Για να γίνουν αντιληπτές με σωστή ερμηνεία οι παραβολές, οι διηγήσεις και το κήρυγμα της Αγίας Γραφής, πρέπει πρώτα να γίνει κατανοητό το κατ’ επίνοια περιεχόμενο της. Μόνο κατ’ επίνοια ερμηνεύεται η αδιαίρετη διάκριση της τριάδας ή της δυάδας στον Θεό και ο συμβολισμός της ύπαρξης τους.
Του Ασλανίδη Σταύρου .
Ο Θεός είναι Ασχημάτιστος, Άποσος και Αχώρητος. Μπορεί οι άγγελοι να ονομάζονται αόρατοι και ασώματοι, ωστόσο αυτά τα χαρακτηριστικά είναι εντελώς σχετικά σε σχέση με τον Θεό. Δηλαδή, οι άγγελοι, συγκρινόμενοι με τον Θεό, έχουν και υλική οντότητα και συγκεκριμένη υλική μορφή κατά το “είναι” τους. Για αυτό τον λόγο μπορούν να έχουν σχήμα και να αποτυπώνονται σε σύμβολα. Αυτό δεν συμβαίνει στον Θεό, επειδή μόνο οι άγγελοι χωρούν χρονικά και τοπικά μέσα σε σύμβολα και βρίσκονται κάθε στιγμή σε ένα και μόνο τόπο. Ο Θεός ως προς τα κτίσματα πλην ενός είναι αχώρητος. Ωστόσο χώρεσε και ενανθρώπησε μία φορά και για πάντα, χωρίς να παύσει να είναι αχώρητος. Επιπλέον, είναι πανταχού παρών και δεν μπορούμε να Τον συναντήσουμε πουθενά, ενώ ταυτόχρονα Τον συναντάμε το Πλήρωμα της Θεότητας Του στο Πρόσωπο του Χριστού.
Για να αποδοθεί ένα σύμβολο,υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες και
περιορισμοί ως προς τον τρόπο που μπορεί να αποδοθεί. Στον θεό μέσω του
συμβόλου συμβολίζεται η ύπαρξη κάθε όντος, αλλά όχι πάντα το «είναι» (δηλαδή η
ουσία) του. Με απλά λόγια, συμβολίζεται το ότι «υπάρχει Θεός»,
και για παράδειγμα λέμε το σύμβολο για την ύπαρξη της σχέσης των τριών Προσώπων
Του, “τον ήλιο την ακτίνα και το φως”. Ωστόσο λείπει παντελώς σε εικόνα ή
σύμβολο που να αναφέρεται στο «ποιος είναι ο Θεός». Η πρώτη
δηλώνεται εξίσου από την εικόνα και από το σύμβολο Του, η δεύτερη μόνο από την
σωματική ή ασώματη Μορφή Του.
Ο Θεός λοιπόν είναι «πνεύμα». Με το όρο «πνεύμα» δεν αναφέρεται
σε ένα σωματικό σύμβολο, κάτι ανάλογο με το ανθρώπινο πνεύμα που νοείται και
σχηματίζεται, κινείται και μετακινείται, αυξομειώνεται, έχει ποιότητα, μπαίνει
στο χρόνο, δεν στέκεται σε έναν χώρο ενώ απουσιάζει από άλλον και, τέλος,
πεθαίνει.
Στην Θεοφάνεια, πνεύμα και Άγιο πνεύμα δεν είναι ένα σύμβολο που
αναφέρεται στο ποιος είναι ο Θεός. Το σύμβολο μπορεί να αποδοθεί στο ποιόν
κάποιου όταν αυτός ορίζεται, έχει χρονική αρχή, γίνεται γνωστός και το ποιόν
του μαθαίνεται μέσα από γνώση που εντάσσεται στην θύραθεν παιδεία. Μάλιστα, ο
Άγιος Κύριλλος λέει: «Ό,τι καταλαμβάνει χώρο και βρίσκεται σε έναν τόπο κάθε
φορά, αυτό εικονίζεται». Κατά επέκταση, εικονίζεται ότι μετακινείται, ότι
έρχεται ή φεύγει, διατηρώντας σε κάθε χρονική στιγμή ένα μόνο χώρο.
«Τὸ γὰρ ὅλως ἐν σχήματι, πάντως που καὶ ἐν ποσῷ, καὶ ἐν τόπῳ. Τὸ
δὲ ἐν τόπῳ νοούμενον, οὐκ ἔξω περιγραφῆς. Ταῦτα δὲ σωμάτων μὲν ἴδια, τῆς δὲ ἀσωμάτου
φύσεως ἀλλότρια παντελῶς» (Κατὰ Ἀνθρωπομορφιτῶν, PG 76, 1077 C).
Οι ευαγγελιστές μας παρέδωσαν τον διάλογο του Χριστού με την
Σαμαρείτισσα. Στην απάντησή Του ο Χριστός, προς τη Σαμαρείτισσα, της είπε: «πνεύμα
ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»
(Ιω. 4:24). Ωστόσο, ο Θεός δεν είναι «πνεύμα» με την κτιστή έννοια, αλλά κατ’
επίνοια έδωσε αυτήν την απάντηση, επειδή εκείνη δεν μπορούσε να κατανοήσει
κάτι πιο πνευματικό. Όχι μόνο ήταν πολύ νωρίς για το κήρυγμα Του, να μιλήσει ο
Χριστός για τα περί της Βασιλείας του Θεού, αλλά και η γυναίκα που ήταν
απέναντι Του για πρώτη φορά άκουγε τον πνευματικό Του κήρυγμα. Έπρεπε λοιπόν να
περάσει ο χρόνος, να πραγματοποιηθεί το έργο της σωτηρίας και μετά να έρθει η
διδασκαλία για τη Θέωση. Ακόμα και στους μαθητές Του βλέπουμε την αδυναμία τους
πριν την Ανάσταση και κυρίως πριν την Πεντηκοστή να κατανοήσουν την Θεολογία.
Έμελλε λοιπόν η θεολογία και η πνευματική ζωή να εδραιωθούν στην
Εκκλησία μέσω των μυστηρίων. Σε αυτήν ακριβώς τη γνώση και το βίωμα αναφερόταν
ο Κύριος όταν είπε: «συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω· ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ
Παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς» (Ιω. 16:7).
Ποιον αποκαλεί παράκλητο και αλλού Άγιο Πνεύμα; από που θα έρθει
και πως ο Απερίγραπτος και Απρόσιτος θα έρθει προς «πρὸς ὑμᾶς»; Ο Χριστός
αποκάλεσε το Άγιο Πνεύμα κατά επίνοια. Είναι αδιαίρετο και ταυτόχρονα μόνο τα
χαρίσματα Του είναι μεθεκτά.
Όταν λέμε ότι «απέστειλε» το Άγιο Πνεύμα, δεν εννοούμε ότι
μετακίνησε ή μετακινήθηκε το «είναι» της Υπόστασης του Αγίου Πνεύματος. Δεν
έγινε ούτε τοπικά ούτε χρονικά, ούτε ήλθε κάποια τοπική ή χρονική αλλαγή, αλλά
το Άγιο Πνεύμα χορηγεί πλέον τα πάντα στην Εκκλησία. Αυτό συνέχει, αγιάζει και
τελειοποιεί την εκκλησία. Η Εκκλησία, η εσωτερική της δύναμη και τη δύναμη της
συνοχής της, ήταν ο αποδέκτης όταν ο Χριστός εμφύσησε το Άγιο Πνεύμα στους
Αποστόλους. Αυτό το Άγιο Πνεύμα έστειλε στους πιστούς και την εκκλησία.
Είναι απρεπές για τον Θεό να λέγεται ότι απουσίασε ή
μετακινήθηκε ή ήρθε το Άγιο Πνεύμα. Είναι ακόμα ποιο απρεπές να λέγεται ότι
έπρεπε να μετακινηθεί ο Χριστός για να έρθει το Άγιο Πνεύμα. Ούτε έφυγε ποτέ ο
Χριστός, ούτε μετακινήθηκε το Άγιο Πνεύμα. Δεν έγινε κάτι σαν αλλαγή φρουράς,
δεν έφυγε ο ένας για να ανοίξει χώρο στον άλλο! Πάντα ο Χριστός είναι μαζί μας,
και αυτό που αποκάλεσε ότι θα γίνει προς το συμφέρον μας είναι η δύναμη
της Εκκλησίας και η μυστηριακή ζωή που επιβλέπει και ζωογονεί το Άγιο Πνεύμα.
Σε Αυτήν δόθηκε η εξουσία να χειρίζεται την άφεση των αμαρτιών και την δική της
τελειοποίηση έφερε το Άγιο Πνεύμα. Έτσι όλα έρχονται και συμφωνούν με τα
δόγματα. Δεν χρειάζονταν να έρθει και «άλλος» Θεός, αυτήν
την φορά από τον ουρανό, ούτε θα μπορούσε ο Απρόσιτος Θεός να έρθει. Αντίθετα
αυτό που χρειάζονταν και αυτό που ήρθε ήταν τα χαρίσματά Του. Αυτά όμως
που λέγονται είναι κατά επίνοια και το Άγιο Πνεύμα παραμένει άγνωστο, Αδιαίρετο
και Απερίγραπτο. Δεν υπάρχουν τρις ή δύο αρχές στον Θεό, αλλά όπου το Άγιο
Πνεύμα εκεί και τα χαρίσματα του. Όλα αυτά όχι μόνο δεν διαταράσσουν, αλλά
λέγονται με σεβασμό προς τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα.
Ωστόσο, γεννάται και το ερώτημα: γιατί ο Χριστός έδωσε ξανά και
ξανά το Άγιο Πνεύμα, και πάλι το έδωσε στην Πεντηκοστή; Καταρχήν, είναι
αυτονόητο ότι αυτή η επανάληψη δεν οφειλόταν σε αστοχία της αρχικής αποστολής
του Κυρίου. Αν επαναλαμβανόταν η πέμψη του Αγίου Πνεύματος, αυτό δεν ήταν λόγω
αδυναμίας του Θεού, ή σε μια αστοχία Του για μια τέλεια εξ αρχής πράξη.
Αντίθετα αυτό έγινε λόγω της δικής μας ανθρώπινης αδυναμίας, δεν μπόρεσε ο
άνθρωπος να δεχτεί αυτήν την τροφή μια και καλή. Η επανάληψη αποδεικνύει για
ακόμη μια φορά ότι ο Κύριος δεν έστειλε κάτι από το «είναι» της Υπόστασης του
Αγίου Πνεύματος, διότι, αν αυτό είχε κάνει, και επειδή είναι Αμερής και Απλός
Θεός το Άγιο Πνεύμα, αυτό θα είχε σαν συνέπεια, με την πρώτη φορά που θα
εμφυσούσε ο Χριστός το Άγιο Πνεύμα, τότε ο άνθρωπος θα θεοποιούντο και στη
συνέχεια δεν θα υπήρχε λόγος επανάληψης του. Από την πρώτη αποστολή από τον
Χριστό, της υπόστασης του Αγίου πνεύματος, θα γεννιόταν ο νέος “άνθρωπο - Θεός”
ο οποίος δεν θα έχει τέλος, θα είναι μέσα του η ζωή και δεν θα είχε ανάγκη του
αγιασμού και της ζωοποίησης του.
Η απάντηση λοιπόν στο ποιος είναι το Άγιο Πνεύμα που πέμπει ο
Χριστός και γίνεται μεθεκτός από τους άξιους του Θεού, βρίσκεται στην ενέργεια
και στα χαρίσματα Του. Δεν τα έστελνε σε συγκεκριμένα τμήματα,
τοποθεσίες ή χρονικές στιγμές, ούτε άλλαζε κάθε φορά η Υπόστασή του Αγίου
Πνεύματος, αλλά όλο και περισσότερο τελειοποιούνταν ο πιστός και η Εκκλησία,
λαμβάνοντας όλο και περισσότερα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
Επειδή αυτό είναι δύσκολο να κατανοηθεί θα πούμε και κάποιο
παράδειγμα. Όπως ο Χριστός σταυρώθηκε μία φορά και σταυρώνεται πάντα και κάθε
φορά για την άφεση των αμαρτιών μας, έτσι και σε συγκεκριμένες στιγμές ο
Χριστός έδωσε τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και πάντα τα δίνει στους άξιους
και σε όσους είναι καθαροί στην καρδία (Μακαρισμός).
Προσοχή, όμως: τα χαρίσματα δίνονται Χριστοκεντρικά σε χρόνο και
τόπο, παραμένοντας άκτιστη και άρρητη η ενέργεια. Αυτό είναι ένα μυστήριο και η
γεύση του είναι μοναδική και καλείται μέθεξη. Επειδή μόνο έτσι παραμένει ο Θεός
απαθής και αναλλοίωτος. Είναι άλλη η Αΐδια ενδοτριαδική σχέση κατά την οποία ο
Πατέρας Εκπορεύει την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος και αυτό είναι κάτι
διαφορετικό από αυτό που αναφερόμαστε. Η πέμψη αναφέρεται στην αδιαίρετη
διάκριση του Θεού σε ουσία και ενέργειες. Τα χαρίσματα και ο αγιασμός του Αγίου
Πνεύματος τους τελειοποιούν όλους. Η απάντηση λοιπόν στο γιατί κατά επανάληψη
απέστειλε ο Χριστός το Άγιο Πνεύμα, είναι ότι τελειοποιήθηκαν δια Αυτού ξανά
και ξανά οι μαθητές, και επειδή πάντα χρειάζονται περαιτέρω τελειοποίηση, ο
Χριστός εξακολουθεί να δίνει συνεχώς τα χαρίσματα και την τελειοποίηση στην
Εκκλησία. Αυτό ήταν το εμφύσημα του Χριστού που επαναλήφθηκε και λέγεται
αποστολή του Αγίου Πνεύματος. Αυτή την πραγματικότητα γεύθηκε και επιβεβαίωσε ο
Χριστός με την περιστερά, όταν Βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη. Αυτή ήταν η «πρόγευση»
της Πεντηκοστής για τον Ιωάννη τον Πρόδρομο που ζήτησε να μάθει εκ του ουρανού
ποιος ήταν ο ερχόμενος. Η πρόγευση αυτής δόθηκε και στον Αδάμ με το εμφύσημα
στην Παλαιά Διαθήκη, όπως και στον Σαύλο, τον μετέπειτα Απόστολο Παύλο. Πάντα
δίνεται κατά το συμφέρον και τις δυνάμεις του ανθρώπου και πάντα έρχεται ξανά
για περαιτέρω τελειοποίηση. Αυτή η αύξηση δεν θα σταματήσει ούτε στον μέλλοντα
αιώνα, διότι τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος είναι άπειρα και ατελεύτητα.
«Τὴν ἀνθρώπου ποίησιν καὶ τὴν εἰς τὸ εἶναι πάροδον ἐξηγούμενος ὁ
μακάριος Μωσῆς, εἰληφέναι τὸν Θεὸν χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς διισχυρίζεται, καὶ πλάσαι μὲν
τῆ παντουργῷ δυνάμει τὸ ὁρώμενον δὴ τοῦτο τοῦ σώματος σχῆμα, ἐμφυσῆται δὲ εἰς τὸ
πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς· ὡς γενέσθαι τὸν ἄνθρωπον εἰς ψυχὴν ζῶσαν. Τὸ δοθὲν
τοιγαροῦν ἐμφύσημα θεῖον τῷ πεπλασμένῳ, οὐκ αὐτὴν εἶναί φαμεν τὴν ψυχήν
(ἧ γὰρ ἂν ἄτρεπτος ἦν, ὡς ἐκ τοιαύτης προελθοῦσα φύσεως), ἀλλὰ τὴν τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μετουσίαν ἐντεθεῖσαν ἐξ ἀρχῆς τῆ ἀνθρωπείᾳ ψυχῆ. Πᾶσα γὰρ ἡ τελειότης
τοῖς πεποιημένοις διὰ τοῦ Πνεύματος, ὅθεν καὶ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ τὸ τεχνηθὲν ἐποιήθη
ζῶον, ὡς διὰ τῆς μετουσίας τοῦ Πνεύματος, πρὸς αὐτὸν μεμορφωμένον» (Ἡ
Βίβλος τῶν θησαυρῶν, PG 75, 584D-585A).
Προετοίμασε λοιπόν ο Κύριος τη Σαμαρείτισσα, όπως και κάθε
πιστό, για την Πεντηκοστή όταν της είπε «πνεύμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας
αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ιω. 4:24). Ενώ ο Θεός και η
Θεότητά Του είναι άρρητος και απερίγραπτος, ταυτόχρονα γίνεται λόγος για την
όραση του Θεού που θα γίνει στους καθαρούς, δηλαδή μέσα στην Εκκλησία με τα
μυστήρια του Χριστού. Η ερμηνεία του «πνεύμα ὁ Θεός» είναι η ίδια με το «απερίγραπτος
ὁ Θεός» και σημαίνει ότι δεν είναι αισθητός και δεν έχει ούτε σχήμα ούτε
συμβολική μορφή. Αυτό εννοούσε λέγοντας «πνεύμα ὁ Θεός». Σαφώς δεν είπε ότι
είναι το κτίσμα ή ότι, κατά την ερμηνεία των φιλοσόφων, είναι αυτό το «πνεύμα».
Στα λόγια του Χριστού δεν έχει κτιστή έννοια το «πνεύμα», ούτε συναντά ένα
ισότιμο με το ανθρώπινο πνεύμα. Αυτό το «πνεύμα» δεν σαρκώθηκε, δεν
μετακινήθηκε ή κατέβηκε στη γη , δεν μετατράπηκε ούτε σχημάτισε ίνδαλμα στο
μυαλό του ανθρώπου, διότι τίποτα από αυτά δεν βοηθάει ούτε στο ελάχιστο για τη
σωτηρία του.
Μάταια δεν κάνει τίποτα ο Θεός και όλο το έργο από τον Θεό είναι
στραμμένο μόνο στην σωτηρία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος χρειαζόταν τον Σταυρό, και
αυτό δεν είχε σκαμπανεβάσματα: δεν ήρθε πότε “κάποιος άλλος Θεός” πλην του
Χριστού, με Σταυρό. Επίσης δεν ήρθε ο Θεός με τζάμπα Θεοφάνιες, στριφογυρίσματα
για να τον δούμε, ούτε ήρθε συναισθηματικές εντυπώσεις σταλμένες από τον
ουρανό. Τα σημεία που πραγματικά μας έδωσε ο Χριστός για την σωτηρία μας είναι
εντελώς διαφορετικά από το θεαθήναι: είναι στήριγμα στη δόξα του Σταυρού, ο
«δεύτερος σταυρός», όπως λέει ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Κατέβηκε ο Υιός του
Θεού και βιώθηκε η Θεότητά Του. Ωστόσο, παρομοιάζεται με «πνεύμα», και αυτό
λέγεται κατ’ επίνοια, για να κατευθύνει την σκέψη σε κάτι ανώτερο από τα
αισθητά και τα γήινα, σε κάτι άρρητο και θεϊκό.
Ο Χριστός μίλησε και έδωσε το Άγιο Πνεύμα, και αυτό βιώθηκε ως
«αδιαίρετη διάκριση» τους. Έτσι λοιπόν κατ’ επίνοια το ονομάζουμε
«πνεύμα» ή «Άγιο Πνεύμα» διότι είναι αγνώστος Μεθεκτό και παραμένει Απρόσιτο
και διακρίνεται Αδιαιρέτως από τον Υιό. Μας είπε «πνεύμα» για να εννοήσουμε το
ασώματο Του. Δεν έχει καθόλου σώμα το πνεύμα, και έτσι πρέπει να νοήσουμε τον
Θεό. Δεν μας έδωσε σύμβολο, αλλά την έννοια του Ασωμάτου Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου