πρωτοπρεσβ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἀγίας Παρασκευῆς Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Όπως ακούσαμε από τους θαυμασίους ύμνους, ιδιαίτερα από
τα δοξαστικά του Εσπερινού «Τάς μυστικάς σήμερον του Πνεύματος σάλπιγγας...»
και του Όρθρου «Των Αγίων Πατέρων ο χορός...», η Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα
Ζ΄ Κυριακή από του Πάσχα τους Αγίους και Θεοφόρους 318 Πατέρες, που
συνεκρότησαν την Α΄ αγία και Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325
μ.Χ. επί της βασιλείας του αγίου ενδόξου θεοστέπτου βασιλέως και Ισαποστόλου
Κωνσταντίνου του Μεγάλου.
Στη Σύνοδο αυτή συμμετείχαν πολύ μεγάλα ονόματα σοφών αγίων της Εκκλησίας μας, πολύ γνωστών σέ όλους μας, όπως ο εν αγίοις πατήρ ημών Αθανάσιος πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας, που τότε ήταν διάκονος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Αλεξάνδρου, ο εν αγίοις πατήρ ημών Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων της Λυκίας ο Θαυματουργός, ο οποίος ράπισε, χαστούκησε τον Άρειο για τις βλασφημίες, που εξεστόμισε, ο εν αγίοις πατήρ ημών Σπυρίδων Επίσκοπος Τριμυθούντος της Κύπρου ο Θαυματουργός, που έκανε το θαύμα με το κεραμίδι, ο εν αγίοις πατήρ ημών Αχίλλιος Επίσκοπος Λαρίσης, που έκανε το θαύμα με την πέτρα, που ανέβλυσε λάδι, ο εν αγίοις πατήρ ημών Αλέξανδρος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος, όταν λειτουργούσε, είδε τον Χριστό ως βρέφος πάνω στο άγιο Δισκάριο να έχει σχισμένο τον χιτώνα, εξαιτίας του Αρείου, ο εν αγίοις πατήρ ημών Όσιος Επίσκοπος Κορδούης και πλήθος άλλων κληρικών, ηγουμένων, πρεσβυτέρων, διακόνων και μοναχών.
Η Σύνοδος συνήχθη κατά του αιρετικού Αρείου, ο οποίος
βλασφημούσε ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού δεν είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα
και ακολούθως δεν είναι Θεός αληθινός, αλλά κτίσμα και ποίημα. Η Σύνοδος, η
οποία διήρκησε τρεισήμισι χρόνια, μάς παρέδωσε το κοινό και γνωστό απ’ όλους
και ιερό Σύμβολο της Ορθοδόξου πίστεώς μας, με το οποίο ανεκήρυξε τόν Υιό και
Λόγο του Θεού, Θεό αληθινό και ομοούσιο με τον Θεό Πατέρα, έχοντας δηλ. την
ίδια ουσία και φύση με τον Θεό Πατέρα και επομένως την ίδια δόξα, εξουσία,
κυριότητα και αϊδιότητα και όλα τα υπόλοιπα θεοπρεπή ιδιώματα της θείας φύσεως.
Η ίδια Σύνοδος μάς παρέδωσε και τον καθορισμό του Πάσχα και εξέδωσε είκοσι
ιερούς κανόνες.
Εξέχουσα θέση ανάμεσα στον υμνογραφικό πλούτο της
Ορθοδόξου Εκκλησίας μας κατέχει, εκτός των άλλων, και το απολυτίκιο της εορτής
των Αγίων Πατέρων : «Υπερδεδοξασμένος ει Χριστέ ο Θεός ημών, ο φωστήρας επί γης
τούς Πατέρας ημών θεμελιώσας καί δι’αυτών πρός τήν αληθινήν πίστιν πάντας ημάς
οδηγήσας, πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι». Είναι αμφίβολο, αν έχουμε συλλάβει το
βαθύτερο νόημα, την σημασία και την βαρύτητα αυτού του τροπαρίου, το οποίο
εκφράζει μια πρώτιστη θεολογική πτυχή της Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Η πτυχή
αυτή, πού μαρτυρείται από το ανωτέρω τροπάριο, είναι ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία,
εκτός από Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική, είναι κατεξοχήν και Πατερική. Θα
μπορούσαμε κάλλιστα οι Ορθόδοξοι, δίπλα από τα τέσσερα προαναφερθέντα
χαρακτηριστικά της Εκκλησίας, να προσθέταμε και την Πατερικότητα και να
ομολογούσαμε στο Σύμβολο της Πίστεως την πίστη μας «εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν,
Αποστολικήν καί Πατερικήν Εκκλησίαν». Η προσθήκη, όμως, αυτή, όπως και κάθε
άλλη προσθήκη ή αφαίρεση στο Σύμβολο της Πίστεως, απαγορεύεται ρητώς από τον 7ο
Ιερό Κανόνα της Γ΄ Αγίας Οικουμενικής Συνόδου εν Εφέσω (431). Για τον λόγο αυτό
απαγορεύθηκε και η προσθήκη, την οποία έβαλαν οι αιρετικοί Παπικοί, οι Λατίνοι,
στο Σύμβολο της Πίστεως, σύμφωνα με την οποία το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται όχι
εκ μόνου του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού, η περίφημη αίρεση του Filioque. Για τον ίδιο λόγο
απαγορεύθηκε ακόμη να βάλλουμε εμείς οι Ορθόδοξοι στο Σύμβολο της Πίστεως και
τον όρο «Θεοτόκος» για την Παναγία μας, μολονότι είναι δογματική διδασκαλία της
Εκκλησίας μας. Από σεβασμό και υπακοή στα θεσπισμένα υπό των Αγίων Οικουμενικών
Συνόδων και των Αγίων Πατέρων. Εντούτοις, η Ορθόδοξος Εκκλησία μας είναι
Εκκλησία Αποστολική και Πατερική. Το ακούσαμε αυτό στο κοντάκιο της σημερινής
εορτής : «Των Αποστόλων τό κήρυγμα καί των Πατέρων τά δόγματα τη Εκκλησία μίαν
τήν πίστιν εκράτυνεν». Το κήρυγμα των Αποστόλων, αλλά και η ανάπτυξη αυτής της
διδασκαλίας εκ μέρους των Αγίων Πατέρων έκαναν μία την διδασκαλία της Εκκλησίας
μας. Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας, λοιπόν, είναι συγχρόνως Αποστολική και Πατερική,
και ακολουθεί τούς Αγίους Πατέρες σε κάθε Οικουμενική Σύνοδο. Κι εμείς πρέπει
να είμαστε «επόμενοι τοις αγίοις πατράσιν˙ μή μεταίρειν όρια, α έθεντο οι
πατέρες ημών». Να είμαστε επόμενοι, να ακολουθούμε τους Αγίους Πατέρες, να μη
μετακινούμε όρια, τα οποία έθεσαν οι Άγιοι Πατέρες μας. Διότι, οι Άγιοι Πατέρες
δεν κάνουν τίποτε άλλο, παρά να συνεχίζουν το έργο του Κυρίου και των
Αποστόλων. Αυτό έκαναν και στην A΄ εν Νικαία
Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, την οποία η Εκκλησία μας εορτάζει σήμερα.
Η Εκκλησία μας, λοιπόν, παραμένει κατεξοχήν Πατερική κι
ας μην το ενστερνίζονται, ας το αρνούνται αυτό οι Οικουμενιστές, οι
προοδευτικοί, οι εκσυγχρονιστές πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι, αρχιερείς, ιερείς,
κληρικοί και πανεπιστημιακοί-ακαδημαϊκοί θεολόγοι, οι οποίοι, για να μπορούν να
υιοθετούν και να διδάσκουν καινούργιες διδασκαλίες, που δεν στηρίζονται στη
διδασκαλία των Αγίων Πατέρων και των Αγίων Αποστόλων, αρνούνται, ακόμη, και το
ότι η Εκκλησία μας είναι Πατερική. Ανεφύη, δυστυχώς, στις ημέρες μας μια
καινούργια αίρεση, η αίρεση της πατρομαχίας. Μάχονται αυτοί οι πατρομάχοι και
πολεμούν τους Αγίους Πατέρες. «Η Εκκλησία μας», ισχυρίζονται οι πατρομάχοι,
«δεν είναι πατερική, αλλά είναι μία ευχαριστιακή σύναξη, όπου μπορούμε να λέμε
και να κάνουμε ό,τι θέλουμε και, μη δεσμευόμενοι από τούς Αγίους Πατέρες, να
υιοθετούμε και να κηρύττουμε του κόσμου τις διδασκαλίες και να δεχόμαστε ακόμη
και την «ιερωσύνη των γυναικών». Θεωρούν οι οικουμενιστές πατρομάχοι ότι οι
Άγιοι Πατέρες μάς κληροδότησαν το σχίσμα Ανατολής και Δύσεως, επειδή έπεσαν
θύματα του αρχεκάκου όφεως, του Διαβόλου. Και τώρα τελευταία, ανέπτυξαν αυτοί
οι πατρομάχοι μία καινοφανή αίρεση, την αίρεση της λεγομένης «μεταπατερικής ή
νεοπατερικής ή συναφειακής θεολογίας», η οποία εκφράζεται κυρίως από τους
οικουμενιστές του Φαναρίου και από την λεγομένη «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών»
Βόλου ή καλύτερα «Επιδημία Θεολογικής Διαστρεβλώσεως». Τί λέει αυτή η αιρετική
«μεταπατερική θεολογία» ή καλύτερα επιδημία; Πρεσβεύει ότι οι Άγιοι Πατέρες
είναι πλέον ξεπερασμένοι. Ήταν καλοί για την εποχή τους, αλλά τώρα μας είναι
άχρηστοι. Τώρα εμείς, θεωρούν οι πατρομάχοι, είμαστε οι «νέοι πατέρες»,
ανώτεροι από τους παλαιούς Αγίους Πατέρες και θα πρέπει να αναπτύξουμε μια νέα
θεολογία ανεξάρτητη και πέρα από τους Αγίους Πατέρες, μία «μεταπατερική
θεολογία», προσαρμοσμένη στα σύγχρονα προβλήματα του κόσμου. Δεν είναι, όμως,
αυτό φοβερός εωσφορικός εγωισμός, το να λέει κάποιος ότι είναι ανώτερος από
τους Αγίους Πατέρες; Η υπέρβαση και η απεξάρτηση των πατρομάχων από την
διδασκαλία και την θεολογία των Αγίων Πατέρων, θα τους αποδεσμεύσει και θα τους
αφήσει ελεύθερους και ανεξέλεγκτους να πραγματοποιούν τα απαράδεκτα
οικουμενιστικά τους ανοίγματα με τους αιρετικούς και τους ετεροδόξους, με σκοπό
την ψευδοένωση των δήθεν «Εκκλησιών» και την εγκατάσταση της αντίχριστης
Πανθρησκείας. Οι Άγιοι Πατέρες πρέπει να ξεπερασθούν, τονίζουν εμφαντικά οι
πατρομάχοι. Το διανοούμαστε αυτό το πράγμα; Δηλ. οι άγιοι Πατέρες της Α΄ Αγίας
και Οικουμενκής Συνόδου, ο Μέγας Αθανάσιος, ο άγιος Νικόλαος, ο άγιος Σπυρίδων,
ο άγιος Αχίλλιος και όλοι οι άγιοι Πατέρες των άλλων Αγίων και Οικουμενικών
Συνόδων και όλων των εποχών είναι ξεπερασμένοι. Καταλαβαίνουμε όλοι μας σε ποιά
κατάντια και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος έχουν φθάσει!
Πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Πειραιώς κ.κ. Σεραφείμ ότι «γνήσιο τέκνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ εἶναι καί ἡ ἐσχάτως ἀναφυεῖσα
μεταπατερική ἤ νεοπατερική ἤ συναφειακή αἵρεση. Ἡ μεταπατερική ἤ νεοπατερική αἵρεση
κάνει λόγο γιά τήν ὑπέρβαση, τό ξεπέρασμα, τήν περιθωριοποίηση τοῦ συνόλου τῶν ἁγίων
Πατέρων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τήν ἀντικατάστασή τους ἀπό τούς σημερινούς,
συγχρόνους δῆθεν «νέους πατέρες», τούς μεταπατερικούς οἰκουμενιστές. Στόχος αὐτῆς
τῆς πατρομαχίας εἶναι ἡ προλείανση τῆς ὁδοῦ πρός τήν ψευδοένωση μέ τούς αἱρετικούς
καί τοῦ ἑτεροδόξους, ἐφόσον πλέον μεταίρονται τά ὅρια, «ἅ οἱ Πατέρες ἡμῶν ἔθεντο»
μεταξύ ἀληθείας καί πλάνης, Ὀρθοδοξίας καί αἱρέσεως, ὅπως ἐπιτυχῶς ἀποδείχθηκε
στό μεγάλο ἐπιστημονικό καί θεολογικό συνέδριο, πού διοργάνωσε πέρισυ τόν
Φεβρουάριο τοῦ 2012 ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας μέ θέμα : «Μεταπατερική αἵρεση καί
πατερική θεολογία». Ἡ συναφειακή αἵρεση ἀφορᾶ τήν Ἱεραποστολή καί τόν Εὐαγγελισμό
καί νοεῖται ὡς ἡ ἀποφυγή τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν νά ἐμφανισθοῦν, ἐνώπιον
τῶν μή χριστιανῶν, ὡς διχασμένες λόγω τῶν δογματικῶν διαφορῶν τους. Γι’αὐτό καί
καλοῦνται νά δείξουν ἑνότητα, θέτοντας σέ προτεραιότητα θέματα κοινωνικῆς
δικαιοσύνης καί καταπιέσεως τῶν κοινωνικῶν τάξεων. Αὐτό, ὅμως, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα
ἡ ἱεραποστολή καί τό κήρυγμα νά στραφοῦν στή διατύπωση τρόπων ἀποκαταστάσεως τῶν
κοινωνικῶν ἀδικιῶν καί ὄχι στή μετάδοση τῶν ἀληθειῶν τοῦ Εὐαγγελίου[1]»[2].
Το τραγελαφικό, όμως, για τους Οικουμενιστές είναι ότι
ενώ αποδέχονται την μεταπατερική αίρεση δεν τολμούν, συνεπείς προς τις
διακηρύξεις τους, να μην χρησιμοποιούν καθόλου τους αγίους Πατέρες είτε στις
ομιλίες, είτε στα κηρύγματα, είτε στη Θεία Λειτουργία, διότι γνωρίζουν ότι από
εκείνη την στιγμή θα χάσουν αμέσως το όποιο έρεισμα έχουν στον κλήρο και τον
λαό και ίσως και την εκκλησιαστική τους ιδιότητα. Αλήθεια, πώς
μπορούν οι Οικουμενιστές και εισέρχονται στους Ορθοδόξους Ιερούς Ναούς, οι
οποίοι είναι αγιογραφημένοι με αγίους Πατέρες; Πώς μπορούν και λένε το
«Δι’ευχών των αγίων Πατέρων ημών…»; Πώς τελούν τη Θεία Λειτουργία των αγίων
Πατέρων, του ιερού Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου κ.ά; Πώς εορτάζουν τις
Κυριακές των Αγίων Πατέρων με την τόσο πλούσια πατερική και δογματική
υμνογραφία; Αυτό δεν αποτελεί την πλέον κραυγαλέα απόδειξη της κακοδοξίας της
μεταπατερικής αιρέσεως; Αν πράγματι πιστεύουν τις απαράδεκτες και προκλητικές
τους διακηρύξεις, ας παύσουν, λοιπόν, να χρησιμοποιούν τελείως τους αγίους
πατέρες, ας σταματήσουν να εισέρχονται στους Ιερούς Ναούς, να λένε το «Δι’ευχών
των αγίων Πατέρων ημών…», να τελούν τη Θεία Λειτουργία και να εορτάζουν τις
Κυριακές των Αγίων Πατέρων, διότι αλλιώς αποδεικνύουν την αντιφατικότητα, την
διπροσωπία και την υποκρισία τους και το φρούδο της κακοδοξίας τους.
Η αναφορά μας στην λεγομένη «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών» Βόλου κρίνεται
ιδιαιτέρως επιτακτική, διότι οι ιθύνοντες αυτής επιμένουν και συνεχίζουν αμετανόητοι,
παρά τις όποιες δηλώσεις και εκδηλώσεις «μετανοίας», συμπεριφερόμενοι όπως
ακριβώς ο Άρειος, την οικουμενιστική διαβρωτική για την Εκκλησία τακτική τους.
Εσχάτως, η λεγομένη «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών» διοργάνωσε από τις 23 έως τις
26 Μαΐου 2013 διεθνές συνέδριο στο Cluj-Napoca της Ρουμανίας με
θέμα : «Ορθοδοξία και συναφειακή θεολογία. Εναύσματα από την εκκλησιαστική
Παράδοση»[3], το οποίο θεωρείται ως η συνέχεια του διεθνούς συνεδρίου, που
πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2010 πραγματοποιήθηκε στο Βόλο με θέμα :
«“Νεο-πατερική” σύνθεση ή “Μετα-πατερική” Θεολογία; Το αίτημα της θεολογίας της
συνάφειας στην Ορθοδοξία».
Δυστυχώς, επιβεβαιώνεται γι’ακόμη μία φορά ο Ἄπ. Παῦλος,
ο οποίος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα λέει : «ἐγώ γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι ἐλεύσονται
μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου. Καί ἐξ ὑμῶν
αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητᾶς ὀπίσω
αὐτῶν»[4].
Σύμφωνα με την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, οι
Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας είναι ο καρπός της λειτουργίας του Αγίου Πνεύματος
μέσα στην Εκκλησία. Οι Άγιοι Πατέρες για τον λόγο αυτό αποκαλούνται Θεοφόροι,
επειδή είναι τα δοχεία και τα όργανα του Αγίου Πνεύματος. Με επίμονη και
επίπονη άσκηση και νηπτικούς αγώνες υπέταξαν το φρόνημα της σαρκός στο θέλημα
του Θεού. Στην Ορθοδοξία δεν δύναται να υπάρχει Θεολογία χωρίς άσκηση και χωρίς
Αγίους Πατέρες. Οι Άγιοι Πατέρες δεν λένε τίποτε νεοφανές, δεν γράφουν νέες
φιλοσοφικές θεωρίες, αλλά, επειδή είναι πνευματοφόροι και ζουν μέσα στο φως του
Θεού, ερμηνεύουν φωταγωγικώς τις αλήθειες, πού ο Χριστός άπαξ απεκάλυψε στους
ανθρώπους. Ο Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγεί τούς Αγίους Πατέρες της
Εκκλησίας «εις πάσαν τήν αλήθειαν». Αυτό σημαίνει πως δεν δύναται να υπάρξει
περίοδος της ζωής της Εκκλησίας, πού δεν υπάρχουν Άγιοι Πατέρες. Αυτό θα
σήμαινε πώς σταμάτησε ο Παράκλητος να «συγκροτεί όλον τόν θεσμόν της
Εκκλησίας». Δεν είναι, όμως, αυτό ασυγχώρητη βλασφημία κατά του Αγίου
Πνεύματος; Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα του ανυποστάτου του όρου
«μεταπατερική θεολογία», ο οποίος πέρα από καινοφανής, είναι αντιβιβλικός καί
ανορθόδοξος, επειδή αναιρεί το βασικό κύτταρο της Πατερικής Θεολογίας της
Εκκλησίας. Είναι αδύνατη η ύπαρξη περιόδου μετά τούς Πατέρες, αφού πάντοτε η
Εκκλησία θα αυξάνεται θεολογικά με την Χάριν του Αγίου Πνεύματος διά των
Θεοφόρων Πατέρων. Απορρίπτουμε τον όρο «μεταπατερική θεολογία», επειδή μας
οδηγεί κατ’ευθείαν στην αίρεση του Προτεσταντισμού. Η Εκκλησία χωρίς Αγίους
Πατέρες θα ήταν ένα «ψευδεπίγραφο χριστιανικό προτεσταντικό μόρφωμα», που δεν
θα είχε καμμία σχέση με την «Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν καί Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Όμως, «ας είσαι υπερδεδοξασμένος, Χριστέ ο Θεός μας»,
λέει ο υμνογράφος, «επειδή θεμελίωσες στη γη τους Αγίους και Θεοφόρους Πατέρες
ως φωστήρες και διά μέσου αυτών μάς οδήγησες όλους στην αληθινή πίστη». Αυτή η
φράση «δι’αυτών» είναι μεγίστης σημασίας, γιατί μας δείχνει ότι μόνο μέσω των
Αγίων Πατέρων οδηγούμαστε στην αληθινή πίστη. Έχουμε, βέβαια, σε πρώτη θέση την
Αγία Γραφή, αλλά, επειδή αυτή σε αρκετά σημεία είναι ασαφής και δυσνόητη,
χρησιμοποιούμε τους Αγίους Πατέρες, με τα συγγράμματα και τους λόγους των
οποίων ερμηνεύουμε την Αγία Γραφή σωστά και ορθόδοξα. Αυτή, άλλωστε είναι
και μία ειδοποιός διαφορά μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της αιρέσεως του
Προτεσταντισμού, ότι δηλαδή, εμείς, οι Ορθόδοξοι, στηριζόμαστε στην Ιερά
Παράδοση, την Αγία Γραφή, τους Αγίους Πατέρες και τις Οικουμενικές Συνόδους,
ενώ οι Προτεστάντες, στηρίζονται μόνο στην Αγία Γραφή (sola scriptura), απορρίπτοντας την
Ιερά Παράδοση, τις Οικουμενικές Συνόδους και τους Αγίους Πατέρες,
αποδεικνυόμενοι εν τοις πράγμασι ότι είναι νέοι πατρομάχοι και εικονομάχοι, με
τους οποίους όμως οι Οικουμενιστές κάκιστα παρακάθονται μαζί τους,
συναγελάζονται και διαλέγονται επί ίσοις όροις στο παμπροτεσταντικό Π.Σ.Ε. ή
καλύτερα Παγκόσμιο Συνονθύλευμα Αιρέσων και ΠΣΕύδους, προδίδοντας τους Αγίους
Πατέρες.
Επικαιροποιώντας τον λόγο μας, οφείλουμε να χτυπήσουμε το
καμπανάκι του μεγάλου κινδύνου, πού διατρέχει η Ορθόδοξος Εκκλησία από τις αιρέσεις,
ιδίως από τις αιρέσεις του Παπισμού, του Προτεσταντισμού και την παναίρεση του
Οικουμενισμού. Συγκεκριμένα η χώρα μας, η αγιοτόκος και ηρωοτόκος Ελλάδα έχει
γίνει ξέφραγκο αμπέλι των αιρέσεων. Πάνω από τετρακόσιες (400) αιρέσεις δρουν
στον τόπο μας (Ιεχωβάδες, οι οποίοι είναι το κατάλοιπο, η συνέχεια του
Αρειανισμού στην εποχή μας, Πεντηκοστιανοί, Ευαγγελικοί, Χιλιαστές, Παπικοί,
Ουνίτες, Μονοφυσίτες Νεοειδωλολάτρες, Νέα Εποχή, Νέα Τάξη πραγμάτων, Μασονία,
Τεκτονισμός, Σιωνισμός κ.ά.). Κάθε καλοκαίρι κάνουν απόβαση στην Ελλάδα
χιλιάδες Ιεχωβάδες, Πεντηκοστιανοί και Χιλιαστές με προσυλητιστικούς σκοπούς.
Επίσης, πόσες φορές η Αγία μας Εκκλησία ήλεγξε τον
Παπισμό; Από τον 11ο αιώνα, πού οι Παπικοί αποσχίσθηκαν και αποκόπηκαν από την
Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, πέρασαν 1000 χρόνια και παραμένουν αμετανόητοι,
αταπείνωτοι, εγωιστές, αλαζόνες και οιηματίες. Και υπάρχουν Άγιοι Πατέρες, οι
οποίοι όχι μόνο ήλεγξαν τον πάπα, αλλά υπέφεραν, εκδιώχθηκαν και μαρτύρησαν
εξαιτίας αυτών, όπως είναι τόσοι οσιομάρτυρες στο Άγιον Όρος, στην Ι. Μ.
Ζωγράφου, στην Ι. Μ. Βατοπαιδίου, στις Καρυές και στην Κύπρο, στην Ι. Μ.
Παναγίας Καντάρας, πού μαρτύρησαν, επειδή ήλεγξαν τον πάπα, όπως επίσης και στη
μαρτυρική Σερβία.
Παραλλήλως, υπάρχει στις ημέρες μας ο μέγας κίνδυνος και
απειλή για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας από τον Οικουμενισμό. Ο Οικουμενισμός,
σύμφωνα με τον σύγχρονο Άγιο Γέροντα της Σερβικής Εκκλησίας, αλλά και ολοκλήρου
της Ορθοδοξίας, Όσιο Ιουστίνο Πόποβιτς, είναι όχι απλά αίρεση, αλλά παναίρεση.
Όπως η παγκοσμιοποίηση σε πολιτικό επίπεδο θέλει να ενώσει τον κόσμο και να
κάνει ένα παγκόσμιο κράτος, μία παγκόσμια κυβέρνηση, ένα παγκόσμιο νόμισμα,
έτσι και ο Οικουμενισμός σε θρησκευτικό επίπεδο θέλει να ενώσει όλες τις
θρησκείες (διαθρησκειακός οικουμενισμός) και όλες τις αιρέσεις (διαχριστιανικός
οικουμενισμός) σε μία παγκόσμια θρησκεία, αψηφώντας και περιθωριοποιώντας τις
τεράστιες, γιγαντιαίες και χαώδεις δογματικές διαφορές και ξεθεμελιώνοντας εκ
βάθρων τα δόγματα και την πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Όπως ο Αρειανισμός
ταλαιπώρησε πολλά χρόνια την ρωμαϊκή αυτοκρατορία, έτσι και ο Οικουμενισμός
ταλαιπωρεί κι αυτός επί ένα και πλέον αιώνα την Ορθόδοξη Εκκλησία, αφού
εμφανίσθηκε από τις αρχές του 20ου αιώνα (1902-1904-1920). Όπως για τον
Αρειανισμό συνεκλήθη ολόκληρη Οικουμενική Σύνοδος, που τον καταδίκασε και
καθαίρεσε τους αρχηγούς της, δεν πρέπει επιτέλους και για τον Οικουμενισμό να
συγκληθεί μια νέα Οικουμενική ή Πανορθόδοξος ή Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, χωρίς
βεβαίως προκαθορισμένη οικουμενιστική σύνθεση, αλλά με την ενεργό συμμετοχή
παντός του κλήρου και του λαού, η οποία θα τον καταδικάσει και θα καθαιρέσει
τους αρχηγούς της, για να γαληνέψει έτσι το πολυτάραχο και θαλασσοδαρμένο
σκάφος της Αγίας μας Εκκλησίας;
Να, λοιπόν, σήμερα οι άγιοι Πατέρες. Προς την αιώνια ζωή
προχωρώντας, ας ακολουθήσουμε κι εμείς το παράδειγμα της ομολογίας της
Ορθοδόξου πίστεως, που μάς παρέδωσαν ως παρακαταθήκη οι Άγιοι Πατέρες,
ιδιαιτέρως οι σήμερον εορτάζοντες Άγιοι Πατέρες της Α΄ Αγίας Οικουμενικής
Συνόδου, για να κληρονομήσουμε κι εμείς τα αιώνια αγαθά της ατελευτήτου
Βασιλείας των Ουρανών.
[1] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΓΛΥΦΑΔΑΣ ΠΑΥΛΟΣ, « «Συναφειακές», «Μεταπατερικές» καί ἄλλες
θεολογικές ἀναζητήσεις σέ συνέδριο τῆς θεολογικῆς
Ἀκαδημίας
τοῦ Βόλου», Θεοδρομία ΙΒ4 (Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2010) 496.
[2] ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, Ποιμαντορική εγκύκλιος περί Οικουμενισμού
Κυριακή της Ορθοδοξίας 2013
[3] http://paterikiparadosi.blogspot.gr/23052013, http://www.amen.gr/article14045.
[4] Πράξ. 20, 29-30.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου