Στέφανος ο νεοφανής αστήρ ήκμασε κατά τους χρόνους Θεοφίλου του
Εικονομάχου, εν έτει ωκθ΄ (829), γέννημα και θρέμμα υπάρχων της
Κωνσταντινουπόλεως. Οι γονείς του ωνομάζοντο Ζαχαρίας και Θεοφανώ, εστολισμένοι
με πάσαν αρετήν και σύνεσιν και κατοικούντες εις τον τόπον του εν
Κωνσταντινουπόλει καλουμένου Ζεύγματος, όχι μακράν της Εκκλησίας του θείου
Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου. Όταν η μήτηρ του Αγίου εκυοφόρει τούτον απείχεν από του να τρώγη παχέα
φαγητά, κρέας δηλαδή και άλλα λιπαρά και ηρκείτο εις μόνον τον άρτον, το ύδωρ
και τα λάχανα, έως ου εγέννησεν αυτόν.
Όταν δε εγεννήθη, ω του θαύματος! εφάνη εις τα στήθη του σταυρός φωτοειδής και περικαλλέστατος· τούτο δε ήτο μέγιστον σημείον της σταυρώσεως και αποστροφής, την οποίαν έμελλε να έχη ο Άγιος εις τα του κόσμου πράγματα. Επειδή δε ετυλίχθη εις τα βρεφικά σπάργανα, ήτο ανάγκη και να θηλάζη κατά τους νόμους της φύσεως· ο Άγιος όμως ούτος εφάνη ανώτερος των νόμων της φύσεως, επειδή όταν η μήτηρ του έτρωγε φαγητόν περισσότερον και εχόρταινε, τότε αυτός ουδέ να εγγίση ήθελε τον μαστόν της και πολλάκις έμεινεν αθήλαστος δύο ή τρεις ημέρας, εξακολουθούντος του κόρου της μητρός του, διότι ήτο ανάγκη να εγκρατεύηται η μήτηρ, ίνα θρέψη τον τοιούτον χαριτόβρυτον υιόν. Όθεν εκ της αιτίας ταύτης έκπληξις ομού και θλίψις κατελάμβανε τους φίλους και συγγενείς του παιδός. Είτα βαπτίζεται ο Άγιος, λύεται από τα βρεφικά σπάργανα, αποκόπτει το γάλα και ολίγον κατ΄ ολίγον αναπτύσσεται· αφού δε έφθασεν εις ηλικίαν δεκτικήν μαθήσεως πέμπεται εις παιδαγωγόν προς εκμάθησιν των ιερών γραμμάτων, τα οποία προθύμως εμάνθανε και ήτο υποτασσόμενος εις τους γονείς του. Όταν δε ο θεομισής Θεόφιλος απέθανε, ευθύς, θεία ευδοκία, ανεβιβάσθη εις τον πατριαρχικόν θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως ο Άγιος Μεθόδιος. Τότε λοιπόν και τίμιος Ζαχαρίας, ο πατήρ του Αγίου τούτου Στεφάνου, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος και συνηριθμήθη εις τον Κλήρον της Μεγάλης Εκκλησίας. Κατ΄ εκείνον δε τον καιρόν και ο υιός του ούτος, ο θείος Στέφανος, εκουρεύθη την κόμην και έγινε και αυτός Κληρικός, ήτοι Αναγνώστης· όσον δε συνεχώς ο πατήρ του επορεύετο εις την Εκκλησίαν, δεν έλειπεν από του να τον ακολουθή και ο θείος Στέφανος. Κατά δε το δέκατον όγδοον έτος του Αγίου αποθνήσκει ο πατήρ του Ζαχαρίας· όθεν ευκαιρίας τυχών ο σεπτός Στέφανος, έκλεισεν εαυτόν εντός του ευκτηρίου οίκου του Αγίου κορυφαίου Πέτρου και εκεί μένων πάντοτε ηγρύπνει και προσηύχετο, αρκούμενος εις μόνην την τροφήν των λαχάνων. Ενώ λοιπόν ούτως επολιτεύετο ο Όσιος, φαίνεται νύκτα τινά εις αυτόν ο θείος Πέτρος, ο του Κυρίου Απόστολος, και του λέγει· «Ειρήνη σοι, τέκνον· καλή είναι αύτη η αρχή της προθυμίας σου, ο Κύριος να σε ενδυναμώση». Έπειτα μετά τρία έτη φαίνεται εις αυτόν και ο θείος Ιερομάρτυς Αντίπας και του λέγει· «Ειρήνη σοι, τέκνον, ψάλλε μοι και δεν θέλω σε εγκαταλείψει». Έκτοτε λοιπόν επεδόθη εις περισσοτέραν προσευχήν και νηστείαν ο Άγιος τρώγων άπαξ ή δις της εβδομάδος εκ της συνήθους τροφής, ήτις ήτο κραμβολάχανον ανάλατον. Ούτω πως καθαρίσας εαυτόν ο αοίδιμος, ηξιώθη και της χειροτονίας του Πρεσβυτέρου, πλείστα δε όσα θαύματα ενήργει. Κατά δε το δωδέκατον έτος της βασιλείας του ευσεβούς βασιλέως Βασιλείου του Μακεδόνος και τεσσαρακοστόν της του Αγίου ηλικίας, ήτοι εν έτει ωοθ΄ (879), έγινε σεισμός μέγας εις την Κωνσταντινούπολιν, εκ του οποίου εσχίσθη καθ΄ όλα τα μέρη ο Ναός του Αγίου Αντίπα. Όθεν εκείθεν εξελθών ο Όσιος, εισήλθεν εντός λάκκου ομοιάζοντος τάφου και εκεί διέτριψε δώδεκα έτη, δια κλίνην έχων σανίδα, εστρωμένην με σάκκον τρίχινον και επ΄ αυτής εκοιμάτο· ως εκ της πολλήςδε υγρασίας του τόπου, εφθάρησαν και κατέπεσον αι τρίχες της κεφαλής και των γενείων του, εξησθένησαν οι οδόντες του και όλον σχεδόν το σώμα του παρελύθη. Αναγκασθείς λοιπόν εξήλθεν εκ του λάκκου όλος νενεκρωμένος. Έπειτα ενδυθείς το θείον και Αγγελικόν Σχήμα των Μοναχών, έδειξε μεγαλυτέραν και υπεράνθρωπον άσκησιν· διότι όταν ελειτούργει, εις τας Δεσποτικάς μόνον εορτάς, ελάμβανε μετά την απόλυσιν της λειτουργίας εν ξηρόν σύκον και το στόμα του έπλυνε με ολίγον ύδωρ και εις αυτά μόνον ηρκείτο ο τρισμακάριστος· με τοιούτους επιπόνους και τραχείς αγώνας της ασκήσεως διήλθεν ο ουρανοπολίτης ούτος Πατήρ ημών Στέφανος πεντήκοντα ολόκληρα έτη· κατά δε το εβδομηκοστόν τρίτον έτος του βίου του, ή μάλλον ειπείν, της νεκρώσεώς του, παρέθετο την μακαρίαν αυτού ψυχήν εις χείρας Θεού.
Όταν δε εγεννήθη, ω του θαύματος! εφάνη εις τα στήθη του σταυρός φωτοειδής και περικαλλέστατος· τούτο δε ήτο μέγιστον σημείον της σταυρώσεως και αποστροφής, την οποίαν έμελλε να έχη ο Άγιος εις τα του κόσμου πράγματα. Επειδή δε ετυλίχθη εις τα βρεφικά σπάργανα, ήτο ανάγκη και να θηλάζη κατά τους νόμους της φύσεως· ο Άγιος όμως ούτος εφάνη ανώτερος των νόμων της φύσεως, επειδή όταν η μήτηρ του έτρωγε φαγητόν περισσότερον και εχόρταινε, τότε αυτός ουδέ να εγγίση ήθελε τον μαστόν της και πολλάκις έμεινεν αθήλαστος δύο ή τρεις ημέρας, εξακολουθούντος του κόρου της μητρός του, διότι ήτο ανάγκη να εγκρατεύηται η μήτηρ, ίνα θρέψη τον τοιούτον χαριτόβρυτον υιόν. Όθεν εκ της αιτίας ταύτης έκπληξις ομού και θλίψις κατελάμβανε τους φίλους και συγγενείς του παιδός. Είτα βαπτίζεται ο Άγιος, λύεται από τα βρεφικά σπάργανα, αποκόπτει το γάλα και ολίγον κατ΄ ολίγον αναπτύσσεται· αφού δε έφθασεν εις ηλικίαν δεκτικήν μαθήσεως πέμπεται εις παιδαγωγόν προς εκμάθησιν των ιερών γραμμάτων, τα οποία προθύμως εμάνθανε και ήτο υποτασσόμενος εις τους γονείς του. Όταν δε ο θεομισής Θεόφιλος απέθανε, ευθύς, θεία ευδοκία, ανεβιβάσθη εις τον πατριαρχικόν θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως ο Άγιος Μεθόδιος. Τότε λοιπόν και τίμιος Ζαχαρίας, ο πατήρ του Αγίου τούτου Στεφάνου, εχειροτονήθη Πρεσβύτερος και συνηριθμήθη εις τον Κλήρον της Μεγάλης Εκκλησίας. Κατ΄ εκείνον δε τον καιρόν και ο υιός του ούτος, ο θείος Στέφανος, εκουρεύθη την κόμην και έγινε και αυτός Κληρικός, ήτοι Αναγνώστης· όσον δε συνεχώς ο πατήρ του επορεύετο εις την Εκκλησίαν, δεν έλειπεν από του να τον ακολουθή και ο θείος Στέφανος. Κατά δε το δέκατον όγδοον έτος του Αγίου αποθνήσκει ο πατήρ του Ζαχαρίας· όθεν ευκαιρίας τυχών ο σεπτός Στέφανος, έκλεισεν εαυτόν εντός του ευκτηρίου οίκου του Αγίου κορυφαίου Πέτρου και εκεί μένων πάντοτε ηγρύπνει και προσηύχετο, αρκούμενος εις μόνην την τροφήν των λαχάνων. Ενώ λοιπόν ούτως επολιτεύετο ο Όσιος, φαίνεται νύκτα τινά εις αυτόν ο θείος Πέτρος, ο του Κυρίου Απόστολος, και του λέγει· «Ειρήνη σοι, τέκνον· καλή είναι αύτη η αρχή της προθυμίας σου, ο Κύριος να σε ενδυναμώση». Έπειτα μετά τρία έτη φαίνεται εις αυτόν και ο θείος Ιερομάρτυς Αντίπας και του λέγει· «Ειρήνη σοι, τέκνον, ψάλλε μοι και δεν θέλω σε εγκαταλείψει». Έκτοτε λοιπόν επεδόθη εις περισσοτέραν προσευχήν και νηστείαν ο Άγιος τρώγων άπαξ ή δις της εβδομάδος εκ της συνήθους τροφής, ήτις ήτο κραμβολάχανον ανάλατον. Ούτω πως καθαρίσας εαυτόν ο αοίδιμος, ηξιώθη και της χειροτονίας του Πρεσβυτέρου, πλείστα δε όσα θαύματα ενήργει. Κατά δε το δωδέκατον έτος της βασιλείας του ευσεβούς βασιλέως Βασιλείου του Μακεδόνος και τεσσαρακοστόν της του Αγίου ηλικίας, ήτοι εν έτει ωοθ΄ (879), έγινε σεισμός μέγας εις την Κωνσταντινούπολιν, εκ του οποίου εσχίσθη καθ΄ όλα τα μέρη ο Ναός του Αγίου Αντίπα. Όθεν εκείθεν εξελθών ο Όσιος, εισήλθεν εντός λάκκου ομοιάζοντος τάφου και εκεί διέτριψε δώδεκα έτη, δια κλίνην έχων σανίδα, εστρωμένην με σάκκον τρίχινον και επ΄ αυτής εκοιμάτο· ως εκ της πολλήςδε υγρασίας του τόπου, εφθάρησαν και κατέπεσον αι τρίχες της κεφαλής και των γενείων του, εξησθένησαν οι οδόντες του και όλον σχεδόν το σώμα του παρελύθη. Αναγκασθείς λοιπόν εξήλθεν εκ του λάκκου όλος νενεκρωμένος. Έπειτα ενδυθείς το θείον και Αγγελικόν Σχήμα των Μοναχών, έδειξε μεγαλυτέραν και υπεράνθρωπον άσκησιν· διότι όταν ελειτούργει, εις τας Δεσποτικάς μόνον εορτάς, ελάμβανε μετά την απόλυσιν της λειτουργίας εν ξηρόν σύκον και το στόμα του έπλυνε με ολίγον ύδωρ και εις αυτά μόνον ηρκείτο ο τρισμακάριστος· με τοιούτους επιπόνους και τραχείς αγώνας της ασκήσεως διήλθεν ο ουρανοπολίτης ούτος Πατήρ ημών Στέφανος πεντήκοντα ολόκληρα έτη· κατά δε το εβδομηκοστόν τρίτον έτος του βίου του, ή μάλλον ειπείν, της νεκρώσεώς του, παρέθετο την μακαρίαν αυτού ψυχήν εις χείρας Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου