Αυτό που γίνεται σήμερα ανάμεσα στον Πάπα και στον
Πατριάρχη για να σμίξουνε ο Παπισμός με την Ορθοδοξία ή καλύτερα για να
υποταχθή η Ορθοδοξία στον Πάπα, γίνεται με το πνεύμα του κόσμου κι΄ όχι με το
πνεύμα του Χριστού. Και ποιος λοιπόν είναι ο κόσμος κατά το Ευαγγέλιο, και το
πνεύμα του κόσμου; Είναι ο κόσμος της
αμαρτίας που τον λέγει η Γραφή και «παρόντα αιώνα». Κόσμος είναι το σαρκικό και
υλικό φρόνημα που ό,τι κάνει το κάνει στόνομα του ανθρώπου και για τον σαρκικόν
άνθρωπο, μη λογαριάζοντας καθόλου τον πνευματικό. Ο Ευθύμιος Ζυγαβηνός, που
στάθηκε σοφός στην εξήγηση της Αγίας Γραφής, γράφει:
«Κόσμον οίδε πολλάκις η Γραφή καλείν την κακίαν και τας πονηράς πράξεις». Το πνεύμα του κόσμου είναι αντίμαχο με το πνεύμα του Θεού, γιατί είναι το πνεύμα του διαβόλου που εξουσιάζει τούτον τον κόσμο. Γι΄ αυτό κι ο Χριστός τον λέγει «άρχοντα του κόσμου» όπως όταν ακούσθηκε φωνή από τον ουρανό και είπε ο Χριστός στους Ιουδαίους: «Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου, νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιω. Ιβ, 31). Και κατά τον Μυστικό Δείπνο, είπε στους μαθητάς του: «Έρχεται γαρ ο του κόσμου τούτου άρχων» (Ιω. Ιδ, 30). Και παρακάτω πάλι είπε ότι «ο άρχων του κόσμου τούτου κέκριται» (Ιω. Ιστ, 11). Και τον καιρό που θέλησε να πειράξη ο διάβολος τον Χριστό, τον ανέβασε σ΄ ένα πολύ υψηλό βουνό, και του έδειξε όλα τα βασίλεια του κόσμου, και του είπε: «Όλα αυτά θα σου τα δώσω, αν πέσης και με προσκυνήσης». «Ταύτα πάντα σοι δώσω, εάν πεσών προσκυνήσεις μοι»(Ματθ. δ, 8). Αλλά και ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Εφεσίους να ετοιμασθούνε για να πολεμήσουνε για την πίστη τους, λέγει πως ο αγώνας του Χριστιανού δεν είναι καταπάνω σε αίμα και σε σάρκα, δηλαδή σε ανθρώπους, αλλά «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας», δηλαδή καταπάνω στον σατανά, που εξουσιάζει τούτον τον κόσμο, και… που κάνει όργανά του τους ανθρώπους, για να πολεμήση τον Θεόν και να κυριαρχήση το κακό θέλημά του απάνω στη γη. Ώστε, κατά το Ευαγγέλιο, ο διάβολος είναι ο άρχων τούτου του κόσμου, και τα βασίλεια κ΄ οι εξουσίες του κόσμου είναι δικές του. Και για να μη γίνη καμμιά σύγχυση ανάμεσα στο πνεύμα του κόσμου και στο δικό του, ο Χριστός ολοένα μιλά για τον «κόσμο», και τον ξεχωρίζει δυνατά από την δική του διδασκαλία. Το Ευαγγέλιο είναι γεμάτο από τέτοιες περικοπές και καλά θα κάνουμε να τις μελετήσουμε. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει για τον Χριστό πως ήρθε στον κόσμο, κι΄ ο κόσμος δεν τον γνώρισε. «Εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω» (Ιω. Α, 10). Γιατί η αμαρτία τον είχε τυφλώσει. Ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους: «Όπου εγώ υπάγω υμείς ου δύνασθε ελθείν. Και είπεν αυτοίς. Υμείς εκ των κάτω εστέ, εγώ εκ των άνω ειμί. Υμείς εκ του κόσμου τούτου εστέ, εγώ ουκ ειμί εκ του κόσμου τούτου» (Ιω. Η, 23). Πολλά είπε για τον «κόσμο» ο Χριστός, μιλώντας για τελευταία φορά στους μαθητάς του κατά τον Μυστικόν Δείπνο, «Θα σας στείλω, είπε, τον Παράκλητο, το Πνεύμα της αληθείας «ο ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό, ουδέ γινώσκει αυτό» (Ιω. Ιδ, 17). Και κατόπιν είπε: «Ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιω. Ιδ, 27). «Δεν σας δίνω, λέγει, την ειρήνη όπως την δίνει ο κόσμος». Ώστε η ειρήνη που δίνει ο κόσμος, είναι άλλη, και μάλιστα αντίθετη από την ειρήνη που δίνει ο Χριστός. Λοιπόν, ας προσέξουμε για να μην νομίσουμε πως η ειρήνη κ΄ η αγάπη που δίνει ο κόσμος της αμαρτίας, είναι η ειρήνη του Χριστού. Ο Κύριος τη ξεχώρισε και μας έκανε προσεκτικούς, λέγοντας και ξαναλέγοντας πως ό,τι προέρχεται από τον «κόσμον» δεν είναι δικό του, αλλά «εκ του πονηρού». Και πάλι παρακάτω λέγει: «Ει ο κόσμος υμάς μισεί, γινώσκετε ότι εμέ πρώτον υμών μεμίσηκεν. Ει εκ του κόσμου ήτε, ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει. Ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ΄ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ο κόσμος» (Ιω. Ιε, 18). «Αν σας μισή ο κόσμος, ξέρετε πως εμένα με μίσησε πριν από σας. Αν ήσαστε από τον κόσμο, ο κόσμος θα αγαπούσε το δικό του. Επειδή όμως δεν ήσαστε από τον κόσμο, αλλά εγώ σας διάλεξα από τον κόσμο για τούτο σας μισεί ο κόσμος». Λοιπόν, όταν «ο κόσμος» , μας αγαπά και εγκρίνει ό,τι κάνουμε, πρέπει να ξέρουμε πως δεν κάνουμε το θέλημα του Χριστού. Ο κόσμος τα κρίνει όλα σύμφωνα με τα πάθη του, με το συμφέρον του και με τους υλικούς σκοπούς του. Γι΄ αυτόν, το καλύτερο είναι η καλοπέραση του κορμιού του. Γι΄ αυτή την καλοπέραση θέλει την ψευτοαγάπη, την ψευτοειρήνη, τη ψευτοσυναδέλφωση. Γιατί μέσα του δεν έχει αληθινή αγάπη, αληθινή ειρήνη, αληθινή αδελφωσύνη. Κατόπι είπε ο Χριστός πως σαν φύγη από τούτον τον κόσμο, θα έλθη ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον. «Και ελθών εκείνος ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας, περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως» )Ιω. Ιστ, 8). Θα ελέγξη τον αμαρτωλό τον κόσμο γιατί οι διαλογισμοί του και τα έργα του είναι πονηρά. Για τούτο λέγει έπειτα: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι κλαύσετε και θρηνήσετε υμείς, ο δε κόσμος χαρήσεται. Υμείς δε λυπηθήσεσθε, αλλ΄ η λύπη υμών εις χαράν γενήσεται» (Ιω. Ιστ 20). Ώστε, όταν χαίρεται ο κόσμος, οι μαθητές του Χριστού έχουν λύπη. Πως λοιπόν, τώρα που χαίρεται ο κόσμος και πανηγυρίζει για όσα γίνονται ανάμεσα στον Πάπα και στον Πατριάρχη, ημείς οι Χριστιανοί δεν θα λυπόμαστε, αλλά θα χαίρουμε μαζί με τον κόσμο; Πως θα ταιριάση η χαρά του Χριστού, με τη χαρά του κόσμου, αφού ο Χριστός λέγει και ξαναλέγει πως οι αγαπημένοι του κλαίνε και θλίβουνται σε καιρό που ο κόσμος χαίρεται; Ο κόσμος χαίρεται γιατί θαρρεί πως μ΄ αυτές τις φιλίες που γίνονται ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση, θα εξασφαλισθή η υλική ζωή του, η καλοπέρασή του, η ησυχία του, ώστε να επιδίνεται στην αμαρτωλή ζωή του, στην κερδοσκοπία, στην ασωτία, στην ακολασία, στις κάθε λογής ηδονές. Γιατί, αφού δεν καθάρισε ο καθένας μας την ψυχή του, τι αγάπη και τι ειρήνη μπορεί να γίνη στον κόσμο; Κάτω από το ψεύτικο σκέπασμα της ειρήνης θα υπάρχη ο πόλεμος ανθρώπου με άνθρωπο με τι τρόπο θα κερδίση χρήματα και υπάρχοντα ο ένας σε βάρος τ΄ αλλουνού, πως θα θρέψη τη ματαιοδοξία του και θα δοξασθή περισσότερο από τον άλλον, πως θα βουτήξη στην ακολασία πιο πολύ από τον άλλον, μ΄ έναν λόγο πως θα χορτάση τα πάθη του όσο μπορεί περισσότερο. Να λοιπόν, γιατί τη χρειάζονται οι πολλοί τη ψευτοσυνεννόηση ανάμεσα στους ανθρώπους. Το μόνο που δεν θα υπάρχη σ΄ αυτή την ενωμένη ανθρωπότητα, ενωμένη σε όλα, προπάντων στη θρησκεία, το μόνο λοιπόν που δεν θα υπάρχη, θα είναι η αγάπη. Για τούτο αυτή την υποκριτική και ψεύτικη ένωση ανάμεσα στους ανθρώπους, λέγει ο Χριστός πως δεν την θέλει, γιατί είναι η επιθυμία του «κόσμου», που εξουσιαστής του είναι ο σατανάς, που ξεγελά τους ανθρώπους με ψεύτικα συνθήματα. Θέλετε κι΄ άλλες αποδείξεις πως ο «κόσμος» και το φρόνημά του, οι διαλογισμοί του και τα έργα του είναι εχθρικά κι΄ απαράδεχτα για τον χριστιανό; Ιδού τι είπε πάλι το αψευδές στόμα του Χριστού, παρακαλώντας τον Πατέρα του: «Εγώ περί αυτών ερωτώ. Ου περί του κόσμου ερωτώ, αλλά περί ων δέδωκάς μοι, ότι σοι εισιν» (Ιω. Ιζ, 9). «Εγώ λέγει, γι΄ αυτούς που μου έδωσες παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο». Τι φοβερός λόγος αυτός! «Δεν παρακαλώ, λέγει, για τον κόσμο». Ποιος; Ο Χριστός που θυσιάσθηκε για τον κόσμο, να λέγη πως δεν παρακαλεί για τον κόσμο! Μα για ποιον κόσμο δεν παρακαλεί ο Χριστός; Για τον κόσμο της αμαρτίας, τον αμετανόητον, που γίνεται όργανο του Σατανά και πολεμά το έργο του Χριστού. Τον κόσμο που λέγει πως θα γίνη Θεός με τη γνώση και με την επιστήμη, τον κόσμο που θα γεννήση στο τέλος τον Αντίχριστο. Γι΄ αυτή τη γέννα ετοιμάζεται ο κόσμος από τώρα. «Ου περί του κόσμου ερωτώ, αλλά περί ων δέδωκάς μοι, ότι σοι εισι». «Δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά για εκείνους που μου έδωσες, γιατί είναι δικοί σου». Ο Χριστός παρακαλεί τον Πατέρα του για τους δικούς του, για τους μαθητάς του, κι΄ όχι για τον κόσμο, επειδή ο κόσμος είναι στην εξουσία του διαβόλου. Για τούτο λέγει ο Κύριος παρακάτω: «Και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς» (Ιω. Ιζ, 14). Σήμερα που «ο κόσμος» θέλει να κάνη όργανο για τους σκοπούς του την Εκκλησία του Χριστού, βλέπουμε πως ο κόσμος μισεί τους Χριστιανούς που δεν παραδέχονται ένα τέτοιο πράγμα, και τους λέγει «φανατικούς τυπολάτρες, μοχθηρούς, εχθρούς της ειρήνης και της συναδέλφωσης». Και για τελευταία βεβαίωση ο Κύριος τελειώνοντας τη διαθήκη που έδωσε στους μαθητάς του πριν να παραδοθή, είπε τούτα τα λόγια: «Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος σε ουκ έγνω, εγώ δε σε έγνων και ούτοι έγνωσαν ότι συ με απέστειλας». «Ο κόσμος, λέγει ο Κύριος, δεν σε γνώρισε, Πατέρα δίκαιε, δεν σε πίστεψε, και δεν έστρεψε από τον πονηρό δρόμο του, μα οι μαθητές μου σε γνωρίσανε και σε πιστέψανε». Μέσα στον πονηρόν κόσμο λογαριάζονται κ΄ οι λεγόμενοι χριστιανοί, δίχως να είναι καθόλου, όπως είναι αυτοί που έχουνε το σαρκικό φρόνημα του κόσμου, και που κατεβάσανε τη θρησκεία του Χριστού στα μέτρα «του κόσμου», και την κάνανε ένα κοσμικό σύστημα, όπως είναι ο Παπισμός. Και τώρα, στα πονηρά χρόνια μας, κινδυνεύει κ΄ η Ορθόδοξη πίστη να μολευτή από το παπικό μίασμα, και εκείνοι, που την οδηγούνε στην καταστροφή, είναι, αλλοίμονο! Κάποιοι από τους ποιμένες της, επειδή «ηγάπησαν την δόξαν των ανθρώπων μάλλον, ήπερ την δόξαν του Θεού» (Ιω. Ιβ, 43).
«Κόσμον οίδε πολλάκις η Γραφή καλείν την κακίαν και τας πονηράς πράξεις». Το πνεύμα του κόσμου είναι αντίμαχο με το πνεύμα του Θεού, γιατί είναι το πνεύμα του διαβόλου που εξουσιάζει τούτον τον κόσμο. Γι΄ αυτό κι ο Χριστός τον λέγει «άρχοντα του κόσμου» όπως όταν ακούσθηκε φωνή από τον ουρανό και είπε ο Χριστός στους Ιουδαίους: «Νυν κρίσις εστί του κόσμου τούτου, νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιω. Ιβ, 31). Και κατά τον Μυστικό Δείπνο, είπε στους μαθητάς του: «Έρχεται γαρ ο του κόσμου τούτου άρχων» (Ιω. Ιδ, 30). Και παρακάτω πάλι είπε ότι «ο άρχων του κόσμου τούτου κέκριται» (Ιω. Ιστ, 11). Και τον καιρό που θέλησε να πειράξη ο διάβολος τον Χριστό, τον ανέβασε σ΄ ένα πολύ υψηλό βουνό, και του έδειξε όλα τα βασίλεια του κόσμου, και του είπε: «Όλα αυτά θα σου τα δώσω, αν πέσης και με προσκυνήσης». «Ταύτα πάντα σοι δώσω, εάν πεσών προσκυνήσεις μοι»(Ματθ. δ, 8). Αλλά και ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Εφεσίους να ετοιμασθούνε για να πολεμήσουνε για την πίστη τους, λέγει πως ο αγώνας του Χριστιανού δεν είναι καταπάνω σε αίμα και σε σάρκα, δηλαδή σε ανθρώπους, αλλά «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας», δηλαδή καταπάνω στον σατανά, που εξουσιάζει τούτον τον κόσμο, και… που κάνει όργανά του τους ανθρώπους, για να πολεμήση τον Θεόν και να κυριαρχήση το κακό θέλημά του απάνω στη γη. Ώστε, κατά το Ευαγγέλιο, ο διάβολος είναι ο άρχων τούτου του κόσμου, και τα βασίλεια κ΄ οι εξουσίες του κόσμου είναι δικές του. Και για να μη γίνη καμμιά σύγχυση ανάμεσα στο πνεύμα του κόσμου και στο δικό του, ο Χριστός ολοένα μιλά για τον «κόσμο», και τον ξεχωρίζει δυνατά από την δική του διδασκαλία. Το Ευαγγέλιο είναι γεμάτο από τέτοιες περικοπές και καλά θα κάνουμε να τις μελετήσουμε. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέγει για τον Χριστό πως ήρθε στον κόσμο, κι΄ ο κόσμος δεν τον γνώρισε. «Εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω» (Ιω. Α, 10). Γιατί η αμαρτία τον είχε τυφλώσει. Ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους: «Όπου εγώ υπάγω υμείς ου δύνασθε ελθείν. Και είπεν αυτοίς. Υμείς εκ των κάτω εστέ, εγώ εκ των άνω ειμί. Υμείς εκ του κόσμου τούτου εστέ, εγώ ουκ ειμί εκ του κόσμου τούτου» (Ιω. Η, 23). Πολλά είπε για τον «κόσμο» ο Χριστός, μιλώντας για τελευταία φορά στους μαθητάς του κατά τον Μυστικόν Δείπνο, «Θα σας στείλω, είπε, τον Παράκλητο, το Πνεύμα της αληθείας «ο ο κόσμος ου δύναται λαβείν, ότι ου θεωρεί αυτό, ουδέ γινώσκει αυτό» (Ιω. Ιδ, 17). Και κατόπιν είπε: «Ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιω. Ιδ, 27). «Δεν σας δίνω, λέγει, την ειρήνη όπως την δίνει ο κόσμος». Ώστε η ειρήνη που δίνει ο κόσμος, είναι άλλη, και μάλιστα αντίθετη από την ειρήνη που δίνει ο Χριστός. Λοιπόν, ας προσέξουμε για να μην νομίσουμε πως η ειρήνη κ΄ η αγάπη που δίνει ο κόσμος της αμαρτίας, είναι η ειρήνη του Χριστού. Ο Κύριος τη ξεχώρισε και μας έκανε προσεκτικούς, λέγοντας και ξαναλέγοντας πως ό,τι προέρχεται από τον «κόσμον» δεν είναι δικό του, αλλά «εκ του πονηρού». Και πάλι παρακάτω λέγει: «Ει ο κόσμος υμάς μισεί, γινώσκετε ότι εμέ πρώτον υμών μεμίσηκεν. Ει εκ του κόσμου ήτε, ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει. Ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ΄ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ο κόσμος» (Ιω. Ιε, 18). «Αν σας μισή ο κόσμος, ξέρετε πως εμένα με μίσησε πριν από σας. Αν ήσαστε από τον κόσμο, ο κόσμος θα αγαπούσε το δικό του. Επειδή όμως δεν ήσαστε από τον κόσμο, αλλά εγώ σας διάλεξα από τον κόσμο για τούτο σας μισεί ο κόσμος». Λοιπόν, όταν «ο κόσμος» , μας αγαπά και εγκρίνει ό,τι κάνουμε, πρέπει να ξέρουμε πως δεν κάνουμε το θέλημα του Χριστού. Ο κόσμος τα κρίνει όλα σύμφωνα με τα πάθη του, με το συμφέρον του και με τους υλικούς σκοπούς του. Γι΄ αυτόν, το καλύτερο είναι η καλοπέραση του κορμιού του. Γι΄ αυτή την καλοπέραση θέλει την ψευτοαγάπη, την ψευτοειρήνη, τη ψευτοσυναδέλφωση. Γιατί μέσα του δεν έχει αληθινή αγάπη, αληθινή ειρήνη, αληθινή αδελφωσύνη. Κατόπι είπε ο Χριστός πως σαν φύγη από τούτον τον κόσμο, θα έλθη ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον. «Και ελθών εκείνος ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας, περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως» )Ιω. Ιστ, 8). Θα ελέγξη τον αμαρτωλό τον κόσμο γιατί οι διαλογισμοί του και τα έργα του είναι πονηρά. Για τούτο λέγει έπειτα: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι κλαύσετε και θρηνήσετε υμείς, ο δε κόσμος χαρήσεται. Υμείς δε λυπηθήσεσθε, αλλ΄ η λύπη υμών εις χαράν γενήσεται» (Ιω. Ιστ 20). Ώστε, όταν χαίρεται ο κόσμος, οι μαθητές του Χριστού έχουν λύπη. Πως λοιπόν, τώρα που χαίρεται ο κόσμος και πανηγυρίζει για όσα γίνονται ανάμεσα στον Πάπα και στον Πατριάρχη, ημείς οι Χριστιανοί δεν θα λυπόμαστε, αλλά θα χαίρουμε μαζί με τον κόσμο; Πως θα ταιριάση η χαρά του Χριστού, με τη χαρά του κόσμου, αφού ο Χριστός λέγει και ξαναλέγει πως οι αγαπημένοι του κλαίνε και θλίβουνται σε καιρό που ο κόσμος χαίρεται; Ο κόσμος χαίρεται γιατί θαρρεί πως μ΄ αυτές τις φιλίες που γίνονται ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση, θα εξασφαλισθή η υλική ζωή του, η καλοπέρασή του, η ησυχία του, ώστε να επιδίνεται στην αμαρτωλή ζωή του, στην κερδοσκοπία, στην ασωτία, στην ακολασία, στις κάθε λογής ηδονές. Γιατί, αφού δεν καθάρισε ο καθένας μας την ψυχή του, τι αγάπη και τι ειρήνη μπορεί να γίνη στον κόσμο; Κάτω από το ψεύτικο σκέπασμα της ειρήνης θα υπάρχη ο πόλεμος ανθρώπου με άνθρωπο με τι τρόπο θα κερδίση χρήματα και υπάρχοντα ο ένας σε βάρος τ΄ αλλουνού, πως θα θρέψη τη ματαιοδοξία του και θα δοξασθή περισσότερο από τον άλλον, πως θα βουτήξη στην ακολασία πιο πολύ από τον άλλον, μ΄ έναν λόγο πως θα χορτάση τα πάθη του όσο μπορεί περισσότερο. Να λοιπόν, γιατί τη χρειάζονται οι πολλοί τη ψευτοσυνεννόηση ανάμεσα στους ανθρώπους. Το μόνο που δεν θα υπάρχη σ΄ αυτή την ενωμένη ανθρωπότητα, ενωμένη σε όλα, προπάντων στη θρησκεία, το μόνο λοιπόν που δεν θα υπάρχη, θα είναι η αγάπη. Για τούτο αυτή την υποκριτική και ψεύτικη ένωση ανάμεσα στους ανθρώπους, λέγει ο Χριστός πως δεν την θέλει, γιατί είναι η επιθυμία του «κόσμου», που εξουσιαστής του είναι ο σατανάς, που ξεγελά τους ανθρώπους με ψεύτικα συνθήματα. Θέλετε κι΄ άλλες αποδείξεις πως ο «κόσμος» και το φρόνημά του, οι διαλογισμοί του και τα έργα του είναι εχθρικά κι΄ απαράδεχτα για τον χριστιανό; Ιδού τι είπε πάλι το αψευδές στόμα του Χριστού, παρακαλώντας τον Πατέρα του: «Εγώ περί αυτών ερωτώ. Ου περί του κόσμου ερωτώ, αλλά περί ων δέδωκάς μοι, ότι σοι εισιν» (Ιω. Ιζ, 9). «Εγώ λέγει, γι΄ αυτούς που μου έδωσες παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο». Τι φοβερός λόγος αυτός! «Δεν παρακαλώ, λέγει, για τον κόσμο». Ποιος; Ο Χριστός που θυσιάσθηκε για τον κόσμο, να λέγη πως δεν παρακαλεί για τον κόσμο! Μα για ποιον κόσμο δεν παρακαλεί ο Χριστός; Για τον κόσμο της αμαρτίας, τον αμετανόητον, που γίνεται όργανο του Σατανά και πολεμά το έργο του Χριστού. Τον κόσμο που λέγει πως θα γίνη Θεός με τη γνώση και με την επιστήμη, τον κόσμο που θα γεννήση στο τέλος τον Αντίχριστο. Γι΄ αυτή τη γέννα ετοιμάζεται ο κόσμος από τώρα. «Ου περί του κόσμου ερωτώ, αλλά περί ων δέδωκάς μοι, ότι σοι εισι». «Δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά για εκείνους που μου έδωσες, γιατί είναι δικοί σου». Ο Χριστός παρακαλεί τον Πατέρα του για τους δικούς του, για τους μαθητάς του, κι΄ όχι για τον κόσμο, επειδή ο κόσμος είναι στην εξουσία του διαβόλου. Για τούτο λέγει ο Κύριος παρακάτω: «Και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς» (Ιω. Ιζ, 14). Σήμερα που «ο κόσμος» θέλει να κάνη όργανο για τους σκοπούς του την Εκκλησία του Χριστού, βλέπουμε πως ο κόσμος μισεί τους Χριστιανούς που δεν παραδέχονται ένα τέτοιο πράγμα, και τους λέγει «φανατικούς τυπολάτρες, μοχθηρούς, εχθρούς της ειρήνης και της συναδέλφωσης». Και για τελευταία βεβαίωση ο Κύριος τελειώνοντας τη διαθήκη που έδωσε στους μαθητάς του πριν να παραδοθή, είπε τούτα τα λόγια: «Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος σε ουκ έγνω, εγώ δε σε έγνων και ούτοι έγνωσαν ότι συ με απέστειλας». «Ο κόσμος, λέγει ο Κύριος, δεν σε γνώρισε, Πατέρα δίκαιε, δεν σε πίστεψε, και δεν έστρεψε από τον πονηρό δρόμο του, μα οι μαθητές μου σε γνωρίσανε και σε πιστέψανε». Μέσα στον πονηρόν κόσμο λογαριάζονται κ΄ οι λεγόμενοι χριστιανοί, δίχως να είναι καθόλου, όπως είναι αυτοί που έχουνε το σαρκικό φρόνημα του κόσμου, και που κατεβάσανε τη θρησκεία του Χριστού στα μέτρα «του κόσμου», και την κάνανε ένα κοσμικό σύστημα, όπως είναι ο Παπισμός. Και τώρα, στα πονηρά χρόνια μας, κινδυνεύει κ΄ η Ορθόδοξη πίστη να μολευτή από το παπικό μίασμα, και εκείνοι, που την οδηγούνε στην καταστροφή, είναι, αλλοίμονο! Κάποιοι από τους ποιμένες της, επειδή «ηγάπησαν την δόξαν των ανθρώπων μάλλον, ήπερ την δόξαν του Θεού» (Ιω. Ιβ, 43).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου