Τα εν χρήσει εκκλησιαστικά ημερολόγια ---- Χριστ.Αμβραζίδη-

Το ημερολόγιο είναι σύστημα μέτρησης του χρόνου και ταξινόμησης των ημερών κατά τρόπο που να διευκολύνει την οργάνωση της δημόσιας ζωής, των θρησκευτικών τύπων και εκδηλώσεων και να εξυπηρετεί ιστορικούς και επιστημονικούς σκοπούς.

Το σύστημα μέτρησης του χρόνου γίνεται μεταξύ ενός σημείου έναρξης και ενός σημείου λήξης και ως απλούστερη μονάδα μέτρησης, από πλευράς της απλής παρατήρησης και όχι από πλευράς οργάνων μέτρησης, είναι η ημέρα και είναι όχι η χρονική περίοδος από της ανατολής μέχρι τη δύση του ήλιου, αλλά το διάστημα από ανατολής του ηλίου μέχρι την επόμενη ανατολή (ημερονύκτιο).

Το σύστημα της μέτρησης, από την ανατολή μέχρι την επόμενη ανατολή ηλίου, χρησιμοποιείται από πρωτόγονους λαούς, οι οποίοι δεν διαθέτουν άλλα όργανα μέτρησης. Το σύστημα, από την δύση μέχρι την επόμενη δύση, χρησιμοποιείται κυρίως από την Εκκλησία, η οποία θέλει να είναι πιστή στην Παράδοσή της. Εκείνο όμως το σύστημα, που έχει επικρατήσει σήμερα για τον προσδιορισμό της ημέρας βασίζεται σε όργανα μέτρησης του χρόνου και όχι σε παρατηρήσεις στη φύση. Είναι ο χωρισμός του ημερονυκτίου σε 24 ίσα μέρη, τα οποία καλούνται ώρες  και ο καθορισμός έναρξης της ημέρας τα μεσάνυκτα, όπου η ημέρα ξεκινάει συμβατικά από την ώρα μηδέν (0) και λήγει τα επόμενα μεσάνυκτα, όπου η ώρα καταλήγει πάλι συμβατικά στο 24. Η τεχνική αυτή ανακύκληση της ημέρας δίνει τις εβδομάδες (επταήμερα), τους μήνες, τα έτη και τους αιώνες.

ΙΟΥΛΙΑΝΟ Η ΠΑΤΡΙΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Πάτριο ημερολόγιο (γνωστό και ως Παλαιό ή Ιουλιανό) ονομάζεται το ημερολόγιο εκείνο, το οποίον στηρίζεται στα αστρονομικά δεδομένα, που τέθηκαν από δυο αρχαίους Έλληνες αστρονόμους:

α/ τον Αθηναίο αστρονόμο Μέτωνα (430 π.Χ.), ο οποίος καθιέρωσε τον κύκλο του Μέτωνα που είναι περίοδος 19 ετών, στην οποία κατένειμε 235 σεληνιακούς μήνες (12 έτη Χ 12 μήνες + 7 έτη Χ 13 μήνες) και στον οποίο κύκλο, κάθε 19 έτη επαναλαμβάνονται οι ίδιες ημερομηνίες φάσεων της Σελήνης.

β/ τον Αλεξανδρινό Έλληνα φιλόσοφο, μαθηματικό και αστρονόμο Σωσιγένη (1ος αι. π.Χ.), ο οποίος προσδιόρισε τις ισημερίες και χρησιμοποιήθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα (45 π.Χ.), για τη μεταρρύθμιση του ρωμαϊκού ημερολογίου του Νουμά (670 π.Χ.), με την απόρριψη του σεληνιακού έτους και την εισαγωγή του τροπικού έτους με τον καθορισμό του έτους σε 365.25 ημέρες, αντί για 365, που ίσχυε μέχρι τότε.

Το θεσπισμένο Ιουλιανό ημερολόγιο χρησιμοποίησε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, για να προσδιορίσει την ημερομηνία εορτής του Πάσχα, η οποία είναι η μόνη εορτή που καθορίζεται με αστρονομικά δεδομένα (τις θέσεις Ηλίου και Σελήνης μια ορισμένη περίοδο) και το χρησιμοποίησε, διότι τότε δεν υπήρχε κάτι καλύτερο και ακριβέστερο, αν και η ίδια η Εκκλησία χρησιμοποιούσε τότε κατά τόπους τρία ημερολόγια: Στη Δύση, το Ιουλιανό, στην Ανατολή το Μακεδονικό και στην Αφρική το Αιγυπτιακό.

Από τα δίσεκτα έτη του Ιουλιανού ημερολογίου που δείχνουν αιώνες (επαιώνια έτη), όπως το 1600, 1700, 1800, 1900, 2000 κ.ο.κ. δίσεκτα θα θεωρούνται στο νέο ημερολόγιο μόνον εκείνα των οποίων ο αριθμός των αιώνων (16, 17, 18, 19, 20 κ.ο.κ.) διαιρείται ακριβώς δια του 4 ή ολόκληρος ο αριθμός δια του 400. Σύμφωνα με τον κανόνα αυτό, δίσεκτα θεωρούνται μόνο τα έτη 1600, 2000 κ.ο.κ., ενώ σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, όλα τα «επαιώνια έτη» ήταν δίσεκτα ως διαιρούμενα δια του 4. Μ’ αυτό τον τρόπο αφαιρούνται οι 3 περίπου επιπλέον ημέρες της καθυστέρησης του Ιουλιανού ημερολογίου κάθε 400 έτη.

Το 1582, το Ιουλιανό ημερολόγιο, όπως υπολόγισε ο Δομινικανός μοναχός και αστρονόμος Ignatio Danti, έδειχνε ημερολογιακή εαρινή ισημερία την 11η Μαρτίου, δηλ. 10 ημέρες νωρίτερα σε σύγκριση με την αστρονομική –άρα ορθή– εαρινή ισημερία του έτους 325 μ.Χ. (έτος της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, που είχε γίνει τότε στις 21 Μαρτίου). Επειδή, όμως, από της αστρονομικής εαρινής ισημερίας κανονίζεται ο εορτασμός του Πάσχα, το σφάλμα του Ιουλιανού ημερολογίου επιδρούσε στον υπολογισμό της ημερομηνίας της μεγάλης γιορτής της Χριστιανοσύνης.

Επομένως, ήταν απαραίτητη η αλλαγή του Ιουλιανού ημερολογίου και το πολιτικό έτος έπρεπε να ελαττωθεί κατά τις 10 αυτές ημέρες που είχαν μετρηθεί, χωρίς να έχουν πράγματι διανυθεί, αφού το πολιτικό έτος ήταν ελαφρά μεγαλύτερο από το τροπικό έτος. Αποφασίσθηκε, λοιπόν, να μετατεθούν οι εποχές του έτους σε σχέση με το τροπικό έτος, ώστε να επανέλθουν στις ίδιες συνθήκες όπως το έτος 325 μ.Χ. που έγινε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας. Στα 1257 έτη (= 1582-325), το Ιουλιανό ημερολόγιο ως προς τις εποχές παρουσίαζε μια διαφορά περίπου 10 ημερών. Επιπλέον έγινε αλλαγή του 19ετούς κύκλου του Μέτωνα με τη γρηγοριανή επακτή, οπότε άλλαξε ο τρόπος υπολογισμού της μεγάλης εορτής του Πάσχα.

Αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών ήταν να δημιουργηθεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο, που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

ΓΡΗΓΟΡΙΑΝΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Σύμφωνα με αυτό και για να περιορισθούν τα σφάλματα του Ιουλιανού ημερολογίου, θεσπίσθηκε κάθε περίοδος 4 αιώνων να περιλαμβάνει 97 δίσεκτα έτη και όχι 100. Η ρύθμιση αυτή ήταν επιβεβλημένη, εφ’ όσον ανά 4 αιώνες η ετήσια διαφορά των 0.00780121 ημερών γινόταν ίση με 0.00780121 Χ 400 = 3.120484 ημέρες.

Με τον γρηγοριανό, λοιπόν, κύκλο των 400 ετών, αντί να έχουμε απαλοιφή μιας ημέρα εντός 128 ετών, δηλ. 3 ημερών σε 384 έτη, απαλείφουμε 3 ημέρες εντός χρονικού κύκλου 400 ετών. Έτσι υπάρχουν 97 αντί για 100 δίσεκτα έτη στον παραπάνω χρονικό κύκλο. Με τον τρόπο αυτό η μέση διάρκεια του ημερολογιακού έτους από 365.25 ημέρες στο Ιουλιανό ημερολόγιο διορθώθηκε σε 365 + 97/400 = 365.2425 ημέρες. Το πολιτικό έτος διέφερε πλέον από το τροπικό κατά 365.2425 – 365.24219879 = 0.00030121 ημέρες ή 0.00722904 ώρες ή 0.4337424 min ή 26.024544 sec. Δηλαδή το μέσο γρηγοριανό πολιτικό έτος είναι μεγαλύτερο από το τροπικό μόνο κατά 26 περίπου sec ετησίως.

Η ακρίβεια του Γρηγοριανού ημερολογίου (σφάλμα 26.024544 sec ετησίως) είναι ασυγκρίτως καλύτερη από την αντίστοιχη του Ιουλιανού ημερολογίου (σφάλμα 674.024544 sec ετησίως). Το Γρηγοριανό ημερολόγιο, όμως, αφαιρεί κάθε 400 χρόνια 3 μόνο ημέρες αντί 3.120484 ημέρες. Έτσι τα 400 γρηγοριανά έτη υπερβαίνουν σε διάρκεια τα 400 τροπικά έτη κατά 0.120484 ημέρες. Υπάρχει δηλαδή και σ’ αυτό το ημερολόγιο μια επιβράδυνση της αρχής του έτους, αλλά μόνο μιας ημέρας κάθε 400/0.120484 = 3320 έτη περίπου (για την ακρίβεια 3319.942897 έτη). Συνεπώς, ένας εύκολος τρόπος διόρθωσης της μικρής αυτής διαφοράς, που παρουσιάζει το μέσο γρηγοριανό έτος ως προς το τροπικό έτος είναι να υιοθετηθεί ένα ακόμη δίσεκτο έτος κάθε 3320 έτη, δηλ. η πρώτη διόρθωση θα πρέπει να γίνει το 4902 (1582 + 3320 = 4902).

Επίσης, με τη διόρθωση της επακτής καθορίζεται επακριβώς η Πασχαλινή πανσέληνος, μετά την οποία ακολουθεί η Κυριακή του Πάσχα. Με τις μεταβολές αυτές, καθορίζεται αστρονομικά ακριβέστερα το δυτικό Πάσχα. Σημειώνεται, ότι η Σύνοδος της ΚΠολης του 1593 απέρριψε με τον Η΄ Κανόνα της τη μεταρρύθμιση αυτού του ημερολογίου, όχι για λόγους επιστημονικούς, αλλά διότι οι Συνοδικοί κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι το Γρηγοριανό ημερολόγιο μεταρρύθμιζε τις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, για τον εορτασμό του χριστιανικού Πάσχα.

ΔΙΟΡΘΩΜΕΝΟ ΙΟΥΛΙΑΝΟ (ΝΕΟ)

Καθιερώθηκε το 1924.

Περιλαμβάνει ημερολογιακό κύκλο 900 ετών, που ήταν ακριβέστερος από τον γρηγοριανό κύκλο των 400 ετών. Σύμφωνα με αυτό  τα έτη που δείχνουν αιώνες (επαιώνια), δίσεκτα θα θεωρούνται μόνον εκείνα των οποίων ο αριθμός των εκατοντάδων, διαιρούμενος δια του 9, δίδει υπόλοιπο 2 ή 6. Για τα υπόλοιπα έτη ισχύει ο ιουλιανός κανόνας.

Δηλαδή αντί των δισέκτων ετών 400, 800, 1200, 1600, 2000 κ.ο.κ. του Γρηγοριανού, καθιέρωσε ως δίσεκτα τα έτη 200, 600, 1100, 1500, 2000 κ.ο.κ. Μ’ αυτό τον τρόπο, επειδή εντός κύκλου 900 ετών περιέχονται 218 δίσεκτα, η μέση διάρκεια του προτεινόμενου έτους ήταν: 365 + 218/900 = 365 + 0.24222222 = 365.24222222 ημέρες και έτσι η διαφορά του από το τροπικό έτος ήταν μόνο: 365.24222222 – 365.24219879 = 0.00002343 ημέρες ή 0.00056232 ώρες ή 0.0337392 min ή 2.024352 sec, δηλ. περίπου 2.03 sec ετησίως, που σημαίνει το ακριβέστερο από όλα τα προταθέντα μέχρι σήμερα ημερολόγια!

Συνεπώς σε κύκλο 3600 (= 4 Χ 900) ετών υπήρχαν 872 δίσεκτα έτη (= 4 Χ 218), αντί των 97 Χ 9 = 873 δισέκτων ετών του Γρηγοριανού ημερολογίου, με σφάλμα μόνο 0.00002343 Χ 3600 = 0.084348 ημερών, ενώ το αντίστοιχο σφάλμα του Γρηγοριανού ημερολογίου ήταν: 0.00030121 Χ 3600 = 1.084356 ημέρες, δηλ. κατά μια ημέρα μεγαλύτερο.

Σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο η 21η Μαρτίου σημειώνεται σήμερα 13 ημέρες μετά την αστρονομική εαρινή ισημερία, ενώ το 325 συνέπιπτε με αυτήν. Κάθε λοιπόν χρονική περίοδο 3320 ετών θα συμβαίνει 25 ημέρες περίπου αργότερα και μετά 20000 έτη θα συμβαίνει σχεδόν 5 μήνες αργότερα και ενώ θα λέμε ότι έχουμε εαρινή ισημερία, στην πραγματικότητα θα πλησιάζουμε τη φθινοπωρινή ισημερία!!

Συνοψίζουμε τους χρόνους (σε ημέρες) για κάθε μια περίπτωση:

Πραγματικό τροπικό έτος                        365.24219879    ημέρες

Ιουλιανό ημερολόγιο                               365.25                   «

Γρηγοριανό ημερολόγιο                           365.2425                            «

Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο 365.24222222         «

Το Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο δεν συμφωνεί με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, λόγω διαφορετικής φιλοσοφίας προσδιορισμού των δισέκτων ετών. Έτσι, η πρώτη ασυμφωνία εμφανίζεται το έτος 2800, όπου κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο έχουμε δίσεκτο έτος, ενώ κατά το διορθ. Ιουλιανό ημερολόγιο δεν έχουμε, οπότε κατά το έτος αυτός θα έχουμε την ίδια ημέρα, 10 Φεβρουαρίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο, 29 Φεβρουαρίου κατά το Γρηγοριανό και 1 Μαρτίου κατά το διορθ. Ιουλιανό, η δε διαφορά αυτή θα αυξάνει με την πάροδο των ετών.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Eπομένως όσοι ταυτίζουν το ΝΕΟ-ΔΙΟΡΘΩΜΕΝΟ ΙΟΥΛΙΑΝΟ ΜΕ ΤΟ ΠΑΠΙΚΟ-ΓΡΗΓΟΡΙΑΝΟ είναι εκτός πραγματικότητας.

Δημήτριος Χατζηνικολάου είπε...

@ 10 Μαρτίου 2023 στις 2:48 π.μ.

Ἐκτός πραγματικότητος εἶναι ὅσοι παραθεωροῦν τό γεγονός ὅτι ἡ εἰσαγωγή τοῦ νέου ἑορτολογίου (ν.ἑ.) ἔγινε χάριν τῆς ὑποταγῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στόν Παπισμόν, ἡ ὁποία ἐπισήμως ἔγινε τήν 7-12-1965 καί ἔκτοτε οἱ Ν/Ηται εἶναι Οὐνῖται, καί ἀσχολοῦνται μέ τήν διαφοράν μεταξύ Γρηγοριανοῦ καί «διωρθωμένου» Ἰουλιανοῦ!!! Ἀφήνετε τά μῆλα καί πιάνετε τά φῦλλα, ἀγαπητέ! Καί ἐπλάσατε πολλά μυθεύματα, προκειμένου νά φορτώσετε τό σχίσμα πού ἐπροκαλέσατε σέ ὅσους ἔμειναν σταθεροί στό Ὀρθόδοξον ἔδαφος τό 1924 καί δέν σᾶς ἠκολούθησαν στόν ἐξουνιτισμόν σας. Μά, τόση τύφλωσις!