Η ΧΑΡΑ
καί ὁ πόνος, τό γέλιο καί τό δάκρυ, ἡ εὐφροσύνη καί ἡ ὀδύνη χαρακτηρίζουν δύο
καταστάσεις ἐντελῶς ἀντίθετες, ἀλλά καί ἀδιάρρηκτα συνδεδεμένες μέσα στήν καθημερινή
μας ζωή. ᾿Αποτελοῦν τίς δύο ὄψεις τοῦ αὐτοῦ νομίσματος. Καί θά ἦταν ἄκριτο ἀλλά
καί ἀδύνατο νά ἐξαλείψουμε ἤ ἔστω νά παραβλέψουμε τήν μία ἀπό αὐτές τίς δύο ὄψεις,
διότι θά καπηλεύαμε ἔτσι τό νόμισμα, θά ἀχρηστεύαμε τήν ζωή. ᾿Επιφανεῖς καί ἄσημοι,
σοφοί καί ἁπλοϊκοί, ἅγιοι καί ἄγριοι γεύονται ἀναπόφευκτα καί τόν πόνο καί τήν
χαρά. ᾿Ακόμη καί ὁ θεάνθρωπος Κύριός μας ὑποτάχθηκε σ᾿ αὐτή τήν πραγματικότητα.
῾Η ζωή του, πού φανερώνεται στόν κόσμο μέ τήν ταπείνωση τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ
Θεοῦ καί καταλήγει στήν δόξα τῆς ἀφθαρτοποιήσεως τοῦ φθαρτοῦ σώματος καί τῆς ἀθανατοποιήσεως
τοῦ θνητοῦ ἀνθρώπου, σηματοδοτεῖται ἀπό τόν σταυρό καί τήν δόξα καί περνᾶ ἀπό τό
Πάθος στήν ᾿Ανάστασι. ᾿Αλλά ὁ πόνος καί ἡ χαρά τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἔχουν κάτι τό
μοναδικό.
Προσφέρονται
στόν κάθε ἄνθρωπο, πού θά ἤθελε νά τά οἰκειοποιηθεῖ καί νά τά ἀξιοποιήσει, ὡς ἀντίδοτο
τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου. Κάτι περισσότερο· γίνονται ὁ μετασχηματιστής, πού καί τήν
χαρά τελειοποιεῖ καί μονιμοποιεῖ, ἀλλά καί τήν λύπη μεταλλάσσει καί μεταστοιχειώνει
σέ χαρά. Κοινή καί τραγική ἡ μοῖρα τῆς ἀνθρωπότητος μετά τήν πτώση τοῦ πρώτου ἀνθρώπου.
῾Ο καθένας γεννιέται μέ τό κλάμα, συναντιέται μέ τό κακό, πληγώνεται ἀπό τήν ἀδικία,
χτυπιέται ἀπό τόν πόνο. ῎Αν στήν πορεία του ἐγκολπωθεῖ τήν πίστη στόν ἀναστημένο
Χριστό, βαδίζει μέ τό φῶς τῆς ἐλπίδος. ῎Αν ὄχι, παραπαίει στό σκοτάδι τῆς ἀπογνώσεως.
Σῆμα τῆς ἐλπίδος καί τρόπαιο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς ὁ ζωηφόρος σταυρός τοῦ ᾿Ιησοῦ
Χριστοῦ. Ποτισμένος ἀπό τό αἷμα τοῦ Θεανθρώπου καί φωτισμένος ἀπό τήν δόξα τῆς ᾿Αναστάσεώς
του λαμπρύνει μέ τίς ἀνταύγειές του ὅλη τήν γῆ καί δείχνει στήν πονεμένη ἀνθρωπότητα
ὅτι «ἰδού ἦλθε διά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Εἴκοσι αἰῶνες τώρα ἀκατάπαυστα
προσφέρει ἡ ἁγία μας ᾿Εκκλησία αὐτήν τήν σωστική ἀλήθεια. Τήν χαίρονται καί τήν
καρπώνονται ὅσοι συνειδητά ὑπακούουν στήν φωνή της, μέ ἐπιμέλεια παρακολουθοῦν
τό πρόγραμμά της καί φιλότιμα ἐγκολπώνονται τόν ἀγῶνα της. Στόν ἑβδομαδιαῖο κύκλο
κοινωνοῦμε στήν προδοσία καί στό Πάθος τοῦ Κυρίου μέ τή νηστεία καί τό πένθος τῆς
Τετάρτης καί τῆς Παρασκευῆς καί μετέχουμε στήν δόξα τῆς ᾿Αναστάσεως μέ τήν εὐωχία
τῆς Κυριακῆς, τῆς
ἑβδομαδιαίας
Πασχαλιᾶς. Στόν ἐτήσιο κύκλο πάλι, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ κατάνυξη τῆς Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς, πού ἀποκορυφώνονται τήν τελευταία ἑβδομάδα, τή Μεγάλη, εἶναι μία
συμπόρευση μέ τόν πάσχοντα ᾿Ιησοῦ. Παράλληλα παραπέμπουν ἄμεσα στήν ἔνδεια, στόν
μόχθο, στήν δυστυχία, στά βάσανα, στήν ὀδύνη, στόν καημό πού συντροφεύουν τήν
ζωή μας. Κι ἀκόμη ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τά σεπτά πάθη του, στά ὁποῖα μετέχουμε
μέ τίς ἱερές ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος, ὑπενθυμίζουν ὅτι κανένας πόνος
δέν εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν πόνο πού αὐτός βάσταξε. Τέλος ὁ ἄδειος τάφος τοῦ ἀναστημένου
Κυρίου βεβαιώνει ὅτι μετά τόν τάφο ὑπάρχει ἀληθινή ζωή. ῾Η
Διακαινήσιμη
ἑβδομάδα καί ὅλη ἡ περίοδος τοῦ χαρμοσύνου Πεντηκοσταρίου προσφέρουν συμπυκνωμένη
τήν χαρά τῆς καινούργιας ἀναστημένης ζωῆς. ῎Ετσι ἡ ᾿Εκκλησία μέ σοφή παιδαγωγία
μορφώνει τήν ζωή μας καί συμμορφώνεται ἡ ἴδια μ᾿ αὐτήν, γιά νά μᾶς κάνει κατά τό
δυνατόν δεκτικούς στή θεία χάρη. Δέν θά ἦταν ἄστοχο, ἄν λέγαμε ὅτι ἡ Μεγάλη
Τεσσαρακοστή καί στήν συνέχεια τό Πεντηκοστάριο παρουσιάζονται σάν ἕνας
συμπιεστής τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου στήν σχέση του μέ τόν Θεό. Μέσα σ᾿ ἕνα διάστημα
ἑκατόν εἴκοσι ἡμερῶν ἡ ᾿Εκκλησία συμπίεσε καί συμπύκνωσε τά χαρακτηριστικά τῆς
ζωῆς μας μαζί μέ τίς σφραγῖδες τοῦ Θεοῦ. ῾Ετοίμασε ἕνα πρόγραμμα, ὅπου ἐκτυλίσσονται
ἀντιπροσωπευτικά τά παθήματά μας, διαπλεγμένα ὅμως καί συνυφασμένα μέ τά πάθη
τοῦ Χριστοῦ, ποτισμένα ἀπό τήν ἐγκαρτέρηση τῶν ἁγίων, μυρωμένα μέ τήν χάρη τοῦ Πνεύματος.
Παροῦσα ἡ πεῖνα κι ἡ δίψα μέ τήν νηστεία, παρόν τό πένθος μέ τήν μετάνοια, παρόντα
τά δεινά μας ὅλα μέ τήν προδοσία καί τόν σταυρό. ᾿Αλλά στρωμένο καί τό τραπέζι
τῆς ἀφθονίας μέ τά ἐλέη τοῦ Θεοῦ, ἀνοιχτή ἡ ἀγκαλιά τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης
μέ τήν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν, βέβαιη ἡ νίκη κι ἀληθινή ἡ ζωή τῆς ἀναστάσεως μέσα
στήν φωτεινή καί χαρούμενη ἀτμόσφαιρα τοῦ ἁγίου Πεντηκοσταρίου.
῞Οσο
πιό σωστά πορευόμαστε στήν πνευματική μας ζωή, μέ ὅσο μεγαλύτερη συνέπεια σ᾿ αὐτό
τό ἅγιο πρόγραμμα τῆς ᾿Εκκλησίας, τόσο πιό πολύ κοινωνοῦμε στόν τρόπο πού μᾶς
χαρίζει ὁ Θεός —τόν μοναδικό πού ὑπάρχει— νά ὑπερβοῦμε τά ἀδιέξοδά μας καί νά
βροῦμε τήν λύτρωση. ῎Αν κάποιος κερδίζει, ὅταν συμμετέχει στίς λατρευτικές συνάξεις
αὐτῶν
τῶν ἡμερῶν, εἴμαστε μόνο ἐμεῖς. Γι᾿ αὐτό, ἀποχή ἀπό τήν ᾿Εκκλησία αὐτόν τόν
καιρό δέν σημαίνει μόνο μία ἁπλῆ παράλειψη· σημαίνει μία ἀπώλεια σωτηριώδους
σημασίας γιά τήν ὕπαρξί μας, ἡ ὁποία ἐναγώνια ζητᾶ κατά τά ἄλλα νά μάθει τόν τρόπο
τῆς αἰωνίου ἐπιβιώσεως. ῾Η περίοδος τοῦ Πάσχα μπορεῖ νά μᾶς τόν διδάξει ἁπλᾶ καί
σίγουρα, φθάνει νά πορευθοῦμε μέ ὑπακοή καί ταπείνωση, χέρι – χέρι μέ τήν ᾿Εκκλησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου