Ποιµένες καὶ λύκοι -- Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ

«εἰσελεύσονται... λύκοι βαρεῖς, μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου» (Πράξ. 20, 29-30)

Καίρια  σηµασία γιὰ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ Ἀπ. Παύλου, ποὺ µᾶς παρέδωσε ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων». Μὲ τὸν θεῖο φωτισµὸ του ὁ Ἀπόστολος προδιαγράφει τὴν πορεία τῆς Ἐκκλησίας, τὶς περιπέτειές της µέσα στὸν κόσµο. Καὶ τονίζει ἀπερίφραστα ὅτι τὸ µεγαλύτερο κακὸ θὰ εἶναι ἡ ἐµφάνιση τῶν «λύκων», ποὺ θὰ τολµοῦν θρασύτατα νὰ παίρνουν τὴν θέση τῶν Ποιµένων. Ποιµένες καὶ «λύκοι» παρουσιάζονται παράλληλα ἀπὸ τὸν Ἀπ. Παῦλο, γιὰ νὰ φανεῖ ἡ οὐρανοµήκης διαφορά τους. Ποιµένες τῆς ποίµνης τοῦ Χριστοῦ Πνευµατοπρόβλητοι ἐπίσκοποι τοῦ ποιµνίου εἶναι οἱ γνήσιοι Ποιµένες. Ἐπιφορτισµένοι δηλαδὴ µὲ τὴν ἀδιάκοπη φροντίδα καὶ τὴν ἐπίβλεψη τῶν πιστῶν, γιὰ νὰ µείνουν µέσα στὸ Σῶµα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ σωθοῦν. Ὅ,τι περισσότερο βαρύνει στὴ συνείδηση τῶν Ποιµένων εἶναι, ὅτι τὸ ποίµνιο, τὸ σύνολο τῶν πιστῶν, δὲν ἀνήκει σ᾽ αὐτούς, δὲν εἶναι δικό τους, ἀλλὰ τοῦ ΜΟΝΟΥ Μεγάλου Ποιµένος, τοῦ Χριστοῦ. Σῶµα δικό Του εἶναι ἡ Ἐκκλησία.

----------------------------------

Ο/Η ΚΑΤΑΚΟΜΒΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ είπε...

½
ΤΙ ΕΤΙ ΧΡΕΙΑΝ ΕΧΟΜΕΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Το 1975 ο πρώην αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κυρός Αθηναγόρας Κοκκινάκης στην «Ομολογία Θυατείρων», που συνέταξε συνοδικά, δήλωσε ότι «όλοι οι χριστιανοί πιστεύουν στο ίδιο βάπτισμα, διά του οποίου όλοι έχουν γίνει μέλη του σώματός του, της Εκκλησίας».[1]  Δέκα χρόνια αργότερα ο λαϊκός τότε θεολόγος Ιωάννης Ζηζιούλας, (νυν Μητροπολίτης Περγάμου), ανανέωσε την εν λόγω κακόδοξη θεωρία και πρότεινε «να ομιλούμε για τα όρια της Εκκλησίας επί τη βάσει…της βαπτισματικής ενότητος». Ισχυριζόταν ότι το βάπτισμα είναι εκείνο που διαγράφει τα όρια της Εκκλησίας και ότι όλοι οι χριστιανοί είναι βαπτισμένοι. Και ότι «εντός του βαπτίσματος ακόμη και αν υπάρχει μια διάσπαση, μια διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία».[2] Έξι χρόνια αργότερα, (1993), στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου συντάχθηκε η γνωστή «δήλωση του κοινού βαπτίσματος», (παράγραφος 13), που συνυπέγραψαν Ορθόδοξοι και Παπικοί στην οποία επαναλαμβάνεται η ίδια κακόδοξη θεωρία. Έμπρακτη εφαρμογή αυτής της θεωρίας συναντούμε το 2004, όταν οι επισκοπές της Αυστραλίας των Πατριαρχείων Οικουμενικού, Αντιοχείας και Ρουμανίας υπέγραψαν το λεγόμενο «Συμφωνητικό έγγραφο» του Εθνικού Συμβουλίου Εκκλησιών της Αυστραλίας με το οποίο αναγνώρισαν το μυστήριο του βαπτίσματος, που τελείται στις ετερόδοξες κοινότητες και προώθησαν τη χρήση ενός κοινού «πιστοποιητικού βαπτίσματος». Άλλη περαιτέρω έμπρακτη εφαρμογή αποτελεί η παρά πάνω «κοινή δήλωση του βαπτίσματος» από την Νέα Ζηλανδία η οποία είναι κάτι ανάλογο με το «πιστοποιητικό βαπτίσματος» της Αυστραλίας.  
Το ότι η εν λόγω θεωρία έρχεται σε τελεία αντίθεση με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία μόλις είναι ανάγκη να τονιστεί. Ο αρχ.  π. Κύριλλος Κωστόπουλος, ιεροκήρυκας και Δρ. Θεολογίας, είχε γράψει γύρω από την πλάνη αυτή μεταξύ άλλων τα εξής: «Ο Μ. Βασίλειος στον Α´ κανόνα του το τονίζει κατηγορηματικώς: “Εκείνο γαρ έκριναν οι παλαιοί δέχεσθαι βάπτισμα, το μηδέν της πίστεως παρεκβαίνον”. Είναι φανερό ότι αυτή η  οικονομία δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στους Παπικούς ή τους Προτεστάντες για δύο λόγους: 1. Δεν ορθοδοξούν ως προς το δόγμα της Αγίας Τριάδος, (Filioque). 2. Δεν είναι το βάπτισμά τους σύμφωνο με την Αγιογραφική και Πατερική προτροπή, (γίνεται δια ραντισμού). Η Βαπτισματική Θεολογία ομιλεί για αποδοχή του βαπτίσματος των αιρετικών και παράλληλα παραδέχεται την παραμονή στις αιρετικές δοξασίες κάθε αποκοπείσης ομάδος από το Σώμα της Μιας Εκκλησίας. Κατά συνέπεια το περιεχόμενο του Ζ´ κανόνα της Β´ Οικουμενικής Συνόδου, το οποίο αναφέρεται στην υποδοχή των επιστρεφόντων στην Εκκλησία από την αίρεση, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί εδώ» (Ιστ. https://orthodoxostypos.gr/%CF%85%CF%8).

14 Μαρτίου 2022 - 12:35 μ.μ.

 Διαγραφή
Blogger Ο/Η ΚΑΤΑΚΟΜΒΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ είπε...

2/2
Αξίζει να σχολιασθεί εδώ η παρά πάνω μαρτυρία του Μ. Βασιλείου ο οποίος θεωρεί ως δεκτό και έγκυρο και παρεκτικό αγιαστικής Χάριτος μόνο το βάπτισμα εκείνο «το μηδέν της πίστεως παρεκβαίνον», το βάπτισμα δηλαδή που δεν παρεκκλίνει προς την αίρεση, ούτε στο ελάχιστο. Αλλά και όλοι οι  άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ομοφώνως μαρτυρούν και διακηρύσσουν στα συγγράμματά τους, ότι προϋπόθεση του εγκύρου βαπτίσματος είναι η ορθή πίστη του βαπτιζομένου, η οποία όμως υφίσταται μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατ’ επέκταση κάθε άλλο βάπτισμα που τελείται εκτός της Εκκλησίας, μέσα στον χώρο της αιρέσεως, είναι άκυρο και μη παρεκτικό αγιαστικής Χάριτος. Για παράδειγμα ο  Μέγας Αθανάσιος, σε ομιλία του «Κατά Αρειανών» αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Διά τούτο γουν και ο Σωτήρ ουκ απλώς ενετείλατο βαπτίζειν, αλλά πρώτον φησί, Μαθητεύσατε. Είτα ούτω, Βαπτίζετε εις όνομα Πατρός και Υιού και αγίου Πνεύματος. Ίνα εκ της μαθήσεως η πίστις ορθή γένηται και μετά πίστεως η του βαπτίσματος τελείωσις προστεθή. Πολλαί γουν και άλλαι αιρέσεις, λέγουσαι τα ονόματα μόνον, μη φρονούσαι δε ορθώς, ως είρηται, μηδε την πίστιν υγιαίνουσαν έχουσαι, αλυσιτελές έχουσι και το παρ’ αυτών διδόμενον ύδωρ, λειπόμενον ευσεβεία».[3]
Το συμπέρασμα είναι, ότι εκείνο που χαράσσει τα όρια της Εκκλησίας δεν είναι το βάπτισμα, αλλά η ορθή πίστη. Προηγείται πάντοτε η ορθή πίστη και έπεται το βάπτισμα το οποίο χορηγείται ως επιστέγασμα της αποδοχής της ορθής πίστεως.  Επομένως οι ισχυρισμοί ότι «το βάπτισμα είναι εκείνο που διαγράφει τα όρια της Εκκλησίας και ότι όλοι οι χριστιανοί (Ορθόδοξοι και Ετερόδοξοι), είναι βαπτισμένοι», όπως επίσης και ότι «εντός του βαπτίσματος ακόμη και αν υπάρχει μια διάσπαση, μια διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία» είναι κακόδοξοι και ξένοι προς την διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Κατ’ επέκταση και η ενότητα μεταξύ Ορθοδόξων και Ετεροδόξων δεν επιτυγχάνεται επί τη βάσει ενός «χριστιανικού» βαπτίσματος, αλλά επί τη βάσει της ορθής πίστεως. Επειδή όμως αυτή υφίσταται μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, προϋποθέτει την επιστροφή των αιρετικών στην Ορθοδοξία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει σχετικά: «Όταν πάντες ομοίως πιστεύομεν, τότε ενότης εστίν».[4]

ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΔΩ
http://aktines.blogspot.com/2022/03/blog-post_70.html#more

Γι᾽ αὐτὸ καὶ λέγεται «σῶµα Χριστοῦ» καὶ ὄχι «σῶµα χριστιανῶν». Γιατί αὐτὸς ἔσωσε τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κατέστησε σῶµα Του µὲ τὸ πανάγιο Αἷµα Του. Γι᾽ αὐτὸ µὲ «προσοχή», µὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη, φροντίζουν οἱ Ποιµένες γιὰ τὸ ποίµνιο, ποὺ ὁ Χριστὸς τοὺς ἐµπιστεύθηκε (πρβλ. Ἰωάν. κα´ 15 ἑ.), π ρ ό θ υ µ ο ι πάντα νὰ θυσιασθοῦν γι᾽ αὐτό, γιὰ τὴν προκοπή του. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, µικροὶ καὶ µεγάλοι, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, ἔχουν τὴν συνείδηση, ὅτι τὸ ἔργο τους στὴν Ἐκκλησία εἶναι πνευµατικό, ἀναγεννητικὸ καὶ ὄχι ἁπλῶς διοικητικὸ ἢ ἐξουσιαστικό. Κεκαθαρµένοι καὶ φωτισµένοι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦµα οἱ ἴδιοι, γνωρίζουν ὅτι ἐτάχθησαν φρουροὶ τῆς πνευµατικῆς ὑγείας τοῦ ποιµνίου, γιατροὶ καὶ θεραπευτές του. Γι᾽ αὐτὸ δὲν µεταδίδουν µιὰ διανοητικὴ πίστη, ποὺ ἐξαντλεῖται σὲ εὐσεβεῖς στοχασµοὺς καὶ θρησκευτικὲς ὡραιολογίες, ἀλλὰ ὁδηγοῦν στὴν θεραπεία, τὴν κάθαρση καὶ τὸν ἁγιοπνευµατικὸ φωτισµό. Θέτουν σὲ λειτουργία τὸν ἀδρανοποιηµένο ἀπὸ τὴν πτώση νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ βοηθοῦν τὸν πιστὸ νὰ προχωρήσει ἀπὸ τὴν πράξη (τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ κάθαρση παθῶν) στὴ θεωρία (φωτισµό, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ θέωση), καὶ παράλληλα φροντίζουν γιὰ τὴν κοινωνία καὶ ἑνότητα, τῶν πιστῶν στὴν Ἀλήθεια καὶ Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν ∆ικαιοσύνη Του. Εἰσάγουν, ἔτσι τὸ ποίµνιο στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς της, µέσα στὴ Χάρη καὶ στὶς ἐµπειρίες τοῦ Ἁγ. Πνεύµατος. Τελικὸς δὲ σκοπός τους δὲν εἶναι νὰ δηµιουργήσουν καλοὺς καὶ «εὔχρηστους» πολίτες ἢ «ἠθικὲς προσωπικότητες», ἀλλὰ Πνευµατοφόρους ἀνθρώπους, ποὺ δὲν ἔχουν στόχο ἁπλῶς τὴν ἠθικότητα, ἀλλὰ πῶς θὰ ὁδηγηθοῦν στὴν θέωση. Σ᾽ἀντίθεση ὅµως µὲ τοὺς γνήσιους Ποιµένες οἱ ἐνσυνείδητα, ἢ καὶ ἀσυνείδητα ἀκόµη, διαστροφεῖς τοῦ ποιµαντικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας εἶναι Οἱ λύκοι, ποὺ µὲ τόση ἀγωνία ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ὅλοι οἱ ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ διεφθαρµένοι διδάσκαλοι, οἱ πλάνοι καὶ δόλιοι, ποὺ λαθραῖα εἰσέρ χονται στὴν ποίµνη τοῦ Χριστοῦ ἢ ποὺ ζοῦν καὶ δροῦν µέσα στὴν Ἐκκλησία ὄντας «λύκοι» ὅµως. Τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γι᾽ αὐτοὺς εἶναι καθαρὰ προφητικά. Στὶς Ποιµαντικές του Ἐπιστολὲς µνηµονεύονται τέτοιοι ψευδοδιδάσκαλοι. Τὸ ἔργο τους εἶναι αὐτόχρηµα σατανικό. Ἀντιποιοῦνται τὴν θέση τοῦ γνησίου Ποιµένος καὶ ἐµφανίζονται µὲ τὸ ἔνδυµά Του καὶ γι᾽ αὐτὸ εἶναι ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνοι. Οἰκειοποιοῦνται τὸ ποίµνιο καὶ τὸ ἐκµεταλλεύονται, πνευµατικὰ καὶ ὑλικά, σὰν νὰ ἦταν φέουδό τους. ∆ὲν ἐργάζονται, οὔτε ἀγωνιοῦν γιὰ τὴν ἑνότητα τοῦ Σώµατος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ µεταβάλλουν τοὺς πιστοὺς σὲ ὀπαδούς τους, καὶ σχηµατίζουν ἰδιαίτερες ὁµάδες, ὄχι πιὰ µὲ πιστοὺς στὸν Χριστό, ἀλλὰ µὲ ὀπαδοὺς δικούς τους. «Ὁ γὰρ τῶν αἱρετικῶν σκοπὸς σπουδάζει περιποιῆσαι ἑαυτοῖς λαόν, οὐ τῷ Κυρίῳ ἵνα ἑαυτοῖς ἐγκαυχῶνται» (Ἀµµώνιος). Ἡ ὁµαδοποίηση τῶν πιστῶν πάντα ὁδηγεῖ στὴν ὀπαδοποίησή τους, ἔστω καὶ ἂν δὲν ἔχουν καταδικασθεῖ ἐπίσηµα ὡς αἱρετικὲς αὐτὲς οἱ ὁµάδες. Ὅπως ὅµως οἱ Ποιµένες, ἔχουν ὡρισµένες ἐσωτερικὲς πνευµατικὲς προϋποθέσεις, τὸ ἴδιο ἔχουν, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες, καὶ οἱ ἀντιποιµένες, οἱ «λύκοι», τὶς δικές τους προϋποθέσεις. Καὶ ὅταν ἀσυνείδητα ἀκόµη φθάνουν στὴν κατάσταση τοῦ «λύκου», ὀπαδοποιώντας χωρὶς ἴχνος γνησιότητος τοὺς πιστούς, στεροῦνται τῆς πνευµατικῆς ἐµπειρίας τῶν γνησίων Ποιµένων. ∆ὲν ἔχουν οἱ ἴδιοι περάσει ἀπὸ τὴν πνευµατικὴ θεραπεία τῆς Ἐκκλησίας, καὶ παρ᾽ ὅλα αὐτὰ ἀναλαµβάνουν τὸ ἔργο τῆς «θεραπείας» τῶν ἄλλων! Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔχουν κοινὲς ἐσωτερικὲς ἐµπειρίες, γιατί ἔχουν ὅλοι τὸν ἴδιο φωτισµό. Γι᾽ αὐτὸ µένουν ἑνωµένοι µὲ τὸν Χριστὸ καὶ κρατοῦν καὶ τὸ ποίµνιο τοῦ Χριστοῦ ἑνωµένο. Οἱ διάφοροι ὅµως «λύκοι», ἀντὶ γιὰ ἅγιο Πνεῦµα καὶ φωτισµό, ἔχουν µέσα τους τὴν πονηρία καὶ τὰ πάθη τους. Στὴ χειρότερη περίπτωση, εἰσέρχονται στὸ ποίµνιο, γιὰ νὰ «θύσουν καὶ ἀπολέσουν», ὄντες ὄχι ποιµένες, ἀλλὰ «κλέπται» (Ἰωάν. ι´ 10). Ἔτσι, δὲν βλέπουν τὴν ἀποστολή τους ὡς συνεχῇ προσφορὰ καὶ θυσία ὑπὲρ τοῦ ποιµνίου, ἀλλὰ ὡς στάδιο κοσµικῆς καριέρας καὶ κέρδους. Στὴν καλύτερη περίπτωση, µπορεῖ νὰ ἔχουν τὴ θέληση νὰ ἐργασθοῦν γιὰ τὸ ποίµνιο. ∆ὲν µποροῦν ὅµως νὰ τοῦ προσφέρουν κάτι, γιατί µέσα τους δὲν ἔχουν αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ προσφέρουν, Πνεῦµα δηλαδὴ Ἅγιο καὶ Ἀλήθεια. Εἶναι ἴσως ἠθικοὶ (ἐξωτερικὰ) - καὶ γι᾽ αὐτὸ ἀσφαλῶς καὶ ἠθικολόγοι, ποὺ µαστιγώνουν ἀνελέητα τὴν διαφθορὰ τῶν ἄλλων. ∆ὲν εἶναι ὅµως (ἐσωτερικὰ) κεκαθαρµένοι καὶ φωτισµένοι, καὶ γι᾽ αὐτὸ δὲν µποροῦν νὰ γίνουν ποτὲ γιατροί, ἀλλὰ µένουν ἀδέξιοι «κοµπογιαννίτες», ποὺ ἠθικολογοῦν, ἀλλὰ δὲν ὁδηγοῦν στὴν θεραπεία τὸ ποίµνιό τους, κρατώντας το στὸ ἐπίπεδο τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ἀθεΐας. Εἰδωλολατρίας, γιατί τὸ µαθαίνουν νὰ θαυµάζει καὶ νὰ πιστεύει στὸν «ἐνάρετο» καὶ «καθαρὸ» ἑαυτό του (πρβλ. τοὺς «πεποιθότας ἐφ᾽ ἑαυτοῖς» Φαρισαίους, Λουκ. ιη´ 9)· καὶ «ἀθεΐας», γιατί, µὴ προχωρώντας διὰ τῆς ἐσωτερικῆς καθάρσεως στὸν ἁγιοπνευµατικὸ φωτισµό, δὲν γνωρίζει ποτὲ τὸν Ἀληθινὸ Χριστὸ καὶ µένει στὸ σκοτάδι τῆς τυπολατρίας. Μόνον οἱ Ἅγιοι Πατέρες ὅλων τῶν αἰώνων, ὡς γνήσιοι Ποιµένες, συνεχίζουν τὸ ἔργο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καὶ ἐφαρµόζουν τὶς ὁδηγίες του γιὰ τὴν προφύλαξη τῆς Ποίµνης τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τοὺς διαφόρους λύκους. Μὲ τὸν θεῖο Λόγο καὶ τὴν «σφενδόνα τοῦ Πνεύµατος» ἀποµακρύνουν «τοὺς βαρεῖς καὶ λοιµώδεις λύκους». Μὲ τὴν ἀνύστακτη φροντίδα τους καὶ τὰ δάκρυα τῆς ἀγάπης τους νουθετοῦν, παρακαλοῦν, διορθώνουν. Βλέποντας τὴν Ἐκκλησία ὡς Ποίµνη τοῦ Χριστοῦ - καὶ ὄχι δική τους- δὲν ἐπιβαρύνουν κανένα, ἀλλὰ προσφέρουν στὸ Ποίµνιο τὰ πάντα, πνευµατικὰ καὶ ὑλικά, ὅσα ἔχουν. Γίνονται αὐτοὶ φτωχοὶ (ὑλικά), γιὰ νὰ πλουτίζουν πνευµατικὰ τοὺς ἄλλους. Μποροῦν νὰ διακηρύττουν: «ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱµατισµοῦ οὐδενὸς ἐπεθύµησα». Πλούσιοι σὲ Πνεῦµα, βλέπουν τὰ ὑλικὰ ὡς µέσο διακονίας τῶν πνευµατικῶν τους παιδιῶν καὶ ὄχι πλουτισµοῦ δικοῦ τους... Μιλοῦµε; συχνὰ γιὰ λιµὸ πίστεως, γιὰ πτώση τῆς χριστιανικότητος στοὺς καιρούς µας. Εἶναι, γιατί, ἐνῶ εἴµαστε τόσο πλούσιοι σὲ «λύκους», εἴµαστε τόσο φτωχοὶ δυστυχῶς σὲ ποιµένες.

7 σχόλια:

ΚΑΤΑΚΟΜΒΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ είπε...

½
ΤΙ ΕΤΙ ΧΡΕΙΑΝ ΕΧΟΜΕΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Το 1975 ο πρώην αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κυρός Αθηναγόρας Κοκκινάκης στην «Ομολογία Θυατείρων», που συνέταξε συνοδικά, δήλωσε ότι «όλοι οι χριστιανοί πιστεύουν στο ίδιο βάπτισμα, διά του οποίου όλοι έχουν γίνει μέλη του σώματός του, της Εκκλησίας».[1]  Δέκα χρόνια αργότερα ο λαϊκός τότε θεολόγος Ιωάννης Ζηζιούλας, (νυν Μητροπολίτης Περγάμου), ανανέωσε την εν λόγω κακόδοξη θεωρία και πρότεινε «να ομιλούμε για τα όρια της Εκκλησίας επί τη βάσει…της βαπτισματικής ενότητος». Ισχυριζόταν ότι το βάπτισμα είναι εκείνο που διαγράφει τα όρια της Εκκλησίας και ότι όλοι οι χριστιανοί είναι βαπτισμένοι. Και ότι «εντός του βαπτίσματος ακόμη και αν υπάρχει μια διάσπαση, μια διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία».[2] Έξι χρόνια αργότερα, (1993), στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου συντάχθηκε η γνωστή «δήλωση του κοινού βαπτίσματος», (παράγραφος 13), που συνυπέγραψαν Ορθόδοξοι και Παπικοί στην οποία επαναλαμβάνεται η ίδια κακόδοξη θεωρία. Έμπρακτη εφαρμογή αυτής της θεωρίας συναντούμε το 2004, όταν οι επισκοπές της Αυστραλίας των Πατριαρχείων Οικουμενικού, Αντιοχείας και Ρουμανίας υπέγραψαν το λεγόμενο «Συμφωνητικό έγγραφο» του Εθνικού Συμβουλίου Εκκλησιών της Αυστραλίας με το οποίο αναγνώρισαν το μυστήριο του βαπτίσματος, που τελείται στις ετερόδοξες κοινότητες και προώθησαν τη χρήση ενός κοινού «πιστοποιητικού βαπτίσματος». Άλλη περαιτέρω έμπρακτη εφαρμογή αποτελεί η παρά πάνω «κοινή δήλωση του βαπτίσματος» από την Νέα Ζηλανδία η οποία είναι κάτι ανάλογο με το «πιστοποιητικό βαπτίσματος» της Αυστραλίας.  
Το ότι η εν λόγω θεωρία έρχεται σε τελεία αντίθεση με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία μόλις είναι ανάγκη να τονιστεί. Ο αρχ.  π. Κύριλλος Κωστόπουλος, ιεροκήρυκας και Δρ. Θεολογίας, είχε γράψει γύρω από την πλάνη αυτή μεταξύ άλλων τα εξής: «Ο Μ. Βασίλειος στον Α´ κανόνα του το τονίζει κατηγορηματικώς: “Εκείνο γαρ έκριναν οι παλαιοί δέχεσθαι βάπτισμα, το μηδέν της πίστεως παρεκβαίνον”. Είναι φανερό ότι αυτή η  οικονομία δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στους Παπικούς ή τους Προτεστάντες για δύο λόγους: 1. Δεν ορθοδοξούν ως προς το δόγμα της Αγίας Τριάδος, (Filioque). 2. Δεν είναι το βάπτισμά τους σύμφωνο με την Αγιογραφική και Πατερική προτροπή, (γίνεται δια ραντισμού). Η Βαπτισματική Θεολογία ομιλεί για αποδοχή του βαπτίσματος των αιρετικών και παράλληλα παραδέχεται την παραμονή στις αιρετικές δοξασίες κάθε αποκοπείσης ομάδος από το Σώμα της Μιας Εκκλησίας. Κατά συνέπεια το περιεχόμενο του Ζ´ κανόνα της Β´ Οικουμενικής Συνόδου, το οποίο αναφέρεται στην υποδοχή των επιστρεφόντων στην Εκκλησία από την αίρεση, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί εδώ» (Ιστ. https://orthodoxostypos.gr/%CF%85%CF%8).

ΚΑΤΑΚΟΜΒΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ είπε...

2/2
Αξίζει να σχολιασθεί εδώ η παρά πάνω μαρτυρία του Μ. Βασιλείου ο οποίος θεωρεί ως δεκτό και έγκυρο και παρεκτικό αγιαστικής Χάριτος μόνο το βάπτισμα εκείνο «το μηδέν της πίστεως παρεκβαίνον», το βάπτισμα δηλαδή που δεν παρεκκλίνει προς την αίρεση, ούτε στο ελάχιστο. Αλλά και όλοι οι  άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας ομοφώνως μαρτυρούν και διακηρύσσουν στα συγγράμματά τους, ότι προϋπόθεση του εγκύρου βαπτίσματος είναι η ορθή πίστη του βαπτιζομένου, η οποία όμως υφίσταται μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατ’ επέκταση κάθε άλλο βάπτισμα που τελείται εκτός της Εκκλησίας, μέσα στον χώρο της αιρέσεως, είναι άκυρο και μη παρεκτικό αγιαστικής Χάριτος. Για παράδειγμα ο  Μέγας Αθανάσιος, σε ομιλία του «Κατά Αρειανών» αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Διά τούτο γουν και ο Σωτήρ ουκ απλώς ενετείλατο βαπτίζειν, αλλά πρώτον φησί, Μαθητεύσατε. Είτα ούτω, Βαπτίζετε εις όνομα Πατρός και Υιού και αγίου Πνεύματος. Ίνα εκ της μαθήσεως η πίστις ορθή γένηται και μετά πίστεως η του βαπτίσματος τελείωσις προστεθή. Πολλαί γουν και άλλαι αιρέσεις, λέγουσαι τα ονόματα μόνον, μη φρονούσαι δε ορθώς, ως είρηται, μηδε την πίστιν υγιαίνουσαν έχουσαι, αλυσιτελές έχουσι και το παρ’ αυτών διδόμενον ύδωρ, λειπόμενον ευσεβεία».[3]
Το συμπέρασμα είναι, ότι εκείνο που χαράσσει τα όρια της Εκκλησίας δεν είναι το βάπτισμα, αλλά η ορθή πίστη. Προηγείται πάντοτε η ορθή πίστη και έπεται το βάπτισμα το οποίο χορηγείται ως επιστέγασμα της αποδοχής της ορθής πίστεως.  Επομένως οι ισχυρισμοί ότι «το βάπτισμα είναι εκείνο που διαγράφει τα όρια της Εκκλησίας και ότι όλοι οι χριστιανοί (Ορθόδοξοι και Ετερόδοξοι), είναι βαπτισμένοι», όπως επίσης και ότι «εντός του βαπτίσματος ακόμη και αν υπάρχει μια διάσπαση, μια διαίρεση, ένα σχίσμα, ακόμη μπορείς να μιλάς για Εκκλησία» είναι κακόδοξοι και ξένοι προς την διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Κατ’ επέκταση και η ενότητα μεταξύ Ορθοδόξων και Ετεροδόξων δεν επιτυγχάνεται επί τη βάσει ενός «χριστιανικού» βαπτίσματος, αλλά επί τη βάσει της ορθής πίστεως. Επειδή όμως αυτή υφίσταται μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, προϋποθέτει την επιστροφή των αιρετικών στην Ορθοδοξία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει σχετικά: «Όταν πάντες ομοίως πιστεύομεν, τότε ενότης εστίν».[4]

ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΔΩ
http://aktines.blogspot.com/2022/03/blog-post_70.html#more

Ανώνυμος είπε...

Άρα, μας λέει ο Μέγας Αθανάσιος ότι τα μυστήρια των αιρετικών είναι άκυρα.Τότε γιατί πιστεύει ο κ.Χατζηνικολάου ότι είναι έγκυρα;

ΩΡΕ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ ΜΟΥ ΠΕΡΗΦΑΝΑ είπε...

Γιατί έτσι τον συμφέρει!

Ανώνυμος είπε...

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός δεν ανήκε στους αγιομάχους, μήτε στους σχισματικούς παλαιοημερολογίτες!!!
Μην το ξεχνάμε!!!!

Silver είπε...

Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός δεν ανήκε στους αγιομάχους,


Βεβαίως και δεν άνηκε στους αγιομάχους, διότι αυτούς που εννοείς εσύ τους "νεοάγιους" τους είχε κατατάξει μαζί με τον εαυτόν του, και μαζί με εσένα που κοιμάσαι, στην κατηγορία των Ουνιτών!

Πόσες φορές βάζω το βίντεό του, που ομολογεί ότι "είμαστε Ουνίτες" και εσύ χαμπάρει δεν καταλαβαίνεις...

ύπνο ελαφρύ και όνειρα γλυκά!!!

Ανώνυμος είπε...

Κώστα διαχειριστή , μην πιάνεσαι στενόκεφαλα και σχισματικά από μια φράση του π. Γεωργίου Μεταλληνού. Τρόπος του λέγειν ήταν.
Ο ίδιος παραδεχόταν τους συγχρόνους αγίους και ήταν πάντα ενωμένος με την Εκκλησία της Ελλάδος.
Αν το πίστευε πραγματικά ότι είμαστε ουνίτες, θα είχε κάνει το παν για να παύσει να είναι ουνίτης.
Οπότε είναι ανεπιτυχής η προσπάθεια σου να πιαστείς από ένα λόγο του π. Γεωργίου Μεταλληνού που δεν ήταν σχισματικός και αγιομάχος σαν μερικούς-μερικούς...
Στον σχισματικό ύπνο και στα σχισματικά εγωιστικά όνειρα τα γλυκά, βρίσκεσαι εσύ...