Ἕνα πολυδιάστατον θέμα - ΔΙΨΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ - Τοῦ αειμνήστου Μιχαὴλ Ε. Μιχαηλίδη, Θεολόγου

Στὸ πολύγλωσσο λεξιλόγιο τῶν ἀνθρώπων, ἡ ἐλευθερία μοιάζει μὲ ἠλεκτροφόρο σύρμα. Εἶναι ἡ λέξη, ποὺ καὶ μόνο στὸ ἄκουσμά της, ἔχει τέτοια δύναμη, ποὺ ἀφυπνίζει συνειδήσεις, ἀναμοχλεύει αἰσθήματα καὶ θυμίζει ἐπανάσταση. Στὸ ἄκουσμά της, ὁ αἰχμάλωτος χαμογελάει ἐλπιδοφόρα· ὁ φυλακισμένος βλέπει μὲ τὴ φαντασία του, τὰ δεσμά του νὰ λύονται, οἱ πόρτες τῆς φυλακῆς ν᾽ ἀνοίγουν, κι᾽ αὐτὸς ν᾽ἀπολαμβάνει ξανὰ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ζωῆς. Ὁ ἐθνικὰ ὑπόδουλος καὶ σκλάβος, γι᾽ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία πολεμάει καὶ ἀγωνίζεται καὶ πεθαίνει. Χάρισμα Θεοῦ, ἡ ἐλευθερία. Χάρισμα μέγα καὶ ὕψιστο καὶ μοναδικό. Ἀποτελεῖ τὴ σφραγίδα τοῦ ἀνθρώπινου μεγαλείου. Ἄν προσθέσει κανεὶς τὸ νοῦ καὶ τὴ συνείδηση, τότε καὶ τὰ τρία μαζὶ ὑποστασιάζουν τὴν ἀληθινὴ «εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ. 

Ὁ ἄνθρωπος καὶ ὑποκειμενικά, ἀλλὰ καὶ ἀντικειμενικὰ εἶναι πεπεισμένος γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ χαρίσματος τῆς ἐλεύθερης βούλησης. Τὰ πάντα κρίνονται μὲ γνώμονα τὴν ἐλευθερία. «Οὐδὲν τῶν ἠναγκασμένων ἐπαινετόν», λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος. Κάτι ποὺ γίνεται ἀναγκαστικὰ καὶ μὲ τὴ βία, δὲν ἔχει καμμιὰ ἀξία. Ἡ ἐλευθερία, γιὰ πάντα, εἶναι τὸ μέτρο τῆς γνησιότητας τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων. «Ἡ φύσις ἡμῶν δεκτικὴ καλοῦ καὶ κακοῦ ἐστι, καὶ ἡ ἐναντία δύναμις προτρεπτική, οὐκ ἀναγκαστική. Λοιπὸν σὺ ἔχεις τὸ αὐτεξούσιον ρέψαι ὅπου βούλει», λέγει ὁ ἅγιοςΜακάριος ὁ Αἰγύπτιος. Ἡ φύση μας, δηλαδή, δέχεται καὶ τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ἡ ἀντίθετη δύναμη, τοῦ κακοῦ, εἶναι μονάχα προτρεπτικὴ ἀλλ᾽ ὄχι ἀναγκαστική. Ἑπομένως μὲ τὸ αὐτεξούσιο ποὺ ἔχεις, ἀποφάσισε νὰ προβεῖς σ᾽ ὅποια ἐνέργεια θέλεις. «Τρεπτὴ γὰρ ἐστιν ἡ φύσις, καὶ εἰ θέλει τις γίνεται υἱὸς Θεοῦ, εἴτε πάλιν υἱὸς ἀπωλείας διὰ τὸ παραμένειν τὸ αὐτεξούσιον», συμπληρώνει ὁ ἴδιος. Διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση μεταβάλλεται καὶ μετατρέπεται, ἀνάλογα μὲ τὸ αὐτεξούσιο. Ἄν θέλει, γίνεται ἀληθινὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἤ ἄν θέλει, πάλι, γίνεται ἄνθρωπος τῆς ἀπωλείας. Ἡ ἐλευθερία εἶναι δικαίωμα καὶ προνόμιο. Ἀλλά, ὅπου δικαιώματα, ἐκεῖ καὶ ὑποχρεώσεις. Ὅπου προνόμια, ἐκεῖ καὶ εὐθύνες. «Συνεπῶς δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία χωρὶς ἠθικὴ εὐθύνη. Κάθε μέρα δεχόμαστε ποικίλες ἀντιδράσεις καὶ ἐπιρροές. Ὅμως χάρη στὰ προσόντα μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς προίκισε ὁΘεός, ἔχουμε τὴν ἱκανότητα καὶ τὴ δυνατότητα ν᾽ ἀναλαμβάνουμε τὶς εὐθύνες μας καὶ νὰ γινόμαστε ὑπεύθυνοι ρυθμιστὲς τῶν ἀποφάσεών μας. Ἐπίσης δὲν ὑπάρχει οὔτε νοεῖται, ἠθικὴ εὐθύνη, χωρὶς ἐλευθερία. Ὅποιος ἀρνεῖται τὴν ἐλευθερία, ἀρνεῖται τὴν ἠθική. Ἡ διεκδίκηση τῆς ἐλευθερίας μας ἀνεξαρτήτως τοῦ Θεανθρώπου, ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὴν αὐτοκτονία μας (Νικ. Βασιλειάδης: «Ἐλευθερία - προνόμιο, δῶρο ἤ πρόβλημα;»). Ἡ ἐλευθερία μας ἀποκτᾶ ἐγκυρότητα καὶ ἰσχύ, μόνο μὲ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Τὸ γράφει μὲ σαφήνεια ὁ ἱ. Χρυσόστομος στὸν «Θεόδωρον ἐκπεσόντα»: «Οὐκ ἔστιν ἐλεύθερος, ἀλλ᾽ ἤ μόνος ὁ Χριστῷ ζῶν». Ὁ Κύριος ποὺ μᾶς διαβεβαίωσε πώς:«χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν», κατὰ συνέπεια, ὅλες οἱ ἀνθρώπινες ἀρετές καὶ τὰ χαρίσματα πρέπει νὰ θεμελιώνονται στὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐπίσης, δίδαξε τὴν ἀληθινή, τὴν πνευματικὴ ἐλευθερία, ὅταν ἔλεγε: «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. η´32). Στὸ ἴδιο μῆκος κύματος ἀναφέρεται καὶ ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος ὅταν λέγει: «χρεία γὰρ πάντως καὶ τῆς ἡμετέρας σπουδῆς καὶ τῆς τοῦ Θεοῦ συνεργείας». Ἡ «συνεργεία» τοῦ Θεοῦ μοιάζει μὲ πλοηγὸ ποὺ μᾶς κατευθύνει μὲ ἀσφάλεια στὸν προορισμό μας. Γιατί, μὲ τὴν ἀλαζονικὴ συμπεριφορά του ὁ ἄνθρωπος, εὔκολα μπορεῖ νὰ χάσει, ὄχι μόνο τὸ δρόμο καὶ τὴν τέχνη τῆς ἐλευθερίας, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ἐλευθερία. Ὅποια ἔννοια κι ἄν δώσουμε στὴν ἐλευθερία - ἀτομική, πολιτική, ἐθνική, θρησκευτική, κοινωνική κ.λπ. - ἄς θυμηθοῦμε τοῦ ποιητῆ π. Λεοντίου Χατζηκώστα τὸ στίχο: «Χωρὶς τὴν πίστη στὸ Χριστό, ἀπάτη ἡ λευτεριά». Στοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνες -εἶναι ἀπόλυτα βεβαιωμένο- πὼς οἱ ἄριστοι τῶν ἡρώων, ἀπὸ τὸ 1821 μέχρι τὸν ἀπελευθερωτικὸ ἀγώνα τῶν Κυπρίων τῆς ΕΟΚΑ 1955-1959, ὑπῆρξαν ἐκεῖνοι, ποὺ βίωναν βαθιὰ στὴ ζωή τους τὴ χριστιανικὴ Πίστη. Πανίερη, ὡστόσο, θὰ παραμένει γιὰ πάντα στοὺς λαούς, ἡ δίψα γιὰ λευτεριὰ τῆς πατρίδας. Μιὰ ματιὰ μονάχα στοὺς «Ἐλεύθερους Πολιορκημένους» τοῦ Δ. Σολωμοῦ, σὲ συγκολονίζουν οἱ στίχοι του. Σημειώνω μονάχα τούς τελευταίους τοῦ Γ´ σχεδιάσματος: «Καὶ βλέπω πέρα τὰ παιδιὰ καὶ τὲς ἀντρογυναῖκες - Γύρου στὴ φλόγα π᾽ ἄναψαν, καὶ θλιβερὰ τὴ θρέψαν - Μ᾽ ἀγαπημένα πράγματα καὶ μὲ σεμνὰ κρεβάτια, -  Ἀκίνητες, ἀστένακτες, δίχως νὰ ρίξουν δάκρυ. - Δρόμο νὰ σχίσουν τὰ σπαθιά, κι ἐλεύθεροι νὰ μείνουν,-  Ἐκεῖθε μὲ τοὺς ἀδελφούς, ἐδῶθε μὲ τὸ χάρο. -  Κι᾽ ὅποιος τὰ πάθη του παλεύει νὰ νικήσει κι ἡ δίψα τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας τὰ σωθικά του καίει, τῆς αἰώνιας νίκης τὸ στεφάνι θὰ κερδίσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: