Η ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΙΣ ΤΗΣ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΣΩΤΗΡΙΑΣ -- ΑΡ. ΔΕΛΗΜΠΑΣΗ

Δια του διωγμού των πιστών Ορθοδόξων Μοναxών της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου του Αγίου Όρους Άθω, παραβαίνονται οι θείοι νόμοι περί της σωτηρίου Αποτειχίσεως. Τι είναι η Αποτείχισις; Αποτείχισις είναι ο κανονικός και νόμιμος «χωρισμός» εκ της αιρέσεως και του αμετανοήτου αιρετικού. Και τούτο, υπέρ της θείας Ορθοδοξίας και της εν Xριστώ σωτηρίας, κατά την τακτικήν σωτηρίου πολέμου των τετειχισμένων (τειχισμένων) πόλεων. Δηλαδή, ότε το παλαιόν εχθροί επέδραμον, οι κάτοικοι κατέφευγον εις την πόλιν καί απετειχίζοντο, ήτοι εxωρίζoνro εξ αυτών διά των τειχών. Και ούτως επολέμουν αμυντικώς και επιθετικώς μέχρι της νίκης. Τoιουτοτρόπως και όταν αίρεσις πολεμή την όρθόδοξον Xριστιανικήν πίστιν, οι πιστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοi, καταφεύγομεν εις τα πνευματικά «τείχη» της Έκκλησίας, δηλαδή εις τους ανά τους αιώνας Αγίους Πατέρας και Διδασκάλους. Και βάσει της διδασκαλίας των, αγωνιζόμεθα «τον καλόν αγώνα της πίστεως» κατά της αιρέσεως και των αιρετικών, και υπέρ της θείας Ορθοδοξίας, μέχρι της νίκης. Δηλαδή, μέχρι του αναθέματος, που σημαίνει «χωρισμόν από του Θεού» και της «Εκκλησίας», το οποίον κάμνει ο αιρετικός με την αίρεσίν του, το ομολογούσιν οι Ορθόδοξοι και το επικυρώνουσιν και αποφασίζουσιν ως εκκλησιαστικήν ποινήν Ορθόδοξοι Σύνοδοι μέχρι και του τελεσιδίκου αναθέματος. Ούτως ηγωνίσθησαν εν Χριστώ και ενίκησαν οι προ ημών, και εγένοντο και αυταί αι Άγιαι Οικουμενικαί Σύνοδοι, και διασώζεται μέχρι σήμερον επί γης η σωτήριος θεία Ορθοδοξία.

                                                                                                     

Πότε η Αποτείχισις είναι κανονική και νόμιμος; Όταν ο Επίσκοπος π.χ. έως και του Πατριάρχου, κατηγορήται αληθώς «εν ευσεβεία και δικαιοσύνην», λέγει ο Ιερός Κανών. Δηλαδή, όταν κατηγορήται δικαίως ως ασεβής και άδικος, ήτοι ότι σφάλλη αμετανοήτως «περί την ευσέβειαν (ορθόδοξον πίστιν)» και ποιεί «παρά το καθήκον και δίκαιον». Τουτέστιν, όταν κηρύσση «αίρεσιν τινά» «παρά των Αγίων Συνόδων ή Πατέρων κατεγνωσμένην (κατακεκριμένην)», και τούτο, «δημοσία» «και γυμνή τη κεφαλή επ’ εκκλησίας». Δηλαδή, δημοσίως και φανερώς και με αθυροστομίαν «διδάσκει τα αιρετικά δόγματα (ψευδοδοξίας)» αιρέσεώς τινος. Και ταύτα έπραξαν και πράττουσιν οι οικουμενισταί του Φαναρίου από του 1920 και οι προκαθήμενοι τούτου, ως και ο Αθηναγόρας και ο Δημήτριος και δη ο νυν Βαρθολομαίος. Και μάλιστα πλέον των παλαιοτέρων τοιούτων, καθ’ ότι κηρύττουσιν, ουχί απλώς αίρεσιν, αλλά την παναίρεσιν του Οικουμενισμού! Κανονικώς, λοιπόν, και νομίμως αποτειχίζονται εξ αυτών οι πιστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ως και οι Μοναχοί της Ι. Μονής Εσφιγμένου. Και τι είναι αίρεσις; «Το έσχατον πτώμα (πτώσις) εστι ψυχής» η αίρεσις, ήτοι η εσχάτη ψυχική κατάπτωσις, και το μέγιστον και βαρύτατον θανάσιμον αμάρτημα. Δια τούτο ρίπτει τον άνθρωπον «εις το σκότος το εξώτερον» της αιωνίου κολάσεως, και τιμωρείται δια του αναθέματος. Είναι δε αίρεσις και η παραμικρά παρέκκλισις εκ της θείας Ορθοδοξίας, κατά το γραφικόν, «όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήση, πταίση δε εν ενί, γέγονε πάντων ένοχος! Διο «αιρετικός εστιν» «ο μικρόν γουν (βεβαίως) εκκλίνων (παρεκκλίνων) της ορθοδόξου πίστεως», αμετανοήτως. Αιρετικοί, λοιπόν, και παναιρετικοί είναι οι οικουμενισταί του Φαναρίου, διο και φευκτέοι προς σωτηρίαν! Πότε γίνεται η θεία Αποτείχισις εκ του αιρετικού και αδίκου; «Προ συνοδικής διαγνώσεως (δίκης και αποφάσεως)», λέγει ο Ι. Κανών. Τουτέστιν, κατά το χρονικόν διάσημα από της κηρύξεως της αιρέσεως έως του τελεσιδίκου συνοδικού αναθέματος. Οι δε ούτως αποτειχιζόμενοι Ορθόδοξοι «τη κανονική επιτιμήσει ουχ υπόκεινται» ή «υποκείσονται» ορίζει ο Ι. Κανών. Δηλαδή, δεν διώκονται και δεν τιμωρούνται, καθ’ ότι κανονικώς ούτοι «κολάσεως (τιμωρίας) άξιοι ουκ έσονται (δεν θα είναι)». Εν προκειμένω, οι αντικανονικοί αιρετικοί διώκουσι και τιμωρούσιν, επειδή «διαβολικόν εστιν (είναι)» το «διώκειν», λέγει ο Μ. Αθανάσιος. Και «έμαθον» τούτο, όχι από «των Αγίων» του Θεού, αλλά από «του Διαβόλου του λέγοντος· “διώξας καταλήψομαι”»! Κανονικώς, όχι μόνον δεν διώκονται και δεν τιμωρούνται οι αποτειχιζόμενοι πιστοί Ορθόδοξοι, αλλά και τιμώνται. Δηλαδή, «και της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται». Τουτέστιν, «και τιμής ως ορθόδοξοι αξιωθήσονται (θα αξιωθώσιν)», επειδή είναι «τιμής και αποδοχής άξιοι, ως ορθόδοξοι». Ένεκεν τούτου, ουδεμία ποινή προβλέπεται εις τα θεία Γεγραμμένα της Ορθοδοξίας δια τους εν λόγω αποτειχιζομένους, αλλά μόνον έπαινοι και τιμαί, ως π.χ. εις την περίπτωσιν του Αγίου Δαλματίου, τον οποίον επαινεί η Γ΄ Αγία Οικουμενική Σύνοδος!    

Ψευδεπίσκοποι και ψευδοδιδάσκαλοι! Ο θείος νόμος, ενώ επαινεί τους αποτειχιζομένους πιστούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, τους εξ ων αποτειχίζονται ούτοι ονομάζει, ουχί αληθινούς Επισκόπους, αλλά ψευδεπισκόπους και ψευδοδιδασκάλους! «Ου γαρ Επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν» δια της αποτειχίσεώς των οι αποτειχισθέντες, λέγει ο θείος και ιερός Κανών. Διο οι τοιούτοι, ως ψευδεπίσκοποι «ουδένα», λέγουσιν αι Άγιαι Οικουμενικαί Σύνοδοι της Ορθοδοξίας, «ή καθελείν (να καθαιρέσωσιν) ή αποκινήσαι (να μετατοπίσωσιν)» ηδύναντο και δύνανται, εφ’ όσον επιμένουσιν εις την αίρεσίν των αμετανόητοι, καθάπερ και ο αιρετικός ψευδοπατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος (428 – 431). Διο και τυχόν επιβαλλόμεναι παρ’ αυτών ποιναί είναι εκκλησιαστικώς και νόμω Θεού και Εκκλησίας ανυπόστατοι, δηλαδή ψευδοποιναί, και το σχετικόν έγγραφόν των, δεν είναι εκκλησιαστικόν, αλλά «χαρτίον» «ασεβές και παράνομον»!                                                      Αποκλειόμενοι, λοιπόν, οι αιρετικοί και άδικοι ως αντικανονικοί και παράνομοι πανταχόθεν, καταφεύγουσιν αμετανόητοι και εις την λοιδορίαν (ύβριν), καθάπερ και οι αντίχριστοι αιρετικοί παπικοί. Ούτω, λέγουσι τους ορθοδόξως αποτειχιζομένους «σχισματικούς», αλλά ματαίως, καθ’ ότι τους διαψεύδει ο θείος Νόμος. Ούτοι, λέγει ο Ι. Κανών, «ου σχίσματι την ένωσιν της Εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την Εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι». Δηλαδή, «σχίσμα κατά της Εκκλησίας» δεν «εποίησαν», και από «σχισμάτων την Εκκλησίαν απήλλαξαν, όσον το επ’ αυτοίς (όσον εξαρτάται εξ αυτών)», χωρισθέντες της αιρέσεως και εμμείναντες εις την Ορθοδοξίαν και «την ενότητα της πίστεως», τουτέστιν της Εκκλησίας. «Της γαρ αιρέσεως αποσχιζόμενοι τη ευσεβεία (της ορθοδόξου πίστεως) δια παντός ενραπτόμεθα (ενούμεθα)», λέγει ο λόγος της θείας αληθείας.

Αθήναι, Ιανουάριος 2003

«ΦΩΝΗ  ΤΩΝ  ΠΑΤΕΡΩΝ»

Δεν υπάρχουν σχόλια: