α.
Κατά την Ορθόδοξη Παράδοση για να υπάρξει ΄Ενωση, πρέπει απαραίτητα να υπάρχει απόλυτη
ταύτιση μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των Λατίνων, στα ζητήματα της
Πίστεως .
Κατά την αντίληψη όμως των Λατίνων και Λατινοφρόνων για την ΄Ενωση των Εκκλησιών δεν είναι απαραίτητη η ταύτιση τους στα θέματα πίστεως! Μπορεί να υπάρχη ΄Ενωση και να παραμένουν δογματικές διαφορές.
Την αντίληψη αυτή συναντάμε σε διάφορες παπικές συνόδους, που συμφωνήθηκαν «ψευδενώσεις», όπως του Λατερανού (1215) , της Λυών (1274) , της Φλωρεντίας Φερράρας (1439) κτλ.
Τη γραμμή αυτή υιοθέτησε και η Β΄ Βατικανή Σύνοδος (1962-1965), η οποία απεφάσισε να γίνονται δεκτοί στο παπισμό οι Ορθόδοξοι μόνο με απλή ομολογία πίστεως, ότι δέχονται το Πρωτείο του πάπα, χωρίς αναφορά στις άλλες δογματικές διαφορές! Συγκεκριμένα είπε:
«Από τους χωρισμένους Ανατολικούς, που κάτω από την επίδραση του Αγίου Πνεύματος προσέρχονται στην ενότητα της Καθολικής Εκκλησίας ας μη ζητείται τίποτα περισσότερο από μιά απλή ομολογία της καθολικής πίστης»,που είναι η αναγνώριση του πάπα, ως ποιμένα όλης της Εκκλησίας με υπερτάτη και παγκόσμια εξουσία» .
Για τον πάπα Ιωάννη –Παύλο Β΄ οι «διαφορές» μεταξύ των δύο Εκκλησιών φαίνεται ότι είναι οι «δυσχέρειες», που εμποδίζουν την από κοινού τέλεση της θείας Ευχαριστίας, ή «παρεξηγήσεις και διαφωνίες» , αι οποίαι υπάρχουν ακόμη ( μεταξύ των δύο Εκκλησιών), αν όχι εν τω χώρω της πίστεως, τουλάχιστον εν τω χώρω της θεολογικής διατυπώσεως».
β. Κατά τους Λατινόφρονες του Φαναρίου :
• Ο Αθηναγόρας θεωρεί τις δογματικές «διαφορές» μεταξύ των δύο Εκκλησιών, στις
οποίες συμπεριλαμβάνει το Φιλιόκβε, το πρωτείο και το αλάθητο, ως απλά έθιμα !
Κατά τον Αθηναγόρα τα «έθιμα» αυτά, δηλ. το Φιλιόκβε, το πρωτείο και το αλάθητο, δεν τον χωρίζουν από τον πάπα. Γιʼ αυτό δήλωσε το 1964 προς το Ιταλικό Πρακτορείο ειδήσεων:
«Τίποτε δεν μας χωρίζει από την Καθολική Εκκλησία» .
Γιʼ αυτό το 1965 δεν βλέπει κανένα εμπόδιο για την ετοιμαζόμενη από αυτόν και τον πάπα Ένωση, που εξήγγειλαν το 1965:
« Ημείς ουδέν βλέπομεν πρόσκομμα εις την οδόν της Ενώσεως της Εκκλησίας της Ρώμης με την Εκκλησίαν της Ανατολής... Δεν βλέπομεν πρόσκομμα, δια τον απλούστατον λόγον, ότι τοιαύτα προσκόμματα δεν υφίστανται» . «Ουδέν εμπόδιο δια την ΄Ενωσιν» υπάρχει, λέγει. Γιʼ αυτό είναι «παρά το πλευρόν του πάπα, εις όλας του τας δηλώσεις και ενεργείας» .
Σʼ άλλη δε ευκαιρία προσθέτει:
« Έως το 1054 είχαμε πολλάς διαφοράς. Και εις τούτο και εις το άλλο. Το Φιλιόκβε. Η
προσθήκη εις το «πιστεύω» έγινε τον 6ον αιώνα. Και το εδέχθημεν. Και τόσας άλλας διαφοράς. Αλλά, ηγαπώμεθα. Και όταν αγαπώνται οι άνθρωποι, διαφοραί δεν υπάρχουν. Αλλά, το 1054, που επαύσαμε να αγαπώμεθα ήλθαν όλες οι διαφορές. Ηγαπώμεθα και είχομεν το ίδιο μυστήριο. Το ίδιο βάπτισμα, τα ίδια μυστήρια, και ιδιαιτέρως το ίδιο άγιο Ποτήριο. Τώρα που ξαναγυρίσαμε εις το 1054, διατί δεν ξαναγυρίζομε και εις το άγιο Ποτήριο ;»
• Ο Πατριάρχης Δημήτριος προσδιορίζει περισσότερο τις «δυσχέρειες» για την
πλήρη Ένωση με την Ρώμη, ως «ιστορική και ψυχολογική κληρονομιά του παρελθόντος», λέγων:
« Αι δύο Εκκλησίαι ήρχισαν να εκκαθαρίζουν την βαρείαν ιστορικήν και ψυχολογικήν κληρονομίαν του παρελθόντος, η οποία είχε οδηγήσει εις τον βαθύν χωρισμόν, την εχθρότητα και την έλλειψιν εμπιστοσύνης »!!!
• Ο καθηγητής Στ. Παπαδόπουλος, που έλαβε μέρος σε πολλές συζητήσεις του «Θεολογικού
Διαλόγου» με τους παπικούς, γράφει για τα «Κοινά κείμενα» που συντάσσουν Λατίνοι
και Λατινόφρονες., ότι σʼ αυτά πουθενά δεν αναφέρεται ότι οι δύο Εκκλησίες έχουνε δογματικές διαφορές. Οι Ρκαθολικοί αρνούνται κάθε φορά επίμονα να γραφεί κάτι τέτοιο και οι Ορθόδοξοι άνετα το δέχονται... Η ένταση αιώνων μεταξύ των Εκκλησιών και ο παρών Διάλογος θέλουνε να εμφανισθεί ως μη οφειλόμενος σε δογματικές διαφορές, αλλά σε ψυχολογικές και πολιτικές, ή το πολύ, σε διαφορές θεολογικών “σχολών”» !
γ. Είναι, λοιπόν, φανερό, ότι όταν οι Λατίνοι και Λατινόφρονες του Φαναρίου γράφουν για διαφορές στο κείμενο της συμφωνίας του 1965 για την ΄Ενωση των Εκκλησιών, εννοούν τα «έθιμα», τις «παρεξηγήσεις», τις «διαφωνίες» και τα λοιπά.... «παραμυθάκια» τους!
Επομένως, το ότι το κείμενο της συμφωνίας μνημονεύει την ύπαρξη «διαφορών» αυτό, κατά τους πρωτεργάτες της Ενώσεως, δεν αναιρεί την γενόμενη «άρση της ακοινωνησίας!
Κατά την αντίληψη όμως των Λατίνων και Λατινοφρόνων για την ΄Ενωση των Εκκλησιών δεν είναι απαραίτητη η ταύτιση τους στα θέματα πίστεως! Μπορεί να υπάρχη ΄Ενωση και να παραμένουν δογματικές διαφορές.
Την αντίληψη αυτή συναντάμε σε διάφορες παπικές συνόδους, που συμφωνήθηκαν «ψευδενώσεις», όπως του Λατερανού (1215) , της Λυών (1274) , της Φλωρεντίας Φερράρας (1439) κτλ.
Τη γραμμή αυτή υιοθέτησε και η Β΄ Βατικανή Σύνοδος (1962-1965), η οποία απεφάσισε να γίνονται δεκτοί στο παπισμό οι Ορθόδοξοι μόνο με απλή ομολογία πίστεως, ότι δέχονται το Πρωτείο του πάπα, χωρίς αναφορά στις άλλες δογματικές διαφορές! Συγκεκριμένα είπε:
«Από τους χωρισμένους Ανατολικούς, που κάτω από την επίδραση του Αγίου Πνεύματος προσέρχονται στην ενότητα της Καθολικής Εκκλησίας ας μη ζητείται τίποτα περισσότερο από μιά απλή ομολογία της καθολικής πίστης»,που είναι η αναγνώριση του πάπα, ως ποιμένα όλης της Εκκλησίας με υπερτάτη και παγκόσμια εξουσία» .
Για τον πάπα Ιωάννη –Παύλο Β΄ οι «διαφορές» μεταξύ των δύο Εκκλησιών φαίνεται ότι είναι οι «δυσχέρειες», που εμποδίζουν την από κοινού τέλεση της θείας Ευχαριστίας, ή «παρεξηγήσεις και διαφωνίες» , αι οποίαι υπάρχουν ακόμη ( μεταξύ των δύο Εκκλησιών), αν όχι εν τω χώρω της πίστεως, τουλάχιστον εν τω χώρω της θεολογικής διατυπώσεως».
β. Κατά τους Λατινόφρονες του Φαναρίου :
• Ο Αθηναγόρας θεωρεί τις δογματικές «διαφορές» μεταξύ των δύο Εκκλησιών, στις
οποίες συμπεριλαμβάνει το Φιλιόκβε, το πρωτείο και το αλάθητο, ως απλά έθιμα !
Κατά τον Αθηναγόρα τα «έθιμα» αυτά, δηλ. το Φιλιόκβε, το πρωτείο και το αλάθητο, δεν τον χωρίζουν από τον πάπα. Γιʼ αυτό δήλωσε το 1964 προς το Ιταλικό Πρακτορείο ειδήσεων:
«Τίποτε δεν μας χωρίζει από την Καθολική Εκκλησία» .
Γιʼ αυτό το 1965 δεν βλέπει κανένα εμπόδιο για την ετοιμαζόμενη από αυτόν και τον πάπα Ένωση, που εξήγγειλαν το 1965:
« Ημείς ουδέν βλέπομεν πρόσκομμα εις την οδόν της Ενώσεως της Εκκλησίας της Ρώμης με την Εκκλησίαν της Ανατολής... Δεν βλέπομεν πρόσκομμα, δια τον απλούστατον λόγον, ότι τοιαύτα προσκόμματα δεν υφίστανται» . «Ουδέν εμπόδιο δια την ΄Ενωσιν» υπάρχει, λέγει. Γιʼ αυτό είναι «παρά το πλευρόν του πάπα, εις όλας του τας δηλώσεις και ενεργείας» .
Σʼ άλλη δε ευκαιρία προσθέτει:
« Έως το 1054 είχαμε πολλάς διαφοράς. Και εις τούτο και εις το άλλο. Το Φιλιόκβε. Η
προσθήκη εις το «πιστεύω» έγινε τον 6ον αιώνα. Και το εδέχθημεν. Και τόσας άλλας διαφοράς. Αλλά, ηγαπώμεθα. Και όταν αγαπώνται οι άνθρωποι, διαφοραί δεν υπάρχουν. Αλλά, το 1054, που επαύσαμε να αγαπώμεθα ήλθαν όλες οι διαφορές. Ηγαπώμεθα και είχομεν το ίδιο μυστήριο. Το ίδιο βάπτισμα, τα ίδια μυστήρια, και ιδιαιτέρως το ίδιο άγιο Ποτήριο. Τώρα που ξαναγυρίσαμε εις το 1054, διατί δεν ξαναγυρίζομε και εις το άγιο Ποτήριο ;»
• Ο Πατριάρχης Δημήτριος προσδιορίζει περισσότερο τις «δυσχέρειες» για την
πλήρη Ένωση με την Ρώμη, ως «ιστορική και ψυχολογική κληρονομιά του παρελθόντος», λέγων:
« Αι δύο Εκκλησίαι ήρχισαν να εκκαθαρίζουν την βαρείαν ιστορικήν και ψυχολογικήν κληρονομίαν του παρελθόντος, η οποία είχε οδηγήσει εις τον βαθύν χωρισμόν, την εχθρότητα και την έλλειψιν εμπιστοσύνης »!!!
• Ο καθηγητής Στ. Παπαδόπουλος, που έλαβε μέρος σε πολλές συζητήσεις του «Θεολογικού
Διαλόγου» με τους παπικούς, γράφει για τα «Κοινά κείμενα» που συντάσσουν Λατίνοι
και Λατινόφρονες., ότι σʼ αυτά πουθενά δεν αναφέρεται ότι οι δύο Εκκλησίες έχουνε δογματικές διαφορές. Οι Ρκαθολικοί αρνούνται κάθε φορά επίμονα να γραφεί κάτι τέτοιο και οι Ορθόδοξοι άνετα το δέχονται... Η ένταση αιώνων μεταξύ των Εκκλησιών και ο παρών Διάλογος θέλουνε να εμφανισθεί ως μη οφειλόμενος σε δογματικές διαφορές, αλλά σε ψυχολογικές και πολιτικές, ή το πολύ, σε διαφορές θεολογικών “σχολών”» !
γ. Είναι, λοιπόν, φανερό, ότι όταν οι Λατίνοι και Λατινόφρονες του Φαναρίου γράφουν για διαφορές στο κείμενο της συμφωνίας του 1965 για την ΄Ενωση των Εκκλησιών, εννοούν τα «έθιμα», τις «παρεξηγήσεις», τις «διαφωνίες» και τα λοιπά.... «παραμυθάκια» τους!
Επομένως, το ότι το κείμενο της συμφωνίας μνημονεύει την ύπαρξη «διαφορών» αυτό, κατά τους πρωτεργάτες της Ενώσεως, δεν αναιρεί την γενόμενη «άρση της ακοινωνησίας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου