ΟΡΙΣΜΟΣ: Υποκρισία είναι η απόκρυψη των
αληθινών αισθημάτων και σκέψεων, δηλαδή η προσποίηση. Υποκρισία είναι όταν λέω
ένα πράγμα αλλά κατά βάθος πιστεύω κάτι άλλο, όταν φανερώνω ένα πρόσωπο αλλά κατά βάθος
είμαι κάποιος άλλος. Οι τόσο κοινοί στο νεοελληνικό μας λεξιλόγιο
όροι υποκριτής και υπόκριση προέρχονται από το αρχαίο ελληνικό θέατρο, όπου
δηλώνουν τον ηθοποιό και την επί σκηνής τέχνη του, αντίστοιχα. Όταν
χρησιμοποιώ την ηθοποιϊα στην καθημερινότητα και στις σχέσεις μου με τους
συνανθρώπους, είμαι υποκριτής.
Η υποκρισία, με άλλα λόγια, είναι το αντίθετο
της γνησιότητας και της ειλικρίνειας. Ένας άνθρωπος πέφτει στην κατάσταση της
υποκρισίας όταν προσπαθεί να διατηρήσει μια εξωτερικά καλή εικόνα του εαυτού
του προς τους άλλους, χωρίς ταυτόχρονα να φροντίζει ώστε και εσωτερικά να είναι
αυτός ο καλός άνθρωπος που θέλει να φαίνεται ότι είναι.
Οι αρχαίοι Έλληνες ουδέποτε εκτιμούσαν την
υποκρισία. Έτσι ο σοφιστής Γοργίας έλεγε:
“Ο άνθρωπος οφείλει να φροντίζει όχι
απλώς να φαίνεται καλός, αλλά να είναι πράγματι.”, ενώ ο Δημόκριτος τόνιζε:
“Πολλοί δρώντες τά αίσχιστα λόγους αρίστους ασκέουσιν (λένε)”.
Ο Πλάτων έγραψε: “Ο λύκος, που είναι το πιο
άγριο ζώο, μοιάζει με το σκύλο, που είναι το πιο ήρεμο. Εκείνος που θέλει να
είναι ασφαλής, πρέπει να φυλάγεται από αυτές τις ομοιότητες.”, θέλοντας
να αναδείξει με την αντιπαραβολή αυτή τον υποκριτή άνθρωπο. Ο Πολύβιος έγραψε
πολύ σκωπτικά για μια μορφή υποκρισίας: “Τα δάκρυα των κληρονόμων δεν είναι
παρά γέλια κάτω από μάσκα”. Ο νεότερος φιλόσοφος Λα Μπριγιέρ έλεγε πως δεν
μπορούμε να καταλάβουμε τους ανθρώπους από την πρώτη ματιά. Κι αυτό γιατί: “Τις
αρετές συνήθως σκεπάζει το πέπλο της σεμνότητας, ενώ τα ελαττώματα φοράνε τη
μάσκα της υποκρισίας”.
“Αποκτήσαμε τη συνήθεια να υποκρινόμαστε
μπροστά στους άλλους σε τέτοιο βαθμό ώστε στο τέλος ν’ αρχίζουμε να
υποκρινόμαστε μπροστά στον εαυτό μας”, συνήθιζε να λέει ο Λα Ροσκουφώ. Ένα
χαρακτηριστικό γνώρισμα των υποκριτών είναι η επίδειξη. Ό,τι κι αν κάνουν
πρέπει να γίνεται προς το “θεαθήναι”, γι’ αυτό και κάθε επίδειξη στον κοινωνικό
βίο πηγάζει από την υποκρισία. Είδος υποκρισίας είναι και η ψευτοειλικρίνια που
περιγράφει ο Βίκτωρ Ουγκώ: “Ομολογούμε τα μικρά μας ελαττώματα, μόνο για να
πείσουμε ότι δεν … έχουμε μεγάλα !”.
Για πολλούς η υποκρισία κρύβει ανανδρία και
πονηριά διότι ο υποκριτής περιφρονεί αυτούς που εξαπατά.Για τη λαϊκή σοφία στις
σκανδιναυικές χώρες ισχύει το:
“Καλύτερα ο κόσμος να σε ξέρει ως αμαρτωλό,
παρά ο Θεός να σε ξέρει ως υποκριτή.”
Ο Όργουελ στηλιτεύοντας τον “ανθρωπισμό”
έλεγε: “Ένας ανθρωπιστής είναι πάντα ένας υποκριτής.”Πάντως,
συχνά παρατηρούμε πως ο ανθρώπινος χαρακτήρα, τον οποίον η κοινωνία ονομάζει
ευχάριστο, συνίσταται από την ευγένεια και την υποκρισία. Ο λαός συνηθίζει να
λέει: “Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.” και το: “Στη γειτονιά
τριαντάφυλλο και μες στο σπίτι αγκάθι.”, υπονοώντας τον υποκριτή της
“διπλανής”, αν όχι της δικής μας, πόρτας. Η φύση μας παραδειγματίζει με την παντελή
απουσία της υποκρισίας. Έτσι, ενώ τα ζώα αγνοώντας την υποκρισία, έχουν ένα
ακίνδυνο, αναγκαίο, εξωτερικό καμουφλάζ, οι άνθρωποι έχουν ένα επικίνδυνο
εσωτερικό καμουφλάζ που λέγεται υποκρισία.
1 σχόλιο:
Ὡραιότατον! Ὥρα γιά αὐτοκριτική ἄν εἴμεθα ὑποκριταί!
Δημοσίευση σχολίου