Ὀλισθηρὸς ὁ δρόµος ποὺ
βαδίζουµε τελευταίως οἱ Ἕλληνες. Μᾶς ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή. Στὸν ἀφανισµό µας ἀπὸ
τὸ χάρτη τῆς ἱστορίας. Μᾶς µαστίζει ἡ οἰκονοµικὴ κρίση. Ἡ ἀνέχεια. Ἡ οἰκονοµικὴ
δυσπραγία. Ἐξαιτίας της γίναµε ὑποχείριοι τῶν δανειστῶν. Παιχνίδι στὶς ἀπαιτήσεις
τους. Ξεπουλᾶµε τὴν πατρίδα. Ἐκχωροῦµε σὲ ξένους τὴν ἐθνική µας περιουσία.
Λιµάνια, ἀεροδρόµια, σιδηροδρόµους κ.ἄ. Γίναµε ἀνίκανοι νὰ τὴν διαχειριστοῦµε.
Νὰ νοικοκυρέψουµε τὴ χώρα µας καὶ νὰ αὐτοδιοικηθοῦµε. Μᾶς ταλαιπωρεῖ
περισσότερο ἀπ’ τὴν οἰκονοµικὴ δυσπραγία ἡ ἠθικὴ φθορά. Ἡ ἠθικοκοινωνικὴ µας
πτώση. Πορευόµαστε ἀφασιακά. Γκρεµίζουµε τὸ ἕνα µετὰ τὸ ἄλλο τὰ ἠθικοκοινωνικὰ
µας ἐρείσµατα. Τὰ κάστρα τοῦ θαυµαστοῦ πνευµατικοῦ µας πολιτισµοῦ. Τὰ θεµέλια τῆς
κοινωνίας. Φερόµαστε καὶ ἀγόµαστε ἀπὸ ξένους. Ἐνεργοῦµε κατὰ τὶς ὑποδείξεις
τους. Κάνουµε ὅ,τι µᾶς ποῦν. Εἴτε καλὸ καὶ ὠφέλιµο εἴτε βλαβερὸ καὶ
καταστροφικό. Τοὺς ἀκολουθοῦµε πιστά. Καὶ ἀνατρέπουµε θεσµοὺς καὶ παραδόσεις αἰώνιες.
Ἀρχὲς καὶ ἀξίες ποὺ µᾶς κράτησαν ὄρθιους στὸ διάβα τῶν αἰώνων. Στὶς πιὸ
κρίσιµες ἱστορικές µας περιόδους.
Ἐπεµβαίνουµε καὶ στὸ δίκαιο. Καὶ ἀπὸ ἔκφραση τῆς ἠθικῆς ὑπὸ νοµικὴ µορφὴ τὸ κάνουµε ἀσπίδα τοῦ ἀφύσικου. Τοῦ βδελυκτοῦ, ποὺ δὲν παρατηρεῖται οὔτε στὰ ζῷα. Καὶ µὲ προκλητικὸ κοµπασµὸ ζητοῦµε συγγνώµη ποὺ καθυστερήσαµε νὰ προβοῦµε στὴ θεσµοθέτησή του. ∆ιαποτισµένοι ἀπὸ τὸ πνεῦµα τοῦ ∆ιαφωτισµοῦ, τοῦ Ὀρθολογισµοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας οἱ δυτικοτραφεῖς διανοούµενοι καὶ πολιτικοὶ ἐπιτίθενται κατὰ τῆς παράδοσης τοῦ µαρτυρικοῦ µας τόπου. Καὶ µὲ ἐπιχείρηµα τὰ ἀνθρώπινα δικαιώµατα, καταργοῦν τοὺς κοινωνικοὺς φραγµούς. Ποιὸς ὅµως τοὺς ἐκχώρησε αὐτὸ τὸ δικαίωµα; Ἂν ἦταν συνεπεῖς µὲ τὶς δηµοκρατικὲς διακηρύξεις τους, ἂς ἔκαναν δηµοψήφισµα. Ἐξάλλου ἄκριτη καὶ ἄκρατη προβολὴ καὶ ἀπαίτηση δικαιωµάτων ἀπὸ ὅλους, χωρὶς ἀντίστοιχα καθήκοντα, ὁδηγεῖ σὲ κοµφούζιο. Σὲ πόλεµο ὅλων ἐναντίον ὅλων. Ἔτσι θραύεται ὁ κοινωνικὸς ἱστὸς καὶ διαλύεται ἡ κοινωνία. Τὰ δικαιώµατα τοῦ καθενὸς µας σταµατοῦν ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζουν τὰ δικαιώµατα τῶν ἄλλων. Ὁπότε ἀνακύπτουν τὰ ἀντίστοιχα καθήκοντα. Πρέπει νὰ τὸ ἐννοήσουµε ὅλοι πὼς ἡ αὐθαιρεσία δὲν προάγει τὴν κοινωνία, ἀλλὰ µόνο «ἕνας νόµος ἠθικός, ἀπαραβίαστος καὶ ἱερός», ὅπως λέει ὁ ποιητής. Σεβόµαστε καὶ συµπαθοῦµε τὸν κάθε συνάνθρωπό µας. Ὅποιος κι ἂν εἶναι. Κι ἂν ἔχει ἀσάφεια ὡς πρὸς τὸ φῦλο. Γιατί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὸ σηµεῖο ὅµως αὐτό, µέχρι τοῦ νὰ νοµιµοποιήσουµε τὶς ἀντίθετες µὲ τὴ φύση ἐπιλογές, ὑπάρχει µεγάλη ἀπόσταση. ∆ὲν ἔχουν δικαιώµατα µόνο κάποιοι συνάνθρωποί µας, ὅποια ἰδιαιτερότητα κι ἂν ἔχουν, ἀλλὰ καὶ ἡ κοινωνία. Καὶ µάλιστα αὐτὴ στὴ δηµοκρατία. Τὸ ἀφύσικο δὲν µπορεῖ νὰ γίνει θεσµός. ∆ηλαδὴ κανόνας δικαίου, συµπεριφορᾶς καὶ δράσης. Ἀπορεῖ κανεὶς πῶς φτάσαµε οἱ Ἕλληνες ν’ ἀρνηθοῦµε τὴν παράδοση καὶ τὸν πολιτισµό µας. Παράδοση αἰώνων καὶ µὲ Μάρτυρες. Ὅπως ἀναφέρει ὁ µακαριστὸς Μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος «ὁ πορθητὴς Μωάµεθ ὁ Β΄ἐπὶ τῇ ἁλώσει τῆς πόλεως ἐτέλεσε πλησίον τῶν ἀνακτόρων µεγαλοπρεπέστατον δεῖπνον, εἰς τὸ ὁποῖον παρεκάθησαν οἱ στρατηγοί, οἱ ναύαρχοι καὶ ὅλα τὰ ἐπίσηµα πρόσωπα τῆς ἀκολουθίας του. Ὁ Μωάµεθ ἐµέθυσε, καὶ ἐν τῇ ζάλῃ τοῦ οἴνου ἐξεδήλωσεν ὅλα τὰ χυδαῖα αἰσθήµατά του. Ἔµπλεως σατανικοῦ ἔρωτος, παρὰ φύσιν ἔρωτος, πρὸς τὸν νεώτερον υἱὸν τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ πρώτου ∆ουκὸς (πρωθυπουργοῦ) τῆς πεσούσης Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας διέταξεν, ἵνα προσαγάγουν τοῦτον εἰς τὴν σκηνήν του καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ ἀσελγήση ὁ παµµίαρος. Ὁ πατὴρ τοῦ υἱοῦ ἔφριξεν ἐπὶ τῷ ἀκούσµατι, καὶ ἠρνήθη ὅπως στείλη τὸν υἱόν του, εἰπών ὅτι, ἐὰν τὸ Κοράνιον ἐπιτρέπη, τὸ Εὐαγγέλιον ὅµως ἀπαγορεύει τοιαύτας βδελυράς πράξεις. Ἐξοργισθείς διὰ τοῦτο ὁ κατακτητής, διέταξε τὸν ἀρχιευνοῦχον του, ὅπως βιαίως προσαγάγη ἐνώπιόν του τὸν πατέρα καὶ τοὺς δύο υἱούς του. Ὁ Νοταρᾶς, ἀντιληφθείς ὅτι ὁδηγεῖται εἰς µαρτύριον, ἀπεχαιρέτησε τὴν σύζυγόν του καὶ τὰς θυγατέρας του καὶ ἐνεφανίσθη µετὰ τῶν υἱῶν του ἐνώπιον τοῦ κατακτητοῦ. Ὁ κατακτητὴς µένεα πνέων κατὰ τοῦ πατρὸς διὰ τὴν ἄρνησίν του νὰ παραδώση τὸν υἱὸν του δι’ ἀκολασίαν, διέταξε τὸν δήµιον , ἵνα ἀποκεφαλίση πρῶτον τούς υἱοὺς καὶ ὕστερον τὸν πατέρα. Κατὰ τὴν πορείαν πρὸς τὸν τόπον τοῦ µαρτυρίου ὁ πατὴρ ἐνεθάρρυνε τοὺς υἱοὺς του λέγων. «Ἐν ὀνόµατι τοῦ ὑπὲρ ἡµῶν Σταυρωθέντος, Θανόντος καὶ Ἀναστάντος Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἂς ἀποθάνωµεν, ἵνα καὶ ἡµεῖς σὺν Αὐτῷ τῶν ἀγαθῶν αὐτοῦ ἀπολαύσωµεν». Ὁ δήµιος ἀπεκεφάλισε πρῶτον τούς υἱοὺς ἐνώπιον τοῦ πατρός, ὁ ὁποῖος γονυπετὴς προσ ηύχετο καὶ ἔλεγε. «∆ίκαιος εἶ, Κύριε, καὶ εὐθεῖαι αἱ κρίσεις σου». Μετὰ δὲ τοὺς υἱοὺς ἀπεκεφάλισε καὶ τὸν πατέρα. (Ἴδε Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἀθῆναι 1921, τόµος Ε΄µέρος ∆΄, σελὶς 376). Ἔτσι ἀντιµετώπισαν οἱ µακάριοι πρόγονοί µας τὸ παραλήρηµα τῆς ὁµοµανίας τοῦ ἀσιάτη κατακτητῆ τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐνῷ ἐµεῖς σήµερα τὸ νοµιµοποιοῦµε. Ὢ καιροὶ! ὢ ἤθη!
Ἐπεµβαίνουµε καὶ στὸ δίκαιο. Καὶ ἀπὸ ἔκφραση τῆς ἠθικῆς ὑπὸ νοµικὴ µορφὴ τὸ κάνουµε ἀσπίδα τοῦ ἀφύσικου. Τοῦ βδελυκτοῦ, ποὺ δὲν παρατηρεῖται οὔτε στὰ ζῷα. Καὶ µὲ προκλητικὸ κοµπασµὸ ζητοῦµε συγγνώµη ποὺ καθυστερήσαµε νὰ προβοῦµε στὴ θεσµοθέτησή του. ∆ιαποτισµένοι ἀπὸ τὸ πνεῦµα τοῦ ∆ιαφωτισµοῦ, τοῦ Ὀρθολογισµοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας οἱ δυτικοτραφεῖς διανοούµενοι καὶ πολιτικοὶ ἐπιτίθενται κατὰ τῆς παράδοσης τοῦ µαρτυρικοῦ µας τόπου. Καὶ µὲ ἐπιχείρηµα τὰ ἀνθρώπινα δικαιώµατα, καταργοῦν τοὺς κοινωνικοὺς φραγµούς. Ποιὸς ὅµως τοὺς ἐκχώρησε αὐτὸ τὸ δικαίωµα; Ἂν ἦταν συνεπεῖς µὲ τὶς δηµοκρατικὲς διακηρύξεις τους, ἂς ἔκαναν δηµοψήφισµα. Ἐξάλλου ἄκριτη καὶ ἄκρατη προβολὴ καὶ ἀπαίτηση δικαιωµάτων ἀπὸ ὅλους, χωρὶς ἀντίστοιχα καθήκοντα, ὁδηγεῖ σὲ κοµφούζιο. Σὲ πόλεµο ὅλων ἐναντίον ὅλων. Ἔτσι θραύεται ὁ κοινωνικὸς ἱστὸς καὶ διαλύεται ἡ κοινωνία. Τὰ δικαιώµατα τοῦ καθενὸς µας σταµατοῦν ἐκεῖ ποὺ ἀρχίζουν τὰ δικαιώµατα τῶν ἄλλων. Ὁπότε ἀνακύπτουν τὰ ἀντίστοιχα καθήκοντα. Πρέπει νὰ τὸ ἐννοήσουµε ὅλοι πὼς ἡ αὐθαιρεσία δὲν προάγει τὴν κοινωνία, ἀλλὰ µόνο «ἕνας νόµος ἠθικός, ἀπαραβίαστος καὶ ἱερός», ὅπως λέει ὁ ποιητής. Σεβόµαστε καὶ συµπαθοῦµε τὸν κάθε συνάνθρωπό µας. Ὅποιος κι ἂν εἶναι. Κι ἂν ἔχει ἀσάφεια ὡς πρὸς τὸ φῦλο. Γιατί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὸ σηµεῖο ὅµως αὐτό, µέχρι τοῦ νὰ νοµιµοποιήσουµε τὶς ἀντίθετες µὲ τὴ φύση ἐπιλογές, ὑπάρχει µεγάλη ἀπόσταση. ∆ὲν ἔχουν δικαιώµατα µόνο κάποιοι συνάνθρωποί µας, ὅποια ἰδιαιτερότητα κι ἂν ἔχουν, ἀλλὰ καὶ ἡ κοινωνία. Καὶ µάλιστα αὐτὴ στὴ δηµοκρατία. Τὸ ἀφύσικο δὲν µπορεῖ νὰ γίνει θεσµός. ∆ηλαδὴ κανόνας δικαίου, συµπεριφορᾶς καὶ δράσης. Ἀπορεῖ κανεὶς πῶς φτάσαµε οἱ Ἕλληνες ν’ ἀρνηθοῦµε τὴν παράδοση καὶ τὸν πολιτισµό µας. Παράδοση αἰώνων καὶ µὲ Μάρτυρες. Ὅπως ἀναφέρει ὁ µακαριστὸς Μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστῖνος «ὁ πορθητὴς Μωάµεθ ὁ Β΄ἐπὶ τῇ ἁλώσει τῆς πόλεως ἐτέλεσε πλησίον τῶν ἀνακτόρων µεγαλοπρεπέστατον δεῖπνον, εἰς τὸ ὁποῖον παρεκάθησαν οἱ στρατηγοί, οἱ ναύαρχοι καὶ ὅλα τὰ ἐπίσηµα πρόσωπα τῆς ἀκολουθίας του. Ὁ Μωάµεθ ἐµέθυσε, καὶ ἐν τῇ ζάλῃ τοῦ οἴνου ἐξεδήλωσεν ὅλα τὰ χυδαῖα αἰσθήµατά του. Ἔµπλεως σατανικοῦ ἔρωτος, παρὰ φύσιν ἔρωτος, πρὸς τὸν νεώτερον υἱὸν τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ πρώτου ∆ουκὸς (πρωθυπουργοῦ) τῆς πεσούσης Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας διέταξεν, ἵνα προσαγάγουν τοῦτον εἰς τὴν σκηνήν του καὶ ἐπ᾽ αὐτοῦ ἀσελγήση ὁ παµµίαρος. Ὁ πατὴρ τοῦ υἱοῦ ἔφριξεν ἐπὶ τῷ ἀκούσµατι, καὶ ἠρνήθη ὅπως στείλη τὸν υἱόν του, εἰπών ὅτι, ἐὰν τὸ Κοράνιον ἐπιτρέπη, τὸ Εὐαγγέλιον ὅµως ἀπαγορεύει τοιαύτας βδελυράς πράξεις. Ἐξοργισθείς διὰ τοῦτο ὁ κατακτητής, διέταξε τὸν ἀρχιευνοῦχον του, ὅπως βιαίως προσαγάγη ἐνώπιόν του τὸν πατέρα καὶ τοὺς δύο υἱούς του. Ὁ Νοταρᾶς, ἀντιληφθείς ὅτι ὁδηγεῖται εἰς µαρτύριον, ἀπεχαιρέτησε τὴν σύζυγόν του καὶ τὰς θυγατέρας του καὶ ἐνεφανίσθη µετὰ τῶν υἱῶν του ἐνώπιον τοῦ κατακτητοῦ. Ὁ κατακτητὴς µένεα πνέων κατὰ τοῦ πατρὸς διὰ τὴν ἄρνησίν του νὰ παραδώση τὸν υἱὸν του δι’ ἀκολασίαν, διέταξε τὸν δήµιον , ἵνα ἀποκεφαλίση πρῶτον τούς υἱοὺς καὶ ὕστερον τὸν πατέρα. Κατὰ τὴν πορείαν πρὸς τὸν τόπον τοῦ µαρτυρίου ὁ πατὴρ ἐνεθάρρυνε τοὺς υἱοὺς του λέγων. «Ἐν ὀνόµατι τοῦ ὑπὲρ ἡµῶν Σταυρωθέντος, Θανόντος καὶ Ἀναστάντος Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἂς ἀποθάνωµεν, ἵνα καὶ ἡµεῖς σὺν Αὐτῷ τῶν ἀγαθῶν αὐτοῦ ἀπολαύσωµεν». Ὁ δήµιος ἀπεκεφάλισε πρῶτον τούς υἱοὺς ἐνώπιον τοῦ πατρός, ὁ ὁποῖος γονυπετὴς προσ ηύχετο καὶ ἔλεγε. «∆ίκαιος εἶ, Κύριε, καὶ εὐθεῖαι αἱ κρίσεις σου». Μετὰ δὲ τοὺς υἱοὺς ἀπεκεφάλισε καὶ τὸν πατέρα. (Ἴδε Κωνσταντίνου Παπαρρηγοπούλου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, Ἀθῆναι 1921, τόµος Ε΄µέρος ∆΄, σελὶς 376). Ἔτσι ἀντιµετώπισαν οἱ µακάριοι πρόγονοί µας τὸ παραλήρηµα τῆς ὁµοµανίας τοῦ ἀσιάτη κατακτητῆ τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἐνῷ ἐµεῖς σήµερα τὸ νοµιµοποιοῦµε. Ὢ καιροὶ! ὢ ἤθη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου