Η διαιώνιση στην εξουσία μιας ελίτ, που εξυπηρετεί αλλότρια συμφέροντα και γδέρνει τον λαό με κοινωνική αναλγησία
Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφαλά
Προσφάτως, για ακόμη μία φορά, γίναμε οι απαθείς μάρτυρες πρωτοφανούς πολιτικής ασέβειας και κοινωνικής παρακμής με πρωταγωνιστές και πάλι πολιτικούς, καθώς και υποψήφιους ευρωβουλευτές, οι οποίοι δήλωσαν με στόμφο στον λαό ότι «κανένας δεν σκοτώθηκε από τις εμπρηστικές βόμβες μολότοφ», καθώς και ότι «οι δολοφονηθέντες της πολιτικής τρομοκρατίας θα πρέπει να σηκωθούν από τους τάφους τους για να ζητήσουν συγγνώμη από τα θύματά τους».
Αν παραβλέψουμε το γεγονός της πολιτικής ψυχιατρικής συνιστώσας των δηλώσεων, το μοναδικό φαινόμενο της καθολικής απάθειας των Ελλήνων στη χυδαιότητα και στον βιολογικό εξανδραποδισμό τους μπορεί να κατανοηθεί από την κοινωνική παρακμή και τη σήψη, όπως αναδεικνύονται μέσα από τα υψηλά δημοσκοπικά εκλογικά ποσοστά των κομμάτων εξουσίας. Επειδή ένας αξιοπρεπής άνθρωπος δεν θα έπρεπε να τους διαιωνίζει στην εξουσία, αλλά να τους αντιμετωπίζει ως κοινωνικούς παρίες και εχθρούς του λαού. Το φαινόμενο της καθολικής απάθειας σε κάθε είδους πολιτική και κοινωνική ασέλγεια έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και ανάγονται στην επί δύο χιλιετίες μακροχρόνια δουλεία του ελληνικού έθνους, όπου ο ραγιαδισμός και η απουσία κοινωνικής αντίδρασης στον βούρδουλα, με εξαίρεση την Κλεφτουριά και την Εθνική Αντίσταση, έχουν μάλλον καταγραφεί στο κοινωνικό DNA.
Πράγματι, είναι εκπληκτικό πώς οι ιστορικές εποχές και οι κοινωνικές εθνοτικές συμπεριφορές, αν και απέχουν μεταξύ τους εκατοντάδες χρόνια, παραμένουν ταυτόσημες.
Την εποχή της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης, γράφει ο ιστορικός Στίβεν Ράνσιμαν, ο ομιλών την ελληνική γλώσσα ορθόδοξος πληθυσμός της Πόλης, αυτοί που υπηρετούσαν στην κρατική γραφειοκρατία, οι λόγιοι, οι τεχνίτες, οι «σοφοί» και οι άρχοντες, καθώς επίσης και οι νέοι που ήταν σε ηλικία στράτευσης διέφευγαν στη Δύση, ενώ 300.000 από αυτούς είχαν αποσυρθεί στα γειτονικά μοναστήρια της Βασιλεύουσας, αρνούμενοι να πάρουν τα όπλα εναντίον των 150.000 στρατιωτών του Μωάμεθ για να υπερασπισθούν τη ζωή και την περιουσία τους, αναθέτοντας την προστασία τους σε περίπου 7.000 Ιταλούς μισθοφόρους.
Αμέσως μετά την Αλωση, μέρος της «ελίτ» της εποχής με άδεια του Πορθητή αναχώρησε με πλοίο για τη Δύση, ενώ οι εναπομείναντες αποτέλεσαν τη μισητή, σατανική και δόλια τάξη των ορθόδοξων το θρήσκευμα Οθωμανών, γνωστών ως «Φαναριώτες», οι οποίοι επί 500 χρόνια υπήρξαν ικανότεροι από τους Οθωμανούς στο να γδέρνουν οικονομικά και να ληστεύουν τους ραγιάδες, υπηρετώντας Τούρκους, τσάρους και ξένους ηγεμόνες. Στην επαναστατημένη Ελλάδα οι Φαναριώτες μαζί με τους κοτζαμπάσηδες και τον ανώτερο κλήρο, τους οποίους ο λαός συλλήβδην ονόμαζε «Τουρκοέλληνες», ήταν αυτοί που με χιλιάδες μηχανορραφίες επιχείρησαν να σβήσουν την Επανάσταση του 1821.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας στο μνημειώδες έργο του «Το 1821 και η Αλήθεια» γράφει ότι ήταν η μετριοπάθεια (ή το λάθος) του Κολοκοτρώνη που εμπόδιζε τους Κλέφτες να τους φέρουν σε επαφή με τα γιαταγάνια τους, υποσχόμενος διαρκώς ότι «θα λογαριαστούμε με αυτούς μετά την Επανάσταση». Το αποτέλεσμα του λάθους του Κολοκοτρώνη το βιώνουμε έως σήμερα. Ενώ η Επανάσταση του 1821 ολοκληρώθηκε εθνικά, απέτυχε κοινωνικά, διαιωνίζοντας στην εξουσία της χώρας μας στη σύγχρονη, αλλά πιο επικίνδυνη μορφή τους πολιτικούς Φαναριώτες και Τουρκοέλληνες, που, όπως οι πολιτικοί πρόγονοί τους, έχουν αναγάγει σε επιστήμη την εξυπηρέτηση των ξένων συμφερόντων, το οικονομικό γδάρσιμο του λαού, την οσφυοκαμψία προς τους ισχυρούς, την κοινωνική αναλγησία προς τους αδυνάτους, τη δολιότητα, την πολιτική εξαπάτηση, την αισχρότητα και την ασέβεια.
Τα αποτελέσματα της αποτυχούσης Επανάστασης του 1821 τα βιώνουμε σήμερα. Οι πολιτικοί κλώνοι των Φαναριωτών σήμερα έχουν οργανωθεί σε πολιτικά κόμματα εξουσίας. Από την Πόλη μετακόμισαν στις Βρυξέλλες, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των Γερμανών με τον ίδιο τρόπο και φανατισμό που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των Οθωμανών. Η διαχρονική συμμαχία των Φαναριωτών με τους κοτζαμπάσηδες σήμερα αναδεικνύεται μέσα από τον πίνακα των υποψηφίων της νεο-φαναριώτικης Αριστεράς και των αστικών κομμάτων στις ευρωεκλογές. Την ίδια στιγμή ο λαός εδώ και 198 χρόνια δεν έχει ακόμα συνέλθει από το ψυχικό τραύμα της κοινωνικής αποτυχίας της Επανάστασης του 1821 και της διαιώνισης των Τουρκοελλήνων στην εξουσία. Σήμερα από τους Τουρκοέλληνες των πολιτικών κομμάτων δεν πιστοποιείται μόνο η κοινωνική αποτυχία του 1821, αλλά απειλείται και η εθνική ολοκλήρωση μέσω της ενθάρρυνσης του ισλαμικού εποικισμού και της καθολικής εξυπηρέτησης των ξένων οικονομικών συμφερόντων εις βάρος του λαού μας.
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφαλά
Προσφάτως, για ακόμη μία φορά, γίναμε οι απαθείς μάρτυρες πρωτοφανούς πολιτικής ασέβειας και κοινωνικής παρακμής με πρωταγωνιστές και πάλι πολιτικούς, καθώς και υποψήφιους ευρωβουλευτές, οι οποίοι δήλωσαν με στόμφο στον λαό ότι «κανένας δεν σκοτώθηκε από τις εμπρηστικές βόμβες μολότοφ», καθώς και ότι «οι δολοφονηθέντες της πολιτικής τρομοκρατίας θα πρέπει να σηκωθούν από τους τάφους τους για να ζητήσουν συγγνώμη από τα θύματά τους».
Αν παραβλέψουμε το γεγονός της πολιτικής ψυχιατρικής συνιστώσας των δηλώσεων, το μοναδικό φαινόμενο της καθολικής απάθειας των Ελλήνων στη χυδαιότητα και στον βιολογικό εξανδραποδισμό τους μπορεί να κατανοηθεί από την κοινωνική παρακμή και τη σήψη, όπως αναδεικνύονται μέσα από τα υψηλά δημοσκοπικά εκλογικά ποσοστά των κομμάτων εξουσίας. Επειδή ένας αξιοπρεπής άνθρωπος δεν θα έπρεπε να τους διαιωνίζει στην εξουσία, αλλά να τους αντιμετωπίζει ως κοινωνικούς παρίες και εχθρούς του λαού. Το φαινόμενο της καθολικής απάθειας σε κάθε είδους πολιτική και κοινωνική ασέλγεια έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και ανάγονται στην επί δύο χιλιετίες μακροχρόνια δουλεία του ελληνικού έθνους, όπου ο ραγιαδισμός και η απουσία κοινωνικής αντίδρασης στον βούρδουλα, με εξαίρεση την Κλεφτουριά και την Εθνική Αντίσταση, έχουν μάλλον καταγραφεί στο κοινωνικό DNA.
Πράγματι, είναι εκπληκτικό πώς οι ιστορικές εποχές και οι κοινωνικές εθνοτικές συμπεριφορές, αν και απέχουν μεταξύ τους εκατοντάδες χρόνια, παραμένουν ταυτόσημες.
Την εποχή της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης, γράφει ο ιστορικός Στίβεν Ράνσιμαν, ο ομιλών την ελληνική γλώσσα ορθόδοξος πληθυσμός της Πόλης, αυτοί που υπηρετούσαν στην κρατική γραφειοκρατία, οι λόγιοι, οι τεχνίτες, οι «σοφοί» και οι άρχοντες, καθώς επίσης και οι νέοι που ήταν σε ηλικία στράτευσης διέφευγαν στη Δύση, ενώ 300.000 από αυτούς είχαν αποσυρθεί στα γειτονικά μοναστήρια της Βασιλεύουσας, αρνούμενοι να πάρουν τα όπλα εναντίον των 150.000 στρατιωτών του Μωάμεθ για να υπερασπισθούν τη ζωή και την περιουσία τους, αναθέτοντας την προστασία τους σε περίπου 7.000 Ιταλούς μισθοφόρους.
Αμέσως μετά την Αλωση, μέρος της «ελίτ» της εποχής με άδεια του Πορθητή αναχώρησε με πλοίο για τη Δύση, ενώ οι εναπομείναντες αποτέλεσαν τη μισητή, σατανική και δόλια τάξη των ορθόδοξων το θρήσκευμα Οθωμανών, γνωστών ως «Φαναριώτες», οι οποίοι επί 500 χρόνια υπήρξαν ικανότεροι από τους Οθωμανούς στο να γδέρνουν οικονομικά και να ληστεύουν τους ραγιάδες, υπηρετώντας Τούρκους, τσάρους και ξένους ηγεμόνες. Στην επαναστατημένη Ελλάδα οι Φαναριώτες μαζί με τους κοτζαμπάσηδες και τον ανώτερο κλήρο, τους οποίους ο λαός συλλήβδην ονόμαζε «Τουρκοέλληνες», ήταν αυτοί που με χιλιάδες μηχανορραφίες επιχείρησαν να σβήσουν την Επανάσταση του 1821.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας στο μνημειώδες έργο του «Το 1821 και η Αλήθεια» γράφει ότι ήταν η μετριοπάθεια (ή το λάθος) του Κολοκοτρώνη που εμπόδιζε τους Κλέφτες να τους φέρουν σε επαφή με τα γιαταγάνια τους, υποσχόμενος διαρκώς ότι «θα λογαριαστούμε με αυτούς μετά την Επανάσταση». Το αποτέλεσμα του λάθους του Κολοκοτρώνη το βιώνουμε έως σήμερα. Ενώ η Επανάσταση του 1821 ολοκληρώθηκε εθνικά, απέτυχε κοινωνικά, διαιωνίζοντας στην εξουσία της χώρας μας στη σύγχρονη, αλλά πιο επικίνδυνη μορφή τους πολιτικούς Φαναριώτες και Τουρκοέλληνες, που, όπως οι πολιτικοί πρόγονοί τους, έχουν αναγάγει σε επιστήμη την εξυπηρέτηση των ξένων συμφερόντων, το οικονομικό γδάρσιμο του λαού, την οσφυοκαμψία προς τους ισχυρούς, την κοινωνική αναλγησία προς τους αδυνάτους, τη δολιότητα, την πολιτική εξαπάτηση, την αισχρότητα και την ασέβεια.
Τα αποτελέσματα της αποτυχούσης Επανάστασης του 1821 τα βιώνουμε σήμερα. Οι πολιτικοί κλώνοι των Φαναριωτών σήμερα έχουν οργανωθεί σε πολιτικά κόμματα εξουσίας. Από την Πόλη μετακόμισαν στις Βρυξέλλες, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των Γερμανών με τον ίδιο τρόπο και φανατισμό που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των Οθωμανών. Η διαχρονική συμμαχία των Φαναριωτών με τους κοτζαμπάσηδες σήμερα αναδεικνύεται μέσα από τον πίνακα των υποψηφίων της νεο-φαναριώτικης Αριστεράς και των αστικών κομμάτων στις ευρωεκλογές. Την ίδια στιγμή ο λαός εδώ και 198 χρόνια δεν έχει ακόμα συνέλθει από το ψυχικό τραύμα της κοινωνικής αποτυχίας της Επανάστασης του 1821 και της διαιώνισης των Τουρκοελλήνων στην εξουσία. Σήμερα από τους Τουρκοέλληνες των πολιτικών κομμάτων δεν πιστοποιείται μόνο η κοινωνική αποτυχία του 1821, αλλά απειλείται και η εθνική ολοκλήρωση μέσω της ενθάρρυνσης του ισλαμικού εποικισμού και της καθολικής εξυπηρέτησης των ξένων οικονομικών συμφερόντων εις βάρος του λαού μας.
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου