Από δύο πράγματα είναι και λέγεται ο άνθρωπος
σύνθετος. Από ψυχήν και από σώμα. Και η μεν ψυχή είναι άϋλος και αόρατος, το δε
σώμα είναι υλικόν και ορατόν· αν δε και τα δύο ταύτα είναι διαφορετικά, όμως εν
πράγμα δύναται να συνδέση και τα δύο ταύτα. Ποίον; Η νηστεία. Άκουσον δε πως. Η
νηστεία καθαρίζει και ελαφρύνει το σώμα, κόπτει τα πάθη και καθαίρει τας αισθήσεις.
Ταύτα δε πάντα δίδουσι το όφελος εις την ψυχήν. Διότι όταν το σώμα αποκτήση αυτά
τα οποία είπον, τότε φωτίζεται ο νους, όστις είναι οφθαλμός της ψυχής· τότε ορέγεται
η ψυχή του αθανάτου κάλλους, τότε συνομιλεί μετά του Θεού, τότε ελευθερούται των
κοσμικών φροντίδων και, γενικώς ειπείν, τότε το μεν σώμα γίνεται ως άϋλον, λεπτυνόμενον
δια της αποχής από των τροφών, η δε ψυχή περισσότερον απολαμβάνει της αϋλου μορφής
της.
Επειδή λοιπόν ταύτα ούτω γίνονται, ας τιμήσωμεν, αδελφοί, την πρόξενον της αϋλότητος, την συνεργόν της σωφροσύνης, την βοηθόν της αρετής, την χαλιναγωγόν των παθών, την μητέρα και τροφόν των Αγίων. Ας αγαπήσωμεν, ευλογημένοι Χριστιανοί, την εγκράτειαν, ίνα και ημείς αγαπηθώμεν παρά των Αγγέλων, επειδή και αυτοί αμέτοχοι είναι τροφής και ποτού. Ας μισήσωμεν την τρυφήν, ίνα μισήσωσι και ημάς οι ακάθαρτοι δαίμονες. Διότι όπου η νηστεία, εκεί και οι Άγγελοι· όπου η εγκράτεια, εκεί και αι ουράνιαι Δυνάμεις. Όπου δε η τρυφή και η πολυφαγία, εκεί οι δαίμονες. Ιδέ και τα άλογα πετεινά, ότι τα μεν καθαρά καρπούς μόνον τρώγουσι, τα δε ακάθαρτα είναι σαρκοφάγα· όπως, η μεν περιστερά και η τρυγών και άλλα τοιαύτα μόνον από τους καρπούς τρέφονται και απέχουσι της κρεωφαγίας, ο δε κόραξ και ο αετός και τα άλλα μεγάλα όρνεα περισσότερον χαίρονται εις κρέατα και θνησιμαία, παρά εις καρπούς. Μίσησον λοιπόν και συ, ω άνθρωπε, την κρεωφαγίαν, ίνα γίνης ακέραιος ως η περιστερά και σώφρων ως η τρυγών. Διότι ουδείς πολυφάγος έγινεν Ασκητής, ουδείς μέθυσος έγινε φιλόσοφος, ουδείς φιλήδονος έγινεν Άγιος, ουδείς σαρκικός έγινε μέτοχος της Βασιλείας των ουρανών. Ενθυμήσου τον πρωτόπλαστον Αδάμ, ο οποίος, έως ότου εφύλαττε την εντολήν του Θεού και ενήστευε του ξύλου της γνώσεως, ήτο εντός του Παραδείσου, αφ’ ότου δε έφαγεν εξ εκείνου, εγένετο και του Θεού και του Παραδείσου εξόριστος. Έφαγεν εκείνος και εξωρίσθη του Παραδείσου· ας νηστεύσωμεν ημείς, ίνα εισέλθωμεν εντός αυτού. Διότι δια τούτο ήλθε και ο Χριστός επί της γης και εσαρκώθη και ενήστευσε τεσσαράκοντα ημέρας, δώσας ούτως εις ημάς το παράδειγμα της νηστείας, ίνα, νηστεύοντες και ημείς, έλθωμεν εις την πρώτην κατάστασιν. Ενθυμύσου, αδελφέ, τον δίκαιον Νώε, πως η πολυποσία τον κατέστησε γυμνόν και εντροπιασμένον και άπεχε της μέθης. Ενθυμήσου τον Ησαύ, πως η γαστριμαργία τον έκαμε δούλον του μικροτέρου του αδελφού και νήστευον συ, ίνα ελευθερωθής της δουλείας του πονηρού και γίνης δούλος Χριστού. Ενθυμήσου τον παλαιόν Ισραηλίτην, πως η πολυποσία τον έκαμεν ειδωλολάτρην και νήστευσον συ, ίνα γίνης θεοσεβής. Με την νηστείαν ο Μωϋσής είδε τον Θεόν και εδέχθη τας θεογράπτους πλάκας. Νηστεύσας ο Ηλίας ανέστησε τον υιόν της Σαραφθείας. Νηστεύσας ο Ελισσαίος, ανέστησε τον υιόν της Σωμανίτιδος. Νηστεύσαντες οι Τρεις Παίδες έσβεσαν την φλόγα της καμίνου. Νηστεύσας ο Δανιήλ, είδε τον Θεόν, ως Κριτήν καθεζόμενον. Δια τούτο, πας Χριστιανός προθύμως ας τρέχη εις τον δρόμον της νηστείας. Αρκεί εις ημάς ο καιρός κατά τον οποίον εθεραπεύομεν την σάρκα· ας θεραπεύσωμεν τώρα και την ψυχήν μας. Αρκεί ο χρόνος όλος, τον οποίον διήλθομεν τρώγοντες και πίνοντες και ποιούντες τα θελήματα της σαρκός· ας δουλεύσωμεν και εις τον Κύριον, κατά ταύτας τας ολίγας ημέρας της αγίας Τεσσαρακοστής. Μη προφασιζώμεθα και λέγομεν, ότι είμαι ασθενής και δεν δύναμαι να νηστεύσω· εάν δεν πίω οίνον, βλάπτομαι· εάν δεν φάγω έλαιον, ασθενώ. Διότι τοιαύτα ακούομεν πολλούς να λέγωσι, τα οποία όμως είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Ειπέ μοι, πως έθνη τινά, τα οποία δεν γνωρίζουν διόλου την φύσιν του οίνου και μόνον ύδωρ πίνοντα ζώσι; Πως άλλοι χωρίς έλαιον ζώσι την ζωήν των; Ο Σαμψών δεν ήτο από παιδός ναζηραίος, τουτέστιν αφιερωμένος εις τον Θεόν και ως εκ τούτου ουδέποτε έπιεν οίνον; Αλλά ποίος άλλος υπήρξε δυνατώτερος από εκείνον; Οι Ρώσοι και οι Σκύθαι και άλλα βάρβαρα έθνη μόνον εξ ακοής έχουν πληροφορηθή περί οίνου και ελαίου, ποίος όμως τους νικά εις καιρόν πολέμου; Εάν δε είπης ότι η συνήθεια κυριεύει, σου λέγω και εγώ, ούτω συνήθισε και συ. Δεν σε κωλύει τίποτε. Ανάγκη δεν είναι να πίνης οίνον, ανάγκη δεν είναι να καλοτρώγης· και δίχως αυτά δύνασαι να ζήσης τρώγων μόνον άρτον και πίνων μόνον ύδωρ. Πόσοι διήλθον με τοιαύτην τροφήν τριάκοντα και τεσσαράκοντα χρόνους! Συ τεσσαράκοντα ημέρας δεν δύνασαι να υπομείνης; Διότι αδύνατον είναι να είσαι φιλήδονος και φιλόχριστος. Εάν αγαπάς τας ηδονάς και τα θελήματα του σώματος, μισείς τον Χριστόν. Εάν δε αγαπάς τον Χριστόν, μίσησον τας ηδονάς, μίσησον την πολυφαγίαν. Θα σας είπω και άλλο παράδειγμα, το οποίον, αν και είναι έξω των Γραφών της Εκκλησίας ημών, είναι όμως προς εντροπήν μας. Οι ειδωλολάτραι και πεπλανημένοι και άθλιοι, οίτινες ελπίδα Αναστάσεως δεν είχον, οι οποίοι επροσκυνούσαν ως θεούς ακόμη και τα σαρκικά αυτών πάθη και ελάτρευον οι μεν μοιχόν θεόν τον Δία, οι δε φονέα θεόν τον Άρην, άλλοι πόρνην γυναίκα την Αφροδίτην, άλλοι πολυφάγον θεόν τον Κρόνον και Ηρακλέα, άλλοι μέθυσον θεόν τον Διόνυσον, όμως και από αυτούς πολλοί φιλόσοφοι ετίμησαν την νηστείαν, των οποίων τα ονόματα δεν είναι του παρόντος καιρού να είπωμεν. Εάν λοιπόν εκείνοι, δια την κατανόησιν και μόνον της καταργουμένης σοφίας, επί τοσούτον επέτυχον να εφαρμόσουν την νηστείαν, ημείς, ειπέ μοι, οι ευσεβείς, οι κληρονόμοι της Βασιλείας των ουρανών, οι λατρευταί της υπερθέου Τριάδος, να μη αγωνισθώμεν δια να υπερβάλωμεν εκείνους; Και ποίαν απολογίαν θα έχωμεν να είπωμεν επί του φοβερού βήματος του Χριστού; Φοβούμαι μήπως πληρωθή και εις ημάς ο λόγος του Κυρίου ο αναφερόμενος εις το ιβ΄ (12ον) Κεφάλαιον του κατά Ματθαίον Αγίου Ευαγγελίου ο ορίζων· «Άνδρες Νινευϊτες αναστήσονται εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης και κατακρινούσιν αυτήν, ότι μετενόησαν εις το κήρυγμα Ιωνά» (Ματθ. ιβ: 41). Οι Νινευϊται, άπιστοι όντες, με μίαν φωνήν του Ιωνά μετενόησαν και ενήστευσαν και αυτοί και τα ζώα των. Ημείς, ακούοντες του Χριστού, ακούοντες των Προφητών, των Αποστόλων, των Οσίων Πατέρων ημών, κηρυττόντων την ωφέλειαν της νηστείας, δυσανασχετούμεν και γογγύζομεν. Δικαίως λοιπόν εκείνοι θέλουσι κρίνει ημάς εν τη Αναστάσει. Όταν δε και γυναίκες, το ασθενέστερον γένος, ευρεθώσιν, ότι ενήστευσαν, ότι ηγωνίσθησαν εις τους παλαιούς καιρούς, ότι ενίκησαν τον σατανάν, ποίαν απολογίαν θέλομεν δώσει ημείς οι άνδρες, οι δυνατοί, οι έχοντες την δεσποτείαν επί των γυναικών; Ταύτα δε λέγων, πολύ περισσότερον συμβουλεύω τους Ιερείς να γίνωνται τύποι και κανόνες των κοσμικών και να παρακινούν τούτους εις την νηστείαν. Διότι εάν συ ο Ιερεύς, ο επίγειος Άγγελος, ο μεσίτης Θεού και ανθρώπων, ατιμάζης την νηστείαν, πως να την τιμήσωσιν οι κοσμικοί, οι οποίοι σε έχουν οδηγόν ως τα πρόβατα τον ποιμένα; Έστω· οι άνδρες είναι φρόνιμοι και δεν σε μιμούνται εις το κακόν. Αι γυναίκες όμως, αίτινες είναι γένος ευκόλως παρασυρόμενον εις την αμαρτίαν, πως θέλουν φυλαχθή από παν κακόν, όταν συ μεθάς και καταλύης την νηστείαν; Οι δε παίδες πόθεν θα μάθωσι να νηστεύουν; Πόθεν θα συνηθίσουν την τιμήν της αγίας Τεσσαρακοστής; Μη νομίσης δε ότι είναι μικρά αμαρτία το να γίνεσαι πρόσκομμα και σκάνδαλον εις τους άλλους. Θέλεις να μάθης ποία είναι η καταδίκη του τοιούτου πταίσματος; Άκουσον εν τω Ευαγγελίω του Κυρίου λέγοντος· «Ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι’ ου το σκάνδαλον έρχεται» (Ματθ. ιη:7). Ώστε, αδελφοί μου Χριστιανοί, ας τιμήσωμεν πάντες την αγίαν Τεσσαρακοστήν, ας σπουδάσωμεν πάντες, Ιερείς και κοσμικοί, γυναίκες και παιδία, να διέλθωμεν αξίως τον πρόσκαιρον βίον. Ας αρχίσωμεν όλοι από της πρώτης εβδομάδος μετά προθυμίας νηστεύοντες και έως τέλους ας αυξάνωμεν την αρετήν. Μη, όσον προχωρεί η αγία Τεσσαρακοστή, τόσον ημείς αμελούμεν. Διότι όπως εκείνοι, οι οποίοι τρέχουν, όσον πλησιάζουν εις το τέρμα, επί τοσούτον φιλοτιμούνται να προσπεράσωσι τους άλλους, ούτω και ημείς, όσον εγγίζομεν εις το άγιον Πάθος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και την Αυτού λαμπροφόρον Ανάστασιν, τόσον περισσότερον ας φροντίζωμεν να διέλθωμεν και να υπερνικήσωμεν εις νηστείαν τας παρελθούσας ημέρας, ίνα εδώ μεν αξίως και θεαρέστως διάγοντες, αξιωθώμεν να ίδωμεν την αγίαν ημέραν του αισθητού Πάσχα, της ζωηφόρου δηλαδή του Χριστού Εγέρσεως, εκεί δε να απολαύσωμεν του νοητού Πάσχα, το οποίον είναι Αυτός ο αληθής Θεός ημών Ιησούς Χριστός. Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί και τω Παναγίω και Αγαθώ και Ζωοποιώ Αυτού Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Επειδή λοιπόν ταύτα ούτω γίνονται, ας τιμήσωμεν, αδελφοί, την πρόξενον της αϋλότητος, την συνεργόν της σωφροσύνης, την βοηθόν της αρετής, την χαλιναγωγόν των παθών, την μητέρα και τροφόν των Αγίων. Ας αγαπήσωμεν, ευλογημένοι Χριστιανοί, την εγκράτειαν, ίνα και ημείς αγαπηθώμεν παρά των Αγγέλων, επειδή και αυτοί αμέτοχοι είναι τροφής και ποτού. Ας μισήσωμεν την τρυφήν, ίνα μισήσωσι και ημάς οι ακάθαρτοι δαίμονες. Διότι όπου η νηστεία, εκεί και οι Άγγελοι· όπου η εγκράτεια, εκεί και αι ουράνιαι Δυνάμεις. Όπου δε η τρυφή και η πολυφαγία, εκεί οι δαίμονες. Ιδέ και τα άλογα πετεινά, ότι τα μεν καθαρά καρπούς μόνον τρώγουσι, τα δε ακάθαρτα είναι σαρκοφάγα· όπως, η μεν περιστερά και η τρυγών και άλλα τοιαύτα μόνον από τους καρπούς τρέφονται και απέχουσι της κρεωφαγίας, ο δε κόραξ και ο αετός και τα άλλα μεγάλα όρνεα περισσότερον χαίρονται εις κρέατα και θνησιμαία, παρά εις καρπούς. Μίσησον λοιπόν και συ, ω άνθρωπε, την κρεωφαγίαν, ίνα γίνης ακέραιος ως η περιστερά και σώφρων ως η τρυγών. Διότι ουδείς πολυφάγος έγινεν Ασκητής, ουδείς μέθυσος έγινε φιλόσοφος, ουδείς φιλήδονος έγινεν Άγιος, ουδείς σαρκικός έγινε μέτοχος της Βασιλείας των ουρανών. Ενθυμήσου τον πρωτόπλαστον Αδάμ, ο οποίος, έως ότου εφύλαττε την εντολήν του Θεού και ενήστευε του ξύλου της γνώσεως, ήτο εντός του Παραδείσου, αφ’ ότου δε έφαγεν εξ εκείνου, εγένετο και του Θεού και του Παραδείσου εξόριστος. Έφαγεν εκείνος και εξωρίσθη του Παραδείσου· ας νηστεύσωμεν ημείς, ίνα εισέλθωμεν εντός αυτού. Διότι δια τούτο ήλθε και ο Χριστός επί της γης και εσαρκώθη και ενήστευσε τεσσαράκοντα ημέρας, δώσας ούτως εις ημάς το παράδειγμα της νηστείας, ίνα, νηστεύοντες και ημείς, έλθωμεν εις την πρώτην κατάστασιν. Ενθυμύσου, αδελφέ, τον δίκαιον Νώε, πως η πολυποσία τον κατέστησε γυμνόν και εντροπιασμένον και άπεχε της μέθης. Ενθυμήσου τον Ησαύ, πως η γαστριμαργία τον έκαμε δούλον του μικροτέρου του αδελφού και νήστευον συ, ίνα ελευθερωθής της δουλείας του πονηρού και γίνης δούλος Χριστού. Ενθυμήσου τον παλαιόν Ισραηλίτην, πως η πολυποσία τον έκαμεν ειδωλολάτρην και νήστευσον συ, ίνα γίνης θεοσεβής. Με την νηστείαν ο Μωϋσής είδε τον Θεόν και εδέχθη τας θεογράπτους πλάκας. Νηστεύσας ο Ηλίας ανέστησε τον υιόν της Σαραφθείας. Νηστεύσας ο Ελισσαίος, ανέστησε τον υιόν της Σωμανίτιδος. Νηστεύσαντες οι Τρεις Παίδες έσβεσαν την φλόγα της καμίνου. Νηστεύσας ο Δανιήλ, είδε τον Θεόν, ως Κριτήν καθεζόμενον. Δια τούτο, πας Χριστιανός προθύμως ας τρέχη εις τον δρόμον της νηστείας. Αρκεί εις ημάς ο καιρός κατά τον οποίον εθεραπεύομεν την σάρκα· ας θεραπεύσωμεν τώρα και την ψυχήν μας. Αρκεί ο χρόνος όλος, τον οποίον διήλθομεν τρώγοντες και πίνοντες και ποιούντες τα θελήματα της σαρκός· ας δουλεύσωμεν και εις τον Κύριον, κατά ταύτας τας ολίγας ημέρας της αγίας Τεσσαρακοστής. Μη προφασιζώμεθα και λέγομεν, ότι είμαι ασθενής και δεν δύναμαι να νηστεύσω· εάν δεν πίω οίνον, βλάπτομαι· εάν δεν φάγω έλαιον, ασθενώ. Διότι τοιαύτα ακούομεν πολλούς να λέγωσι, τα οποία όμως είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Ειπέ μοι, πως έθνη τινά, τα οποία δεν γνωρίζουν διόλου την φύσιν του οίνου και μόνον ύδωρ πίνοντα ζώσι; Πως άλλοι χωρίς έλαιον ζώσι την ζωήν των; Ο Σαμψών δεν ήτο από παιδός ναζηραίος, τουτέστιν αφιερωμένος εις τον Θεόν και ως εκ τούτου ουδέποτε έπιεν οίνον; Αλλά ποίος άλλος υπήρξε δυνατώτερος από εκείνον; Οι Ρώσοι και οι Σκύθαι και άλλα βάρβαρα έθνη μόνον εξ ακοής έχουν πληροφορηθή περί οίνου και ελαίου, ποίος όμως τους νικά εις καιρόν πολέμου; Εάν δε είπης ότι η συνήθεια κυριεύει, σου λέγω και εγώ, ούτω συνήθισε και συ. Δεν σε κωλύει τίποτε. Ανάγκη δεν είναι να πίνης οίνον, ανάγκη δεν είναι να καλοτρώγης· και δίχως αυτά δύνασαι να ζήσης τρώγων μόνον άρτον και πίνων μόνον ύδωρ. Πόσοι διήλθον με τοιαύτην τροφήν τριάκοντα και τεσσαράκοντα χρόνους! Συ τεσσαράκοντα ημέρας δεν δύνασαι να υπομείνης; Διότι αδύνατον είναι να είσαι φιλήδονος και φιλόχριστος. Εάν αγαπάς τας ηδονάς και τα θελήματα του σώματος, μισείς τον Χριστόν. Εάν δε αγαπάς τον Χριστόν, μίσησον τας ηδονάς, μίσησον την πολυφαγίαν. Θα σας είπω και άλλο παράδειγμα, το οποίον, αν και είναι έξω των Γραφών της Εκκλησίας ημών, είναι όμως προς εντροπήν μας. Οι ειδωλολάτραι και πεπλανημένοι και άθλιοι, οίτινες ελπίδα Αναστάσεως δεν είχον, οι οποίοι επροσκυνούσαν ως θεούς ακόμη και τα σαρκικά αυτών πάθη και ελάτρευον οι μεν μοιχόν θεόν τον Δία, οι δε φονέα θεόν τον Άρην, άλλοι πόρνην γυναίκα την Αφροδίτην, άλλοι πολυφάγον θεόν τον Κρόνον και Ηρακλέα, άλλοι μέθυσον θεόν τον Διόνυσον, όμως και από αυτούς πολλοί φιλόσοφοι ετίμησαν την νηστείαν, των οποίων τα ονόματα δεν είναι του παρόντος καιρού να είπωμεν. Εάν λοιπόν εκείνοι, δια την κατανόησιν και μόνον της καταργουμένης σοφίας, επί τοσούτον επέτυχον να εφαρμόσουν την νηστείαν, ημείς, ειπέ μοι, οι ευσεβείς, οι κληρονόμοι της Βασιλείας των ουρανών, οι λατρευταί της υπερθέου Τριάδος, να μη αγωνισθώμεν δια να υπερβάλωμεν εκείνους; Και ποίαν απολογίαν θα έχωμεν να είπωμεν επί του φοβερού βήματος του Χριστού; Φοβούμαι μήπως πληρωθή και εις ημάς ο λόγος του Κυρίου ο αναφερόμενος εις το ιβ΄ (12ον) Κεφάλαιον του κατά Ματθαίον Αγίου Ευαγγελίου ο ορίζων· «Άνδρες Νινευϊτες αναστήσονται εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης και κατακρινούσιν αυτήν, ότι μετενόησαν εις το κήρυγμα Ιωνά» (Ματθ. ιβ: 41). Οι Νινευϊται, άπιστοι όντες, με μίαν φωνήν του Ιωνά μετενόησαν και ενήστευσαν και αυτοί και τα ζώα των. Ημείς, ακούοντες του Χριστού, ακούοντες των Προφητών, των Αποστόλων, των Οσίων Πατέρων ημών, κηρυττόντων την ωφέλειαν της νηστείας, δυσανασχετούμεν και γογγύζομεν. Δικαίως λοιπόν εκείνοι θέλουσι κρίνει ημάς εν τη Αναστάσει. Όταν δε και γυναίκες, το ασθενέστερον γένος, ευρεθώσιν, ότι ενήστευσαν, ότι ηγωνίσθησαν εις τους παλαιούς καιρούς, ότι ενίκησαν τον σατανάν, ποίαν απολογίαν θέλομεν δώσει ημείς οι άνδρες, οι δυνατοί, οι έχοντες την δεσποτείαν επί των γυναικών; Ταύτα δε λέγων, πολύ περισσότερον συμβουλεύω τους Ιερείς να γίνωνται τύποι και κανόνες των κοσμικών και να παρακινούν τούτους εις την νηστείαν. Διότι εάν συ ο Ιερεύς, ο επίγειος Άγγελος, ο μεσίτης Θεού και ανθρώπων, ατιμάζης την νηστείαν, πως να την τιμήσωσιν οι κοσμικοί, οι οποίοι σε έχουν οδηγόν ως τα πρόβατα τον ποιμένα; Έστω· οι άνδρες είναι φρόνιμοι και δεν σε μιμούνται εις το κακόν. Αι γυναίκες όμως, αίτινες είναι γένος ευκόλως παρασυρόμενον εις την αμαρτίαν, πως θέλουν φυλαχθή από παν κακόν, όταν συ μεθάς και καταλύης την νηστείαν; Οι δε παίδες πόθεν θα μάθωσι να νηστεύουν; Πόθεν θα συνηθίσουν την τιμήν της αγίας Τεσσαρακοστής; Μη νομίσης δε ότι είναι μικρά αμαρτία το να γίνεσαι πρόσκομμα και σκάνδαλον εις τους άλλους. Θέλεις να μάθης ποία είναι η καταδίκη του τοιούτου πταίσματος; Άκουσον εν τω Ευαγγελίω του Κυρίου λέγοντος· «Ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι’ ου το σκάνδαλον έρχεται» (Ματθ. ιη:7). Ώστε, αδελφοί μου Χριστιανοί, ας τιμήσωμεν πάντες την αγίαν Τεσσαρακοστήν, ας σπουδάσωμεν πάντες, Ιερείς και κοσμικοί, γυναίκες και παιδία, να διέλθωμεν αξίως τον πρόσκαιρον βίον. Ας αρχίσωμεν όλοι από της πρώτης εβδομάδος μετά προθυμίας νηστεύοντες και έως τέλους ας αυξάνωμεν την αρετήν. Μη, όσον προχωρεί η αγία Τεσσαρακοστή, τόσον ημείς αμελούμεν. Διότι όπως εκείνοι, οι οποίοι τρέχουν, όσον πλησιάζουν εις το τέρμα, επί τοσούτον φιλοτιμούνται να προσπεράσωσι τους άλλους, ούτω και ημείς, όσον εγγίζομεν εις το άγιον Πάθος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και την Αυτού λαμπροφόρον Ανάστασιν, τόσον περισσότερον ας φροντίζωμεν να διέλθωμεν και να υπερνικήσωμεν εις νηστείαν τας παρελθούσας ημέρας, ίνα εδώ μεν αξίως και θεαρέστως διάγοντες, αξιωθώμεν να ίδωμεν την αγίαν ημέραν του αισθητού Πάσχα, της ζωηφόρου δηλαδή του Χριστού Εγέρσεως, εκεί δε να απολαύσωμεν του νοητού Πάσχα, το οποίον είναι Αυτός ο αληθής Θεός ημών Ιησούς Χριστός. Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί και τω Παναγίω και Αγαθώ και Ζωοποιώ Αυτού Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου