Η από ετών εξαγγελθείσα και αναμενομένη μετ’ ενδιαφέροντος έκδοσις των «Ὁραμάτων» του πολυάθλου Στρατηγού Μακρυγιάννη, αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Το Μορφωτικόν Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης, έθεσεν εις κυκλοφορίαν εις ένα καλαίσθητον τόμον τα κατάλοιπα αυτά του εθνικού τούτου ανδρός, υπό τον τίτλον «ΟΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΜΑΤΑ». Η έκδοσις έτυχεν επιστημονικής επιμελείας υπό ειδικών επί των χειρογράφων και ούτως επετεύχθη η αντιμετώπισις αρκετών γλωσσικών και γραφολογικών προβλημάτων, που ανέκυπταν από την μη υπακούουσαν εις ουδένα παλαιογραφικόν τύπον ή κανόνα «απελέκητη» μακρυγιάννειον, φωνητικήν μάλλον, (ρουμελιώτικην) γραφήν. Διο και αποβαίνουν λίαν διαφωτιστικά, ο εκτεταμένος Πρόλογος του μακαρίτου Λίνου Πολίτου, η Εισαγωγή του μεταγράφοντος το στρυφνώτατον κείμενον, επίσης μακαρίτου Αγγ. Παπακώστα, αι Σημειώσεις, το Γλωσσάριον και το Επίμετρον. Ήτο από δεκαετιών γνωστόν μεταξύ των λογίων, ότι τα χειρόγραφα των «Οραμάτων» ευρίσκοντο εις χείρας του Βλαχογιάννη—προς τον οποίον οφείλεται τιμή και εθνική ευγνωμοσύνη, δια την ανακάλυψιν όλων των χειρογράφων του μεγάλου Μακρυγιάννη—τα οποία κατά το γήρας του παρέδωκεν εις τον φιλόλογον Α. Παπακώνσταν. Με τα «Οράματά» του, ο Μακρυγιάννης των «Απομνημονευμάτων», αποκτά νέας και πνευματικάς διαστάσεις και τοποθετείται εις υψηλότερα βάθρα. Διότι, αποκαλύπτεται, ότι δεν είναι μόνον ο χαρισματούχος Στρατηγός, ο ηρωϊκός επαναστάτης του ’21, ο εντιμότατος και δημοκρατικώτατος Έλλην, ο πατριωτικώτατος πολίτης, ο ηθικώτατος άνθρωπος, ο πιστότατος χριστιανός, ο υπερασπιστής των αδικουμένων, ο «πατριδοφύλακας», ο προστάτης των χηρών και ο πατήρ των ορφανών. Είναι και ο αγιώτατος Ορθόδοξος, που ενθυμίζει τους δικαίους Στρατηγούς της Παλαιάς Διαθήκης, του οποίου αι αδιάλειπτοι και πολύωροι προσευχαί, αι πολυάριθμοι και κατανυκτικαί γονυκλισίαι, τα συνεχή ικετήρια δάκρυα υπέρ της Πατρίδος και της Ορθοδοξίας, η συνεχής μνήμη του Θεού και η αίσθησις της αδιακόπου κοινωνίας του μετ’ Αυτού, μετά της Θεοτόκου και των Αγίων, τον αναδεικνύουν προφήτην. Η γέννησίς του τοποθετείται εις το έτος 1797. Η μήτηρ του τον γεννά εις τους αγρούς του χωρίου του Αβορίτη του Λιδωρικίου και τον «ενδύει» με «καλαμποκόφυλλα». Εγκαταλείπεται εις το δάσος αργότερα και σώζεται την τελευταίαν στιγμήν υπό της μητρός του, η οποία τον διδάσκει να κάμνη «μετάνοιες» «από ενού χρονού».
Εργάζεται εις οικίας από επτά ετών, αλλ’ ο μικρός Μακρυγιάννης—μακρύς Γιάννης—θέλων ελευθερίαν αναχωρεί εκείθεν λάθρα. Εις ηλικίαν 14 ετών, εις την πανήγυριν του Ιωάννου του Βαπτιστού, θραύει εξ απροσεξίας του το όπλον συγγενούς του και δέρεται ενώπιον του λαού. Ο μικρός εισέρχεται εις τον Ναόν του Προδρόμου και, «κλειώ την πόρτα κι’ αρχινώ τα κλάματα με μεγάλες φωνές και μετάνοιες… Και τον περικαλώ να μου δώση άρματα καλά κι’ ασημένια και δεκαπέντε πουγγιά χρήματα και εγώ θα του φκιάσω ένα μεγάλο καντήλι ασημένιον. Με της πολλές φωνές κάμαμεν της συμφωνίες με τον άγιον». Αποκτά σημαντικήν περιουσίαν δι’ ασκήσεως εμπορίου δημητριακών. Μυείται παρ’ ιερέως εις την Φιλικήν Εταιρείαν. Συλλέγει δι’ αγοράς όπλα και αφαιρεί άφθονον πολεμικόν υλικόν από αποθήκη πυρομαχικών. Συλλαμβάνεται υπό των Τούρκων και βασανίζεται επί εβδομήκοντα πέντε ημέρας δια να αποκαλύψη το μυστικόν της Φιλικής. Καταδικάζεται με άλλους είκοσι πέντε Έλληνας εις θάνατον δι’ απαγχονισμού. Εκτελούνται όλοι, πλην αυτού. Αργότερα δραπετεύει. Λαμβάνει μέρος εις μάχας όπου και διαπρέπει ως αρχηγός, κατά την έναρξιν της Επαναστάσεως. Ταχέως προάγεται εις Στρατηγόν, διαλάμποντος του ήθους και του ασυνήθους ηρωϊσμού του. Τραυματίζεται επανειλημμένως και μέχρι της απελευθερώσεως των Αθηνών φέρει επτά χαινούσας πληγάς. Αλλ’ όλα ταύτα έχουν την εξήγησίν των. Ο Μακρυγιάννης επίστευεν ακραδάντως, ότι ο Θεός συμπαρετάσσετο εις τους αγώνας του Έθνους. Πλην του πλουσιωτάτου υλικού εις αποδείξεις, περί της ακλονήτου πίστεώς του, που παρέχουν τα «Απομνημονεύματα» και τα «Οράματα», παραθέτω εν ανέκδοτον απόσπασμα εκ του Αρχείου της Βενετίας, ως εκφραστικόν της «μεθιστώσης όρη» πίστεώς του: «… Ο Μακρυγιάννης, για να εχρεύση περισσότερον τους μαχητάς του, εις την μάχην του φρουρίου της Άρτης, τους είπεν: «Το γλέπετε μωρές παιδιά μου, ετούτο το κάστρο και κιοτεύετε πως θα το κυριέψουμε; Δεν είναι τίποτες σας λέω. Άνθρωποι το ‘καμαν, ενώ τα κάστρα των ψυχώνε μας τα ΄καμεν ο μεγαλοδύναμος Θεός κι είναι πολλές φορές δυνατότερα από τούτα εδώ τα κάστρα. Είναι ανίκητα σας λέγω. Κι όπως ο Χριστός μας δεν νικιέται ποτές, έτσι και εμείς οι Χριστιανοί δεν νικιώμαστε ποτές. Μη κιοτεύετε. Ο Χριστός νικά. Και εμείς που ΄μαστε παιδιά Του θα νικήσουμε. Με τη δικιά Του Δύναμη. Εμπρός, το λοιπόν, στρατιώτες του Χριστού. Μη κιοτεύετε. Εμπρός. Θα το πάρουμε το κάστρο…».Πράγματι, ο Μακρυγιάννης αποτελεί περίπτωσιν οιονεί
μοναδικήν. Ο Βλαχογιάννης τον χαρακτηρίζει ως μεγαλοφυή. Ασχέτως προς τον
βαθμόν ευφυϊας, το βέβαιον είναι, ότι διεμορφώθη εις θρησκευτικήν φύσιν, εις
χριστιανόν εν επιγνώσει. Η αγραμματοσύνη του δεν ημπόδισε τον καθαρόν νουν του
να κινηθή εις την πρόσβασιν των επέκεινα. Και όπως εστοιχειώθη υπό της ευλαβούς
μητρός του να κάμνη αναριθμήτους γονυκλισίας προσευχόμενος συνεχώς, ούτω
παρέμενεν εν αδιαλείπτω μνήμη του Θεού, τον Οποίον έβλεπεν ενώπιόν του δια των
οφθαλμών της πίστεως αεί παρόντα, ακούοντα τας ικεσίας του και βοηθούντα τον
πιστόν δούλον του. Ελέχθη ότι ο Μακρυγιάννης ήτο θρησκόληπτος. Αλλά τι σημαίνει
θρησκόληπτος; Ο Κύριος Ιησούς ηξίωσεν από τους πιστούς του απόλυτον αφοσίωσιν,
παντοτεινήν κοινωνίαν μετ’ Αυτού, αγαπητικήν αλληλοπεριχώρησιν, κατά την
εντολήν: «Εγώ εν υμίν και υμείς εν εμοί». Και όσον εγγύτερα και διαρκέστερα
ευρίσκεται ο Ορθόδοξος με τον Θεόν, τόσον και τελειότερος καθίσταται σταδιακώς,
δεδομένης και της «πρώτης και μεγάλης εντολής»: «Αγαπήσης τον Θεόν σου εξ όλης της
ψυχής, εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος και τον πλησίον σου ως
σεαυτόν». Αλλά δια να φθάση ο Μακρυγιάννης εις την τελείαν αυτήν πίστιν, που
είναι ψηλαφητή εις τους λόγους και τας πράξεις του, βεβαίως, ηγωνίσθη κατά των
διασπαστικών ενεργειών της ενότητος της ψυχής του, δηλαδή κατά των καθολικών
παθών της φιλαργυρίας, της φιληδονίας και της φιλοδοξίας. Διότι είναι αδύνατον
να συνυπάρξουν εν μια ψυχή ψεκτά πάθη και μέθεξις Θεού. Είναι δε συγκλονιστικά
τα κείμενα του ήρωος και προφήτου Μακρυγιάννη, που αναφέρονται εις την
αφιλαργυρίαν του, την εκούσιον πτωχείαν του, την λιτότητα του βίου του, εις τας
αλγηδόνας εκ των πυορροούντων επτά τραυμάτων του, εις τας αόκνους προσευχάς του
και τας καταπονητικάς γονυκλισίας του, εις την βαθείαν ταπείνωσίν του και την
διαρκή αυτομεμψίαν του. Η ψυχή του Μακρυγιάννη, ελευθέρα από ταπεινάς επιθυμίας
και κατηγορημένα πάθη, είχεν ανακραθή με την αγάπην της Πατρίδος, εντός της
οποίας έβλεπε συνυπάρχουσαν και την Ορθοδοξίαν, εξ ης απέρρεον η ηθική και η
δικαιοσύνη. Και ήθελε την Πατρίδα του κυριαρχουμένην από την πίστιν προς τον
Θεόν και τας χριστιανικάς αρετάς. Δεν ηδύνατο να εννοήση την εθνικήν
ελευθερίαν, ως καθ’ εαυτήν αξίαν, αλλ’ εν συναρτήσει προς την θρησκείαν και την
ηθικήν. Αδιάφθορος αυτός Έλλην εις την φυλήν και Ορθόδοξος εις την πίστιν,
άπειρος εντελώς από τας πολιτικάς μηχανορραφίας και σκοπιμότητας, ως πρώην
δούλος αλλοφύλων, εφαντάζετο, ότι η απελευθερουμένη Ελλάς, θα έπρεπε να
συγκροτηθή εις ιδανικόν βασίλειον, ένθα να δεσπόζη η Ορθοδοξία και η χριστιανική
ηθική. Και όσον έβλεπεν, αντί της ιδανικής και ουτοπικής πολιτείας του, πλήθος
ατασθαλιών, καταστροφών των Μοναστηρίων, εκτεταμένην ασέβειαν και πολύμορφον
κακίαν, εστενοχωρείτο, ήλεγχε δριμύτατα και έπασχε κυριολεκτικώς φθάνων εις το
σημείον να λέγη εν απελπισία: «…σιχάθηκα τέτοια ΄λευθερία. Αν μας έλεγε κανένας
αυτείνη την λευτερία οπού θα γευόμαστε, θα περικαλούσαμε τον Θεόν να μας αφήση
εις τους Τούρκους, άλλα τόσα χρόνια, όσο να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα ειπή
πατρίδα, τι θα ειπή θρησκεία, τι θα ειπή φιλοτιμία, αρετή και τιμιότητα. Αυτά
λείπουν απ’ όλους εμάς, στρατιωτικούς και πολιτικούς… Ο Θεός ας κάμη το έλεός
του να μας γλυτώση από τον μεγάλον γκρεμνόν οπού τρέχομεν να τζακιστούμεν…
Κάλλιο να καθόμαστε μ’ εκείνον τον βασιλέα οπούχαμεν και την τιμή μας και
βαστούσαμεν και την θρησκείαν μας…». Όσο και αν φαίνεται σκανδαλώδης η άποψις
αυτή του ευσεβούς Στρατηγού, εν τούτοις στηρίζεται επί της ακολούθου λογικής
του πιστεύοντος εις την αιωνιότητα και αθανασίαν του ανθρώπου· εάν εντός του
χώρου της εθνικής και πολιτικής ελευθερίας, εκ καταχρήσεως αυτής, δουλούται εις
τα άτιμα πάθη και ο διάβολος κερδίζη την ψυχήν αιωνίως, δεν θα ήτο προτιμότερον
ν’ απελευθερωθή ο άνθρωπος από τα πάθη, επανερχόμενος εις τους κόλπους του
Θεού, δια της προσκαίρου όσον και οδυνηράς παιδαγωγίας εν αιχμαλωσία; Ο Θεός
δεν άφηνε τον περιούσιον λαόν Του να κακούται υπό κατακτητών της πατρίδος του
δια λόγους μετανοίας;
Ο Μακρυγιάννης ζων ως Μοναχός και θεωρών τα Μοναστήρια ως
πνευματικούς πνεύμονας του Έθνους και ως εγγύησιν συνεχείας της Ορθοδόξου
πίστεως και ζωής, κατεφέρετο εναντίον των ανθελλήνων εκείνων, που εφρόντιζαν
δια τον εξευρωπαϊσμόν της Ελλάδος, καταστρέφοντες τας ι. Μονάς: «Εις τον καιρόν
της Τουρκίας μίαν πέτραν δεν πείραζαν από τα παλιοκκλήσια κι αυτείνοι οι απατεώνες
σύνδεσαν τα συμφέροντά τους με τους μολεμένους, φαναριώτες κι άλλους τοιούτους,
όπου ήταν εις την Ευρώπη μόλεμα και μας χάλασαν τα μοναστήρια και της εκκλησιές
μας—μαγαρίζουν μέσα κι άλλες έγιναν αχούρια…» Βάσει των προηγουμένων
ερμηνεύεται η τολμηρά κρίσις του θεοσεβούς Στρατηγού, όστις γράφει, «έθνη χωρίς
θρησκείαν και ηθικήν είναι παλιόψαθες των εθνών και βάρος της γης». Και εις
άλλο σημείον παρατηρεί: «ελεεινολογούσα την πατρίδα, ότι ο Θεός δεν είπε να την
λευτερώση ακόμα στ’ αληθινά, και κρίμα ΄ς τους κόπους μας, εβγιαστήκαμεν, και
την πήραμεν εις τον λαιμόν μας…». Εάν μελετήση τις προσεκτικώς αμφότερα τα υπ’
όψιν έργα του Μακρυγιάννη, θα διαπιστώση ότι η Πατρίς και η Θρησκεία αποτελούν
την κυριαρχούσαν προσωπικήν εμπειρίαν του και τα μόνιμα κριτήριά του προς
αξιολόγησιν των πάντων. Φιλόπατρις μέχρι θυσίας ο ίδιος, ευλαβέστατος πιστός
και ηθικώτατος πολίτης, ήθελε και τους άλλους να είναι ως αυτός, μη
υποψιαζόμενος, εκ της βαθείας προφανώς ταπεινώσεώς του, ότι αυτός απετέλει μίαν
καταπληκτικής ιδιομορφίας μονάδα με την σφραγίδα δωρεάς, ένα «άρτιον του Θεού
άνθρωπον». Ιδού πως ηγωνίζετο υπέρ της Πατρίδος του: «…Την νύχτα αποβραδίς
έκαμα την αμαρτωλή μου προσευκή με δάκρυα και με μετάνοιες, να φωτιστώ περί της
πατρίδος μου και θρησκείας μου…». «…Είπα να ελευθερωθεί η πατρίς και να φκιάσω
εις το περιβόλι μου μιάν εκκλησία, την Αγία Τριάδα την Χρυσοσπηλιώτισσα, ότ’
είναι σπηλιά εκεί, και τον Α-Γιάννη τον Βαφτιστή… όποτε ο Θεός βοηθήσει και να
στερεώσει την πατρίδα και Θρησκεία…». «…Άρχισα ταχτικώς τις μετάνοιες μου και
την αμαρτωλή μου προσευκή… και με δάκρυα αμαρτωλού, πρώτα να σώσει, το έλεός
του, την ματοκυλισμένη μου πατρίδα και θρησκεία…» «Η πατρίδα του κάθε ανθρώπου
και η θρησκεία είναι το παν… και γλυκώτερον πράμα δεν είναι άλλο από την
πατρίδα και θρησκεία». Είναι χαρακτηριστική η επιτίμησις που κάμνει εις τον
τότε πρωθυπουργόν Κωλέττην, όντα Γαλλόφιλον και ευνοούντα την ελευθέραν
ανάπτυξιν του Καθολικισμού εις το νεοπαγές κρατίδιον: «…Αφού του είπα πολλά,
του λέγω. Γνωρίζομεν τις ενέργειες τις μυστικές των ξένων οπού εργάζονται δια
την θρησκείαν μας—θρησκείαν δεν αλλάζομεν εμείς ούτε την πουλούμεν». Εις τα μεν
«Απομνημονεύματα» του γενναίου Στρατηγού καθρεπτίζεται η βαθυτάτη πίστις του
εις τον Θεόν και τα εντεύθεν ηρωϊκά κατορθώματά του, ως καρποί της πίστεως. Εις
δε τα «Οράματά» του δίδονται αι μεταφυσικαί διαστάσεις αυτής της πίστεως, ήτις
εγιγαντούτο εκ των αποκαλυπτικών ονείρων του και των γινομένων θαυμάτων, διο
και ενεργούσε προφητικώς, ως απόστολος του Έθνους και προστάτης της Ορθοδοξίας.
Τα παράτολμα εγχειρήματά του μόνον υπό το πρίσμα αυτό δύνανται να ερμηνευθούν
και να αξιολογηθούν ως έργα πίστεως. Αναχωρών ο θεοσεβέστατος Μακρυγιάννης από
την δογματικήν αρχήν, ότι ο Θεός ρυθμίζει την πορείαν της ανθρωπίνης ιστορίας,
υπό τον όρον ότι συνεργεί και ο άνθρωπος ελευθέρως, αλλά και πιστεύων
αταλαντεύτως, ότι ο Θεός απεφάσισε την απελευθέρωσιν της Ελλάδος, ουδέποτε
ευρέθη εις αμηχανίαν εκ δυσπιστίας. Αντιθέτως, επέρριπτεν εαυτόν εις τας πλέον
επικινδύνους επιχειρήσεις, αι οποίαι, κρινόμεναι δια των συνήθων ανθρωπίνων
μέτρων, ήσαν προωρισμέναι εκ των προτέρων να προκαλέσουν καταστροφήν. Εν
τούτοις τα αποτελέσματα ανέτρεπον τους πλέον αντικειμενικούς υπολογισμούς,
διότι ο Θεός «νικά φύσεως τάξιν».
***************
Εκφραστικόν τεκμήριον της πίστεως του θεοειδούς
Μακρυγιάννη, που «μετακινεί όρη», αποτελεί ο πρώτος πολεμικός πίναξ, τον
οποίον, καθ’ υπόδειξίν του, εφιλοτέχνησεν ο Παναγιώτης Ζωγράφος και εκ της
περιγραφής του Στρατηγού αποτυπούται το εθνικόν του σύμπαν. «Εις το πρώτο κάδρο
είναι ζωγραφισμένος ο Παντοκράτορας και η Ελλάς αλυσωμένη· και την κυττάζει ο
Παντοκράτορας και της λέγει· «Ελλάς, Ελλάς! Δια τα αίματα και θυσίες των
Ελλήνων και Φιλελλήνων σε εσπλαχνίζομαι και φωτίζω τα τρία δυνατά έθνη να σου τιναχτούν
οι άλυσοι οπούχες τόσους αιώνες εις τα ποδάρια σου· και σε καταστήνω βασίλειον,
να βασιλεύεσαι από τον Όθωνα και την Αμαλία»… κι όλος ο λαός και το γερατείον
γονατιστόν κάνουν μίαν δοξολογίαν εις τον Θεόν και λένε· «Δοξασμένος να είσαι,
Κύριέ μου, δια την νεκρανάστασιν οπόκαμες. Ζήτω τα τρία δυνατά έθνη και οι
βασιλείς αυτεινών! Ζήτω η πατρίδα μας, ο βασιλέας μας και η βασίλισσά μας…». Θα
επεθύμουν να επιμείνω επί του συγκλονιστικού γεγονότος της γρανιτώδους πίστεως
επί τον Θεόν του μεγάλου τούτου Έλληνος, ήτις αντέσχεν εις τόσην συρροήν
καταλυτικών αντιξοοτήτων και εχθρότητος και αντιμετώπισε με σοφίαν και
χριστιανικήν όντως ανεξικακίαν. Ο πολέμαρχος είχεν εις την ψυχήν του αποθέματα
πίστεως, ελπίδος και αγάπης εις τον Θεόν και την Πατρίδα του. Χάρις εις τον
φωτισμόν, την θέρμην και την ισχύν του αγίου Πνεύματος είχε τας μεγάλας
εμπνεύσεις εις τα πεδία των μαχών, αλλά και εις την πορείαν του Έθνους, με τας
λαμπράς πρωτοβουλίας του, ώστε να οφείλεται, κατά το μείζον μέρος, η βελτίωσις
των πολιτικών πραγμάτων της εποχής του εις αυτόν.
Χάρις εις την Ορθόδοξον συνείδησιν του Στρατηγού
Μακρυγιάννη αναχαιτίζονται τα κύματα της κακίας και της πλάνης των ετεροδόξων
και των ιδικών μας ανορθοδόξων. Και αν εις την εποχήν του, που ακόμη ήτο
καθημαγμένον το σώμα του Ελληνικού Έθνους από το χυνόμενον αίμα και ο λαός δεν
είχε εισέτι μορφώσει συνείδησιν των παραδοσιακών θησαυρών του, δεν ὠρθωνεν, ο
με ελληνορθόδοξον ήθος διαποτισμένος Μακρυγιάννης, το τιτάνιον ανάστημά του
κατά της ασκουμένης δολιοφθοράς και δεν ηγείτο των αγώνων δια την προστασίαν
των ελληνορθοδόξων παραδόσεων, είναι αδύνατον να προβλεφθή εις ποίας
τρομακτικάς περιπετείας θα εκινδύνευε να περιπλακή το κατατραυματισμένον και
μόλις συνερχόμενον εκ της πολυετούς αιχμαλωσίας Έθνος. Δια των ανωτέρω δεν
αποβλέπομεν εις την μείωσιν της συμβολής των, δια το καλόν της Πατρίδος, των
άλλων αγωνιστών του ΄21. Αλλά πρέπει να λεχθή, ότι αξιόλογοι, κατά τ’ άλλα,
αγωνισταί, λαφυραγωγούντες τας περιουσίας των ηττημένων και των κοτζαμπάσηδων,
ήρχισαν να σχηματίζουν έγγειον και κινητήν περιουσίαν και συνεπώς να
συμβιβάζωνται με τας διαφόρους καταστάσεις, που δεν τους ηπείλουν τα κτηθέντα,
αλλ’ αντιθέτως τα επροστάτευον. Διότι ο
πειρασμός ήτο μέγας δια τους πρώην δούλους και πειναλέους, οίτινες δεν είχον
ανθεκτικήν υποδομήν εις την ψυχήν των. και η υποδομή αυτή δεν είναι άλλη από
την Ορθόδοξον πίστιν. Δεν αγνοούμεν, βεβαίως, ότι το σύνθημα πολλών πρωτεργατών
της Επαναστάσεως, ήτο «υπέρ πίστεως και πατρίδος». Μη θέτοντες εν αμφιβόλω την
ειλικρίνειάν των, διατηρούμεν όμως πολλάς επιφυλάξεις δια τον βαθμόν της προς
τον Θεόν πίστεως, δι’ ον λόγον και δεν ηδυνήθη να κατισχύση εις τας ισχυράς
δελεαστικάς προκλήσεις. Και αν διεσώθη ο ακέραιος Στρατηγός από την καθολικήν
καθίζησιν, τούτο οφείλεται εις την συνεχώς καλλιεργουμένην πίστιν του, εις την
αδιάλειπτον μνήμην του Θεού, εν προσευχαίς και κλαυθμοίς υπέρ της Πατρίδος του
και της Ορθοδοξίας, αλλά και εις το πυκνόν πνευματικόν βίωμά του, άτινα
εκαρποφόρουν εντός της γενναίας και φιλανθρώπου ψυχής του τη ενεργεία του αγίου
Πνεύματος. Αλλά εις την διαφύλαξιν, του Μακρυγιάννη, από ηθικούς σπίλους
συνετέλεσε και εις έτερος παράγων· τα οδυνηρότατα επτά χαίνοντα τραύματά του,
που τον συνώδευσαν μέχρι του τάφου, άτινα υπέμεινε μετ’ ευγνωμοσύνης προς τον
Κύριον και ενήργουν αγνιστικώς εις την μεγάλην ψυχήν του. Και ούτω, χωρίς να
αναμιχθή εις την πολιτικήν, υπό την στενήν έννοιαν, υψώθη εις τα επίπεδα
αγρύπνου εθνικής συνειδήσεως, εποπτεύων και καθορίζων την πορείαν της ζωής του
Έθνους. Ήδη εσημειώσαμεν ότι τα «Οράματα» αποτελούν μίαν νέαν και υψηλοτέραν
διάστασιν του Μακρυγιάννη. Δια να ακριβολογώμεν, είναι συνέχεια των
«Απομνημονευμάτων» του, αλλά με αφθονότερα μεταφυσικά στοιχεία. Πράγματι. Τα
μεν «Οράματα» εκθέτουν θαύματα, πλήθος ενυπνίων και οραμάτων—τα μεν ενεργούνται
καθ’ ύπνους, τα δε εν εγρηγόρσει—με ελαχίστας ιστορικάς πληροφορίας, τα δε
«απομνημονεύματα», αποτελούν ιστορικόν—χρονικόν βιβλίον, από το οποίον όμως δεν
ελλείπουν και ενύπνια και θαύματα, δηλαδή γεγονότα, κατά τα οποία διασπάται η
σχέσις αιτίου και αποτελέσματος. Επομένως αμφότερα τα βιβλία συγκροτούν μίαν
εσωτερικήν ενότητα περιεχομένου, δοθέντος ότι αρκετά εκ των ενυπνίων, θαυμάτων
και οραμάτων των «Οραμάτων», περιελαμβάνοντο εις τα «Απομνημονεύματα», εκ των
οποίων ο συγγραφεύς των, όπως διηγείται, τα είχεν αποσπάσει, φοβούμενος τους
ελλοχεύοντας εχθρούς του και το 1851 τα μετέγραψε εις τα «Οράματα». Θα ηδύνατο
να λεχθή, ότι ενώ με τα «Οράματα» παρατείνεται και ολοκληρούται ο ίδιος ο
Στρατηγός των «Απομνημονευμάτων», όμως προεκάλεσαν αντιρρήσεις μόνον τα
«Οράματα» και εθεωρήθησαν ως αποκυήματα νοσηράς φαντασίας. Ο Γ. Θεοτοκάς
μαρτυρεί, ότι του είπεν ο Βλαχογιάννης, αναφερόμενος εις τα χειρόγραφα των
«Οραμάτων», ότι «είναι έργον ενός τρελλού». Οι δε συντάκται των Σημειώσεων της
εκδόσεως φαίνεται ότι συμφωνούν με την άποψιν αυτήν, γράφοντες: «…άρχισαν
διώξεις, απόπειρες δολοφονίας, φυλακίσεις, που τον έκαναν ερείπιο σωματικό και
ψυχικό, δημιούργησαν δηλαδή προϋποθέσεις για τις εκδηλώσεις που αναφέρονται στο
παρόν χειρόγραφό του» (σελ. 271). Επειδή θα εκδηλωθούν πιθανότατα και άλλων
αντιρρήσεις, θα γεννηθούν ερωτήματα και θα θεωρηθούν τα «Οράματα» ως χαλκεύματα
μιας νοσούσης ψυχής, εκ μέρους αμυήτων εις τα τοιαύτα, εθεωρήσαμεν υποχρέωσιν
τόσον έναντι της μνήμης του μεγάλου ανδρός, όσον και έναντι της αληθείας και
του Ορθοδόξου λαού μας, όπως επιχειρήσωμεν την διερεύνησιν του μετεφυσικών
προεκτάσεων προβλήματος. Ο αγαθός Μακρυγιάννης είχε την απλοϊκήν και
λαϊκήν συνήθειαν να προσέχει τα όνειρα,
ως μέσα αποκαλύψεως των θείων βουλών. Και ότι μεν και δια των ονείρων ο Θεός
αποκαλύπτει τας βουλάς Του, δεν συζητείται, δεδομένου ότι η Παλαιά και Καινή
Διαθήκη γέμουν ονείρων. Αρκεί ν’ ανοίξη κανείς την Κονκορδάνσια (: λεξικόν
όρων) αμφοτέρων των Διαθηκών, δια να εκπλαγή δια το πλήθος των εκ Θεού ονείρων
και οραμάτων. Ώστε τα ενύπνια είναι όντως μία οδός αποκαλύψεως. Αλλά η ιδία η
Αγία Γραφή συνιστά προσοχήν, διότι «τα όνειρα πολλούς επλάνησαν». Άλλωστε εις
τους Βίους των Αγίων ανευρίσκομεν άπειρα ενύπνια, αποκαλυπτικά του θελήματος
του Θεού, όπως και οράματα. Αλλά και τα ενύπνια και τα οράματα δεν προέρχονται
μόνον από τον Θεόν, αλλά και από τον σατανάν, όστις διαζωγραφίζει εις το
φανταστικόν του νου εις τον ύπνον ή εμφανίζεται αισθητώς υπό διάφορα σχήματα,
όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Αυτός ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον
φωτός». Δεν κάμνομεν λόγον δια τα ουδέτερα όνειρα, άτινα οφείλονται εις
ψυχικούς παράγοντας και εις αλλοιώσεις της κράσεως του σώματος, εκ διαφόρων
αιτίων. Λοιπόν ο Μακρυγιάννης πιστεύων εις τα όνειρα, μεθ’ όλης της απλότητός
του, ήτο συνεπής προς την χριστιανικήν παράδοσιν, καθ’ ην ομιλεί και δι’
ονείρων ο Θεός προς τους επικαλουμένους την βοήθειάν του και αποκαλύπτει και
τας βουλάς του εις τους αξίους. Και ο γενναίος Στρατηγός και άξιος ήτο, ως
αληθινός χριστιανός, αλλά και προσευχόμενος αδιαλείπτως μετά δακρύων επεκαλείτο
την αρωγήν Του. Η πίστις του επί την βοήθειαν του Θεού και δι’ ονείρων
συμπαράστασίς του, κατά τους αγώνας του εναντίον των Τούρκων, είχε γιγαντωθή εκ
της εκβάσεως των ανίσων αναμετρήσεων, αλλά και κατά την περίοδον των
επαναστατικών προσπαθειών του εναντίον της Βαυαρικής διαφθοράς. Τίθεται λοιπόν
το ερώτημα: τα όνειρα των «Οραμάτων» είναι από τον Θεόν, από τον σατανάν ή από
ψυχικήν ανωμαλίαν ή από αλλοιώσεις ψυχικάς, οφειλομένας εις σωματικόν παράγοντα
ή, ακόμη, εις εμμόνους ιδέας, εξ ανησυχίας δια την Πατρίδα και την Ορθοδοξίαν,
αι οποίαι κατεβασάνιζαν μέχρι αγωνίας και κλαυθμών και συνεχών γονυκλισιών τον
πιστότατον Στρατηγόν; Και με ποία κριτήρια, με ποίαν μέθοδον ή με ποίαν λογικήν
θα προσεγγίσωμεν το πρόβλημα; Με την ευκολίαν της αρνουμένης πάσαν μεταφυσικήν
αθέου ψυχαναλύσεως; Βέβαια ούτως απλουστεύομεν απλοϊκώτατα το πρόβλημα, αλλά
δεν το επιλύομεν, αποφαινόμενοι ότι ευρισκόμεθα ενώπιον κλασσικής περιπτώσεως
ψυχασθενείας, θρησκευτικής ιδεοκαταληψίας μετά συνδρόμων καταθλίψεως κ.λ.π. Οπότε
οι ψυχαναλυταί, δια λόγους συνεπείας, θα πρέπη να κηρύξουν και όλους τους
Προφήτας και τους Αγίους της Εκκλησίας ως ψυχασθενείς, ως πιστεύοντας και
συνομιλούντας με ανύπαρκτον Θεόν, αποστέλλοντα μηνύματα. Επίσης, κατά ποίαν
λογικήν δυνάμεθα να ονομάζωμεν τρελλόν, κατά την αυθαίρετον και ανεύθυνον
απόφανσιν του καλού Βλαχογιάννη, ένα Μακρυγιάννην, ο οποίος διετήρησε την
διαύγειάν του και την πνευματικότητά του, παρά τας τρομακτικάς περιπετείας του.
Και πως περιεφέρετο εις τας χείρας ανά τας οδούς των Αθηνών θριαμβευτικώς υπό
του λαού, αλαλάζοντος δια την έξωσιν του Όθωνος κατά τον Οκτώβριον του 1862;
Αλλά και πως εδημοσίευσε τον ευχαριστήριον και ευχετήριον εκείνον πατριωτικόν
παιάνα προς τους αποθεώσαντας αυτόν Αθηναίους; «…Αγαπητά τέκνα της Πατρίδος, ο
πατριώτης σας Μακρυγιάννης σας είπε και σας λέγει ποία ημπορούν να μας σώσουν·
η αγάπη μεταξύ μας, η ησυχία και καλή τάξις. Αυτά, τέκνα του Θεού, τα οποία με
υποσχέθητε ότι θα τηρήσετε, τα είδα εμπράκτως από τα αγαθά σας αισθήματα… Σας
ευχαριστώ κι εγώ ο ελάχιστος πατριώτης σας Μακρυγιάννης και σας μένω πολύ
υπόχρεως και παρακαλώ τον Θεόν νύκτα και ημέραν με δάκρυα να σας προφυλάξη από
παν κακόν και σας ευλογήση. Έχετε την ευλογίαν του Θεού, διότι αλήθεια είναι ο
Θεός και την αλήθειαν να υποστηρίζετε». Εις το ίδιον δημοσίευμα χαρακτηρίζει
την απελευθέρωσιν της Ελλάδος ως θαύμα του Θεού, όπως την Επανάστασιν της 3ης
Σεπτεμβρίου του 1843 και την έξωσιν του Όθωνος. Αλλά και κάτι άλλο. Εάν δεν ήτο
καλά εις τας φρένας του ο πολλαπλώς δοκιμασθείς, ως χρυσός εν χωνευτηρίω,
πολύτλας Μακρυγιάννης, πως η συγκληθείσα Συνέλευσις, κατά το έτος του θανάτου
του, το 1864, τον εξέλεξε Πληρεξούσιον Αττικής, αν και σπανίως μετέχοντα των
συνεδριάσεων λόγω σωματικών ασθενειών; Ως προς την άποψιν των συντακτών των
Σημειώσεων, ότι ο Στρατηγός κατέστη «ερείπιο ψυχικό», εξ ης αιτίας και τα
«Οράματα», δεν έχομεν παρά να εκφράσωμεν την έκπληξίν μας, δια το πώς δεν
επρόσεξαν, ότι τουλάχιστον τα δύο τρίτα του όλου βιβλίου αποτελούν μεταγραφήν
εκ των αποκοπέντων φύλλων των «Απομνημονευμάτων» και των διασαθρωθέντων φύλλων,
όπως επανειλημμένως σημειώνει ο συγγραφεύς των, επομένως εγράφησαν προ του
1850; Το δε υπόλοιπον εν τρίτον εγράφη μέχρι του Απριλίου του 1852 και
περιλαμβάνει μόνον τον περιορισμόν του εν τη οικία του και επομένως προ της
μεταγωγής του εις τας φυλακάς του Μενδρεσέ και της καταδίκης του εις θάνατον.
Βάσει των εκτεθέντων ήδη περί του Μακρυγιάννη δυνάμεθα να διερωτηθώμεν, πως «ράκος
ψυχικό»; Και εφ’ όσον ανήκει το πλείστον της ύλης εις την περίοδον της
συγγραφής των «Απομνημονευμάτων», πως με την άστοχον κρίσιν δεν υποτιμώμεν τα
ίδια τα «Απομνημονεύματα»; Είναι αληθές, ότι ο οίκοι περιορισμός του
φιλελευθέρου Στρατηγού, στερουμένου και της απαραιτήτου επιμελείας των
τραυμάτων του, είχεν εξαντλήσει τα αποθέματα της υπομονής του, όπως
καταφαίνεται εκ της δραματικής επικλήσεώς του προς τον Θεόν: «… Και τώρα γράφω
με δάκρυα… και δεν μας ακούς και δεν μας βλέπεις… φυλακωμένοι έξι μήνες όλοι
μας και με φρουρά, και να κοιτάζω αυτούς. Και να σκούζω νύχτα και ημέρα από τις
πληγές μου και να βλέπω τη δυστυχισμένη μου φαμιλιά και τα παιδιά μου πνιγμένα
εις τα κλάματα και ξυπόλυτα. Και έξι μήνες φυλακωμένος σε δυό αδρασκελιές
κάμαρη… και γιατρόν να μη βλέπωμεν…». Παρά ταύτα ο νους του μάρτυρος Στρατηγού
ήτο καθαρός και το φρόνημά του ακμαίον χάρις εις την σπανίαν πίστιν του. Τα
«ΟΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΜΑΤΑ» περιλαμβάνουν ελαχίστας ιάσεις
θαυματουργικώς, αφηγήσεις ενυπνίων υπό άλλων, 4-5 οράματα υπό του ιδίου,
πολυαρίθμους αποκαλύψεις εις μίαν παράξενον γυναίκα, τας οποίας ήκουεν ευπίστως
και κατέγραφεν, ως αφορώσας τον ίδιον, μακροτάτας εξιστορήσεις γεγονότων επί
των πολιτικών και θρησκευτικών εξελίξεων, περί των οποίων ήδη είχε γράψει
διαφόρως εις τα «Απομνημονεύματα», υποθήκας δια την πορείαν του Έθνους και
κυρίως εκτεταμένας προσευχάς του, αποτελούσας εξαίσια και πνευματικότατα
υποδείγματα προσευχής, αι οποίαι συνοψίζουν όλα τα στοιχεία των Ορθοδόξων
προσευχών, ήτοι της δεήσεως, αιτήσεως, ευχαριστίας και δοξολογίας, μετά
βαθυτάτης ταπεινώσεως, κατανύξεως και αυτομεμψίας, ώστε να διερωτάται κανείς,
πως ο σκληροτράχηλος αυτός πολέμαρχος έφθασε, και μάλιστα αγράμματος, εις
τοιαύτα επίπεδα πνευματικής εμπειρίας, ήτις καλύπτει πλήρως το ήθος της
Εκκλησίας; Και δια μεν τας ιάσεις, που αφηγείται ο Μακρυγιάννης, φυσικά, δεν
υπάρχουν περιθώρια κρίσεων, εφ’ όσον αποτελούν πραγματικότητα. Δια δε τα
μεταφερόμενα ενύπνια υπό γυναικών και παλαιών συναγωνιστών του, ιδίως προ, κατά
και μετά την 3ην Σεπτεμβρίου του 1843, δύνανται να υπάρξουν
επιφυλάξεις, ως συνήθη ψυχολογικά όνειρα, αν και ωρισμένα εξ αυτών, ως όντως
αποκαλυπτικά, δεν είναι εύκολον ν’ απορριφθούν, διότι αφεώρων τον Στρατηγόν,
την τύχην της επαναστάσεως και τας ενδεχομένας συνεπείας. Άλλωστε, ως εδηλώθη, τα
ενύπνια αποτελούν εν μέσον μεταφοράς θείων βουλών ή προειδοποιήσεως, αλλά και
γέφυραν δια της οποίας διέρχονται τα πονηρά πνεύματα, δια να εξαπατήσουν όχι
μόνον τους μη καλούς χριστιανούς, αλλά, αν είναι δυνατόν, και αυτούς τους
αγίους ανθρώπους, όπως συμβαίνει και μεταξύ των Μοναχών. Εφ’ όσον λοιπόν ο
ευλαβέστατος Στρατηγός προσηύχετο μετά δακρύων, όχι δια να βλάψη τους εχθρούς
του, ούτε δια προσωπικά συμφέροντα, αλλά δια το καλόν της Πατρίδος του και την
δόξαν της Ορθοδοξίας, διατί ο Θεός δεν θα ενίσχυε ποικιλοτρόπως τον δούλον του;
Αλλά παραλλήλως, τι θα ημπόδιζε και τον παμμήχανον εωσφόρον να δρα προς
εξαπάτησιν του απλοϊκού εις τοιαύτα μυστικά θέματα; Και δια τον εύπιστον και
αγνοούντα το είδος τούτο του πνευματικού πολέμου ήτο επόμενον να πλανάται, είτε
με τα μεταφερόμενα ενύπνια, είτε και με τα ιδικά του. Αφότου ο εωσφόρος επέτυχε
να πείση τον αμύητον εις τας μεθοδείας του αγνόν πατριώτην και ευλαβή
χριστιανόν, ότι δια των ενυπνίων ομιλεί μόνον ο Θεός και οι Άγιοί Του, η
εξαπάτησίς του πλέον είναι αναπότρεπτος, ευνοουμένη μάλιστα και από μίαν
λανθάνουσαν οίησιν. Εις μόνοντρόπος εξασφαλίζει από δαιμονικάς πλάνας τον
βλέποντα ενύπνια με τον Χριστόν και τους Αγίους του· η εκ ταπεινώσεως αίσθησις
της αναξιότητος δια τοιαύτας αποκαλύψεις και η εν συνεχεία εξαγγελία εις τον
Πνευματικόν, μάλιστα δε πεπειραμένον. Ο, άλλως σώφρων, Μακρυγιάννης, απεκάλυπτε
τα οράματά του και τα ενύπνια εις τον Πνευματικόν του; Και αν τα εξομολογείτο,
ο Πνευματικός ήτο έμπειρος ή, εντυπωσιαζόμενος και αυτός, εμακάριζε τον απατώμενον
Στρατηγόν, όπως συμβαίνει και σήμερον με πολλούς και μάλιστα μοναχούς; Υπάρχουν
άφθονα ύποπτα στοιχεία εις τα ενύπνια των «Οραμάτων». Εις τας αφηγήσεις της
γυναικός προς τον Μακρυγιάννην, η οποία τα μετέδιδε δια λογαριασμόν
της—ωρισμένα των οποίων έβλεπε και ο ίδιος—παρεμβάλλεται εις τας εμφανίσεις
δήθεν του Χριστού, της Θεοτόκου και διαφόρων Αγίων και ένα ακόμη πρόσωπον,
προέχον των άλλων και το οποίον αποκαλούν άλλοτε «αφέντη» και άλλοτε
«Παντοκράτορα». Εις τας εμφανίσεις αυτάς, η θέσις του Χριστού έναντι του
«αφέντη» είναι σχεδόν δουλική, ακούοντος ευπειθώς τας εντολάς του! Σχεδόν εις
το σύνολον των ενυπνίων, τα οποία περιέγραψεν ότι έβλεπεν ο Μακτυγιάννης ή ότι
του αφηγείτο η μνημονευομένη υπ’ αυτού γυναίκα και μετέδιδεν αυτός δια
λογαριασμόν της, διακρίνονται πολλά ύποπτα στοιχεία. Και τούτο, ακριβώς, επειδή
εις όλα σχεδόν ευρίσκεται το άγνωστον πρόσωπον, ο «αφέντης», ο «Παντοκράτορας»,
ενώπιον του οποίου η παρουσία του Χριστού είναι υπηρετική, τότε παριστάμεθα
ενώπιον μιας σαφούς δαιμονικής ενεργείας. Ίσως ο ανύποπτος Στρατηγός, λόγω της
αγνοίας του, να εξελάμβανε τον Θεόν Πατέρα κατά την παχυλήν σχηματοποίησίν του,
όπως τον αποδίδουν—εξ άκρας συγκαταβάσεως—αι εικόνες της Αγίας Τριάδος. Όσον
και αν ενθυμηθή τις τον λόγον του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, καθ’ ον «το θείον
εξομοιούται ταις ημετέραις διαθέσεσιν», είναι αδύνατον να γίνη δεκτόν, ότι ο
ασχημάτιστος και αόρατος Πατήρ, μη αρκούμενος εις τον Σαρκωθέντα Υιόν του, εις
την Θεοτόκον και εις πλήθη Αγίων του, προκειμένης επισκέψεώς των εις τον
αγωνιστήν του Ελληνικού Έθνους και της Ορθοδοξίας αγαθόν Στρατηγόν, ελάμβανεν
ανθρωπίνην μορφήν, δια να καταστή και αισθητή η παρουσία του! Αλλά το
ανεξήγητον είναι, ότι ενώ έβλεπε την «Αγίαν Τριάδω κατάμαυρη» σχεδόν πάντοτε,
την οποίαν εταύτιζε με τον «Παντοκράτορα», ο θεωρός αυτός του Θεού ουδόλως
ανησυχούσεν, αλλ’ ούτε καν διηρωτάτο δια την «κατάμαυρον» μορφήν, ήτις και εδέσποζεν
όλων των άλλων «θείων» προσώπων! Οπότε δεν υπάρχει χρεία ετέρας αποδείξεως, ότι
ο εωσφόρος, άγνωστον διατί, εξέλεξε τον γενναίον πολεμιστήν δια να ασκήση τας
τόσον αληθοφανείς μεθοδείας του—δι’ ον λόγον εξαπατά πλήθη λαϊκών, ακόμη και
Κληρικών και Μοναχών—τον ευλαβέστατον, αλλά και εύπιστον χριστιανόν
Μακρυγιάννην. Υπάρχουν ενδείξεις, ότι πέρα της αυτοταπεινώσεώς του, η οποία
εντυπωσιάζει, ίσως να ελάνθανε μυστική τις έπαρσις εις την καρδίαν του ενδόξου
ανδρός και ένεκεν αυτής και δια της εισόδου αυτής εισήρχετο ο πονηρός, φαντάζων
τον νουν και μορφοποιών πρόσωπα και πράγματα. Αίφνης, ο αγαθός ανήρ, περιγράφει
αδιαμαρτυρήτως, ότι «ο Παντοκράτορας μου λέγει τρεις φορές, Γιάννη, Γιάννη,
Αγιάννη, ήρθα μόνος μου κάτω εις την οικίαν σου· δεν απόλαψε άλλος τοιούτως σε
τούτην τη ζωή· αυτό μόνον εσύ και όσα παρακαλείσαι, όλα θα τα απολάψεις και από
τούτα οπού βλέπεις να μην ειπείς ούτε του πνευματικού (!)… και όταν αναλήφτη
έγινε ένας μεγάλος βογκισμός οπού τα’ ακούσαμεν όλοι, οπού σ’ έπαιρνε τρομάρα».
Χρειάζονται σχόλια; Εις πολλά σημεία των «Οραμάτων», υπάρχουν περιγραφαί
κυριολεκτικώς διακωμωδούσαι τον λεληθότως κενοδοξούντα γηραιόν Στρατηγόν, όστις
εδέχετο προφανώς ηδέως τας φιλοφρονήσεις του μέλανος εωσφόρου—«αφέντη»:
«…πέρασε ο Χριστός παρέκει, πλησίον εις την Θεοτόκον, και άφησε τον θρόνον
άδειον αυτόν, και εις το δεξιόν του αφεντός μας μ’ έβαλαν εις τον θρόνον οπού
κάθεταν ο Χριστός… Σηκώνρται ο αφέντης μας και ο Χριστός και η Θεοτόκος και
όλοι οι άγιοι και με βλόγησαν τρεις φορές και τότε βγαίνει την κορόνα του από
το κεφάλι του ο αφέντης μας και μου την βάνει και μου δίνει σταυρόν οπού ΄χε
εις το χέρι του…μου δίνει και ένα λαμπρό σπαθί, και ένα είχε κόμπους και
άστραφτε, και ο Χριστός με τον αφέντη μόβαλαν το στεφάνι αποπάνω την κορόνα,
και με σταύρωσαν με αυτό· έβγαλε ο αφέντης μας ένα λαμπρόν δισκοπότηρον και με
μετάλαβαν…». Εις την συνέχειαν αφηγείται αλλοκότους φαντασιώσεις, οπότε τίθεται
το ερώτημα: Μήπως, πλην των σαφώς δαιμονικών ενυπνίων και οραμάτων, υπάρχουν
και ψυχοπαθητικαί συνέπειαι εκ του μεγάλου τραύματός του εις την κεφαλήν, που
έλαβε κατά την μάχην της Ακροπόλεως, καθ’ ην «το φέσι κόλλησε στην πέτσα του
κρανίου»; Μήπως αυτό να εννοούσεν ο Οδυσσεύς Ιάλεμος, εις τον επικήδειον του
μεγάλου Μακρυγιάννη, όταν ανεφέρετο εις «την κατά κεφαλής οδυνηράν εκείνην
πληγήν, ήτις συνέτεινεν εις την έξαψιν της ζωηράς αυτού φαντασίας…»; Και αυτά
μεν όλα αποτελούν μίαν παρένθεσιν εις τον βίον και την πολιτείαν του μεγάλου
Μακρυγιάννη, χάρις εις τα οποία αποκαλύπτεται ο άνθρωπος της ακροτάτης πίστεως
εις τον Θεόν και ο πλούτος της ψυχής του εις αγάπην προς την Ελλάδα και ο
σεβασμός του εις την Ορθοδοξίαν. Επειδή επλήρωσεν ακριβά, περισσότερον από κάθε
αγωνιστήν την ελευθερίαν και την ανεμπόδιστον λατρείαν του Θεού, ησθάνετο
περισσότερον παντός άλλου τι σημαίνουν αυτά τα αγαθά, ώστε να εκδαπανάται εις
προσευχάς και κλαυθμούς δια να διαφυλαχθούν εις την καθαροτέραν υπόστασίν των,
εις την Ορθοδοξίαν των και δια να δικαιωθούν αι θυσίαι. Όπως εν αρχή
εσημειώσαμεν, τα «ΟΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΑΜΑΤΑ» αποτελούν προέκτασιν των
«Απομνημονευμάτων», αποκαλύπτοντα ένα πνευματικότερον Μακρυγιάννην. Και η ορθή
ανάγνωσίς των, επιβάλλει να βλέπωμεν τα ενύπνια, τα οράματα και τα θαύματα, ως
μίαν μεταφυσικήν πεζογραφικήν πλοκήν, όπως θα ανεγινώσκομεν τον «Απολεσθέντα
παράδεισον» του Μίλτωνος, με «τας Ύδρας και Δράκοντας και φαντασμάτων νεφέλας»,
ως και την «Θείαν Κωμωδίαν», του Δάντη, όστις έρριπτε τους πολιτικούς
αντιπάλους του εις τους εσχάτους κύκλους της «Κολάσεως», όπως ο ασχάλλων κατά
των προδοτών της Ορθοδοξίας Μακρυγιάννης, έβλεπε τον Όθωνα, τον Κωλέττην και
τους συνεργάτας των εις το χαίνον στόμα του φοβερού Δράκοντος. Και να
παραμένωμεν θαυμάζοντες τας πνευματικάς κρίσεις του επί των ανυποστάτων
θεαμάτων του, τας εκτεταμένας αριστουργηματικάς Ορθοδόξους προσευχάς, τους
θρήνους του και τας γονυκλισίας του υπέρ του Ελληνικού Έθνους.
--Στρατηγέ Μακρυγιάννη, με όλας τας ατελείας σου, ως
ανθρώπου, υπήρξες ο ηρωϊκώτερος χριστιανός αγωνιστής του ΄21 και ο
χριστιανικώτερος ήρως εις την ελευθέραν Ελλάδα και είθε να σε εννοούσαν και να
σε εμιμούντο οι πολιτικοί άνδρες της μεγάλης, αλλ’ ατυχούς Πατρίδος σου, η
οποία διέρχεται την μεγαλειτέραν κρίσιν της ιστορίας της να φθαρή η
Ελληνοχριστιανική ταυτότης και η Ορθόδοξος ιδιομορφία της, υπέρ των οποίων
εθυσιάσθης και απέβης αληθής Διδάσκαλος και Πατήρ του Γένους, όπως αλλού σε
επαρουσίασα, αλλά και πραγματικός εθνομάρτυς, «τάσι φαρφουρένιον αμόλυντον». Ο
θαυμάσιος Μακρυγιάννης, από την υπερβολικήν θρησκευτικότητά του, ηπατήθη υπό
μιας γυναικός μαγίσσης, από αυτάς, που εις τας σατανικάς μαγγανείας των
αναμιγνύουν προς παραπλάνησιν και τινα «θεοτικά και αγιοτικά». Επειδή ο
γενναίος αγωνιστής πάντοτε διέφευγε των φονικών παγίδων των αντιπάλων του, «έλπιζαν
όλοι αυτείνοι ότι έχω μάγους και τα μαθαίνω· ήβραν και έναν προδότη απομέσα το σπίτι μου, και
τους έλεγε τι μιλούσα καθημερινώς με τη γυναίκα, και είναι μάγισσα…και λένε ότι
έχω και μάγισσες… τότε θέλησαν να βρούνε και αυτείνοι μάγισσες να μαθαίνουν,
και ήφεραν από την Τουρκίαν έναν Τούρκο ντερβίση και μιάν Οβριά…». Φαίνεται
ότι, πλην του απονήρου Στρατηγού, εγνώριζεν ο κόσμος την δράσιν της ως
μαγίσσης. Ακόμη και η σύζυγός του, οσφραινομένη την δαιμονικήν παρουσίαν της
και μετά τον θάνατον ενός τέκνου των, ηξίωσε να την εκδιώξη, ως και εγένετο,
διότι και ο ίδιος πολλάκις διησθάνετο κάτι απροσδιόριστον. Χαρακτηριστική είναι
και η εξής είδησις: «…δεν ματάρθε από τότε ως την σήμερον… Το λοιπόν, από τότε
ως τώρα δεν είδα τίποτας να μου ειπούνε…». Δηλαδή με την εκδίωξιν της μαγίσσης
έπαυσαν αι εμφανίσεις των θείων προσώπων!...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου