Ιερουσαλήμ η Μάρτυς ήτο από το Βυζάντιον, από την Μονήν της Οσίας Ωραιοζήλης,
επί των ημερών του βασιλέως Δεκίου εν έτει σν΄ (250) μετά Χριστόν. Τοσούτον δε
προέκοπτεν η μακαρία αύτη εις τας αρετάς, ώστε ο μισόκαλος διάβολος δεν ηδύνατο
να υποφέρη βλέπων ενεργουμένην την ανίκητον δύναμιν του Χριστού δια μέσου της
ασθενούς φύσεως των γυναικών και αυξάνουσαν την αρετήν, ήτις όσον και απόκρυφος
και παράμερος γίνεται, τόσον πλατύνεται και μεγαλύνει το κήρυγμα του Ευαγγελίου
και στηρίζει τας ψυχάς των Χριστιανών.
Όθεν επολέμει και ούτος δια των τυράννων
βιάζων τους Χριστιανούς να λατρεύσωσι τα είδωλα. Δια τούτο, μαθών ο Δέκιος τας
αρετάς της Αγίας και το κήρυγμα του Ευαγγελίου, ήρπασεν αυτήν από το
Μοναστήριον και παρέστησεν εις το κριτήριον ζητών δύο τινά: πρώτον να αρνηθή
την πίστιν του Χριστού θυσιάζουσα εις τα είδωλα, δεύτερον να νυμφευθή ωραίον
τινά αξιωματικόν. Αρνηθείσα δε αμφότερα ταύτα η Αγία υποφέρει δαρμούς και
κολάσεις φρικτάς και οδυνηράς και τελευταίον ξίφει την κεφαλήν αποτέμνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου