Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ:
Ανεπίτρεπτος η απόπειρα
αλλοιώσεως της φύσεως των αγιορειτικών μετοχίων και η μετατροπή εις γυναικείας
μονάς
ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΩΣ ΤΟΥ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ
Η Ιερά Σύνοδος της
Εκκλησίας της Ελλάδος απηύθυνε προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην κ. Δημήτριον το
ακόλουθον εμπεριστατωμένον έγγραφον, σχετικόν με τα εν τω κόσμω λειτουργούντα
αγιορειτικά μετόχια.
« Αθήνησι τη 6η
Μαϊου 1985
Παναγιώτατε
και Θειότατε Αρχιεπίσκοπε Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικέ
Πατριάρχα, εν Χριστώ τω Θεώ αγαπητέ και περιπόθητε αδελφέ και συλλειτουργέ της
ημών Μετριότητος, κύριε Δημήτριε, την Υμετέραν Παναγιότητα εν Κυρίω
κατασπαζόμενοι υπερήδιστα προσαγορεύομεν.
Επί του υπ’ αριθ. Πρωτ. Φ. 4)7)84)31.1.1985 εγγράφου της Ιεράς
Κοινότητος του Αγίου Όρους προς την Υμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα,
κοινοποιηθέντος και τη Ιερά Συνόδω της Εκκλησίας της Ελλάδος, επαγόμεθα τα
ακόλουθα:
1. Τίθεται ως θέμα ότι αμφισβητείται α) το μνημόσυνον και η κανονική
εξάρτησις, β) ο τρόπος συστάσεως ή ιδρύσεως, λειτουργίας και εποπτείας και γ) η
μορφή επανδρώσεως ως ανδρώων ή γυναικείων των Μετοχίων των κατ’ Άθω Ιερών Μονών
και εκτός αυτού λειτουργούντων. Συνολικώς και επί των τριών ζητημάτων δίδεται η
απάντησις, ευθέως και άνευ περιστροφών, ότι ουδέποτε έχει αμφισβητηθή το
μνημόσυνον, η κανονική εξάρτησις, ο τρόπος συστάσεως και ιδρύσεως λειτουργίας
και εποπτείας των Μετοχίων των εκτός του Άθωνος ιερών Μονών. Επίσης ουδέποτε
έχει αμφισβητηθή η μορφή επανδρώσεως αυτών ως ανδρώων. Η μόνη, αλλά και
καθοριστικής σημασίας αμφισβήτησις, εξ επόψεως ιερών Κανόνων, αλλά και της χιλιετούς
αγιορειτικής παραδόσεως είναι ως προς την επ’ εσχάτων και μετ’ επιμόνου προσπαθείας
επιχειρουμένην εγκαταβίωσι γυναικών εις τα Μετόχια του Αγίου Όρους. Ενταύθα,
και πριν ή χωρήσωμεν εις τα περαιτέρω, δέον όπως διευκρινισθή, ότι το κύριον
και μόνον θέμα ημών εν τη παρούση είναι εν και μόνον: η εν τοις Μετοχίοις των
εκτός του Αγίου Όρους και ανηκόντων εις τας ιεράς τούτου Μονάς εγκαταβίωσις
γυναικών. Πάντα όσα επιχειρούνται «περί το θέμα» ή τεχνολογούν την
καταστρατήγησιν επί του θέματος ιερών Κανόνων, αλλά και των Νόμων του Κράτους
είναι πρόδηλον, ότι δεν απασχολούν ημάς, δια τον απλούν λόγον, ότι αποτελούν
επί του συγκεκριμένου τούτου θέματος ανεπίτρεπτον παραφιλολογίαν. Και μετά
λύπης προβαίνομεν εις την διαπίστωσιν, ότι η Ιερά Κοινότης όχι μόνον δεν αντελήφθη,
αλλά και δεν θέλει να αντιληφθή την κρισιμότητα του θέματος. Προς τούτοις:
α) Το
Μετόχιον δεν είναι ιερά Μονή, αλλ’ εξάρτημα της ιεράς Μονής και δη περιουσιακού
χαρακτήρος. Κατά συνέπειαν εν τω Μετοχίω ουδόλως αμφισβητείται ή δύναται να
αμφισβητηθή το μνημόσυνον ή κανονική αυτού εξάρτησις εκ της κυριάρχου Μονής,
προσέτι η λειτουργία και εποπτεία αυτού. Η λειτουργία και εποπτεία του Μετοχίου
δύναται να συντελεσθή μόνον δι’ ανδρών Μοναχών, αφού η κυρίαρχος ιερά Μονή
είναι ανδρώα και δη Αγιορειτική. Πάντα όσα επί του προκειμένου αναφέρονται ως
δήθεν ιστορούμενα γυναικεία Μετόχια ανδρώων Μονών είναι παραποίησις αυτής ταύτης
της ιστορίας και ουχί η Μοναστηριακή Ιστορία. Συγκεκριμένως τα αναφερόμενα εις
το έγγραφον της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους, ότι ο άγιος Παχώμιος, ως και
οι όσιοι Νικήτας και Ιωάννης, προσέτι δε και ο Μέγας Βασίλειος προσήρτων
γυναικείας Μοναστικάς Αδελφότητας εις τα ανδρώα Μοναστήρια τυγχάνουν, ουχί
μόνον αναληθή αλλά είναι προϊόντα ανεπιτρέπτου διαστρεβλώσεως των κανόνων της μοναστικής
οργανώσεως, διότι οι άγιοι συντάκται και νομοθέται των αυστηρών Μοναχικών
Κανονισμών δι’ αυστηροτάτων κυρώσεων απηγόρευον την συνύπαρξιν ανδρών και
γυναικών εν τω αυτώ Μοναστηρίω, απηγόρευον τα μικτά Μοναστήρια και ουδέποτε
εδέχοντο εξάρτησιν γυναικείας Μονής από ανδρώας. Κανών 20 της Ζ΄ Οικουμενικής
Συνόδου «Από του παρόντος ορίζομεν, μη γίνεσθαι διπλούν Μοναστήριον, ότι
σκάνδαλον και πρόσκομμα τοις πολλοίς γίνεται τούτο. Ει δε τινες μετά συγγενών
προαιρούνται αποτάξασθαι, και τω μονήρει βίω κατακολουθείν, τους μεν άνδρας,
δέον απιέναι εις ανδρώον Μοναστήριον, και τας γυναίκας, εισιέναι εν γυναικείω
Μοναστηρίω. Επί τούτω γαρ ευαρεστείται ο Θεός. Τα δε όντα έως του νυν διπλά
κρατείτωσαν, κατά τον Κανόνα του αγίου Πατρός Βασιλείου, και κατά την διαταγήν
αυτού, ούτω διατυπούσθωσαν. Μη διαιτάσθωσαν εν ενί Μοναστηρίω Μοναχοί και
Μονάστριαι. Μοιχεία γαρ μεσολαβεί την συνδιαίτησιν. Μη εχέτω Μοναχός παρρησίαν προς
Μονάστριαν, η Μονάστρια προς Μοναχόν, ιδία προσομιλείν. Μη κοιταζέσθω Μοναχός
εν γυναικείω Μοναστηρίω, μηδέ συνεσθιέτω Μονάστρια καταμόνας. Και ότε τα
αναγκαία του βίου παρά του ανδρώου μέρους προς τας κανονικάς αποκομίζονται,
έξωθεν της πύλης ταύτα λαμβανέτω η Ηγουμένη του γυναικείου Μοναστηρίου, μετά
γραός τινος Μοναστρίας. Ει δε συμβή, συγγενή τινα εθέλειν θεάσασθαι Μοναχόν,
επί παρουσία της Ηγουμένης ταύτη προσομιλείτω δια μικρών και βραχέων λόγων».
Βλέπε και τους ιερούς Κανόνας ΜΣΤ΄ και ΜΖ΄ της ΣΤ΄ Οικουμενικής, ως και τους ΙΗ΄
και ΚΒ΄ της Ζ΄ Οικουμενικής. Και εν τω σημείω τούτω παρατηρούμεν την εν τω εγγράφω
της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους κανονικήν πλημμέλειαν· δήλον ότι τους πνευματικούς
και την πνευματικήν συνδρομήν προς τας γυναικείας ιεράς Μονάς τας
διαστρεβλώνουν εις δήθεν εξάρτησιν εκ του ανδρώου Μοναστηρίου. Είναι τοις πάσιν
γνωστόν και υπό της δισχιλιετούς παραδόσεως επιβεβαιούμενον, ότι πάντοτε αι
γυναικείαι ιεραί Μοναί είχον και έχουν πνευματικόν. Ο διορισμός δε του
πνευματικού εις τα γυναικεία ταύτα Μοναστήρια γίνεται πάντοτε υπό του
Επισκόπου. Ουδέποτε όμως εθεωρήθη ότι ο διορισμός του πνευματικού πατρός
δημιουργεί και εξάρτησιν, εάν ούτος είναι άγαμος και εκ της ιεράς Μονής, εις ην
ούτος ανήκει. Και ο άγιος Παχώμιος και ο Μέγας Βασίλειος και οι Αυτοκράτορες
ίδρυον γυναικείας Μονάς, αλλά τούτο δεν δύναται να θεωρηθή ότι αι υπ’ ανδρών
ιδρυόμεναι Μοναί υπάγονται ή είναι εξαρτήματα ανδρώας Μονής. Η γυναικεία ιερά
Μονή έχει ανέκαθεν κανονικήν και νομικήν αυτοτέλειαν. Εάν έχη παρατηρηθή ότι
ωρισμέναι γυναικείαι Μοναί δι’ εγγράφων εγένοντο Μετόχια προς ετέρας ανδρώας Μονάς,
τούτο δεν σημαίνει ότι συνηνώθησαν αι Μοναί, ή ότι η γυναικεία Μονή υπήχθη υπό
την ανδρώαν τοιαύτην, αλλ’ ότι επειδή υφίστανται διάφοροι λόγοι, ως μειώσεως
προσώπων κλπ, λαμβάνεται πρόνοια, ώστε η περιουσία της γυναικείας Μονής, ως
περιουσία και μόνον, να μεταβάλεται εις Μετόχιον, δηλαδή περιουσιακόν
στοιχείον. Τούτο σημαίνει, -- ότι η γυναικεία ιερά Μονή, ουχί ως πνευματικός
οργανισμός υπάγεται πλέον εις την ανδρώαν Μονήν, αλλά μόνον τα περιουσιακά
ταύτης στοιχεία, όταν δι’ οιονδήποτε λόγον εκλείψη η γυναικεία Μοναστική
Αδελφότης. Επομένως είναι ανεπίτρεπτον να διαστρεβλώνηται και μάλιστα υπό της Ιεράς
Κοινότητος του Αγίου Όρους η παρουσία πνευματικού ή η δια λόγους μοναστικού
μαρασμού περιουσιακή προσκόλλησις ως δήθεν συνύπαρξις ή εξάρτησις γυναικείας
Μονής υπό ανδρώαν και δη υπό τον αυτόν ηγούμενον και το αυτό Μοναχολόγιον (SIC). Προξενεί κατάπληξιν, ότι εκοπίασαν οι Αγιορείται
Πατέρες να παρουσιάσουν εις ημάς παραπομπάς αγιοπατερικάς και εκ των κωδίκων
των ιερών Μονών, ίνα δημιουργήσουν την πεπλανημένην και αντιαγιορειτικήν θέσιν
των μικτών ή εξ ανδρώων. Εν τω σημείω τούτω ελέγχομεν αυστηρότατα και την
μέθοδον, αλλά και την επιδίωξιν των συντακτών του εγγράφου της Ιεράς
Κοινότητος, καθ’ όσον πας όστις γνωρίζει γραφήν και ανάγνωσιν δύναται να
διαπιστώση, ότι το όλως αντίθετον προκύπτει εκ των προσαγομένων περικοπών.
β)
Η εγκατάστασις και εγκαταβίωσις γυναικών
εις Μετόχιον ανδρώας Μονής και δη του Αγίου Όρους δημιουργεί τας εξής
συνεπείας.
1) Συνιστά απόπειραν δημιουργίας μικτού Μοναστηρίου.
2) Καταλύει το Μετόχιον και συνιστά απόπειραν δημιουργίας Γυναικείας Μονής.
3) Καταλύει την Επισκοπικήν Προνομίαν της κουράς των γυναικών (ΣΤ΄ Καρθαγένης), καταλύει τους ιερούς Κανόνας, τα Μοναχικά Καθεστώτα και τυγχάνει κανονικώς άκυρος και απηγορευμένη ενέργεια, καθ’ όσον η έγκυρος κουρά γυναικών προϋποθέτει α) την ύπαρξιν γυναικείας ιεράς Μονής, β) η κουρά δέον να γίνη εντός του καθολικού της Κυριάρχου ιεράς Μονής και γ) υπό ή τη ρητή αδεία του επιχωρίου Επισκόπου.
Ο ισχυρισμός και μάλιστα γυμνή τη κεφαλή, ότι έχει δικαίωμα ο ηγούμενος ανδρώας ιεράς Μονής και μάλιστα του Αγίου Όρους να κείρη Μοναχάς, να δίδη εξουσιοδότησιν (SIC) εις έτερον ιερομόναχον να κείρη Μοναχάς και να μεταβάλη τα Μετόχια εις ενδιαιτήματα γυναικών και μάλιστα να επιχειρήται η δήθεν ιστορική του τολμήματος τούτου θεμελίωσις, ιδία υπό της Ιεράς Κοινότητος, αποβαίνει γεγονός πρωτάκουστον και σημείον των συγχρόνων καιρών. Επ’ αυτού δεν θα επιμείνωμεν, ει μη μόνον θα επισύρωμεν την προσοχήν της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και ιδία την κανονικήν Αυτής ευθύνην τω λόγω ότι οι τολμητίαι υπάγονται υπό την πνευματικήν Αυτής δικαιοδοσίαν. Όθεν η απόπειρα αλλοιώσεως της φύσεως των Μετοχίων των εκτός του Αγίου Όρους υφισταμένων και η μετατροπή τούτων εις γυναικείας Μονάς υπό τον Ηγούμενον της Κυριάρχου Μονής του Αγίου Όρους τυγχάνει κανονικώς, παραδοσιακώς και πνευματικώς ανεπίτρεπτος, συνιστά δε μοναδικήν αντίμοναχικήν και αντιαγιορειτικήν πράξιν. Ο κίνδυνος αλλοιώσεως του Ορθοδόξου Μοναχισμού είναι μέγας και πολύ φοβούμεθα, ότι προδίδει «η δήθεν στελέχωσις των Μετοχίων του Αγίου Όρους δια γυναικών» εισβολήν ωφελιμιστικού οθνείου πνεύματος, όπερ δεν εύρε πρόσφορον έδαφος ούτε εις τας Αιρετικάς Εκκλησίας.
ΙΙ) Η επίμονος αντιαγιορειτική επιδίωξις της Ιεράς Κοινότητος πλέον των κινδύνων, ους επισωρεύει δια τον Ορθόδοξον Μοναχισμόν, αποτελεί και απαρχήν αποσυνδέσεως της ενότητος και αυθυπαρξίας της Τοπικής Εκκλησίας από την κεφαλήν αυτής, τον Επίσκοπον. Συγκεκριμένως επιδιώκεται η δημιουργία θυλάκων απονεκρώσεως της Επισκοπικής δικαιοδοσίας εντός των ορίων της Επισκοπής. Τούτο συμβαίνει διττώς α) Δια της δημιουργίας Μονής παρά τους ιερούς Κανόνας και τη κανονική αδεία του Επιχωρίου Επισκόπου και β) Δια της κουράς γυναικών κατά τρόπον αντικανονικόν, τελουμένη υπό αναρμοδίων οργάνων, άτινα αντιποιούνται την επισκοπικήν δικαιοδοσίαν και μάλιστα εις χώρον εκτός της Μονής, διότι το Μετόχιον δεν είναι Μονή, αλλά καθαρώς περιουσιακόν εξάρτημα.
Ο ισχυρισμός, ότι το ασύδοτον της κυριάρχου Μονής του Αγίου Όρους επεκτείνεται και εκτός του Αγίου Όρους εις τα Μετόχια των ιερών Μονών συνιστά απόπειραν δημιουργίας ετέρας πνευματικής εξουσίας, μη εκπορευομένης από Επίσκοπον. Δήλον ότι επιχειρείται η κατάλυσις της Επισκοπικής Εξουσίας και η υποκατάστασις ταύτης υπό προσώπων, άτινα ανήκουν εις ιεράν Μονήν. Το ασύδοτον των ιερών Μονών του Αγίου Όρους στοιχειοθετείται όχι ως κανονική ασυδοσία, αλλ’ ότι πλην του Οικουμενικού Πατριάρχου και εντός του χώρου της ιεράς Μονής ουδείς έτερος Επίσκοπος έχει πνευματικήν δικαιοδοσίαν. Κατά συνέπειαν η αξίωσις του ασυδότου να επεκτείνηται και εις χώρους εκτός της ιεράς Μονής συνιστά κατάλυσις του κανονικού δικαιώματος του επιχωρίου Επισκόπου εις την επαρχίαν του Οποίου ευρίσκεται το Μετόχιον, η δε τοιαύτη επέκτασις του ασυδότου είναι πράξις αντικανονική και άνευ της προθέσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου τελουμένη. Ήτοι παρίσταται ως πράξις αποκεκομμένη και στερουμένης επισκοπικής βουλήσεως. Εν τω σημείω τούτω επισύρομεν την προσοχήν, ότι η ίδρυσις και η χορήγησις προνομίου σταυροπηγίου εντός της περιφερείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι δυνατή μόνον τη προηγουμένη αδεία του επιχωρίου Επισκόπου. Ούτως η ανύψωσις Μετοχίου εις Μονήν και δη η μετατροπή του εις γυναικείαν τοιαύτην μετά του προνομίου της ασυδοσίας άνευ της αδείας του επιχωρίου Επισκόπου είναι αδιανόητος και ανέφικτος. Επομένως η αγιορειτική αξίωσις και ως δυστυχώς διατυπούται υπό της Ιεράς Κοινότητος συνιστά κατάλυσιν της κανονικής διαδικασίας δημιουργίας Σταυροπηγίων. Ανακύπτει το μέγα θέμα βάσει ποίου ιερού Κανόνος και ποίας Κανονικής Τάξεως επιχειρείται η φαλκίδευσις της Επισκοπικής Εξουσίας και η δημιουργία ετέρας πνευματικής εξωεπισκοπικής τοιαύτης εντός της περιοχής του τελέσεως των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Εν τω σημείω τούτω διευκρινίζομεν, ότι τα μέλη γυναικείας Μονής αποτελούν ποίμνιον υπαγόμενον ούτως ή άλλως υπό τον επιχώριον Επίσκοπον και εν ουδεμιά περιπτώσει αποτελούν συνοδία ανδρώας ι. Μονής.
Συνακόλουθον ζήτημα προκύπτον εκ της φαλκιδεύσεως της Επισκοπικής Εξουσίας είναι ότι αμφισβητείται και το αυτοκέφαλον πλέον της Εκκλησίας της Ελλάδος υπό των παρανομούντων αγιορειτών. Η δε τοιαύτη αμφισβήτησις απορρέει από την αλλοίωσιν, παρ’ αυτών, της γνησίας μοναχικής παραδόσεως και της αποστολής και επιδιώξεως μιάς μοναχικής αδελφότητος, η οποια πρέπει να ερείδηται επί των τριών βασικών μοναχικών επαγγελιών και ουχί εις την επιδίωξιν αποσπάσεως και δημιουργίας ιδίου ποιμνίου.
Επί τούτοις και αύθις την Υμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα κατασπαζόμενοι φιλήματι αγάπης εν Χριστώ τω Θεώ και Σωτήρι ημών, διατελούμεν.
+Ο Αθηνών Σεραφείμ,
Πρόεδρος
Ακριβές Αντίγραφον
Ο Αρχιγραμματεύων
Αρχιμ. Ιάκωβος Παπαθανασίου – Γκίνης».
1) Συνιστά απόπειραν δημιουργίας μικτού Μοναστηρίου.
2) Καταλύει το Μετόχιον και συνιστά απόπειραν δημιουργίας Γυναικείας Μονής.
3) Καταλύει την Επισκοπικήν Προνομίαν της κουράς των γυναικών (ΣΤ΄ Καρθαγένης), καταλύει τους ιερούς Κανόνας, τα Μοναχικά Καθεστώτα και τυγχάνει κανονικώς άκυρος και απηγορευμένη ενέργεια, καθ’ όσον η έγκυρος κουρά γυναικών προϋποθέτει α) την ύπαρξιν γυναικείας ιεράς Μονής, β) η κουρά δέον να γίνη εντός του καθολικού της Κυριάρχου ιεράς Μονής και γ) υπό ή τη ρητή αδεία του επιχωρίου Επισκόπου.
Ο ισχυρισμός και μάλιστα γυμνή τη κεφαλή, ότι έχει δικαίωμα ο ηγούμενος ανδρώας ιεράς Μονής και μάλιστα του Αγίου Όρους να κείρη Μοναχάς, να δίδη εξουσιοδότησιν (SIC) εις έτερον ιερομόναχον να κείρη Μοναχάς και να μεταβάλη τα Μετόχια εις ενδιαιτήματα γυναικών και μάλιστα να επιχειρήται η δήθεν ιστορική του τολμήματος τούτου θεμελίωσις, ιδία υπό της Ιεράς Κοινότητος, αποβαίνει γεγονός πρωτάκουστον και σημείον των συγχρόνων καιρών. Επ’ αυτού δεν θα επιμείνωμεν, ει μη μόνον θα επισύρωμεν την προσοχήν της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και ιδία την κανονικήν Αυτής ευθύνην τω λόγω ότι οι τολμητίαι υπάγονται υπό την πνευματικήν Αυτής δικαιοδοσίαν. Όθεν η απόπειρα αλλοιώσεως της φύσεως των Μετοχίων των εκτός του Αγίου Όρους υφισταμένων και η μετατροπή τούτων εις γυναικείας Μονάς υπό τον Ηγούμενον της Κυριάρχου Μονής του Αγίου Όρους τυγχάνει κανονικώς, παραδοσιακώς και πνευματικώς ανεπίτρεπτος, συνιστά δε μοναδικήν αντίμοναχικήν και αντιαγιορειτικήν πράξιν. Ο κίνδυνος αλλοιώσεως του Ορθοδόξου Μοναχισμού είναι μέγας και πολύ φοβούμεθα, ότι προδίδει «η δήθεν στελέχωσις των Μετοχίων του Αγίου Όρους δια γυναικών» εισβολήν ωφελιμιστικού οθνείου πνεύματος, όπερ δεν εύρε πρόσφορον έδαφος ούτε εις τας Αιρετικάς Εκκλησίας.
ΙΙ) Η επίμονος αντιαγιορειτική επιδίωξις της Ιεράς Κοινότητος πλέον των κινδύνων, ους επισωρεύει δια τον Ορθόδοξον Μοναχισμόν, αποτελεί και απαρχήν αποσυνδέσεως της ενότητος και αυθυπαρξίας της Τοπικής Εκκλησίας από την κεφαλήν αυτής, τον Επίσκοπον. Συγκεκριμένως επιδιώκεται η δημιουργία θυλάκων απονεκρώσεως της Επισκοπικής δικαιοδοσίας εντός των ορίων της Επισκοπής. Τούτο συμβαίνει διττώς α) Δια της δημιουργίας Μονής παρά τους ιερούς Κανόνας και τη κανονική αδεία του Επιχωρίου Επισκόπου και β) Δια της κουράς γυναικών κατά τρόπον αντικανονικόν, τελουμένη υπό αναρμοδίων οργάνων, άτινα αντιποιούνται την επισκοπικήν δικαιοδοσίαν και μάλιστα εις χώρον εκτός της Μονής, διότι το Μετόχιον δεν είναι Μονή, αλλά καθαρώς περιουσιακόν εξάρτημα.
Ο ισχυρισμός, ότι το ασύδοτον της κυριάρχου Μονής του Αγίου Όρους επεκτείνεται και εκτός του Αγίου Όρους εις τα Μετόχια των ιερών Μονών συνιστά απόπειραν δημιουργίας ετέρας πνευματικής εξουσίας, μη εκπορευομένης από Επίσκοπον. Δήλον ότι επιχειρείται η κατάλυσις της Επισκοπικής Εξουσίας και η υποκατάστασις ταύτης υπό προσώπων, άτινα ανήκουν εις ιεράν Μονήν. Το ασύδοτον των ιερών Μονών του Αγίου Όρους στοιχειοθετείται όχι ως κανονική ασυδοσία, αλλ’ ότι πλην του Οικουμενικού Πατριάρχου και εντός του χώρου της ιεράς Μονής ουδείς έτερος Επίσκοπος έχει πνευματικήν δικαιοδοσίαν. Κατά συνέπειαν η αξίωσις του ασυδότου να επεκτείνηται και εις χώρους εκτός της ιεράς Μονής συνιστά κατάλυσις του κανονικού δικαιώματος του επιχωρίου Επισκόπου εις την επαρχίαν του Οποίου ευρίσκεται το Μετόχιον, η δε τοιαύτη επέκτασις του ασυδότου είναι πράξις αντικανονική και άνευ της προθέσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου τελουμένη. Ήτοι παρίσταται ως πράξις αποκεκομμένη και στερουμένης επισκοπικής βουλήσεως. Εν τω σημείω τούτω επισύρομεν την προσοχήν, ότι η ίδρυσις και η χορήγησις προνομίου σταυροπηγίου εντός της περιφερείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι δυνατή μόνον τη προηγουμένη αδεία του επιχωρίου Επισκόπου. Ούτως η ανύψωσις Μετοχίου εις Μονήν και δη η μετατροπή του εις γυναικείαν τοιαύτην μετά του προνομίου της ασυδοσίας άνευ της αδείας του επιχωρίου Επισκόπου είναι αδιανόητος και ανέφικτος. Επομένως η αγιορειτική αξίωσις και ως δυστυχώς διατυπούται υπό της Ιεράς Κοινότητος συνιστά κατάλυσιν της κανονικής διαδικασίας δημιουργίας Σταυροπηγίων. Ανακύπτει το μέγα θέμα βάσει ποίου ιερού Κανόνος και ποίας Κανονικής Τάξεως επιχειρείται η φαλκίδευσις της Επισκοπικής Εξουσίας και η δημιουργία ετέρας πνευματικής εξωεπισκοπικής τοιαύτης εντός της περιοχής του τελέσεως των Μυστηρίων της Εκκλησίας. Εν τω σημείω τούτω διευκρινίζομεν, ότι τα μέλη γυναικείας Μονής αποτελούν ποίμνιον υπαγόμενον ούτως ή άλλως υπό τον επιχώριον Επίσκοπον και εν ουδεμιά περιπτώσει αποτελούν συνοδία ανδρώας ι. Μονής.
Συνακόλουθον ζήτημα προκύπτον εκ της φαλκιδεύσεως της Επισκοπικής Εξουσίας είναι ότι αμφισβητείται και το αυτοκέφαλον πλέον της Εκκλησίας της Ελλάδος υπό των παρανομούντων αγιορειτών. Η δε τοιαύτη αμφισβήτησις απορρέει από την αλλοίωσιν, παρ’ αυτών, της γνησίας μοναχικής παραδόσεως και της αποστολής και επιδιώξεως μιάς μοναχικής αδελφότητος, η οποια πρέπει να ερείδηται επί των τριών βασικών μοναχικών επαγγελιών και ουχί εις την επιδίωξιν αποσπάσεως και δημιουργίας ιδίου ποιμνίου.
Επί τούτοις και αύθις την Υμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα κατασπαζόμενοι φιλήματι αγάπης εν Χριστώ τω Θεώ και Σωτήρι ημών, διατελούμεν.
+Ο Αθηνών Σεραφείμ,
Πρόεδρος
Ακριβές Αντίγραφον
Ο Αρχιγραμματεύων
Αρχιμ. Ιάκωβος Παπαθανασίου – Γκίνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου