Πέτρος ο Κορυφαίος Απόστολος του Κυρίου ήτο αδελφός Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, καταγόμενος εκ πόλεως ευτελούς και μικράς, της Βηθσαϊδά, υιός Ιωνά, εκ της φυλής του Πατριάρχου Συμεών, κατά τους χρόνους Υρκανού Αρχιερέως των Ιουδαίων, ζων εν εσχάτη πενία, και δια των ιδίων αυτού χειρών ποριζόμενος τα προς το ζην αναγκαία. Αφού δε ο πατήρ του Ιωνάς ετελεύτησεν, ο μεν Πέτρος έλαβεν εις γυναίκα την θυγατέρα Αριστοβούλου, αδελφού Βαρνάβα του Αποστόλου και απέκτησε τέκνα, ο δε Ανδρέας έμεινεν εν παρθενία. Όταν δε ο Βαπτιστής Ιωάννης εκρατείτο υπό του Ηρώδου εν τη φυλακή, τότε ο Κύριος, ελθών εις την λίμνην Γεννησαρέτ, εύρε τον Ανδρέαν και Πέτρον, οίτινες διώρθωνον τα δίκτυά των και ούτως εκάλεσεν αυτούς· όθεν ευθύς τον ηκολούθησαν.
Και λοιπόν, ο μεν Πέτρος εκήρυξε πρότερον το Ευαγγέλιον εις την Ιουδαίαν και Αντιόχειαν, έπειτα εις τα μέρη του Ευξείνου Πόντου και εις την Γαλατίαν και Καππαδοκίαν, Ασίαν και Βιθυνίαν· κατέβη δε έως και εις αυτήν την Ρώμην, ένθα νικήσας δια των θαυμάτων τον Σίμωνα μάγον, εσταυρώθη κατακέφαλα υπό του Νέρωνος, καθώς αυτός ο ίδιος Πέτρος εζήτησε, και ούτως έλαβε τον άφθαρτον στέφανον του μαρτυρίου. Ήτο δε ο θεσπέσιος Πέτρος κατά τον χαρακτήρα του σώματος λευκός κατά το χρώμα, ολίγον ωχρός, φαλακρός την κεφαλήν, σγουράν έχων την επίλοιπον κόμην· είχε τους οφθαλμούς κατ’ επιφάνειαν αιματώδεις και ομοίους με το χρώμα του οίνου, την κόμην λευκήν, το γένειον λευκόν και δασύ, την ρίνα μακράν και τας οφρύς ανεστραμμένας· ήτο μέτριος κατά το μέγεθος, έχων το σχήμα του σώματος όρθιον· ήτο συνετός και φρόνιμος, θείω δε ζήλω παρωξύνετο κατά της αδικίας· ήτο συγχωρητικός εις τους μετανοούντας, μετεβάλλετο ευκόλως, ταχέως δε και αφόβως ανεκάλει τας προτέρας του αποφάσεις. Παύλος δε ο θεσπέσιος, το σκεύος της εκλογής του Χριστού, η δόξα της Εκκλησίας, ο Απόστολος των Εθνών και του κόσμου παντός ο διδάσκαλος, ήτο Ιουδαίος το γένος, καταγόμενος εκ της φυλής του Βενιαμίν, Φαρισαίος δε κατά την αίρεσιν, μαθητής γενόμενος του νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ, και εις το άκρον γεγυμνασμένος τον του Μωϋσέως νόμον· κατώκει δε εις αυτό το όμμα της Κιλικίας, την Ταρσόν (εις χωρίον ονομαζόμενον Γίσχαλα). Ούτος λοιπόν διάπυρος ων εραστής του παλαιού νόμου, επολέμει την Εκκλησίαν του Χριστού, δια γνωματεύσεως δε αυτού εφονεύθη ο πρωτομάρτυς Στέφανος. Όταν δε επεγνώσθη παρά του Θεού, ετυφλώθη κατά τους οφθαλμούς εις το μέσον της ημέρας, και φωνήν ήκουσεν άνωθεν θεϊκήν, η οποία τον παρέπεμπεν εις τον Ανανίαν τον αρχαίον μαθητήν του Κυρίου, κατοικούντα εις την Δαμασκον· ούτος κατηχήσας και διδάξας τον Παύλον, εβάπτισεν αυτόν. Ο θεσπέσιος λοιπόν Παύλος, σκεύος εκλογής γενόμενος, διήλθεν όλην την οικουμένην, ως εάν είχε πτερά, και καταντήσας εις Ρώμην εδίδαξε πολλούς Έλληνας και τελευταίον εκεί ετελείωσε την ζωήν του, αποκεφαλισθείς υπό του βασιλέως Νέρωνος δια την ομολογίαν του Χριστού· λέγουσι δε ότι εκ της τομής του λαιμού του έτρεξεν αίμα ομού με γάλα. Καίτοι δε κατά τους χρόνους εμαρτύρησεν ο Παύλος μετά τον Πέτρον, τα άγια όμως αυτών λείψανα κατετέθησαν εν τω αυτώ τόπω. Ήτο δε ο μακάριος Παύλος κατά τον χαρακτήρα του σώματος φαλακρός την κεφαλήν, είχε τα όμματα χαροποιά και τας οφρύς κάτω νευούσας, το γένειον επιχαρίτως κατεβασμένον, την ρίνα κυρτήν και αρμόζουσαν εις όλον το πρόσωπόν του· ήτο εστολισμένος με μαύρας ομού και λευκάς τρίχας· ήτο κυρτός εις το σώμα, εύρωστος και μικρόσωμος, συνεσταλμένος κατά τα ήθη και φρόνιμος, πλήρης θείων χαρισμάτων· είχε σεμνά κινήματα και λόγους γλυκείς, προσείλκυε δε εις την αγάπην του όλους εκείνους όσοι προσέτρεχον εις αυτόν με την δύναμιν των θαυμάτων. Αμφότεροι ούτοι οι Κορυφαίοι Απόστολοι ήσαν πεπληρωμένοι εκ της θείας χάριτος του Αγίου Πνεύματος· τελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εν τω σεπτώ Ναώ των Αγίων Αποστόλων των μεγάλων, ειςτο Ορφανοτροφείον και εις τον σεπτόν Ναόν του Αγίου και πανευφήμου Αποστόλου Πέτρου, ο οποίος είναι πλησίον της αγιωτάτης μεγάλης Εκκλησίας, και εις όλας τας κατά τόπον αγίας του Χριστού Εκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου