Το μάθημα των θρησκευτικών στην δημόσια παιδεία μεταποιήθηκε, τον τελευταίο καιρό, σε «αποδιοπομπαίο τράγο», στην κεφαλή του οποίου οι εχθροί της Εκκλησίας επιθέτουν, αυθαιρέτως και αναρμοδίως, τις αμαρτίες της και ζητούν – σύμφωνα με το «λευϊτικό» της αποστασίας – την αποπομπή του έξω της παρεμβολής της δημόσιας παιδείας. Και τούτο, προκειμένου να εξαφανισθεί το μάθημα αυτό – να καταστραφεί, κατά το υπόδειγμα του παλαιοδιαθηκικού λευϊτικού για να ικανοποιήσουν, με τον τρόπον αυτόν, την επιθυμία τους να πολεμήσουν την έμμεση παρουσία της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο, με την ολοτελή κατάργηση του μαθήματος αυτού!
Μια τέτοια κατάργηση, την έχουν ανάγκη οι εχθροί της Εκκλησίας, για να κατασιγάσουν τις ασυνείδητες ενοχές τους, επειδή είναι έξω από την Εκκλησία, υπαρξιακώς απροσδιόριστοι και, άρα, ανασφαλείς!
Οπωσδήποτε όμως, ο πόλεμος κατά του μαθήματος των θρησκευτικών είναι δείγμα της συνεχιζομένης, από μακρού, πνευματικής κρίσεως στους κόλπους του επισκοπικού σώματος της Εκκλησίας, και αυτό ακριβώς το γεγονός αντανακλάται στον πόλεμον αυτόν.
Η προηγηθείσα χριστοδουλική αρχιεπισκοπία «έβγαλε την Εκκλησία στον κόσμο»! Εκκοσμίκευσε την λυτρωτική της αποστολή, «μπήκε» στα εγκόσμια δρώμενα με απαιτήσεις αποκτήσεως προσωπικής αναγνωρίσεως και αίγλης, πτωχεύοντας την Εκκλησία σε δραστηριότητες χαρισματικής προσφοράς!
Με την υπερβολική ενασχόληση της διοικήσεως της Εκκλησίας στο πεδίο της φιλανθρωπίας και της ιδρυματικής κοινωνικής διακονίας, παραμελήθηκε η διακονία της πνευματικής καρποφορίας και του αγιασμού των πιστών, τους οποίους η χριστοδουλική νοοτροπία συμπαρέσυρε στην αποδοχή της αντιλήψεως ότι τα έξω προέχουν των έσω. Η εξωστρέφεια προβλήθηκε ως περισσότερον συμφέρουσα από την ησυχαστική εσωστρέφεια!
Οπωσδήποτε όμως, ο πόλεμος κατά του μαθήματος των θρησκευτικών είναι δείγμα της συνεχιζομένης, από μακρού, πνευματικής κρίσεως στους κόλπους του επισκοπικού σώματος της Εκκλησίας, και αυτό ακριβώς το γεγονός αντανακλάται στον πόλεμον αυτόν.
Η προηγηθείσα χριστοδουλική αρχιεπισκοπία «έβγαλε την Εκκλησία στον κόσμο»! Εκκοσμίκευσε την λυτρωτική της αποστολή, «μπήκε» στα εγκόσμια δρώμενα με απαιτήσεις αποκτήσεως προσωπικής αναγνωρίσεως και αίγλης, πτωχεύοντας την Εκκλησία σε δραστηριότητες χαρισματικής προσφοράς!
Με την υπερβολική ενασχόληση της διοικήσεως της Εκκλησίας στο πεδίο της φιλανθρωπίας και της ιδρυματικής κοινωνικής διακονίας, παραμελήθηκε η διακονία της πνευματικής καρποφορίας και του αγιασμού των πιστών, τους οποίους η χριστοδουλική νοοτροπία συμπαρέσυρε στην αποδοχή της αντιλήψεως ότι τα έξω προέχουν των έσω. Η εξωστρέφεια προβλήθηκε ως περισσότερον συμφέρουσα από την ησυχαστική εσωστρέφεια!
Το χριστοδουλικό καθεστώς φρόντισε να περιθάλψει τον άνθρωπο – τον εγγύς και τον μακράν (σε άλλες ηπείρους) – στις υλικές του ανάγκες, αλλά δεν ενδιαφέρθηκε για τον αγιασμό του. Δεν έδωσε, το καθεστώς αυτό, δείγματα «παραγωγικής» αρτετής, δικαιοσύνης, ηθικότητος και αγιασμού. Αντιθέτως, με τα ποικίλα εκκλησιαστικά σκάνδαλα και την κάθαρση που δεν έγινε, έδωσε μηνύματα «σεβασμού» στην ηθική παρακμή!
Εξ άλλου, με τις ποικίλες χριστοδουλικές φιλοδοξίες στον χώρο των οικουμενιστικών – επιχειρησιακών εξωεκκλησιαστικών δραστηριοτήτων (ίδρυση εταιριών, προγραμματισμό κατασκευής κτηρίων), η Εκκλησία αποπροσανατολίσθηκε, επίσης, από τον βασικό της στόχο, ήτοι από την ποιμαντική διακονία για την σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου· ξέχασε την δίψα της ανθρώπινης ψυχής για γνήσιο και θεοφιλές βίωμα χριστιανικής ζωής μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Οι εχθροί της Εκκλησίας δεν είδαν με καλό μάτι την «προπέτεια» της Εκκλησίας να μεταποιηθεί σε κοινωνικό παράγοντα περιωπής. Η επιθετικότητά τους, σήμερα, κατά του μαθήματος των θρησκευτικών, είναι αντίδρασις κατά της έμμεσης παρουσίας της Εκκλησίας στον κοινωνικό χώρο της δημόσιας παιδείας, με δυνατότητα λόγου κατηχητικού και διδακτικού των αρχών της χριστιανικής πίστεως. Γι΄ αυτό και αξιώνουν την μετατροπή του μαθήματος αυτού σε διδασκαλία των θρησκειών της γης, στο πνεύμα μιας παγκοσμιοποιημένης πανθρησκείας.
Αλλά και στον αντίλογο επισκοπικών αντιστάσεων κατά της καταργήσεως του μαθήματος των θρησκευτικών, τα επιχειρήματα των ταγών της Εκκλησίας είναι και αυτά δείγματα της πνευματικής κρίσεως της επισκοπικής εκκλησιαστικής αυτοσυνειδησίας. Το συνεχώς προτασσόμενο, δήθεν ισχυρό, επιχείρημα υπέρ της διατηρήσεως του μαθήματος, είναι η συνταγματική του κατοχύρωσις. Γεγονός το οποίο δείχνει ότι, η διοίκησις της Εκκλησίας στηρίζει – αλλά και εξαρτά – την ποιμαντική της διακονία από πολιτειακά ερείσματα! Δεν διαθέτει η ίδια το κύρος του επισκοπικού ή συνοδικού λόγου. Γι΄ αυτό και προσπαθεί να επιστρατεύσει εγκόσμια επιχειρήματα για την προστασία του μαθήματος των θρησκευτικών, όπως ακριβώς κάνει ιεράρχης στον ημερήσιο τύπο, γράφοντας: «Η θρησκεία, στην οποίαν αναφέρεται το μάθημα των θρησκευτικών, είναι ευρύτερη (;) του όρου Εκκλησία και με αυτή την έννοια δεν μπορώ να διανοηθώ, πως μπορεί κανείς, που ζει στη σύγχρονη εποχή, να μη ενδιαφέρεται για το θέμα από πλευράς εγκυκλοπαιδικής» (!) Εγκυκλοπαιδικό, λοιπόν, επισκοπικό επιχείρημα, που δικαιώνει την άποψη του θρησκειολογικού χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών!
Πάντως, ο πόλεμος κατά της Εκκλησίας, μέσω του θρησκευτικού μαθήματος, αποτελεί ισχυρό μήνυμα προς τους ταγούς της για σοβαρή και υπεύθυνη αποτίμηση του προβλήματος της παρουσίας της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Το θρησκευτικό μάθημα και η αμφισβητουμένη χρησιμότητά του στον χώρο της παιδείας είναι η κορυφή του παγόβουνου της κρίσεως της επισκοπικής αυτοσυνειδησίας. Μια ζωντανή Εκκλησία, με ποιμένες φωτισμένους και αγιασμένους, δεν αφήνει περιθώρια προσβολής της ποιμαντικής της διακονίας και της αποτελεσματικότητος του λυτρωτικού της έργου.
Αυτή η ζωντανή Εκκλησία – δηλαδή, οι ταγοί της, με ακτινοβολία χαρισματικής προσφοράς στον σύγχρονο κόσμο – δεν θα είχε ανάγκη να καταφεύγει στο Σύνταγμα ή στο επιχείρημα της εγκυκλοπαιδικής αξίας του μαθήματος των θρησκευτικών. Για να στηρίξει, σήμερα, η Εκκλησία το θρησκευτικό μάθημα, επικαλείται την πτωχεία της λυτρωτικής της παρουσίας στον κόσμο, χωρίς να το αντιλαμβάνεται! Τα ξύλινα επιχειρήματα την προδίδουν!
Εξ άλλου, με τις ποικίλες χριστοδουλικές φιλοδοξίες στον χώρο των οικουμενιστικών – επιχειρησιακών εξωεκκλησιαστικών δραστηριοτήτων (ίδρυση εταιριών, προγραμματισμό κατασκευής κτηρίων), η Εκκλησία αποπροσανατολίσθηκε, επίσης, από τον βασικό της στόχο, ήτοι από την ποιμαντική διακονία για την σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου· ξέχασε την δίψα της ανθρώπινης ψυχής για γνήσιο και θεοφιλές βίωμα χριστιανικής ζωής μέσα στο σώμα της Εκκλησίας. Οι εχθροί της Εκκλησίας δεν είδαν με καλό μάτι την «προπέτεια» της Εκκλησίας να μεταποιηθεί σε κοινωνικό παράγοντα περιωπής. Η επιθετικότητά τους, σήμερα, κατά του μαθήματος των θρησκευτικών, είναι αντίδρασις κατά της έμμεσης παρουσίας της Εκκλησίας στον κοινωνικό χώρο της δημόσιας παιδείας, με δυνατότητα λόγου κατηχητικού και διδακτικού των αρχών της χριστιανικής πίστεως. Γι΄ αυτό και αξιώνουν την μετατροπή του μαθήματος αυτού σε διδασκαλία των θρησκειών της γης, στο πνεύμα μιας παγκοσμιοποιημένης πανθρησκείας.
Αλλά και στον αντίλογο επισκοπικών αντιστάσεων κατά της καταργήσεως του μαθήματος των θρησκευτικών, τα επιχειρήματα των ταγών της Εκκλησίας είναι και αυτά δείγματα της πνευματικής κρίσεως της επισκοπικής εκκλησιαστικής αυτοσυνειδησίας. Το συνεχώς προτασσόμενο, δήθεν ισχυρό, επιχείρημα υπέρ της διατηρήσεως του μαθήματος, είναι η συνταγματική του κατοχύρωσις. Γεγονός το οποίο δείχνει ότι, η διοίκησις της Εκκλησίας στηρίζει – αλλά και εξαρτά – την ποιμαντική της διακονία από πολιτειακά ερείσματα! Δεν διαθέτει η ίδια το κύρος του επισκοπικού ή συνοδικού λόγου. Γι΄ αυτό και προσπαθεί να επιστρατεύσει εγκόσμια επιχειρήματα για την προστασία του μαθήματος των θρησκευτικών, όπως ακριβώς κάνει ιεράρχης στον ημερήσιο τύπο, γράφοντας: «Η θρησκεία, στην οποίαν αναφέρεται το μάθημα των θρησκευτικών, είναι ευρύτερη (;) του όρου Εκκλησία και με αυτή την έννοια δεν μπορώ να διανοηθώ, πως μπορεί κανείς, που ζει στη σύγχρονη εποχή, να μη ενδιαφέρεται για το θέμα από πλευράς εγκυκλοπαιδικής» (!) Εγκυκλοπαιδικό, λοιπόν, επισκοπικό επιχείρημα, που δικαιώνει την άποψη του θρησκειολογικού χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών!
Πάντως, ο πόλεμος κατά της Εκκλησίας, μέσω του θρησκευτικού μαθήματος, αποτελεί ισχυρό μήνυμα προς τους ταγούς της για σοβαρή και υπεύθυνη αποτίμηση του προβλήματος της παρουσίας της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Το θρησκευτικό μάθημα και η αμφισβητουμένη χρησιμότητά του στον χώρο της παιδείας είναι η κορυφή του παγόβουνου της κρίσεως της επισκοπικής αυτοσυνειδησίας. Μια ζωντανή Εκκλησία, με ποιμένες φωτισμένους και αγιασμένους, δεν αφήνει περιθώρια προσβολής της ποιμαντικής της διακονίας και της αποτελεσματικότητος του λυτρωτικού της έργου.
Αυτή η ζωντανή Εκκλησία – δηλαδή, οι ταγοί της, με ακτινοβολία χαρισματικής προσφοράς στον σύγχρονο κόσμο – δεν θα είχε ανάγκη να καταφεύγει στο Σύνταγμα ή στο επιχείρημα της εγκυκλοπαιδικής αξίας του μαθήματος των θρησκευτικών. Για να στηρίξει, σήμερα, η Εκκλησία το θρησκευτικό μάθημα, επικαλείται την πτωχεία της λυτρωτικής της παρουσίας στον κόσμο, χωρίς να το αντιλαμβάνεται! Τα ξύλινα επιχειρήματα την προδίδουν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου