Τριαντάφυλλος ο ένδοξος Νεομάρτυς του Χριστού ήτο από την Ζαγοράν της Μαγνησίας, κειμένην πλησίον της πόλεως Βόλου, γεννηθείς περί τα μέσα της ζοφεράς δουλείας της γλυκυτάτης μας πατρίδος, της Ελλάδος, υπό τους Τούρκους, ήτοι περί το έτος αφξγ΄(1663). Ούτος εργαζόμενος ως ναύτης εις τα πλοία όταν ήτο περίπου δεκαεπταετής, συνελήφθη δι’ άγνωστον εις ημάς αιτίαν υπό των Τούρκων, εβιάζετο δε υπ’ αυτών να αρνηθή την πάτριον αυτού αληθή πίστιν του Χριστού και να ασπασθή την μιαράν θρησκείαν των Αγαρηνών. Ο Τριαντάφυλλος όμως, το ευωδέστατον αυτό ρόδον της Ορθοδόξου πίστεως, επροτίμησε να λάβη μυρίους θανάτους παρά να αρνηθή τον Χριστόν. Ποικιλοτρόπως όθεν βασανιζόμενος, αλλά μένων αδιάπτωτος και κραυγάζων· «Χριστιανός είμαι, δεν αρνούμαι τον Σωτήρα μου Χριστόν», εθανατώθη υπό των Αγαρηνών εν αυτή ταύτη τη βασιλίδι των πόλεων, τη Κωνσταντινουπόλει, εν έτει αφπ΄ (1680) από Χριστού, Αυγούστου η΄ (8), και το μεν νεαρώτατον αλλά πολύαθλον αυτού σώμα παρέμεινεν εις την γην υπέρ πάντα τα ρόδα και τα μύρα ευωδιάζον, η δε μακαρία αυτού ψυχή ανήλθεν εις τα ουράνια και έλαβε παρά του αθλοθέτου Χριστού τον της νίκης αμάραντον στέφανον.
ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ Εις τον Άγιον Νεομάρτυρα Τριαντάφυλλον.
Μαρτυρικήν εορτήν εορτάζομεν σήμερον, αδελφοί, και πάσα ψυχή ευσεβής και
φιλομάρτυς χαίρει πνευματικώς και σκιρτά. Νέου Μάρτυρος μνήμη εν τη Εκκλησία
του Χριστού ανέτειλεν υπέρ τας ηλιακάς αυγάς, και πάντα των Ορθοδόξων
Χριστιανών τα πληρώματα καταυγάζει ταις μυστικαίς ακτίσι των αγώνων αυτού, και
φωτός νοητού πληροί τας καρδίας και τα πρόσωπα ημών, και προς δόξαν και αίνον
του αθλοθέτου Χριστού, του δοξαζομένου εν τοις Αγίοις αυτού, διεγείρει πάντας
ημάς· διότι δόξα Χριστού ανεδείχθησαν οι Μάρτυρες ως δοξάσαντες το Άγιον αυτού
όνομα και υπέρ παν όνομα, η δε αγία αυτών μνήμη χαράς ημίν πνευματικής
υπόθεσις, και ευφροσύνης θείας πρόξενος γίνεται, τοις εν πνεύματι και αληθεία
εορτάζουσι, κατά την φωνήν: «Εγκωμιαζομένου δικαίου ευφρανθήσονται λαοί». Τούτο
βλέπομεν και σήμερον πληρούμενον εν τη πανσέπτω μνήμη και εορτή του νέου του
Χριστού αριστέως και καλλινίκου Μάρτυρος, του οποίου τους αγώνας και άθλους
γεραίρομεν, και την νίκην και τα έπαθλα θαυμάζομεν, και τον δοξάσαντα και
θαυμαστώσαντα τούτον Κύριον δοξάζομεν· «τους δοξάζοντάς με δοξάσω» λέγει
Κύριος. Αλλά ποίος ούτος ο νέος του Χριστού αθλοφόρος, ο δοξάσας τον Κύριον,
και παρ’ αυτού θαυμαστώς δοξασθείς; Ο βαστάσας τα στίγματα του Σωτήρος και
αγώνας αθλητικούς ακολουθήσας ως αρνίον άκακον τω μεγάλω ποιμένι, «τω τυθέντι
υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας»; Ο αρτίως ως αστήρ εωθινός ανατείλας τη
αγία και ορθοδόξω του Χριστού Εκκλησία, και πάντας καταυγάσας τοις υπέρ τοις
ευσεβείας αγώσιν αυτού και θείοις σκάμμασι; Τριαντάφυλλος ούτος είναι, ο εν
ακμή της ηλικίας γηραιόν επιδειξάμενος φρόνημα και τον αρχέκακον εχθρόν και
πολέμιον δράκοντα, εν αυτώ τω άνθει της νεότητος καταβαλών. Τριαντάφυλλος το
ηδύπνευστον και αμάραντον ρόδον της ευσεβείας, το οποίον κατευωδίασε τας ψυχάς
ημών δια της μυστικής ευωδίας του αγίου Πνεύματος, αθλήσας νομίμως υπέρ Κυρίου.
Τριαντάφυλλος το ευωδέστατον άνθος της αφθαρσίας και πάλλευκον κρίνον του
ουρανίου λειμώνος το διαπνέον ημίν την οσμήν της θείας και Ορθοδόξου Πίστεως.
Τριαντάφυλλος, ο των πάλαι Μαρτύρων εφάμιλλος και ισοστάσιος και των κλεινών
Νεομαρτύρων το θείον αγλάϊσμα· ο της ευσεβείας δοξάσας δι’ αθλητικών σκαμμάτων
το μέγα μυστήριον και της ασεβείας καταβροντήσας και ταπεινώσας την έπαρσιν· ο
την καλήν της αγίας ημών Πίστεως ομολογίαν εναντίον ηγεμόνων ασεβών ομολογήσας,
και της πλάνης τας σοφιστείας τη άνωθεν σοφία και τω λόγω της χάριτος
καταισχύνας· ο εν ανδρεία ψυχής τον ιερόν αγώνα αναδεξάμενος και τούτον νομίμως
διανύσας και της νίκης τον άφθαρτον στέφανον παρά Κυρίου λαβών. Τριαντάφυλλος,
το γλυκύκαρπον κλήμα της αμπέλου της ζωής, το καρποφορήσαν ημίν του μαρτυρίου
τους ψυχοτρόφους βότρυας· Τριαντάφυλλος, των Ορθοδόξων το καύχημα και ηδύτατον
άκουσμα και θείον εντρύφημα. Τριαντάφυλλος, των Ζαγοραίων το έξοχον
σεμνολόγημα, και περιφανές ωράϊσμα· ο λαμπρός στρατιώτης της παρατάξεως του
Κυρίου, ο εν εσχάτοις καιροίς μαρτυρικώς ανδραγαθήσας και πληρώσας ημάς
ευφροσύνης και αγαλλιάσεως, τη αγία και νικηφόρω αυτού αθλήσει. Ούτος ημάς,
αδελφοί, ο καλλίνικος αριστεύς συγκαλεί σήμερον προς εορτήν αγίαν και
πνευματικήν φαιδρότητα και μυσταγωγίαν ουράνιον. Προσέλθωμεν πάντες εν καθαρά
καρδία και φαιδρώ προσώπω όπως, εορτάζοντες την αγίαν αυτού πανήγυριν,
θαυμάσωμεν την ψυχικήν αυτού φρόνησιν, την ανδρείαν του φρονήματος, το
ακατάπληκτον της καρδίας και τας λοιπάς αθλητικάς αυτού αρετάς και αγώνας, δια
των οποίων εδόξασε της δόξης τον Κύριον. Ουδόλως εφείσθη ο μακάριος της
νεανικής αυτού ακμής και ηλικίας, ουδέ εις τα προτεινόμενα παρά των απίστων
θελκτικά αγαθά και πλουσίας δωρεάς εθελχθη το παράπαν, αλλ’ ούτε των τιμωριών
και βασάνων την δριμύτητα, και αυτόν τον επώδυνον θάνατον επτοήθη, αλλά κάτοχος
γενόμενος της θείας αγάπης, και ένδον εν τη ψυχή αυτού φέρων το θείον και άϋλον
πυρ, όπερ ήλθε βαλείν ο Χριστός επί της γης, πάντων εδείχθη ανώτερος και πάντα
ως φθαρτά και παρερχόμενα, σκύβαλα κατά Παύλον, ελογίσατο, ίνα Χριστόν κερδήση,
των εφετών το ακρότατον, τον οποίον και
εκέρδησεν απαρνησάμενος κόσμον και εαυτόν, και θανατωθείς υπέρ του ονόματος του
Κυρίου προθυμότατα. Δια τούτο και επαξίως εδοξάσθη και του ξύλου της ζωής τον
καρπόν ετρύγησε κληρονόμος μεν Θεού και συγκληρονόμος Χριστού γενόμενος. Τούτον
τον μακάριον αθλητήν και αήττητον του Χριστού στρατιώτην εβλάστησεν ως
ευωδέστατον ρόδον, ή μάλλον ως κατάκαρπον και γλυκύκαρπον και αειθαλή φοίνικα,
η εν τη επαρχία της Δημητριάδος κωμόπολις Ζαγορά, η εκ τούτου γενομένη πανταχού
περίβλεπτος, και εις πάντα κόσμον εξάκουστος· διότι καύχημα και στέφανος γονέων
παίδες, και δόξα και κλέος πόλεων και χωρών οι εξ αυτών βλαστήσαντες και υπέρ
Χριστού αθλήσαντες κακκίνικοι Μάρτυρες, ων εις και ο εις έπαινον προκείμενος
Νεομάρτυς Τριαντάφυλλος. Μη έχοντες επαρκή στοιχεία της κατ’ αυτόν ιστορίας,
δυνάμεθα να κρίνωμεν τα πρότερα εκ των υστέρων· δυνάμεθα δηλαδή εκ του καρπού
να γνωρίσωμεν το δένδρον, και εκ του βλαστήματος τας καλάς ρίζας. Η υπέρ
Χριστού άθλησις αυτού, ο γλυκύτατος δηλονότι καρπός των ιερών τούτου αγώνων,
δεικνύει εις ημάς σαφέστατα οποίος υπήρξεν ούτος ο ευκλεής Νεομάρτυς
Τριαντάφυλλος, οποίαν καθαρότητα ζωής, χρηστότητα τρόπων, σεμνότητα ήθους και
ευθύτητα ψυχής είχε κατορθώσει. Η θεία αυτού άθλησις δίδει εις ημάς το δικαίωμα
να παραδεχθώμεν τούτον τύπον Χριστιανικού και ανεπιλήπτου βίου εν ακμή ηλικίας,
ζώντος ως τέκνον φωτός «εν μέσω γενεάς σκολιάς», κατά τον θείον Παύλον, και
φαινόμενον, κατά την του Άσματος φωνήν, «Ως άνθος του πεδίου και ως κρίνον εν
μέσω ακανθών». Ζων τοιουτοτρόπως ο μακάριος Τριαντάφυλλος Χριστιανικόν
αυτουργικόν βίον, και τελών υπομίσθιος εν τινι ναυκλήρω, εφύλαττεν εν τη καρδία
αυτού ασφαλώς τον πολύτιμον θησαυρόν, τον ακτινοβολούντα αδάμαντα της ορθοδόξου
αγίας ημών Πίστεως, και την ουράνιον φλόγα της προς Χριστόν αγάπης απαραμείωτον
και άσβεστον διετήρει· όπερ βλέπων με φθονερόν βλέμμα ο βάσκανος εχθρός, ως
λέων κατ’ αυτού ωρύετο, αλλά μάταιαι και κεναί απέβαινον αι επίνοιαι αυτού, και
ουδέν εκ τούτων όφελος προσεπορίζετο· διότι ο
Τριαντάφυλλος έχων την θείαν βοήθειαν σύμμαχον έλεγε συν τω θείω Δαβίδ·
«Προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου εστιν ίνα μη σαλευθώ». Την θείαν λοιπόν του Χριστού
ενδεδυμένος δύναμιν ως θώρακα και πανοπλίαν ουράνιον, αποδύεται προς τους
αγώνας της αθλήσεως με θάρρος αήττητον και σθένος ακαταμάχητον, και
κατατροπώνει εν αυτοίς τον πολέμιον και περιφανώς θριαμβεύει εν ασθενεία σαρκός
και μέγα τρόπαιον νίκης εγείρει, λέγων συν τω θείω Παύλω· «Ιησούς Χριστός χθες
και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Τις να μη θαυμάση την νίκην αυτού;
Ποίος ευσεβής να μη εκπλαγή, βλέπων ένα νεανίαν δεκαεπταετή την ηλικίαν, άοπλον
και απτόητον, αλλά πλήρη πίστεως και ουρανίου φρονήματος, να ίσταται ενώπιον
κριτών φρυαττόντων επί δυνάμει και πανόπλων τυράννων, βοώντα και λέγοντα
διαπρυσίως: «Χριστιανός είμαι, ουδόλως αρνούμαι τον Σωτήρα μου Χριστόν τον Θεόν
μου». Ω της ανδρείας σου, αθλητά Τριαντάφυλλε! Ω της μακαρίας σου φωνής, δι’ ης
ωμολόγησας την καλήν της ευσεβείας ομολογίαν! Ταύτην την λαμπράν ομολογίαν σου
ακούσαντες οι δυσσεβείς επτοήθησαν, οι ευσεβείς υπέρ εκ περισσού εχάρησαν, οι
δαίμονες έφριξαν και οι Άγγελοι εθαύμασαν και ύμνησαν. «Χριστιανός είμαι». Μακάριον
το στόμα σου, όπερ εξεφώνησε την ουράνιον ταύτην φωνήν, την πλήρη ζωής και
αγιασμού, την ζωοποιούσαν και αγιάζουσαν τους δεχομένους αυτήν μετά πίστεως.
Ωμολόγησας τον Κύριον ενώπιον ασεβών και κριτών αδίκων, θα ομολογήση και σε
ενώπιον του ουρανίου αυτού Πατρός επί μυριάδων Αγγέλων ο υπό σου ομολογηθείς
Σωτήρ ημών. Εντεύθεν απειλαί και τιμωρίαι και βάσανοι σκληραί επιφέρονται τω
αθλητικώ σώματι του Αγίου Μάρτυρος. Εκείθεν κολακείαι και αμοιβαί και
υποσχέσεις και επαγγελίαι άφθονοι και δαψιλείς προτείνονται αυτώ, εάν δεχθή την
ασέβειαν αυτών. Αλλά θαρσείτε, αδελφοί. Ο Τριαντάφυλλος ίσταται ασφαλής και
ακλόνητος επί την πέτραν της πίστεως. Έρχονται οι ποταμοί, πνέουσιν οι άνεμοι,
αλλ’ ο Άγιος Μάρτυς ουδόλως σείεται, αλλ’ ως οικία ασφαλής επί θεμελίου στερεού
ίσταται, και ως ρόδον ευανθές ανθεί και αποπνέει της ευσεβείας την ουράνιον
ευωδίαν και οσμήν. Ως βέλη νηπίων λογίζεται τας τιμωρίας και ως όνειρα, και εις
ουδέν εκλαμβάνει τας υποσχέσεις των επιγείων αγαθών, διότι, κατά τον θεηγόρον
Παύλον, απέβλεπεν εις την μέλλουσαν μισθαποδοσίαν, «εξεδέχετο γαρ την τους
θεμελίους έχουσαν πόλιν, ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός», δια τούτο ανδρείως
φέρει τον ονειδισμόν του Χριστού, υπέρ πάντα πλούτον επίγειον και τιμήν, ως
πρόξενον της ανωτάτης δόξης και τιμής και τρυφής και παραίτιον της αιωνίου
ζωής. Θαυμάζουσι πάντες την άτρεπτον στάσιν της ψυχής αυτού, αλλά και αυτοί οι
ασεβείς· «θαυμάζει γαρ και πολέμιος αρετήν ανδρός» και σφόδρα καταισχύονται,
διότι ενικήθησαν υπό αόπλου νεανίου και τρυφερού, μη φέροντες δε την περαιτέρω
αισχύνην αυτών αποφασίζουν ίνα θανατωθή ο του Χριστού αθλητής. Ανεσκίρτησεν εκ
της χαράς, ακούσας την απόφασιν του θανάτου ο Μάρτυς, και εξεχύθη εις το
πρόσωπον αυτού η εν τω βάθει της καρδίας του κεκρυμμένη χάρις και λαμπρότης του
Αγίου Πνεύματος, και εφαίνετο όλος ένθεος και λαμπρός, εκπλήττων τους ορώντας,
αγόμενος εις τον τόπον του θανάτου, τρέχων ως η διψώσα έλαφος εις τας πηγάς των
υδάτων, ίνα τάχιον αναλύση και συν Χριστώ η, και ούτω χαίρων και αγαλλόμενος
απετμήθη την μακαρίαν αυτού κεφαλήν. Εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα επί τη νίκη
του Νεομάρτυρος οι τροπαιοφόροι των Αγίων Μαρτύρων δήμοι, και πάσα η εν
ουρανοίς θριαμβεύουσα των πρωτοτόκων Εκκλησία, και εν αγαλλιάσει προχυθέντες εκ
των ουρανίων και αϋλων αυτών σκηνωμάτων υπεδέχθησαν χαρμοσύνως την αγίαν και
φωτοειδή του Μάρτυρος ψυχήν, ανερχομένην λαμπαδηφόρον και λάμπουσαν υπέρ ήλιον
εκ των μαρτυρικών στιγμάτων, και Δαβιτικώς ειπείν, ως νύμφην «εν ιματισμώ
διαχρύσω περιβεβλημένην, πεποικιλμένην». Ο δε αθλοθέτης και στεφοδότης και
μεγαλόδωρος Κύριος, υπέρ ου προθύμως ηγωνίσατο τον αθλητικόν αγώνα,
μεγαλοπρεπώς εστεφάνωσεν αυτήν και θαυμαστώς εδόξασε, και των πάλαι Μαρτύρων
ισότιμον και ισοστάσιον ανέδειξεν ως αψευδώς επηγγείλατο ότι «τους δοξάζοντάς
με δοξάσω». Το δε άγιον και μαρτυρικόν αυτού αίμα, το οποίον εχύθη εν τω
ιπποδρόμω της βασιλίδος των πόλεων, ένθα απετμήθη την κεφαλήν, πλουσίως επότισε
της Εκκλησίας τας αύλακας, εν καιρώ νοητού αυχμού και πικράς δουλείας, και ως
δρόσος ουράνιος, ίαμα, κατά τον Ησαϊαν, εγένετο εις ψυχάς φλογιζομένας υπό των
παθών και λιποθυμούσας καθ’ εκάστην υπό της απειλής και βίας της τυραννικής
καταδυναστείας. Ούτος ο θρίαμβος της Ορθοδόξου και αγίας ημών πίστεως, η
περιφανής και μεγάλη νίκη, την οποίαν κατήγαγον κατά των δυνάμεων του σκότους
οι καλλίνικοι του Χριστού Μάρτυρες πάλαι τε και νυν, αγαπήσαντες τον Κύριον εξ
όλης ψυχής και εξ όλης ισχύος και εξ όλης δυνάμεως, και αγωνισάμενοι καλώς τον
κάλλιστον αγώνα. Ούτοι ανεδείχθησαν της Εκκλησίας βάσις και θεμέλιον, των
Ορθοδόξων καύχημα και στήριγμα, των ασθενούντων ιατροί σωτήριοι, των
κινδυνευόντων μέγιστοι και ετοιμότατοι ρύσται και αντιλήπτορες, των ιαμάτων
πηγαί, των θαυμάτων ποταμοί αέναοι, και πάσης ψυχής θλιβομένης και
καταπονουμένης βοηθοί και παρήγοροι συμπαθέστατοι, και γενικώς παντός του
κόσμου δόξα και χαρά και εντρύφημα, και πρεσβευταί και μεσίται προς Χριστόν
θερμότατοι. Συ δε, Νεομάρτυς Τριαντάφυλλε, εξαιρέτως ημών των συμπολιτών σου
θείον σεμνολόγημα και έξοχον αγλάϊσμα, φρουρός και έφορος ακοίμητος και
προστάτης και παραμυθία και σκέπη και φύλαξ και πύργος ισχύος και παν καλόν
μετά Θεόν και σωτήριον, και εν σοι καυχώμεθα και την άθλησίν σου την αγίαν
γεγαίρομεν, πανηγυρίζοντες την λαμπράν και ετήσιον μνήμην σου, φύλαττε,
δεόμεθα, και σκέπε πάντοτε εκ πάσης περιστάσεως την ενεγκαμένην σε πατρίδα, και
πάσαν πόλιν και χώραν των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών, προϊστασο δε, Άγιε,
πάντων των προστρεχόντων και επικαλουμένων την αθλητικήν σου χάριν και πρέσβευε
διηνεκώς προς Κύριον, ίνα αξιώση ημάς εν μεν τω παρόντι βίω ειλικρινούς και
ακαταγνώστου και καθαράς μετανοίας, μετά δε την εντεύθεν εκδημίαν της ουρανίου
και αϊδίου αυτού Βασιλείας, ένθα ήχος εορταζόντων, και πάντων των απ’ αιώνος
ευφραινομένων η κατοικία. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου