«Γιατί ψυχή µου ἀµελεῖς
τὸν ἑαυτόν σου; Γιατί δὲν ντρέπεσαι νὰ ἁµαρτάνης ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀγγέλων
του, ὅπως ντρέπεσαι µπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους; Ἀλλοίµονό µου, γνωρίζω τὴν κόλαση
καὶ δὲν θέλω νὰ µετανοήσω. Ἀγαπῶ τὴν οὐράνια Βασιλεία καὶ ἀρετὴ δὲν ἔχω ἀποκτήσει.
Πιστεύω στὸν Θεό, ἀλλὰ παρακούω συνέχεια τὶς ἐντολές του. Μισῶ τὸν διάβολο, ἀλλὰ
δὲν σταµατῶ νὰ πράττω αὐτὰ ποὺ ἀρέσουν σ’ ἐκεῖνον. Ὅταν προσεύχωµαι, ἀµελῶ καὶ
εἶµαι σὰν ἀναίσθητος. Ὅταν νηστεύω, ὑπερηφανεύοµαι καὶ κατακρίνοµαι
περισσότερο. Ὅταν ἀγρυπνήσω, νοµίζω πὼς κάτι κάνω, γιὰ νὰ µὴ µοῦ γίνη χρήσιµη ἡ
ἀγρυπνία. Ποῦ εἶναι ἡ ὁλοκληρωτικὴ µετάνοια, ἡ ὁποία µᾶς κάνει νὰ εἴµαστε µακριὰ
ἀπὸ κάθε κακὸ ἔργο καὶ λόγο πονηρό; Ἂν µετανοοῦσα σὰν τὸν Ἄσωτο, θὰ δεχόταν τὴν
ἐπιστροφή µου ὁ φιλόστοργος Πατέρας. Κι ἂν εἶχα εὐγνωµοσύνη σὰν τὸν τελώνη καὶ
κατέκρινα µόνο τὸν ἑαυτόν µου καὶ κανένα ἄλλο, θὰ ἔπαιρνα καὶ ἐγὼ τὴν ἄφεση τῶν
ἁµαρτιῶν ἀπὸ τὸν Θεό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου