Μπροστά στόν βασιλιά τῆς Ἰουδαίας Ἀγρίππα καί στόν Ρωμαῖο ἡγεμόνα Φῆστο, ὁ ἀπ. Παῦλος εἶχε, κάποια στιγμή τῆς θεοκίνητης ζωῆς του, τήν εὐκαιρία νά ἀπολογηθεῖ για τήν πίστη του. Στήν λαμπρότητα τῆς βασιλικῆς αὐλῆς καί στήν μεγαλοπρέπεια τῆς ρωμαϊκῆς ἰσχύος, ὁ ἀπόστολος μέ τίς χειροπέδες ἀντέταξε τό φῶς τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τήν δύναμη τοῦ θείου λόγου. Πρέπει, ὅμως, νά ῾χεις γερά μάτια, γιά ν᾽ ἀντικρύσεις τό φῶς, και πρέπει νά σκύψεις ταπεινά, γιά να πάρεις πάνω σου τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ· κι ὁ Φῆστος δέν μποροῦσε. Τόν τύφλωσε ἡ διαφθορά τῆς ζωῆς του, ἡ φιλαργυρία κι ἡ φιληδονία του· τόν κρατοῦσε ἀλύγιστο ὁ ἐγωισμός κι ἡ κενοδοξία του. Γι᾽ αὐτό, δέν ἀφήνει τόν Παῦλο νά συνεχίσει, ἀλλά «μεγάλῃ τῇ φωνῇ», σάν γιά να σκεπάσει καί τήν ἀντίρρηση τῆς ἴδιας του τῆς καρδιᾶς, «ἔφη· Μαίνῃ, Παῦλε· τά πολλά σε γράμματα εἰς μανίαν περιτρέπει» (Πρξ 26,24). Εἶναι ἕνας διάλογος, πού δεν ἔπαψε νά ἐπαναλαμβάνεται μέσα στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, κάθε φορά μέ διαφορετικό σχῆμα, ἀλλά πάντοτε μέ τό ἴδιο περιεχόμενο.
Μιά κατακραυγή τοῦ κόσμου, πού δέν ἐννοεῖ νά μετανοήσει, ἐναντίον τῶν πιστῶν, πού μέ τήν μετάνοιά τους ζοῦν καί καταγγέλλουν τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μαίνεσθε, τρελλαθήκατε! μᾶς λένε. Κι ἐμεῖς, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀπαντοῦμε μέ τό στόμα τοῦ ἀποστόλου· «Οὐ μαίνομαι, κράτιστε Φῆστε, ἀλλά ἀληθείας καί σωφροσύνης ρήματα ἀποφθέγγομαι» (Πρξ 26,25). Αὐτό πού ἀποκαλεῖ μανία ὁ ὁποιοσδήποτε Φῆστος εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ σωφροσύνη. Μανία λέγεται σήμερα ἡ διαφύλαξη τοῦ δόγματος στό ἀκέραιο, σέ ἀντίθεση μέ μιά ὕπουλη πολιτική, πού θεοποιεῖ τήν ἀγάπη καί προφασίζεται τήν ἑνότητα, γιά νά διαφθείρει την ἀλήθεια. Μανία καί ἀνωμαλία λέγεται ὁ ἀγώνας γιά τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί τήν ἁγνότητα τοῦ σώματος, ἐνάντια στήν σύγχρονη φιλοσοφία, πού ἐξιδανικεύει τον ἐλεύθερο ἔρωτα καί χλευάζει την παρθενία, γιά νά ἱκανοποιήσει την σάρκα καί τά πάθη της.Ἀλλά αὐτήν τήν κατηγορία
μόνο μανιακοί μποροῦν νά τήν ἀποδεχθοῦν, ἄνθρωποι πού ἔχασαν τό λογικό τους,
τόν ὑγιῆ τρόπο νά σκέπτονται καί νά κρίνουν σύμφωνα με τό συμφέρον τῆς ἀνθρώπινης
ὑποστάσεώς τους. Πράγματι, ὅταν ξέρεις ὅτι ἡ ἀτόφια ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ
πλουτίζει τήν ὕπαρξή σου με σοφία καί εἰρήνη, ὅταν βλέπεις ὅτι ἡ καθάρια ζωή τοῦ
εύαγγελίου γλυκαίνει τό εἶναι σου μέ χαρά καί ἁρμονία, πῶς μπορεῖς νά τά ὀνομάσεις
μανία; Τό φαινόμενο, ὅμως, ἔχει την ἐξήγησή του. Ἡ ἀλήθεια καίει τον ἄνθρωπο,
πού βρίσκεται στό ψέμα, καί ἡ ἁγνότητα κεντᾶ αὐτόν πού εἶναι πεσμένος στήν
βρωμιά, τον ἐλέγχει καί τον ἐνοχλεῖ, ὥστε να ψάχνει γιά μιά διέξοδο στήν ντροπή
του, μιά φυγή ἀπό τήν ἐνοχή. Και ἐπειδή δέν βρίσκει τήν δύναμη να πεῖ· «Τί με
δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ;» (Πρξ 16,30), ξεσπᾶ στήν ἀδυναμία του· «Μαίνη, Παῦλε!»,
λέει. Χαρακτηρίζει τό ἄσπρο μαῦρο καί τό μαῦρο ἄσπρο· ἀποκαλεῖ τρελό ἐκεῖνον
πού ἔχει σώας τάς φρένας. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτο μάλιστα ὅτι ἡ λέξη μανία, πού
σημαίνει παραφροσύνη, ἀποτελεῖ στήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα τήν ἀκριβῶς ἀντίθετη
ἔννοια τῆς λέξεως σωφροσύνη! Στήν περίφημη ὑπόθεση «Το κράτος τοῦ Θεοῦ», γύρω ἀπό
την ἀληθινή ἱστορία τοῦ κράτους, πού ἵδρυσαν οἱ Ἰησουῖτες στήν Παραγουάη και
κυβερνοῦσαν σύμφωνα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀκοῦμε τον δικαστή νά λέει στόν ἱερωμένο
ἔπαρχο τοῦ κράτους·
Δικαστής: Εἶναι ὁλοφάνερο·
οἱ καταγγελίες, πού ὑποβλήθηκαν ἐναντίον σας, εἶναι ψεύτικες. Δεν ἀπειθήσατε
ποτέ στόν βασιλιά. Δεν καταπιέζετε τόν λαό σας. Οὔτε κάνετε αἰσχροκέρδεια στό ἐμπόριό
σας. Δέν ἔχετε ἀργυρορυχεῖα οὔτε κρυφούς θησαυρούς. Θά διαφωτίσω τόν βασιλιά.
Θά τοῦ ἀναπτύξω τήν ταπεινότητα ὅλων αὐτῶν τῶν συκοφαντιῶν. Ἀλλά τό κράτος
σας.., τό κράτος σας πρέπει νά διαλυθεῖ!
Ἔπαρχος: Πῶς;
Δικαστής: Τό κράτος σας
πρέπει νά διαλυθεῖ!
Ἔπαρχος: Πρέπει... νά
διαλυθοῦμε; Ἐμεῖς;
Δικαστής:: Σεῖς!
Ἔπαρχος: Μᾶς ἐπιβεβαιώνετε
πώς δέν ἔχουμε ἄδικο, κι ὅμως θέλετε νά μᾶς καταστρέψετε;
Δικαστής: Ἄδικο! Ἄδικο! Ἄδικο!
Ὅλοι μας ἀδικοῦμε! Δέν ὑπάρχει κανένα κράτος σʼ αὐτόν τόν κόσμο, πού νά μή εἶναι
φορτωμένο μέ ὁλοφάνερες ἀδικίες. Ἡ ἀδικία, ὅμως, δέν διέλυσε ποτέ κανένα
κράτος. Ὅμως σᾶς κατηγοροῦν γιά κάτι πολύ πιό σοβαρό.
Ἔπαρχος: Πιό σοβαρό;
Δικαστής: Ναί, σᾶς
κατηγοροῦν πώς ἔχετε δίκιο.
Ἔπαρχος: Τό δίκιο εἶναι μέ
το μέρος μας!
Δικαστής: Εἶναι ἀσυγχώρητο.
Κι ἐπειδή ἔχετε δίκιο, πρέπει νά καταστραφεῖτε· νά καταστραφεῖτε ἀδυσώπητα!
Ἔπαρχος: Ναί, μά... μή ἔχετε
χάσει τά λογικά σας;
Δικαστής: Θά τά εἶχα
χάσει, ἄν μιλοῦσʼ ἀλλιώτικα. Τί ἔχετε δημιουργήσει σʼ αὐτή τήν χώρα; Σʼ αὐτές τις
στέπες καί τά παρθένα δάση, ὅπου δέ θά πατούσαμε ποτέ τό πόδι μας χωρίς ἐσᾶς; Ἕνα
βασίλειο ἀγάπης καί δικαιοσύνης! Σπέρνετε καί θερίζετε χωρίς νά νιώθετε τήν ἀνάγκη
τοῦ κέρδους, αἴνους τραγουδοῦν γιά σᾶς οἱ Ἰνδιάνοι κι ἐγκαταλείπουν τούς Ἱσπανούς
ἀποίκους μας. Τά προϊόντα σας ταξιδεύουν σʼ ὅλον τόν κόσμο κι οἱ Σπανιόλοι ἔμποροι
κοντεύουν νά χρεωκοπήσουν. Σʼ ἐσᾶς βασιλεύει γαλήνη καί καλοπέραση, ἐνῶ ἡ
πατρίδα μας ἡ Ἱσπανία γνωρίζει τήν ἀθλιότητα καί τήν δυσαρέσκεια. Τήν χώρα
τούτη πού κατακτήσαμε, χύνοντας τό αἷμα μας, τήν κάνατε σεῖς μεγάλη, ἐναντίον μας!
Εἶσθε ἕνας μικρός λαός μέσα στό κράτος μας, κι ἐμεῖς, οἱ παντοδύναμοι, πρέπει νά
τρέμουμε μπρός στό παράδειγμά σας! Ἐμεῖς ἁπλωνόμαστε χάρη στούς πολέμους μας, ῾σεῖς
μέ τήν εἰρήνη. Σκορπιζόμαστε σάν τά ψίχουλα, συγκεντρώνεσθε, αὔριο θά ʼχετε 35
κοινότητες, σέ λίγα χρόνια 70. Σέ πόσον καιρό, ὅλη τήν ἤπειρο; Καί σᾶς πέρασε ἀπʼ
τον νοῦ πώς θά καθόμαστε νά τά βλέπουμε ὅλʼ αὐτά, χωρίς νά τά ἐμποδίσουμε; Μά
θά ʼμαστε τρελοί νά μη σᾶς διώξουμε πρίν νά ʼναι πολύ ἀργά! Πρέπει νά ἐξαφανισθεῖτε!
Ἐν ὀνόματι αὐτῆς τῆς ἴδιας αὐτοκρατορίας, πού σᾶς ἐπέτρεψε νά κάνετε ἐδῶ τό ἐκπολιτιστικό
σας πείραμα. Δρόμο! Τέρμα στό πείραμα, πού μπορεῖ νά μᾶς γίνει ἐπικίνδυνο!
Τέρμα! Αὐτή εἶναι ἡ παράλογη λογική τῶν ἀνθρώπων δίχως Θεό ἤ μέ τον Θεό στό
περιθώριο τῆς θρησκευτικῆς τους ζωῆς. Τήν βλέπουμε στις μέρες μας νά
συστηματοποιεῖται και νά ὀργανώνεται, νά παίρνει την μορφή ἐκστρατείας καί νά ἐπιτίθεται
ἐναντίον ἐκείνων πού ζοῦν μέ πίστη καί ἁγνότητα. Ζητᾶ νά παρασύρει τούς νέους,
νά κλονίσει τους ἐγγάμους, νά ξεγελάσει τούς εὐσεβεῖς. Ἀλλά ἡ ἀπάντηση εἶναι ἕτοιμη.
Ναί, μέσα σʼ αὐτόν τόν κόσμο τῆς ἀπάτης καί τῆς ἀκαθαρσίας, μπρός στά μάτια μιᾶς
νοοτροπίας πού ἔχει ἀλλάξει ἐτικέτες στίς αἰώνιες ἀξίες, πού παραφρόνησε κι ἔκανε
τήν παραφροσύνη της κανόνα ζωῆς, ἡ ἀλήθεια καί ἡ σωφροσύνη ἀποτελεῖ μιά τρέλα,
μιά μανία, ἀλλά μία ἅγια μανία. Εἶναι τρέλα, γιατί τολμᾶ να πάει κόντρα μέ ἕναν
ὁλόκληρο κόσμο, πού τήν μάχεται καί τήν σαρκάζει. Ἀλλά εἶναι ἅγια, διότι ἔχει ἐμπνευστή
καί ὑπερασπιστή τόν Κύριο, πού νίκησε την ἁμαρτία μέ την ἀνάστασή του καί
μεταμορφώνει τήν ἀνθρώπινη φύση μέ τήν χάρη του. Ἔτσι, ὁ χριστιανός πού ἐμβολιάζεται
πάνω στό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας του,
ξεπερνᾶ τήν λογική καί βιώνει τό ὑπέρλογο· ὑποτάσσει τήν φύση καί ζῆ τό ὑπερφυσικό.
Μιά τέτοια ἅγια μανία, σίγουρα θά τήν ζήλευαν οἱ τραγικοί σοφοί τῆς ἐποχῆς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου