Υπάτιος ο Επίσκοπος και Ανδρέας ο Πρεσβύτερος κατήγοντο από την χώραν των
Λυδών, όταν δε ήσαν παιδία επήγαιναν εις εν σχολείον, και με τας συνεχείς
νηστείας και αγρυπνίας, τας οποίας έκαμνον, και με την καθαράν ζωήν και την
πολλήν ταπεινοφροσύνην και την εις πάντας αγάπην, όπου μετεχειρίζοντο οι
αοίδιμοι, υπερέβαλλον όλους τους εκεί μαθητάς· και ο μεν Υπάτιος ηγάπησε την
μοναδικήν ζωήν, ο δε Ανδρέας ενεπιστεύθη την διακονίαν της Εκκλησίας. Επειδή δε
ο Επίσκοπος Εφέσου έμαθε την ενάρετον αυτών πολιτείαν, έστειλε και τους έφερε·
και τον μεν Υπάτιον εχειροτόνησεν Επίσκοπον, τον δε Ανδρέαν Πρεσβύτερον, ήτοι
Ιερέα. Λέων δε ο δυσσεβής και εικονομάχος, μαθών περί αυτών, ότι είναι κήρυκες
της αληθείας και διδάσκουσι πάντας να σέβωνται και να προσκυνώσι τας αγίας
Εικόνας, έστειλε και τους έφερε· και πρώτον μεν τους έβαλεν εις την φυλακήν·
έπειτα δε επρόσταξε να σύρωνται κατά γης και να διασπαράττωνται. Μετά ταύτα
απέσπασε μεν τα δέρματα των ιερών αυτών κεφαλών, επάνω δε των γυμνών κεφαλών
των κατέκαυσε πολλάς αγίας Εικόνας ο αλιτήριος, ύστερον δε έχρισε τα γένειά των
με πίσσαν και έσυρεν αυτούς δια μέσου της πόλεως. Τελευταίον δε κατέσφαξεν αυτούς εις τα μέρη τα λεγόμενα
του Ξηρολόφου· και μετά τον θάνατον, δεν αφήκεν ο θηριώνυμος να τους
ενταφιάσουν, αλλά τους έρριψεν εις τους κύνας δια να τους φάγουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου