµε µὲ τὸ µικρὸ αὐτὸ ἄρθρο νὰ προσθέσουµε ἀκόµη ἕνα λιθαράκι µὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν εὐχὴ νὰ ἀφυπνίσουµε κάποιον καλοπροαίρετο Οἰκουµενιστή, ἀλλὰ κυρίως νὰ προφυλάξουµε ἄλλους ἀπὸ τὰ δίχτυα ποὺ ἁπλώνει παντοῦ ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, τέκνο τοῦ Σιωνισµοῦ καὶ τῆς Μασονίας.

2. Ἂν σώζη ὁ Ἰουδαϊσµός, περιττὸς ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ. Καταργεῖται τὸ Εὐαγγέλιον                

Οἱ ἐκτιµήσεις καὶ οἱ σκέψεις µας προῆλθαν, ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τῆς Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὰ πλαίσια τῶν κηρυγµάτων µας ἐπάνω στὶς ἀποστολικὲς περικοπὲς καὶ τῆς συναφοῦς ἀνάγκης γιὰ ἐπικαιροποίηση τοῦ εὐαγγελικοῦ µηνύµατος. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτή, γεµάτη ἀπὸ προσωπικὸ τόνο καὶ αἰσθήµατα ἀγάπης πρὸς τοὺς Γαλάτας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἔκδηλο θυµό, ὁ Ἀπόστολος ἐπιπλήττει τοὺς Γαλάτας, γιατὶ πολὺ εὔκολα µετατέθηκαν, µεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σὲ ἄλλο εὐαγγέλιο, παρασυρθέντες ἀπὸ ἰουδαΐζοντες αἱρετικούς, ποὺ ἤθελαν νὰ ἀλλάξουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τόσο πολὺ θυµωµένος ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γι᾽ αὐτὴν τὴν εὔκολη µεταστροφή τους, ὥστε λέγει ὅτι ἀκόµη καὶ ἐγὼ ἢ ἄγγελος ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἂν σᾶς διδάξουµε ἄλλο εὐαγγέλιο, διαφορετικὸ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ σᾶς ἐδίδαξα στὴν ἀρχή, νὰ εἴµαστε ἀναθεµατισµένοι. Στὴν τήρηση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν χωροῦν ἐκπτώσεις καὶ ἀνθρωπαρέσκειες· ἂν τοὺς λέγει, ἤµουν ἀρεστὸς στοὺς ἀνθρώπους, δὲν θὰ ἤµουν δοῦλος τοῦ Χριστοῦ. Ἤδη µᾶς δίδει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος δύο χαρακτηριστικὰ τῶν Οἰκουµενιστῶν, ὅπως ἐκείνων τῶν Ἰουδαϊζόντων. Τὸ πρῶτο καὶ βασικὸ εἶναι ὅτι διαστρέφουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ παρασύρουν τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἄλλο εὐαγγέλιο καὶ τὸ δεύτερο ὅτι θέλουν νὰ εἶναι ἀρεστοὶ ὄχι στὸν Θεό, ἀλλὰ στοὺς ἀνθρώπους. Παραθέτουµε τὸ κείµενο, γιατὶ εἶναι πολὺ δυνατό: «Θαυµάζω ὅτι οὕτω ταχέως µετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑµᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον, ὃ οὐκ ἔστιν ἄλλο εἰ µή τινὲς εἰσιν οἱ ταράσσοντες ὑµᾶς καὶ θέλοντες µεταστρέψαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἡµεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑµῖν παρ᾽ ὃ εὐηγγελισάµεθα ὑµῖν, ἀνάθεµα ἔστω. Ὡς προειρήκαµεν, καὶ ἄρτι λέγω· εἴ τις ὑµᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεµα ἔστω. Ἄρτι γὰρ ἀνθρώπους πείθω ἢ τὸν Θεόν; Ἢ ζητῶ ἀνθρώποις ἀρέσκειν; Εἰ γὰρ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤµην»[2]. Ἐπαναλαµβάνει δύο φορὲς τὸ ἀνάθεµα, γιὰ νὰ φοβίσει τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν µπροστὰ στὸν κίνδυνο τῶν αἱρέσεων. Ἔπραττε γι᾽ αὐτὸ ἄριστα ἡ Ἐκκλησία ἐπὶ αἰῶνες ποὺ ἐδιάβαζε τὰ ἀναθέµατα ἐναντίον ὅλων τῶν αἱρετικῶν κατὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ ἔπαυσε δυστυχῶς τώρα νὰ τὰ διαβάζει µὲ συνοδικὴ ἀπόφαση τοῦ 2005, γιατὶ οἱ µὲν Οἰκουµενιστὲς ἐπίσκοποι ἔχουν τὴν συνείδηση, ὀρθῶς, ὅτι ἀναθεµατίζουν τοὺς ἑαυτούς των, οἱ δὲ ἄλλοι, γιατὶ θέλουν νὰ εἶναι ἀρεστοὶ ὄχι στὸ Χριστό, ἀλλὰ στοὺς ἰσχυροὺς Οἰκουµενιστὰς καὶ Μασόνους. Ἐτόλµησε ὁ µητροπολίτης Πειραιῶς Σεραφεὶµ νὰ ἐκφωνήσει ἀνάθεµα τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 2012 ἐναντίον καὶ τῶν Οἰκουµενιστῶν, ἀλλὰ ἐδειλίασε φαίνεται καὶ τὸ ἐσταµάτησε. Τὶ ἔγινε ὅµως µὲ τοὺς Γαλάτες καὶ τοὺς ἐπιπλήττει ὁ Παῦλος ὅτι πίστεψαν σὲ ἄλλο Εὐαγγέλιο; Κάτι πολὺ λιγώτερο πάντως ἀπὸ αὐτὸ ποὺ κηρύσσουν οἱ σηµερινοὶ Ἰουδαΐζοντες τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ θυµὸς τοῦ Ἀποστόλου ἐναντίον τῶν Οἰκουµενιστῶν εἶναι µεγαλύτερος. Ἐδίδασκαν λοιπὸν οἱ ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανοί, ποὺ ἦλθαν στὴν Γαλατία γιὰ νὰ ἀλλάξουν τὸ κήρυγµα τοῦ Παύλου, ὅτι πρέπει καὶ οἱ ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοὶ νὰ περιτέµνωνται καὶ νὰ τηροῦν καὶ ἄλλες διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόµου. Ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστοµος «οἱ ἐξ Ἰουδαίων πιστεύσαντες, ὁµοῦ µὲν τῇ προλήψει τοῦ Ἰουδαϊσµοῦ κατεχόµενοι, ὁµοῦ δὲ κενοδοξίᾳ µεθύοντες, καὶ βουλόµενοι ἀξίωµα διδασκάλων ἑαυτοῖς περιθεῖναι, ἐλθόντες εἰς τὸ Γαλατῶν ἔθνος ἐδίδασκον ὅτι δεῖ περιτέµνεσθαι καὶ σάββατα καὶ νουµηνίας τηρεῖν, καὶ µὴ ἀνέχεσθαι Παύλου ταῦτα ἀναιροῦντος»[3]. ∆ὲν ἐδίδασκαν πάντως τὸ πολὺ χειρότερο ὅτι σώζεται κανεὶς καὶ στὸν Ἰουδαϊσµό, ὅπως πράττουν οἱ σηµερινοὶ Οἰκουµενισταί, διότι τότε θὰ ἐγειρόταν ἀµείλικτο τὸ ἐρώτηµα ἐναντίον τους: Μὰ ἂν σώζεσθε στὸν Ἰουδαϊσµό, γιατί ἤλθατε στὸν Χριστιανισµό, γιατὶ πιστεύσατε στὸν Χριστό; Ἁπλῶς προσπαθοῦσαν νὰ κάνουν καὶ τὸν Χριστιανισµὸ Ἰουδαϊσµό, νὰ ἐξιουδαΐσουν τὸν Χριστιανισµὸ ἐκ τῶν ἔσω. Ἤθελαν νὰ ἐπιβάλουν ὡς ὑποχρεωτικὴ τὴν τήρηση κάποιων διατάξεων τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόµου. Ἂν λοιπὸν σ᾽ αὐτὸ ἀντέδρασε µὲ τόσο θυµὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, σκεφθῆτε πόσο θὰ ἀντιδροῦσε καὶ πόσο λυπεῖται ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ τώρα µὲ τὸν ἰσχυρισµὸ τῶν Οἰκουµενιστῶν ὅτι καὶ στὸν Ἰουδαϊσµὸ καὶ στὸ Ἰσλὰµ καὶ στὶς ἄλλες θρησκεῖες σώζονται οἱ ἄνθρωποι, ἰσχυρισµὸς ποὺ ἀποτελεῖ ἀκύρωση καὶ ἀχρήστευση τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, ἀναίρεση καὶ προσβολὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἀποτελεῖ µετάθεση εἰς «ἕτερον εὐαγγέλιον». ∆ὲν διαβάσαµε πάλιν αὐτὲς τὶς ἡµέρες τὴν δήλωση τοῦ γραφικοῦ πάπα Φραγκίσκου στὶς Ἡνωµένες Πολιτεῖες τῆς Ἀµερικῆς ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Κοράνιο εἶναι τὸ ἴδιο, ἔχουν τὴν ἴδια ἀξία; ∆ὲν θυµόµαστε παρόµοιες δηλώσεις πάλιν καὶ πολλάκις καὶ δικῶν µας «Ὀρθοδόξων» πατριαρχῶν, ἐπισκόπων καὶ θεολόγων, µερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους πρόσφεραν ὡς πολύτιµο δῶρο τό «ἱερό» Κοράνιο; Πολὺ περισσότερο πρὸς ὅλους αὐτοὺς θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος αὐτὸ ποὺ εἶπε πρὸς τοὺς Γαλάτας: «Θαυµάζω ὅτι οὕτω ταχέως µετατίθεσθε ἀπὸ τοῦ καλέσαντος ὑµᾶς ἐν χάριτι Χριστοῦ εἰς ἕτερον εὐαγγέλιον»[4]. Ὀνοµάζει ἀνόητους τοὺς Γαλάτες[5], ποὺ δὲν πείθονται στὴν µοναδικὴ ἀλήθεια τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καὶ στηρίζουν τὶς ἐλπίδες τους στὸν Ἰουδαϊκὸ Νόµο· µὲ ἔµφαση τοὺς λέγει, ὅτι «Χριστὸς ἡµᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόµου γενόµενος ὑπὲρ ἡµῶν κατάρα»[6], λόγια ποὺ τὰ περιέλαβε ἡ Ὀρθόδοξη ὑµνογραφία καὶ τὰ ἐνσωµάτωσε στὸ πολὺ δυνατὸ νοη- µατικὰ ἀλλὰ καὶ µουσικὰ ἀπολυτίκιο τῆς Μ. Πέµπτης: «Ἐξηγόρασας ἡµᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόµου τῷ τιµίῳ σου αἵµατι· τῷ Σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθεὶς τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις, Σωτὴρ ἡµῶν, δόξα σοι». Σώζονται, λοιπόν, µέσα στὴν κατάρα τοῦ νόµου οἱ τοῦ Ἰουδαϊσµοῦ, οἱ τότε καὶ οἱ τώρα, ὅπως διδάσκουν οἱ ἀνοητότεροι τῶν Γαλατῶν Οἰκουµενισταί; Τότε γιατί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ πρώην ζηλωτὴς τοῦ Ἰουδαϊσµοῦ, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, θεωροῦν ὅτι ἀπελευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν κατάρα καὶ τὴν δουλεία τοῦ Νόµου καὶ ζοῦν καὶ χαίρονται τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερία; Ἡ ἐλευθερία αὐτὴ ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊσµό, ἀπὸ τὸ ἰουδαΐζειν, εἶναι τὸ µεγάλο δῶρο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ συνιστᾶ ὁ Παῦλος στοὺς Γαλάτες νὰ κρατηθοῦν σ᾽ αὐτὴν τὴν ἐλευθερία καὶ νὰ µὴ ἐπανέλθουν στὴν δουλεία τοῦ Νόµου· ἂν µόνο ἡ τήρηση τῆς περιτοµῆς ἀχρηστεύει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ, δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτε ὁ Χριστός, πόσο χειρότερα πράττουν καὶ στεροῦν τὴν σωτηρία ὅσοι διδάσκουν ὅτι ὅλος ὁ νόµος, ὁ Ἰουδαϊσµὸς συνολικὰ σώζει; «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστὸς ἡµᾶς ἠλευθέρωσε στήκετε, καὶ µὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. Ἴδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑµῖν ὅτι, ἐὰν περιτέµνησθε, Χριστὸς ὑµᾶς οὐδὲν ὠφελήσει»[7]. Γκρεµίζει πάντως συνθέµελα τὸν Ἰουδαϊσµό, πολὺ περισσότερο τὸν Οἰκουµενισµό, ἡ διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, σύµφωνα µὲ τὴν ὁποία ἀκόµη καὶ οἱ ἐκ γενετῆς, ἐκ φύσεως Ἰουδαῖοι, ὅπως ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, γνωρίζοντας ὅτι δὲν σώζεται κανεὶς µὲ τὰ ἔργα τοῦ Νόµου, παρὰ µόνο µὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, ἐπίστευσαν στὸν Ἰησοῦ Χριστό: «Εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόµου, ἐὰν µὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡµεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαµεν, ἵνα δικαιωθῶµεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ, καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόµου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόµου πᾶσα σάρξ[8]. Ὑπάρχει πιὸ ἀναντίρρητη διαβεβαίωση, πέραν τοῦ παραδείγµατος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅτι κανεὶς δὲν σώζεται µέσα στὸν Ἰουδαϊσµό; «Οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόµου πᾶσα σάρξ». Κορυφώνεται µάλιστα ἡ ἀντιπαράθεση πρὸς τοὺς Ἰουδαΐζοντες κάθε ἐποχῆς καὶ πρὸς τοὺς σηµερινοὺς Οἰκουµενιστὰς µὲ τὸ ἐπιχείρηµα ὅτι ἡ γνώµη περὶ τοῦ ὅτι σώζεται κανεὶς χωρὶς τὸν Χριστό, ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, σηµαίνει ἀθέτηση, ἀπόρριψη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ἂν σώζεται κανεὶς µὲ τὸν Ἰουδαϊκὸ Νόµο, τότε ὁ Χριστὸς εἰς µάτην, δωρεάν, ἀπέθανε, δὲν ὠφέλησε ὁ θάνατός του. «Οὐκ ἀθετῶ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ. Εἰ γὰρ διὰ νόµου δικαιοσύνη, ἄρα Χριστὸς δωρεὰν ἀπέθανεν»[9].

3. Ἐπικαιροποίησις τῶν τοῦ Παύλου ἀπὸ τὸν Ἅγιον Ἰωάννην Χρυσόστοµον διὰ τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς του

 Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος ἑρµηνεύοντας µὲ σειρὰ ὁµιλιῶν τὴν Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολὴ ἐπικαιροποιεῖ τὰ τοῦ Παύλου στὰ προβλήµατα τῆς δικῆς του ἐποχῆς, ἰδιαίτερα ὡς πρὸς τὴν µεγάλη αἵρεση τοῦ Ἀρειανισµοῦ, µικρότερη πάντως τῆς σηµερινῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ. Λέγει λοιπὸν ὅτι κατὰ τὸν Παῦλο ἀνατρέπεται τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἀκόµη καὶ µὲ µικρὲς παραποιήσεις· καὶ ἡ µικρὴ παραποίηση µολύνει καὶ καταστρέφει ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Τί ἔκαναν τότε οἱ Ἰουδαΐζοντες; ∆ὲν ἀµισβητοῦσαν ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως κάνουν οἱ σηµερινοὶ Οἰκουµενισταὶ ποὺ ἀµφισβητοῦν τὴν µοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας. Ἐκεῖνοι ἤθελαν νὰ προσθέσουν µία ἢ δύο διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόµου. Γιὰ νὰ δείξει ὅµως ὁ Παῦλος ὅτι κάθε µικρὴ παραποίηση καταστρέφει τὸ ὅλον, εἶπε ὅτι οἱ Ἰουδαΐζοντες ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο, κηρύσσουν ἄλλο εὐαγγέλιο. Καὶ γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ κατανοητὸ χρησιµοποιεῖ ὁ Χρυσόστοµος τὴν εἰκόνα τοῦ βασιλικοῦ νοµίσµατος, τοῦ ὁποίου ἂν κόψει κανεὶς ἕνα µικρὸ κοµµάτι καθιστᾶ ὁλόκληρο τὸ νόµισµα κίβδηλο, ἄχρηστο. Ἔτσι καὶ στὴν ὑγιαίνουσα πίστη, ὅταν κανεὶς ἀνατρέψει τὸ ἐλάχιστο, καταστρέφει τὸ πᾶν, γιατὶ ἀρχίζει πλέον ἡ πορεία πρὸς τὰ χειρότερα: «Καθάπερ γὰρ ἐν τοῖς βασιλικοῖς νοµίσµασιν ὁ µικρὸν τοῦ χαρακτῆρος περικόψας, ὅλον τὸ νόµισµα κίβδηλον εἰργάσατο· οὕτω καὶ ὁ τῆς ὑγιοῦς πίστεως καὶ τὸ βραχύτατον ἀνατρέψας, τῷ παντὶ λυµαίνεται ἐπὶ τὰ χείρονα προϊὼν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς»[10]. Ἀγανακτεῖ τώρα καὶ θυµώνει µὲ τὴν σειρά του καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος, διότι ἐλέγχοντας τὶς πολὺ σοβαρότερες ἀπὸ τὴν τήρηση τῆς περιτοµῆς αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἔθιγαν βασικὰ δόγµατα τῆς πίστεως, ὅπως ὁ Ἀρειανισµός, ἐπικρινόταν ἀπὸ πολλοὺς ὅτι εἶναι φιλόνεικος καὶ ἐριστικός, ὅπως ἀκριβῶς συκοφαντοῦν καὶ ἐπικρίνουν καὶ ὅσους ἀπὸ ἐµᾶς σήµερα ἀγωνιζόµαστε ἐναντίον τῆς παναιρέσως τοῦ Οἰκουµενισµοῦ, ὁ ὁποῖος ἐκτὸς τῶν ἄλλων παρεκκλίσεων προσβάλλει καὶ ἀκυρώνει τὸ θεµελιῶδες καὶ κορυφαῖο δόγµα τῆς µόνον διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καὶ ἀπολυτρώσεως, τὴν ἀποκλειστικότητα τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας. Λέγει τὰ ἑξῆς ὁ Χρυσορρήµων Πατήρ, καὶ ἂς τὰ προσέξουν οἱ Οἰκουµενισταὶ ποὺ κατηγοροῦν τοὺς ἀγωνιζοµένους ἐναντίον τοῦ Οἰκουµενισµοῦ ὡς ἐριστικούς, ἀκραίους, φανατικούς, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ἀπὸ ἄγνοια καὶ κακὴ ἐµπιστοσύνη πρὸς πλανωµένους πατριάρχες, ἐπισκόπους καὶ λοιποὺς κληρικοὺς καὶ µοναχοὺς ἀποδέχονται καὶ ἀναπαράγουν ἄκριτα αὐτὲς τὶς κατηγορίες, µὲ µεγάλη πνευµατική τους ζηµία, γιατὶ ἀδικοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ συκοφαντοῦν πρόσωπα, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορές οὔτε γνωρίζουν οὔτε συναναστράφηκαν. Ποῦ εἶναι, λέγει, αὐτοὶ ποὺ µᾶς κατηγοροῦν ὡς φιλόνεικους, ὡς ἐριστικούς, λόγῳ τῆς ἀντιθέσεώς µας πρὸς τοὺς αἱρετικούς; Ποῦ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι µεταξὺ µας δὲν ὑπάρχουν διαφορές, ἀλλὰ αὐτὲς προέρ- χονται ἀπὸ ἐγωϊσµοὺς καὶ φιλαρχίες. Ἂς ἀκούσουν ὅτι ὁ Παῦλος διδάσκει ὅτι ἀνέτρεψαν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ αὐτοὶ ποὺ καινοτόµησαν σὲ κάτι µικρό. Πῶς λοιπὸν δὲν ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο οἱ τοῦ Ἀρείου, ποὺ διδάσκουν ὅτι ὀ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι κτίσµα; Πῶς, θὰ προσθέταµε ἐµεῖς, δὲν ἀνατρέπουν τὸ Εὐαγγέλιο αὐτοὶ ποὺ ἀπορρίπτουν τὴν µοναδικότητα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, αὐτοὶ ποὺ θεωροῦν ὅτι σώζεται κανεὶς σὲ θρησκεῖες ποὺ ἀρνοῦνται τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Ἰουδαϊσµὸς καὶ τὸ Ἰσλάµ, δηλαδὴ οἱ Οἰκουµενισταί, καὶ ταυτίζονται ὡς πρὸς αὐτὸ µὲ τὸν Ἀρειανισµό; ∆ὲν ἄκουσες, συνεχίζει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος, ὅτι στὴν Παλαιὰ ∆ιαθήκη καὶ ξύλα µόνο νὰ µάζευε κανεὶς τὸ Σάββατο καὶ µία ἐντολὴ νὰ παρέβαινε, καὶ µάλιστα ὄχι µεγάλη, ἐτιµωρεῖτο αὐστηρότατα; Ὅτι ὁ Ὀζὰ ποὺ στήριξε τὴν Κιβωτὸ ποὺ κινδύνευε νὰ ἀνατραπεῖ, πέθανε ἀµέσως, διότι ἔκανε ἔργο ποὺ δὲν τοῦ ἀνῆκε, δὲν ἦταν δική του διακονία; Ἂν λοιπὸν ἡ παράβαση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου καὶ τὸ ἄγγιγµα τῆς Κιβωτοῦ ποὺ ἔπεφτε, προκάλεσαν τέτοια ἀγανάκτηση στὸν Θεό, ὥστε αὐτοὶ ποὺ τὰ τόλµησαν νὰ µὴ τύχουν οὔτε τὴν παραµικρὴ συγγνώµη, αὐτὸς ποὺ καταστρέφει δόγµατα φρικτὰ καὶ ἀπόρρητα, θὰ µπορέσει νὰ ἀπολογηθεῖ καὶ νὰ συγχωρηθεῖ; «Ὁ δόγµατα φρικτὰ καὶ ἀπόρρητα λυµηνάµενος, οὗτος ἀπολογίας τεύξεται καὶ συγγνώµης;» Εἶναι ἀδύνατο νὰ συµβεῖ αὐτὸ, ἀδύνατο. «Οὐκ ἔστι ταῦτα, οὐκ ἔστι». Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ἡ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν µέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὅτι δὲν ἀγανακτοῦµε καὶ γιὰ τὰ µικρά. Γι᾽ αὐτὸ καὶ µπῆκαν τὰ µεγάλα ἁµαρτήµατα, ἐπειδὴ δὲν διορθώνουµε τὰ µικρά. Καὶ ὅπως συµβαίνει στὰ ἀνθρώπινα σώµατα, ὅποιοι ἀδιαφορήσουν γιὰ τὰ τραύµατα, προκαλοῦν πυρετούς, γάγγραινα καὶ θάνατο, ἔτσι καὶ στὶς ψυχές, αὐτοὶ ποὺ παραβλέπουν τὰ µικρά, εἰσάγουν τὰ µεγαλύτερα. ∆ίνει στὴ συνέχεια µερικὰ παραδείγµατα ὁ µέγας διδάσκαλος τῆς Ἀντιοχείας, τῆς Κωνσταντινούπολης, ἀλλὰ καὶ τῆς Οἰκουµένης, ὄντως οἰκουµενικὸς πατριάρχης, τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ καταστήσουν προσεκτικοὺς τοὺς διαδόχους του, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἀξιωµατούχους, γιὰ τὴν θεραπεία παλαιῶν σχισµάτων, ποὺ ἔγιναν ἐξ αἰτίας τους, ἀλλὰ καὶ νέων ποὺ ἐνεργοῦνται καὶ θὰ ἐνεργηθοῦν καὶ πάλι ἐξ αἰτίας τους. Ὁ ἕνας, λέγει, κάνει λάθος σὲ ὅσα ἰσχυρίζεται γιὰ τὴν νηστεία, ἀλλὰ δὲν πειράζει, δὲν εἶναι µεγάλο ἁµάρτηµα. Ἄλλος ἀκολουθεῖ τὴν ὀρθὴ πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, ὑποκρίνεται ὅµως, λόγῳ τῆς ἐποχῆς καὶ πρόδωσε τὴν παρρησία, δὲν ὁµιλεῖ, δὲν ὁµολογεῖ· οὔτε αὐτὸ εἶναι µεγάλο δεινό. Ἄλλος ἐξοργισµένος ἀπειλεῖ, ὅτι θὰ ἀποστατήσει ἀπὸ τὴν ὀρθὴ πίστη· οὔτε αὐτὸ εἶναι ἄξιο τιµωρίας, γιατὶ λένε τὸ κάνει ἀπὸ ὀργὴ καὶ θυµό. Καὶ µπορεῖ κανεὶς νὰ βρεῖ µύρια ἄλλα τέτοια ἁµαρτήµατα κάθε µέρα νὰ εἰσάγονται στὶς ἐκκλησίες. Γι᾽ αὐτὸ καὶ γίναµε καταγέλαστοι στοὺς Ἰουδαίους καὶ στοὺς Ἕλληνες (εἰδωλολάτρες), ἐπειδὴ ἡ Ἐκκλησία ἔχει γεµίσει ἀπὸ σχίσµατα. ∆ιότι, ἂν ὅσοι ἐπιχειροῦσαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ ἀθετήσουν θείους θεσµοὺς καὶ νὰ κάνουν µερικὲς ἀλλαγές, δέχονταν τὴν κατάλληλη ἐπιτίµηση, δὲν θὰ εἶχε γεννηθῆ αὐτὴἡἀρρώστια τῶν αἱρέσεων καὶ δὲν θὰ εἶχε καταλάβει τὶς ἐκκλησίες αὐτὸς ὁ χειµώνας: «Εἰ γὰρ οἱ παρὰ τὴν ἀρχὴν ἀποπηδᾶν τῶν θείων θεσµῶν ἐπιχειροῦντες καὶ µικρόν τι παρακινεῖν τῆς προσηκούσης ἐτύγχανον ἐπιτιµήσεως, οὐκ ἂν ὁ παρὼν ἐτέχθη λοιµός, καὶ τοσοῦτος χειµὼν τὰς Ἐκκλησίας κατέλαβεν»[11].

Ἐπίλογος

Ἡ Ἐκκλησία ἐπρόσεξε αὐτὲς τὶς ἐπισηµάνσεις τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόµου καὶ µὲ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Οἰκουµενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων ἀλλὰ καὶ µὲ τὴν ὁµόφωνη γνώµη τῶν Ἁγίων Πατέρων µὲ ἀκρίβεια καὶ µὲ λεπτοµέρειες ὅρισε τὶς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων πρὸς τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς θρησκεῖες, ἰδιαίτερα πρὸς τὸν Ἰουδαϊσµό, ποὺ διακρίθηκε καὶ διακρίνεται γιὰ τὴν µεγάλη του ἐχθρότητα ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Πολλοὶ σηµερινοὶ «Ὀρθόδοξοι» ἡγέτες ἀκολουθοῦν τὸν παναιρετικὸ πάπα καὶ ἰουδαΐζουν· ντρέπεται κανεὶς γι᾽ αὐτήν τὴν κατάπτωση καὶ τὴν παρακµή· εἶναι γεµᾶτες οἱ στῆλες τοῦ ἠλεκτρονικοῦ καὶ ἔντυπου τύπου ἀπὸ ἐπισκέψεις σὲ συναγωγές, συµπροσευχὲς καὶ συµπόσια µὲ ραββίνους, ἐγκώµια πρὸς τοὺς σταυρωτὰς τοῦ Χριστοῦ, φιλοφρονήσεις καὶ ἀσπασµοὶ τοῦ Ἰούδα. Ἤδη σὲ ἔντυπες ἐκδόσεις τοῦ «Τριωδίου» καὶ τῆς «Μεγάλης Ἑβδοµάδος» τῆς Ἀποστολικῆς ∆ιακονίας, ἔχουν ἀφαιρεθῆ ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τῶν ἐγκωµίων τοῦ ὄρθρου τοῦ Μ. Σαββάτου ὅσα τροπάρια ἀναφέρονται µὲ σκληροὺς χαρακτηρισµοὺς στοὺς Ἑβραίους, ὄχι σκληρότερους πάντως ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἐχρησιµοποίησαν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡµῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ὄντως ἰουδαΐζουν οἱ Οἰκουµενισταί καὶ κηρύσσουν «ἕτερον εὐαγγέλιον».


Σηµειώσεις:
 [1]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Διαθρησκειακὲς Συναντήσεις. Ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσβολὴ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, Θεσσαλονίκη 2003. [2]. Γαλ. 1, 6-10. [3]. Ὑπόμνημα εἰς τὴν Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολήν, κεφ. Α´, 1 PG 61, 613. [4]. Γαλ. 1, 6. [5]. Γαλ. 3, 1. [6]. Γαλ. 3, 13. [7]. Γαλ. 5, 1-2. [8]. Γαλ. 2, 15-16. [9]. Γαλ. 2, 21. [10]. Ἔνθ᾽ ἀνωτ. Α´, 6, PG 61, 622. [11]. Αὐτόθι, 6, PG 61, 622- 623. 15-10-2015 http://www.impantokratoros.gr/487F5E43.el.aspx

Δεν υπάρχουν σχόλια: