Οι Χριστιανοί είναι χριστοφόροι, και επομένως
φορείς και κάτοχοι της αιωνίου ζωής· τούτο δε κατά το μέτρον της αγιότητός των,
η οποία είναι καρπός της πίστεως. Οι Άγιοι είναι οι περισσότερον τέλειοι
Χριστιανοί, διότι έχουν αγιασθή εις τον μέγιστον, κατά το δυνατόν βαθμόν, δια της
ασκήσεως της πίστεως εις τον Αναστάντα και αιωνίως ζώντα Κύριον Ιησούν.
Πράγματι, αυτοί είναι οι μοναδικοί και αληθινοί αθάνατοι μέσα εις το ανθρώπινον
γένος, διότι με όλον το είναι των ζουν εν τω Αναστάντι και δια τον Αναστάντα
Χριστόν, και ουδείς θάνατος έχει εξουσίαν επάνω εις αυτούς. Η ζωή των ολόκληρος
είναι εκ του Χριστού, και δι’ αυτό όλη είναι χριστοζωή· η σκέψις των είναι
χριστοσκέψις· η αίσθησίς των χριστο-αίσθησις. Ό,τι είναι ιδικόν των, είναι
πρώτα του Χριστού και κατόπιν ιδικόν των.
Αν είναι η ψυχή, αυτή είναι πρώτα του Χριστού και κατόπιν ιδικήν των· αν είναι η ζωή, είναι πρώτα του Χριστού και μετά ιδική των. Εις αυτούς δεν είναι αυτοί, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός Κύριος (πρβλ. Κολ. γ:11, Γαλ. β:20). Δι’ αυτό οι «Βίοι των Αγίων» δεν είναι άλλο παρά η ζωή του Σωτήρος Χριστού, η επαναλαμβανομένη εις κάθε Άγιον, ολίγον ή πολύ, κατά τούτον ή εκείνον τον τρόπον. Ή ακριβέστερον, είναι η ζωή του Χριστού παρατεινομένη δια των Αγίων· η ζωή του σαρκωθέντος Θεού Λόγου, του Θεανθρώπου Ιησού, ο Οποίος δι’ αυτό και έγινεν άνθρωπος, δια να δώση εις ημάς και μεταδώση («παραδώση») ως άνθρωπος την θείαν Αυτού ζωήν· δια να αγιάση και αποθανατίση και αιωνιοποιήση με την ζωήν Του ως Θεός, την ιδικήν μας ανθρωπίνην ζωήν επί της γης. «Ο τε γαρ αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες» (Εβρ. β: 11). Όλα αυτά τα κατέστησε δυνατά και πραγματοποιήσιμα δια τον ανθρώπινον κόσμον ο Θεάνθρωπος Χριστός, αφ’ ότου έγινεν άνθρωπος και «κεκοινώνησε σαρκός και αίματος», δηλαδή έγινε κοινωνός της ανθρωπίνης ημών φύσεως και τοιουτοτρόπως αδελφός των ανθρώπων, αδελφός κατά σάρκα και αίμα (πρβλ. Εβρ. β: 14,17). Γενόμενος άνθρωπος, αλλά παραμένων Θεός, ο Θεάνθρωπος έζη την αγίαν, αναμάρτητον, θεανθρωπίνην ζωήν επί της γης και δια της ζωής Του, του θανάτου Του και της Αναστάσεώς Του, κατήργησε τον διάβολον και το κράτος του θανάτου. Τοιουτοτρόπως έδωσε και δίδει συνεχώς εις όλους όσοι πιστεύουν εις Αυτόν τας ενεργείας της Χάριτος, δια να καταργούν και αυτοί τον διάβολον και πάντα θάνατον και πάντα πειρασμόν (πρβλ. Εβρ. β: 14, 15, 18). Αυτή η θεανδρική ζωή υπάρχει όλη εις το θεανθρώπινον Σώμα του Χριστού – την Εκκλησίαν – και βιούται συνεχώς από αυτήν, και από το επίγειον – επουράνιον πλήρωμα αυτής και από τα επί μέρους μέλη αυτής, κατά το μέτρον της πίστεώς των. Η ζωή των Αγίων εις την πραγματικότητα είναι αυτή αύτη η ζωή του Θεανθρώπου Χριστού, ήτις διοχετεύεται εις τους ακολουθούντας Αυτόν και βιούται υπ’ αυτών εν τη Εκκλησία Του. Διότι ακόμη και η παραμικρά λεπτομέρεια αυτής της ζωής έρχεται πάντοτε εκ του Χριστού, επειδή Αυτός είναι η ζωή (Ιωάν. ιδ: 6, α: 4), ζωή άπειρος και ατελεύτητος και αιωνία, ήτις με την θείαν δύναμίν της ανιστά από κάθε θάνατον και νικά όλους τους θανάτους. Όπως ακριβώς λέγει το παναληθές Ευαγγέλιον του Παναληθούς Κυρίου: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια: 35). Ο θαυμαστός Κύριος, ο Οποίος είναι όλος «η ανάστασις και η ζωή», κατοικεί ολοκληρωτικώς, ως θεανθρωπίνη πραγματικότητα, εις την Εκκλησίαν Του· δι’ αυτό και δεν υπάρχει τέλος εις την διάρκειαν της πραγματικότητος αυτής. Η ζωή Του συνεχίζεται εις όλους τους αιώνας. Έκαστος Χριστιανός είναι σύσσωμος του Χριστού (Εφ. γ: 6), δι’ αυτό δε είναι Χριστιανός, διότι ζη την θεανθρωπίνην ζωήν αυτού του σώματος του Χριστού, ως οργανικόν κύτταρόν του.
Αν είναι η ψυχή, αυτή είναι πρώτα του Χριστού και κατόπιν ιδικήν των· αν είναι η ζωή, είναι πρώτα του Χριστού και μετά ιδική των. Εις αυτούς δεν είναι αυτοί, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός Κύριος (πρβλ. Κολ. γ:11, Γαλ. β:20). Δι’ αυτό οι «Βίοι των Αγίων» δεν είναι άλλο παρά η ζωή του Σωτήρος Χριστού, η επαναλαμβανομένη εις κάθε Άγιον, ολίγον ή πολύ, κατά τούτον ή εκείνον τον τρόπον. Ή ακριβέστερον, είναι η ζωή του Χριστού παρατεινομένη δια των Αγίων· η ζωή του σαρκωθέντος Θεού Λόγου, του Θεανθρώπου Ιησού, ο Οποίος δι’ αυτό και έγινεν άνθρωπος, δια να δώση εις ημάς και μεταδώση («παραδώση») ως άνθρωπος την θείαν Αυτού ζωήν· δια να αγιάση και αποθανατίση και αιωνιοποιήση με την ζωήν Του ως Θεός, την ιδικήν μας ανθρωπίνην ζωήν επί της γης. «Ο τε γαρ αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες» (Εβρ. β: 11). Όλα αυτά τα κατέστησε δυνατά και πραγματοποιήσιμα δια τον ανθρώπινον κόσμον ο Θεάνθρωπος Χριστός, αφ’ ότου έγινεν άνθρωπος και «κεκοινώνησε σαρκός και αίματος», δηλαδή έγινε κοινωνός της ανθρωπίνης ημών φύσεως και τοιουτοτρόπως αδελφός των ανθρώπων, αδελφός κατά σάρκα και αίμα (πρβλ. Εβρ. β: 14,17). Γενόμενος άνθρωπος, αλλά παραμένων Θεός, ο Θεάνθρωπος έζη την αγίαν, αναμάρτητον, θεανθρωπίνην ζωήν επί της γης και δια της ζωής Του, του θανάτου Του και της Αναστάσεώς Του, κατήργησε τον διάβολον και το κράτος του θανάτου. Τοιουτοτρόπως έδωσε και δίδει συνεχώς εις όλους όσοι πιστεύουν εις Αυτόν τας ενεργείας της Χάριτος, δια να καταργούν και αυτοί τον διάβολον και πάντα θάνατον και πάντα πειρασμόν (πρβλ. Εβρ. β: 14, 15, 18). Αυτή η θεανδρική ζωή υπάρχει όλη εις το θεανθρώπινον Σώμα του Χριστού – την Εκκλησίαν – και βιούται συνεχώς από αυτήν, και από το επίγειον – επουράνιον πλήρωμα αυτής και από τα επί μέρους μέλη αυτής, κατά το μέτρον της πίστεώς των. Η ζωή των Αγίων εις την πραγματικότητα είναι αυτή αύτη η ζωή του Θεανθρώπου Χριστού, ήτις διοχετεύεται εις τους ακολουθούντας Αυτόν και βιούται υπ’ αυτών εν τη Εκκλησία Του. Διότι ακόμη και η παραμικρά λεπτομέρεια αυτής της ζωής έρχεται πάντοτε εκ του Χριστού, επειδή Αυτός είναι η ζωή (Ιωάν. ιδ: 6, α: 4), ζωή άπειρος και ατελεύτητος και αιωνία, ήτις με την θείαν δύναμίν της ανιστά από κάθε θάνατον και νικά όλους τους θανάτους. Όπως ακριβώς λέγει το παναληθές Ευαγγέλιον του Παναληθούς Κυρίου: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή» (Ιωάν. ια: 35). Ο θαυμαστός Κύριος, ο Οποίος είναι όλος «η ανάστασις και η ζωή», κατοικεί ολοκληρωτικώς, ως θεανθρωπίνη πραγματικότητα, εις την Εκκλησίαν Του· δι’ αυτό και δεν υπάρχει τέλος εις την διάρκειαν της πραγματικότητος αυτής. Η ζωή Του συνεχίζεται εις όλους τους αιώνας. Έκαστος Χριστιανός είναι σύσσωμος του Χριστού (Εφ. γ: 6), δι’ αυτό δε είναι Χριστιανός, διότι ζη την θεανθρωπίνην ζωήν αυτού του σώματος του Χριστού, ως οργανικόν κύτταρόν του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου