Σπυρίδων
ο εν Αγίοις πατήρ ημών αείποτε πλείστα θαύματα επιτελεί, μεταξύ δε των υπερφυών
θαυμάτων αυτού μέγα τω όντι και εξαίρετον είναι το κατά Αγαρηνών τερατούργημα,
δια το οποίον άπασα η Κέρκυρα θαυμάζει και λαμπρά τη φωνή ανακηρύττει το
παράδοξον· έχει δε η υπόθεσις ούτω. Πολέμου ποτέ γενομένου μεταξύ Ενετών και
Ισμαηλιτών, μετά την άλωσιν της Πελοποννήσου, οι Αγαρηνοί εθεώρησαν καλόν να
καταλάβουν και την Κέρκυραν. Ιδού λοιπόν κατά το χιλιοστόν επτακοσιοστόν
δέκατον έκτον (1716) έτος από Χριστού, τη 24 του μηνός Ιουνίου, ενεφανίσθη εις τον
λιμένα της πόλεως ισχυρός στόλος Ισμαηλιτών.
Εκ του απροσδοκήτου τούτου κακού οι κάτοικοι της πόλεως της Κερκύρας κατελήφθησαν υπό θάμβους· πολυάριθμος δε στρατιά των επιδρομέων εξήλθεν εις την νήσον. Εσχεδίαζον δε να λεηλατήσουν αυτήν και να πολιορκήσουν την πόλιν δια ξηράς και θαλάσσης. Ήρχισε τότε άγριος πόλεμος, οι δε βάρβαροι κατέθλιβον τους Χριστιανούς δια πυρός και σιδήρου. Μετά δε σφοδράν μάχην, ήτις εκράτησεν επί πεντήκοντα ημέρας, η κυρία δύναμις των βαρβάρων εστράφη εναντίον της πόλεως της Κερκύρας. Τότε τα πλήθη των Ορθοδόξων, μη έχοντες άλλην ελπίδα, κατέφυγον εις τον προστάτην των Άγιον Ιεράρχην Σπυρίδωνα τον θαυματουργόν και δια στεναγμών και δακρύων, ημέραν τε και νύκτα παρεκάλουν αυτόν να τους προστατεύση και να τους απαλλάξη από τον προκείμενον κίνδυνον. Και πράγματι, ημέραν τινά, επανελθόντα τα στρατεύματα των Αγαρηνών εις τα ακραία τείχη της πόλεως, μετ’ ολίγον ουχί ολίγοι εξ αυτών ως κακοί κακώς απωλέσθησαν, κατασυντριβέντες οι άθλιοι δια πρεσβειών του θαυματουργού Ιεράρχου Σπυρίδωνος. Συνεπεία τούτου, εξαγριωθέντες έτι περισσότερον οι βάρβαροι, επήρχοντο κατά της Κερκύρας μετά μεγαλυτέρας σκληρότητος και εφόνευον απανθρώπως πάντας όσους ηδύναντο. Εις την κακίαν των δε ταύτην προσέθετον και απειλάς, ότι θα ενεργήσουν νέαν φοβεράν επιδρομήν κατά την οποίαν θα εξολοθρεύσουν πάντας, άλλους δι’ επωδύνου θανάτου και άλλους δια πικράς αιχμαλωσίας. Τότε οι δυστυχείς πολιορκημένοι επολλαπλασίασαν τας προσευχάς και τας δεήσεις αυτών, και ουδόλως έπαυον παρακαλούντες τον Άγιον δι’ ολονυκτίων δεήσεων να τους λυτρώση από τον κίνδυνον. Τότε εκεί όπου οι απηλπισμένοι Κερκυραίοι ανέμενον την παντελή καταστροφήν αυτών υπό των βαρβάρων, αίφνης, όρθρου έτι βαθέος, εμφανίζεται εις τους υπεναντίους ο μέγας πατήρ ημών Σπυρίδων, μετά πλήθους στρατιάς ουρανίου, κρατών εις τας χείρας αστραπόμορφον ξίφος και αποδιώκων αυτούς μετά θυμού. Το παράδοξον τούτο ιδόντες οι στρατιώται της δυνάμεως των Αγαρηνών και πανικοβληθέντες ετράπησαν εις φυγήν, σκοτισθέντες δε τους οφθαλμούς αλληλοεξωντώνοντο και αλληλοετραυματίζοντο. Έφυγον λοιπόν και συνετρίβησαν αποδιωχθέντες υπό του φόβου άνευ πολέμου ή πυρός ή μαχαίρας ή τινός διώκοντος, του θαυματουργού δε μόνον Σπυρίδωνος δι’ αοράτου δυνάμεως ανατρέψαντος τούτους και εκδιώξαντος εκ της νήσου. Ενώ δε τα στρατεύματα των πεζών και των ιππέων εδραπέτευον, απήρε και ο στόλος αυτών δια της κραταιάς δυνάμεως του Ιεράρχου και έμεινεν η πόλις της Κερκύρας ελευθέρα. Όταν λοιπόν ήρχισε να εξημερώνη και οι πολιορκημένοι ανέμενον την συνήθη μάχην, ουδένα εχθρόν έβλεπον, ούτε θόρυβόν τινα ήκουον, αλλά απόλυτον σιωπήν και ησυχίαν. Καταληφθέντες όθεν υπό περιεργείας εξήλθον των τειχών της πόλεως και ήλθον προς τας σκηνάς των αντιπάλων. Τότε μετά μεγάλης χαράς εγνώρισαν το εξαίσιον θαύμα και μετά πάσης ευφροσύνης σκιρτώντες ηγάλλοντο δια το καινόν και παράδοξον, διότι έβλεπον ότι οι Αγαρηνοί όχι μόνον έφυγον αλλά και πάντα τα πράγματά των εγκατέλειψαν. Φεύγοντες δε οι Αγαρηνοί ωμολόγουν ενώπιον πάντων ότι εδιώκοντο υπό σεβασμίου τινός Μοναχού, δηλαδή του Αγίου Σπυρίδωνος, και ενδόξου στρατιάς ουρανίου, οίτινες εφάνησαν εις τον αέρα και τους ηνάγκαζον να φεύγουν με μεγάλην ταχύτητα. Τότε μετά μεγάλης ευλαβείας έδραμον πάντες να αποδώσουν δόξαν και ευχαριστηρίους ωδάς εις τον θαυματουργήσαντα Ιεράρχην. Και αυτή δε η διοίκησις των Ενετών, η οποία εκυριάρχει τότε της νήσου, ανεγνώρισε και ανεκήρυξε τον Άγιον ρύστην και σωτήρα της νήσου και υπερασπιστήν των φιλοχρίστων δυνάμεων, και δια λιτών και υμνωδιών ευχαρίστως εδοξολόγησεν. Ω αψευδές δε τεκμήριον ευγνωμοσύνης και ευλαβείας κατασκευάσασα αργυράν πολυτελή κανδήλαν εξαιρέτου τέχνης, προσέφερεν αυτήν εις τον ιερόν αυτού Ναόν. Ταις του ημετέρου ποιμένος και προστάτου πρεσβείαις ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.
Εκ του απροσδοκήτου τούτου κακού οι κάτοικοι της πόλεως της Κερκύρας κατελήφθησαν υπό θάμβους· πολυάριθμος δε στρατιά των επιδρομέων εξήλθεν εις την νήσον. Εσχεδίαζον δε να λεηλατήσουν αυτήν και να πολιορκήσουν την πόλιν δια ξηράς και θαλάσσης. Ήρχισε τότε άγριος πόλεμος, οι δε βάρβαροι κατέθλιβον τους Χριστιανούς δια πυρός και σιδήρου. Μετά δε σφοδράν μάχην, ήτις εκράτησεν επί πεντήκοντα ημέρας, η κυρία δύναμις των βαρβάρων εστράφη εναντίον της πόλεως της Κερκύρας. Τότε τα πλήθη των Ορθοδόξων, μη έχοντες άλλην ελπίδα, κατέφυγον εις τον προστάτην των Άγιον Ιεράρχην Σπυρίδωνα τον θαυματουργόν και δια στεναγμών και δακρύων, ημέραν τε και νύκτα παρεκάλουν αυτόν να τους προστατεύση και να τους απαλλάξη από τον προκείμενον κίνδυνον. Και πράγματι, ημέραν τινά, επανελθόντα τα στρατεύματα των Αγαρηνών εις τα ακραία τείχη της πόλεως, μετ’ ολίγον ουχί ολίγοι εξ αυτών ως κακοί κακώς απωλέσθησαν, κατασυντριβέντες οι άθλιοι δια πρεσβειών του θαυματουργού Ιεράρχου Σπυρίδωνος. Συνεπεία τούτου, εξαγριωθέντες έτι περισσότερον οι βάρβαροι, επήρχοντο κατά της Κερκύρας μετά μεγαλυτέρας σκληρότητος και εφόνευον απανθρώπως πάντας όσους ηδύναντο. Εις την κακίαν των δε ταύτην προσέθετον και απειλάς, ότι θα ενεργήσουν νέαν φοβεράν επιδρομήν κατά την οποίαν θα εξολοθρεύσουν πάντας, άλλους δι’ επωδύνου θανάτου και άλλους δια πικράς αιχμαλωσίας. Τότε οι δυστυχείς πολιορκημένοι επολλαπλασίασαν τας προσευχάς και τας δεήσεις αυτών, και ουδόλως έπαυον παρακαλούντες τον Άγιον δι’ ολονυκτίων δεήσεων να τους λυτρώση από τον κίνδυνον. Τότε εκεί όπου οι απηλπισμένοι Κερκυραίοι ανέμενον την παντελή καταστροφήν αυτών υπό των βαρβάρων, αίφνης, όρθρου έτι βαθέος, εμφανίζεται εις τους υπεναντίους ο μέγας πατήρ ημών Σπυρίδων, μετά πλήθους στρατιάς ουρανίου, κρατών εις τας χείρας αστραπόμορφον ξίφος και αποδιώκων αυτούς μετά θυμού. Το παράδοξον τούτο ιδόντες οι στρατιώται της δυνάμεως των Αγαρηνών και πανικοβληθέντες ετράπησαν εις φυγήν, σκοτισθέντες δε τους οφθαλμούς αλληλοεξωντώνοντο και αλληλοετραυματίζοντο. Έφυγον λοιπόν και συνετρίβησαν αποδιωχθέντες υπό του φόβου άνευ πολέμου ή πυρός ή μαχαίρας ή τινός διώκοντος, του θαυματουργού δε μόνον Σπυρίδωνος δι’ αοράτου δυνάμεως ανατρέψαντος τούτους και εκδιώξαντος εκ της νήσου. Ενώ δε τα στρατεύματα των πεζών και των ιππέων εδραπέτευον, απήρε και ο στόλος αυτών δια της κραταιάς δυνάμεως του Ιεράρχου και έμεινεν η πόλις της Κερκύρας ελευθέρα. Όταν λοιπόν ήρχισε να εξημερώνη και οι πολιορκημένοι ανέμενον την συνήθη μάχην, ουδένα εχθρόν έβλεπον, ούτε θόρυβόν τινα ήκουον, αλλά απόλυτον σιωπήν και ησυχίαν. Καταληφθέντες όθεν υπό περιεργείας εξήλθον των τειχών της πόλεως και ήλθον προς τας σκηνάς των αντιπάλων. Τότε μετά μεγάλης χαράς εγνώρισαν το εξαίσιον θαύμα και μετά πάσης ευφροσύνης σκιρτώντες ηγάλλοντο δια το καινόν και παράδοξον, διότι έβλεπον ότι οι Αγαρηνοί όχι μόνον έφυγον αλλά και πάντα τα πράγματά των εγκατέλειψαν. Φεύγοντες δε οι Αγαρηνοί ωμολόγουν ενώπιον πάντων ότι εδιώκοντο υπό σεβασμίου τινός Μοναχού, δηλαδή του Αγίου Σπυρίδωνος, και ενδόξου στρατιάς ουρανίου, οίτινες εφάνησαν εις τον αέρα και τους ηνάγκαζον να φεύγουν με μεγάλην ταχύτητα. Τότε μετά μεγάλης ευλαβείας έδραμον πάντες να αποδώσουν δόξαν και ευχαριστηρίους ωδάς εις τον θαυματουργήσαντα Ιεράρχην. Και αυτή δε η διοίκησις των Ενετών, η οποία εκυριάρχει τότε της νήσου, ανεγνώρισε και ανεκήρυξε τον Άγιον ρύστην και σωτήρα της νήσου και υπερασπιστήν των φιλοχρίστων δυνάμεων, και δια λιτών και υμνωδιών ευχαρίστως εδοξολόγησεν. Ω αψευδές δε τεκμήριον ευγνωμοσύνης και ευλαβείας κατασκευάσασα αργυράν πολυτελή κανδήλαν εξαιρέτου τέχνης, προσέφερεν αυτήν εις τον ιερόν αυτού Ναόν. Ταις του ημετέρου ποιμένος και προστάτου πρεσβείαις ο Θεός ελέησον ημάς. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου